ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Προσφυγή αρ. 489/2006
11 Μαϊου, 2006
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 8, 9, 11, 13 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SANKA MANJULA KANKANI GAMAGE
Αιτήτρια,
- ν. -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ, ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθών η αίτηση.
------------------
Αίτηση ημερ. 9/3/06 για προσωρινό διάταγμα
Γ.Ζ. Γεωργίου με Γ. Χατζηπροδρόμου (κα) για την αιτήτρια
Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α, για τους καθών η αίτηση
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Στις 9/3/06 η αιτήτρια καταχώρησε την υπό τον άνω αριθμό και τίτλο προσφυγή με την οποία ζητά την ακύρωση της απόφασης της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερ. 16/12/05, με την οποία απορρίφθηκε αίτημα για παράταση της άδειας παραμονής και εργοδότησης της στην Κύπρο.
Την ίδια μέρα η αιτήτρια καταχώρησε και μονομερή αίτηση (την παρούσα) για έκδοση προσωρινού διατάγματος αναστολής της ισχύος της εν λόγω απόφασης της 16/12/05, μέχρι την εκδίκαση και αποπεράτωση της προσφυγής. Με εισήγηση του ευπαιδεύτου δικηγόρου της αιτήτριας το δικαστήριο έδωσε οδηγίες όπως επιδοθεί η αίτηση και στους καθών η αίτηση αφού μάλιστα έκρινε την περίπτωση τέτοια που θα έπρεπε να ακουστούν και οι δυο πλευρές.
Αφού έγινε επίδοση της αίτησης, η πλευρά των καθών η αίτηση καταχώρησε ένσταση στην οποία εγείρει διάφορους λόγους ένστασης. Στους τρεις πρώτους (α-γ) που αποκαλεί προδικαστικούς, ισχυρίζεται ότι (α) δεν μπορεί να ανασταλεί με ενδιάμεσο διάταγμα αρνητική διοικητική πράξη (β) ότι η θεραπεία (Β) αφορά ανυπόστατη πράξη και (γ) ότι η αιτήτρια δεν έχει έννομο συμφέρον εφόσον διαμένει εδώ χωρίς νόμιμη άδεια παραμονής και είναι απαγορευμένη μετανάστρια. Αναφορικά με την ουσία της αίτησης, η πλευρά των καθών ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει τίποτε το επείγον για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος ούτε υπάρχει έκδηλη παρανομία αναφορικά με την προσβαλλόμενη απόφαση. Τυχόν έγκριση της αίτησης θα ισοδυναμεί με παραχώρηση άδειας παραμονής της αιτήτριας, κάτι που δεν είναι για το δικαστήριο να πράξει.
Την αίτηση υποστηρίζει σχετική ένορκη δήλωση της αιτήτριας, τη δε ένσταση ένορκη δήλωση από πλευράς του Αγάπιου Σωκράτους, Γραμματειακού Λειτουργού στον Κλάδο Οικιακών Βοηθών του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.
Από τις εν λόγω ένορκες δηλώσεις προκύπτει ως κοινό έδαφος το ότι η αιτήτρια κατάγεται από τη Σρι Λάνκα, είναι ηλικίας περίπου 27 ετών και αφίχθηκε για πρώτη φορά στην Κύπρο την 1/3/99 για να εργαστεί ως οικιακή βοηθός στην κα Χαραλαμπία Σαμψών (υπερήλικα) από τη Λάρνακα. Της δόθηκε προσωρινή άδεια εισόδου ημερ. 11/2/99 που ήταν για περίοδο 3 μηνών. Στο μεταξύ η εν λόγω Χαραλαμπία Σωκράτους απεβίωσε στις 2/4/99 οπότε υποβλήθηκε νέα αίτηση από την Ανδρούλα Σωκράτους (θυγατέρα της θανούσας) για να συνεχίσει η αιτήτρια να εργάζεται κοντά της, η οποία όμως αίτηση απορρίφθηκε και η αιτήτρια ενημερώθηκε σχετικά με επιστολή ημερ. 21/3/00 με την οποία της ζητήθηκε να εξεύρει νέο εργοδότη για διευθέτηση της εδώ παραμονής της. Έτσι στις 8/5/00 αποτάθηκε για απασχόληση ως οικιακή βοηθός σε άλλο υπερήλικα (κάποιο Σολωμό Μικκίδη) η οποία άδεια εγκρίθηκε (παρά τις διαφωνίες της κας Σαμψών) στις 8/9/00 και με ισχύ μέχρι 2/5/03. Στο μεταξύ η κα Σαμψών εξασφάλισε άδεια για απασχόληση αλλοδαπής στον ξενώνα της στις 7/6/00 οπότε ο κ. Μικκίδης αποδέσμευσε την αιτήτρια. Έγινε νέα αίτηση για να εργαστεί η αιτήτρια στην κα Σαμψών και δόθηκε άδεια προσωρινής παραμονής μέχρι 18/6/00, η οποία άδεια ανανεώθηκε διαδοχικά μέχρι και τις 30/11/04. Από 30/11/04 και μετά μέχρι και τις 3/6/05 που η εργοδότριά της ζήτησε παράταση της προσωρινής άδειας παραμονής της, η αιτήτρια παρέμεινε στην Κύπρο παράνομα. Οι καθών η αίτηση, ενόψει απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής ημερ. 31/3/05 για περιορισμό της ανωτάτης περιόδου απασχόλησης υπηκόων τρίτων χωρών, ενέκρινε την περαιτέρω παραμονή και εργοδότηση της αιτήτριας μέχρι τις 30/9/05 για να μπορέσει η εργοδότρια να την αντικαταστήσει. Στη σχετική άδεια ημερ. 6/8/05 αναφέρεται ρητά ότι αυτή είναι FINAL-NOT RENEWABLE (Τελευταία-μη ανανεώσιμη). Παρά ταύτα η κα Σαμψών στις 1/8/05 ζήτησε περαιτέρω παράταση αλλά το αίτημα απορρίφθηκε και ενημερώθηκε με επιστολή ημερ. 16/12/05 την οποία η αιτήτρια προσβάλλει με την παρούσα προσφυγή. Εφόσον η αιτήτρια συνέχισε να ευρίσκεται εδώ χωρίς άδεια, στις 13/2/06 εκδόθηκαν εναντίον της διατάγματα κράτησης και απέλασης τα οποία στάληκαν στην αστυνομία για εκτέλεση.
ΝΟΜΙΚΗ ΠΤΥΧΗ
Αναφορικά με τη νομική πτυχή αρκούμαι να αναφερθώ σε μερικές μόνο από τις πολλές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην υπόθεση Ιωάννης Αντωνίου ν. Συμβουλίου Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου, (2001) 3 (Α) Α.Α.Δ. 164, ο Νικήτας, Δ. (όπως ήταν τότε) στη σελ. 167 ανάφερε τα ακόλουθα:
«Ο καν. 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 είναι η δικονομική βάση για την παροχή προσωρινής προστασίας στις διοικητικές υποθέσεις. Αποτέλεσε δε και σ' αυτή την περίπτωση το νομικό έρεισμα της αίτησης. Είναι κοινός τόπος, αλλά πρέπει να υπογραμμισθεί, ότι η εξουσία αυτή του δικαστηρίου είναι διακριτικού χαρακτήρα και ότι ασκείται με φειδώ. Για να πετύχει ένα τέτοιο διάβημα χρειάζεται η συνδρομή δύο προϋποθέσεων: (1) έκδηλη παρανομία της πράξης, και (2) ανεπανόρθωτη ζημία, που μπορεί να προκαλέσει στο διοικούμενο η άμεση εφαρμογή της (βλ. για εκτενή ανάλυση την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση 141/89 Κροκίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας ημερ. 29/5/90 και Λοϊζίδη ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233). Δεν είναι όμως απαραίτητο να συντρέχουν και οι δύο παραπάνω όροι προτού το Δικαστήριο εκδώσει διάταγμα.»
Στην υπόθεση Sigma Radio T.V. Ltd. v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, προσφ. αρ. 1140/03, ημερ. 1/12/03, ο Καλλής Δ. στη σελ. 5 διατύπωσε τη νομική πτυχή ως εξής:
«Έχει νομολογηθεί ότι η έκδηλη παρανομία αποτελεί λόγο για χορήγηση προσωρινού διατάγματος έστω και αν δεν έχει αποδειχθεί ανεπανόρθωτη ζημία και έστω και αν θα προκληθούν σοβαρά προβλήματα στην Διοίκηση. Ωστόσο αποτελεί λόγο που θα πρέπει να προσεγγίζεται με μεγάλη προσοχή γιατί δυνατόν να ισοδυναμεί με έκδοση απόφασης επί της ουσίας. Η αναστολή αποτελεί πάντοτε ζήτημα διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου και όχι ζήτημα δικαιώματος (βλ. Σοφοκλέους, πιο πάνω). Επίσης, είναι νομολογημένο ότι τα νομικά ζητήματα πρέπει να επιλύονται κατά τη δίκη. Επίλυση τους στο στάδιο της διαδικασίας για χορήγηση προσωρινού διατάγματος αποτελεί σοβαρή επέμβαση στην πορεία της δίκης και στα επίδικα θέματα τα οποία θα εξεταστούν από τον δικάζοντα Δικαστή (βλ. Οικονομίδης ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 837 (απόφαση Ολομέλειας).»
Τι αποτελεί «έκδηλη παρανομία» έχει επίσης ερμηνευθεί από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Περιορίζομαι να αναφερθώ στην υπόθεση 1354/2000 Γεώργιος Ιορδάνους ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερ. 13/11/00, σελ. 9 όπου ο Καλλής Δ ανάφερε τα ακόλουθα:
«(β) Έκδηλη παρανομία (βλ. Moyo and Another v. Republic (1988) 3 A.A.D. 1203, 1208, Σοφοκλέους ν. Δημοκρατίας (1971) 3 Α.Α.Δ. 345, Γεωργιάδης (αρ. 1) ν. Δημοκρατίας (1965) 3 Α.Α.Δ. 392).
Σχετικά με την έκδηλη παρανομία στην Κροκίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση 141/89, 29.5.90 (απόφαση Ολομέλειας) έχει γίνει επισκόπηση της σχετικής νομολογίας. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:
«Είναι η κατάλληλη στιγμή να αναφερθούμε στη σημασία της φράσης «προφανής παρανομία». Το εννοιολογικό της πλαίσιο προσδιόρισε νομολογία. Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι υποδηλώνει τις περιπτώσεις που η παραβίαση είναι οφθαλμοφανής χωρίς να χρειάζεται διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων. Στο σημείο αυτό η απόφαση Φράγκος και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 53 στη σελ. 57 διευκρινίζει:
«For the court to act, the illegality must be palpably identifiable without having to probe into disputed facts."
Ακολουθεί σε γενικευτική διατύπωση η σημασία του όρου,
«Although what amounts to flagrant illegality, is nowhere exhaustively defined, it appears to me to involve a clear violation of the procedure envisaged by the law or unquestionable disregard of the fundamental precepts of administrative law ....."
Οι σκέψεις του δικαστηρίου επαναλαμβάνονται αυτούσιες στην απόφαση της Ολομέλειας Moyo & Another v. The Republic (1988) 3 Α.Α.Δ. 1203:
For the illegality to qualify as flagrant, it must be glaring and as such self evident and immediately identifiable."
Θα προσθέταμε ότι η έκδηλη παρανομία είναι έννοια που προκύπτει από την αντιδιαστολή της προς την παρανομία.»
Πέραν των πιο πάνω, η νομολογία έχει καθιερώσει την αρχή ότι, γενικά, δεν εκδίδεται προσωρινό διάταγμα αναφορικά με αρνητικής φύσης απόφαση ιδιαίτερα αν τέτοιο διάταγμα θα ισοδυναμεί με την παραχώρηση θεραπείας (π.χ. άδειας) που σε πρώτο στάδιο είναι στη διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου οργάνου να πράξει.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας, αγορεύοντας ενώπιον μου, δήλωσε ότι δέχεται ότι κατά κανόνα τα δικαστήρια δεν εκδίδουν διάταγμα αναστολής διοικητικής απόφασης αρνητικής φύσης. Όμως θεωρεί την παρούσα περίπτωση ως εξαιρετική και κατάλληλη για να αποστεί το δικαστήριο από την υφιστάμενη μέχρι τώρα νομολογία. Αναφέρθηκε σε σχετικές αυθεντίες και συγγράμματα όπου διαλαμβάνεται ότι παρόλο που στην όψη της μια απόφαση φαίνεται να είναι αρνητική, εν μέρει είναι και θετική. Στη δική μας περίπτωση υπάρχει το θετικό μέρος της απόφασης της 16/12/05, δηλαδή ότι θα πρέπει η αιτήτρια να φύγει από την Κύπρο. Επομένως αν δεν ανασταλεί η προσβαλλόμενη απόφαση, η αιτήτρια θα συλληφθεί και απελαθεί.
Παρά το ότι με τον τρόπο αυτό μακρηγορώ κάπως, προτιμώ να παραθέσω αυτούσιο το κείμενο της επιστολής της 16/12/05 που προσβάλλει η αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή, αφού η παράθεσή του βοηθά στο να γίνουν πιο κατανοητά τα όσα θα αναφέρω στη συνέχεια. Η επιστολή αποστέλλεται από το ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΕΙΟΥ, ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, απευθύνεται στην Ανδρούλα Σαμψών, Θερμοπυλών 2, 6023 Λάρνακα και διαλαμβάνει ως ακολούθως:
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας με ημερομηνία 1/9/05 σχετικά με το αίτημα σας για παραχώρηση άδειας παραμονής/εργασίας στην αλλοδαπή Sanka Manjulani Kankani Gamage και σας πληροφορώ ότι δεν κατέστη δυνατό να γίνει αποδεκτό γιατί η αλλοδαπή έχει συμπληρώσει 4 χρόνια παραμονής στην Κύπρο, που είναι η ανώτατη χρονική περίοδος παραμονής/εργασίας στην Κύπρο υπηκόων τρίτων χωρών, σύμφωνα με απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής για θέματα αλλοδαπών υπηκόων τρίτων χωρών.
Παρακαλείσθε όπως συμβουλεύσετε την αλλοδαπή να αναχωρήσει αμέσως από την Κύπρο διαφορετικά θα ληφθούν μέτρα για την απομάκρυνση της.»
Είμαι της άποψης (και εγείρω το θέμα αυτεπάγγελτα όπως έχω εξουσία να πράξω), τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως εφόσον είμαστε στο στάδιο ενδιάμεσης αίτησης, ότι η επιστολή αυτή δεν περιέχει οποιαδήποτε εκτελεστή διοικητική πράξη vis-a-vis της αιτήτριας. Θα ήταν τέτοια όσον αφορά την εργοδότρια. Η εν λόγω επιστολή, στην έκταση που αφορά την αιτήτρια, φαίνεται να είναι πληροφοριακού χαρακτήρα ως προς τις συνέπειες που θα έχει αν δεν αναχωρήσει από την Κύπρο, δηλαδή ότι «θα ληφθούν μέτρα για την απομάκρυνση της». Μέχρι να ληφθούν τα εν λόγω μέτρα εναντίον της αιτήτριας δεν υπάρχει εκτελεστή διοικητική πράξη. Από τα γεγονότα που ήδη παράθεσα πιο πάνω, φαίνεται ότι τελικά λήφθηκαν τα εν λόγω μέτρα στις 12/3/06 όταν εκδόθηκαν εναντίον της αιτήτριας τα διατάγματα κράτησης και απέλασης και η αιτήτρια είναι αυτές τις αποφάσεις που μπορεί να προσβάλει αφού αυτές επηρεάζουν άμεσα τα δικαιώματα της σε αντίθεση με την απόφαση της 16/12/05 που μόνο έμμεσα την επηρεάζει. Την απορία αυτή, δηλαδή γιατι να μην προσβάλει η αιτήτρια τα διατάγματα κράτησης και απέλασης, την διατύπωσα προς τον ευπαίδευτο συνήγορό της και κατά τη δίκη, αλλά είχε διαφανεί ότι δεν είχαν μέχρι τότε περιέλθει σε γνώση της αιτήτριας.
Με βάση όλα τα πιο πάνω και ιδιαίτερα ενόψει του ότι εκ πρώτης όψης έκρινα ότι δεν έχουμε εκτελεστή διοικητική πράξη, καταλήγω ότι η περίπτωση δεν είναι τέτοια που να αποδεικνύεται έκδηλη παρανομία και μάλιστα τέτοιας φύσεως που να καθιστά κατάλληλη την υπόθεση για να αποστεί το δικαστήριο τούτο από την μέχρι τώρα νομολογία ότι δεν αναστέλλεται η ισχύς διοικητικής πράξης αρνητικής φύσης.
Και αν ακόμα η προσβαλλόμενη απόφαση της 16/12/05 θα μπορούσε να θεωρηθεί ως εκτελεστή διοικητική πράξη, από τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου δε βρίσκω να αποδεικνύεται έκδηλη παρανομία. Η εισήγηση του ευπαιδεύτου δικηγόρου της αιτήτριας ήταν ότι υπάρχει τέτοια παρανομία διότι η απόφαση της 16/12/05 λήφθηκε κατά παράβαση των όσων αποφασίστηκαν στην υπόθεση Νεbojsa Micovic ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, υπόθ. 1012/05 ημερ. 18/11/05 (Νικολαϊδης, Δ.). Μελέτησα την εν λόγω υπόθεση η οποία κατ' αρχήν σημειώνω ότι δεν αφορούσε αίτηση για προσωρινό διάταγμα αλλά την ουσία της προσφυγής. Εκεί η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώθηκε (α) λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και (β) λόγω έλλειψης αιτιολογίας. Για να αποφασιστεί κατά πόσο η δική μας περίπτωση καλύπτεται τόσο από τη νομική πτυχή όσο και από τα γεγονότα της εν λόγω υπόθεσης, είναι θέμα που θα πρέπει να αποφασιστεί στην κυρίως προσφυγή. Με τα ενώπιον μου γεγονότα δε φαίνεται ότι η απόφαση της 16/12/05 είναι έκδηλα παράνομη με την έννοια που έχει αποδώσει στη φράση αυτή η νομολογία. Έτσι θα απέρριπτα την αίτηση και στην ουσία της.
Ως αποτέλεσμα η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της αιτήτριας, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑΣ