ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 4 ΑΑΔ 749
13, Σεπτεμβρίου, 2002
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΥΚΟΥΝΙΔΗΣ,
Αιτητής,
v.
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 579/2000)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Προσφυγή κατά παραλείψεως απάντησης της διοίκησης επί αιτήματος του διοικουμένου ― Είναι απαράδεκτη όταν ο διοικούμενος προσβάλλει ταυτόχρονα την ουσιαστική απόρριψη του αιτήματος.
Συνταγματικό Δίκαιο ― Άρθρο 29 του Συντάγματος ― Παράλειψη απάντησης της διοίκησης επί αιτήματος του διοικουμένου ― Εκτελεστότητα ― Περιστάσεις υπό τις οποίες η προσβαλλόμενη παράλειψη κρίθηκε μη εκτελεστή ― Ειδικά η προϋπόθεση ύπαρξης θετικού εκ του νόμου καθήκοντος ενεργείας.
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Η εκτελεστότητα της προσβαλλόμενης πράξης ή παράλειψης ως προϋπόθεση για την ενεργοποίηση της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας ― Η προσβολή παράλειψης απαιτήσεως σε αίτημα κρίθηκε απαράδεκτη στην κριθείσα περίπτωση, εφόσον η ό,ποια απάντηση στο αίτημα δεν θα συνεπαγόταν την έκδοση εκτελεστής διοικητικής πράξης.
Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου ― Υπάλληλοι ― Αίτημα υπαλλήλου για συμμετοχή σε μεταπτυχιακό επιμορφωτικό πρόγραμμα ― Η έγκρισή του ή μη απόκειται στη διακριτική εξουσία της διοίκησης και δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη.
Ο αιτητής προσέφυγε τόσο κατά της μη έγκαιρης απόφασης των καθ' ων η αίτηση επί αιτήματός του για συμμετοχή σε επιμορφωτικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα, όσο και κατά της απόρριψης του αιτήματος.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Σαφώς υποστηρίζεται από τη νομολογία, ότι δεν υπάρχει έννομο συμφέρον για προσβολή παράλειψης της Διοίκησης να απαντήσει έγκαιρα σε αίτημα όταν ταυτόχρονα ο διοικούμενος προσβάλλει την ουσιαστική απόρριψη του αιτήματος.
Στην υπό εξέταση υπόθεση προσβάλλεται η απάντηση που περιέχεται στην επιστολή του Διοικητικού Συμβουλίου του ΡΙΚ ημερ. 14.2.2000. Η εν λόγω απάντηση αποτελεί την ουσία του θέματος. Και εφόσον η απάντηση αποτελεί την ουσία του θέματος δεν μπορεί να προσβάλλεται ταυτόχρονα με την προσφυγή και η ισχυριζόμενη παράλειψη εξέτασης του θέματος.
2. Η παράλειψη απάντησης κατά τα προβλεπόμενα στο Άρθρο 29 του Συντάγματος μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αμφισβήτησης, μόνο όταν αφορά ζήτημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Εδώ, το αίτημα για συμμετοχή σε εκπαιδευτικό πρόγραμμα δεν αφορά θέμα που εμπίπτει στην αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, εφόσον η όποια απάντηση στο αίτημα, (θετική ή αρνητική), δεν συνεπάγεται άμεση παραγωγή έννομου αποτελέσματος ούτε μεταβολή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του διοικούμενου, αλλά ούτε επηρεάζεται η σχέση μεταξύ διοίκησης και διοικούμενου. Η έγκριση ή μη συμμετοχής σε εκπαιδευτικό σεμινάριο απόκειται στη διακριτική εξουσία της διοίκησης και αφορά καθαρά υπηρεσιακό θέμα το οποίο δεν έχει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα εκτελεστής διοικητικής πράξης, η εγκυρότητα της οποίας, θα μπορούσε να προσβληθεί με προσφυγή σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
3. Η παράλειψη διοικητικής αρχής ή οργάνου τότε μόνο μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναθεωρητικού ελέγχου με βάση το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος, όταν η παράλειψη αναφέρεται σε θετική εκτέλεση καθήκοντος επιβαλλόμενου εκ του νόμου. Ο όρος «παράλειψη» προϋποθέτει την ύπαρξη νομικής υποχρέωσης του διοικητικού οργάνου να ενεργήσει κατά συγκεκριμένο τρόπο.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Kyriakides v. Republic (1961) 1 R.S.C.C. 68,
Theofilou v. Improvement Board of Yermasoyia (1985) 3(C) C.L.R. 2016,
Pierides a.o. v. Municipality of Paphos (1986) 3(B) C.L.R. 1788,
Γεναγρίτης v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 1029.
Προσφυγή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Π. Πολυβίου, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο αιτητής είναι χειριστής Τεχνικών Συσκευών στο Ραδιοφωνικό Ιδρυμα Κύπρου (ΡΙΚ). Το Μεσογειακό Ινστιτούτο Διεύθυνσης με ανακοίνωσή του ημερ. 7.10.99 που αναρτήθηκε στον πίνακα ανακοινώσεων του ΡΙΚ και απευθυνόταν προς διευθυντικά στελέχη εξήγγειλε την έναρξη μαθημάτων μεταπτυχιακού προγράμματος στη «Διεύθυνση και Δημόσια Διοίκηση». Η διεξαγωγή των μαθημάτων θα γινόταν στη Λευκωσία κατά την περίοδο από 1.2.2000 μέχρι 18.2.2001. Ο αιτητής υπέβαλε αίτηση συμμετοχής.
Στις 18.1.2000 ο αιτητής συναντήθηκε με τον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή του Ιδρύματος. Κατά τη συνάντηση, ήταν επίσης παρόντες ο Τμηματάρχης Στήριξης Προσωπικού και ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Χειριστών Τεχνικών Συσκευών. Σκοπός της συνάντησης ήταν η εξασφάλιση έγκρισης του ΡΙΚ για τη συμμετοχή του αιτητή στο πιο πάνω πρόγραμμα. Η στάση του οικείου Τμηματάρχη επί του θέματος ήταν αρνητική. Οι θέσεις και απόψεις που διατύπωσε προφορικά κατά τη συνάντηση επαναλήφθηκαν και γραπτώς σε επιστολή του ημερ. 18.1.2000 προς τον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή. Θεωρώ ότι θα αποβεί χρήσιμη για τα περαιτέρω η παράθεση ολόκληρου του κειμένου της πιο πάνω επιστολής:
«Αν. Γενικό Διευθυντή,
Θέμα: Αίτηση Π. Κουκουνίδη Χειριστή Τεχνικών Συσκευών ΙΙΙ Για Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Διεύθυνσης και Δημόσιας Διοίκησης
Σε συνέχεια της σημερινής μας συνάντησης στην παρουσία του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Χειριστών Τεχνικών Συσκευών κ. Α. Ευαγγέλου και του κ. Πανίκκου Κουκουνίδη Χειριστή Τεχνικών Συσκευών, κατά την οποία σας παρέθεσε τα υπηρεσιακά προβλήματα τα οποία δημιουργεί η απαλλαγή του κ. Κουκουνίδη, κάθε Τρίτη, Τετάρτη, και Παρασκευή σε απογευματινό πλαίσιο εργασίας μεταξύ 5 μμ - 9 μμ από τα καθήκοντα του και σε συνάρτηση με τις εργασιακές Συντεχνιακές πρακτικές οι οποίες ευρίσκονται σε εφαρμογή, σας παραθέτω και γραπτώς τα εξής:
1. Δεν υπάρχει τρόπος να γίνει διευθέτηση σε εναλλασσόμενης μορφής ωράριο, με την υπάρχουσα δέσμευση ύπαρξης ενός ωραρίου την ημέρα, χωρίς να προκαλέσει προβλήματα στους επηρεαζόμενους υπαλλήλους και κατά συνέπεια, μη αποδοχή της ρότας.
2. Δεν είναι δυνατό με τις σημερινές αφυπηρετήσεις ο κ. Κουκουνίδης να τεθεί σε ωράριο ωρών γραφείου. Σ' αυτό το πλαίσιο εργασίας υπάρχει, πληθώρα προσωπικού λόγω των Συντεχνιακών δεσμεύσεων, προσωπικό χωρίς εργασιακή αξιοποίηση ενώ σε απογευματινό-νυχτερινό πλαίσιο εργασίας υφίσταται πρόβλημα καταρτισμού της ρότας.
3. Για να γίνει κατορθωτό να αντικρυσθεί θετικά το αίτημα του κ. Κουκουνίδη πρέπει:
α) Να δοθεί στην υπηρεσία ένα επιπρόσθετο άτομο· ή
β) οι συναδέλφοί του να αποδεκτούν να τον αντικαθιστούν όταν ο εναλλασσόμενος κύκλος εργασίας του, συμπίπτει με τις ημέρες των μαθημάτων του· ή
γ) ο ίδιος να διευθετεί σε προσωπικό επίπεδο με αλλαγή του ωραρίου του με τους συναδέλφους του· ή
δ) να γίνουν ωράρια σε πρωϊνό και απογευματινό πλαίσιο εργασίας με τον όμοιο τρόπο που γίνεται στο Μοντάζ, πρακτική που η ΣΥΤΥΡΙΚ δεν αποδέχεται, εξ όσων γνωρίζω.
Να μετακινηθεί στο Τεχνικό Τμήμα, σε ομόβαθμη θέση, πρόταση η οποία του έγινε και σε παρελθόν και δεν αποδέχθηκε. Την ίδια πρόταση απέρριψε και στην παρουσία σας.
Σε αντίθετη περίπτωση δεν είναι δυνατό να καλυφθεί το κενό του προγράμματος εργασίας (ρότας) των Χειριστών Τεχνικών Συσκευών χωρίς επιπτώσεις, ή πρόσληψη ενός ατόμου.
Επισημαίνεται ότι το πρόγραμμα αυτό με βάση τα όσα αναφέρει το εισαγωγικό σημείωμα του Μεσογειακού Ινστιτούτου Διεύθυνσης απευθύνεται σε Διευθυντικά Στελέχη.
Αναφέρει Σχετικά το εισαγωγικό σημείωμα:
«Το πρόγραμμα αυτό προσφέρει στους εργαζόμενους στον ιδιωτικό και ευρύτερο δημόσιο τομέα την ευκαιρία να ετοιμαστούν για μια διευθυντική καριέρα. Γενικός στόχος του είναι η προσφορά στους συμμετέχοντες ενός πλαισίου εννοιών, αναλυτικών μεθόδων και τεχνικών, που θα τους βοηθήσουν να εκτελέσουν αποτελεσματικά τα διευθυντικά τους καθήκοντα.»
Πρέπει να επισημανθεί επίσης, ότι δεν είμαι εναντίο καμμιάς προσπάθειας επιμόρφωσης ή απόκτησης προσόντων. Αντίθετα είμαι ένθερμος υποστηρικτής των επιδιώξεων αυτών. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, με λύπη μου είμαι υποχρεωμένος καθηκόντως να υποβάλω τις δυσκολίες που θα υπάρξουν στο Τμήμα και τις επιπτώσεις που θα παρουσιασθούν με την απαλλαγή του κ. Κουκουνίδη σε πλαίσιο τριών απογευματινών-νυκτερινών ωραρίων.
Ως εκ τούτου το θέμα παραπέμπεται ενώπιόν σας για απόφαση.»
Στις 21.1.2000, ο αιτητής απέστειλε προς το Γενικό Διευθυντή μέσω του Προϊσταμένου Τμηματάρχη την ακόλουθη επιστολή:
«Διαμαρτύρομαι εντονότατα για την απόφαση μη έγκρισης συμμετοχής μου στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Μ.Ι.Μ., όπως αυτή μου έχει κοινοποιηθεί μέσω του Τμηματάρχη μου την οποία και κρίνω ως απαράδεκτη.
Θεωρώ ότι.
1. Η επιχειρηματολογία την οποία ανέπτυξα κατά την συνάντηση μας στις 18/01/2000 καθώς και στην επιστολή μου που ακολούθησε την επομένη, δεν έχει τύχει στοιχειώδους λογικής αντίκρουσης.
2. Η επίκληση υπηρεσιακών προβλημάτων αποτελούσε απλώς το πρόσχημα δεδομένου ότι τα καθ' ύλην αρμόδια όργανα δεν παρουσίασαν καμιά σοβαρή προσπάθεια για επίλυση των επικληθέντων υπηρεσιακών προβλημάτων. Απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι, ύστερα και από δική Σας προτροπή, παρέδωσα στον προϊστάμενο μου ρότα εργασίας η οποία ουδόλως παραβίαζε τα συνδικαλιστικά πλαίσια και προεξοφλούσε μηδενικό κόστος για το ίδρυμα. Η ενέργεια μου αυτή, παρόλο ότι κινδυνεύει να χαρακτηρισθεί και ως προσβλητική για τις ικανότητες των προϊσταμένων μου απέρριψε χωρίς καμιά δυσκολία και τη θέση του Τμηματάρχη ότι δηλ. η τυχόν έγκριση από μέρους Σας προϋπέθετε αντικατάσταση μου από άλλο υπάλληλο.
3. Η απόφαση αυτή αποτελεί συνέχεια μιας σειράς άλλων απαράδεκτων αποφάσεων και συμπίπτουν με μια πολιτική διωκτική προς το άτομο μου και βλαπτική προς το ίδρυμα. Περαιτέρω η ενέργεια αυτή συνιστά κατά τη γνώμη και του νομικού μου συμβούλου, στέρηση καριέρας, παραβιάζει το ανθρώπινο μου δικαίωμα για επιμόρφωση και βλάπτει τα έννομά μου προσωπικά συμφέροντα.
Ως εκ τούτου επιφυλάσσω τα νομικά μου δικαιώματα για κατοχύρωση των συμφερόντων μου.»
Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΡΙΚ με επιστολή του ημερ. 14.2.2000 πληροφόρησε τον αιτητή ότι κατά τη συνεδρία του Συμβουλίου που πραγματοποιήθηκε στις 2.2.2000 και συζητήθηκε το θέμα της συμμετοχής του (αιτητή) στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα, είχε ήδη παρέλθει η προθεσμία αποδοχής συμμετοχών. Το μέρος των πρακτικών της συνεδρίας του του ΡΙΚ που αναφέρεται στο θέμα της συμμετοχής του αιτητή στο πρόγραμμα παρατίθεται:
«Το Συμβούλιο μελέτησε επιστολή επί του θέματος του Τμηματάρχη Στήριξης Παραγωγής ημ. 18.1.2000 και επιστολή του Χειριστή Τεχνικών Συσκευών κ. Π. Κουκουνίδη ημ. 18.1.2000.
Ο Αν. Γενικός Διευθυντής έδωσε περισσότερες λεπτομέρειες για το θέμα και ανέφερε ότι ο κ. Κουκουνίδης σήμερα τον ενημέρωσε ότι έχει λήξει η προθεσμία αποδοχής συμμετοχών στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα και δεν τίθεται πλέον θέμα έγκρισης της αίτησής του. Ανέφερε επίσης ότι ο κ. Κουκουνίδης βρίσκεται σε ένα χώρο στον οποίον δεν απαιτούνται τέτοιου είδους προσόντα. Ανέφερε επίσης ότι ο ίδιος είναι υπέρ της επιμόρφωσης και ήταν διατεθειμένος να του παράσχει σχετικές διευκολύνσεις πλην όμως ούτε οι συνάδελφοι του ούτε και οι Συντεχνίες ήταν διατεθειμένοι να βοηθήσουν προς τον σκοπό αυτό. Πρόσθετε επίσης ότι στο παρελθόν του είχε γίνει πρόταση για μετακίνηση του στο Τεχνικό Τμήμα όπου θα μπορεί να αξιοποιήσει τα προσόντα που διαθέτει, χωρίς όμως να την αποδεχθεί, πιθανώς λόγω του ότι θα μειώνονταν τα εισοδήματα του (επίδομα βάρδιας) ........».
Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή προσβάλλει το περιεχόμενο της πιο πάνω επιστολής και ζητά τις πιο κάτω θεραπείες:
«Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη του καθ' ου η αίτηση να εξετάσει έγκαιρα ένα νόμιμο αίτημα του αιτητή, όπως περιγράφεται στην επιστολή του καθ' ου ημερ. 14.2.2000, (παραρτ. Α) με την οποία πληροφόρησαν τον αιτητή ότι δεν εξετάστηκε το αίτημά του για έγκριση συμμετοχής του στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα στη Διεύθυνση και Δημόσια Διοίκηση του Μεσογειακού Ινστιτούτου Διεύθυνσης (Μ.Ι.Μ.), διότι υπήρξε καθυστέρηση εκ μέρους του καθ' ου και/ή γιατί όταν πλέον συζητήθηκε στο Δ.Σ. το αίτημά του, είχε ήδη λήξει η προθεσμία αποδοχής συμμετοχών στο Μ.Ι.Μ., είναι στάση ή μεταχείριση άδικη, άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
Β. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι ο καθ' ου η αίτηση παράνομα και άκυρα απόρριψε εκ των πραγμάτων και/ή δεν ικανοποίησε το νόμιμο αίτημα.»
Ο αιτητής υποστηρίζει ότι το αίτημά του δεν έτυχε κατάλληλου χειρισμού από πλευράς ΡΙΚ εφόσον τούτο «τέθηκε ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου εκ των υστέρων, όταν η οποιαδήποτε άποψη και θέση του Συμβουλίου ήταν εκ των πραγμάτων άνευ ουσίας και αντικειμένου».
Με αναφορά σε έγγραφα και γεγονότα, υποστηρίχθηκε από πλευράς ΡΙΚ ότι δεν υπήρξε παράλειψη απάντησης και ότι, εν πάση περιπτώσει δεν υπάρχει έννομο συμφέρον για την προώθηση της πρώτης ζητούμενης θεραπείας με την οποία ουσιαστικά προσβάλλεται η παράλειψη έγκαιρης και νόμιμης εξέτασης του αιτήματος.
Σαφώς υποστηρίζεται από τη νομολογία ότι δεν υπάρχει έννομο συμφέρον για προσβολή παράλειψης της Διοίκησης να απαντήσει έγκαιρα σε αίτημα όταν ταυτόχρονα ο διοικούμενος προσβάλλει την ουσιαστική απόρριψη του αιτήματος. Βλ. Kyriakides v. Republic (1961) 1 R.S.C.C. 68, Theofilou v. Improvement Board of Yermasoyia (1985) 3(C) C.L.R. 2016, Pierides a.o. v. Municipality of Paphos (1986) 3(B) C.L.R. 1788.
Στην υπό εξέταση υπόθεση προσβάλλεται η απάντηση που περιέχεται στην επιστολή του Διοικητικού Συμβουλίου του ΡΙΚ ημερ. 14.2.2000. Η εν λόγω απάντηση αποτελεί την ουσία του θέματος. Και εφόσον η απάντηση αποτελεί την ουσία του θέματος δεν μπορεί να προσβάλλεται ταυτόχρονα με την προσφυγή και η ισχυριζόμενη παράλειψη εξέτασης του θέματος. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι η παράλειψη απάντησης κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 29 του Συντάγματος μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αμφισβήτησης, μόνο όταν αφορά ζήτημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Εδώ, το αίτημα για συμμετοχή σε εκπαιδευτικό πρόγραμμα δεν αφορά θέμα που εμπίπτει στην αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου εφόσον, η όποια απάντηση στο αίτημα (θετική ή αρνητική) δεν συνεπάγεται άμεση παραγωγή έννομου αποτελέσματος ούτε μεταβολή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του διοικούμενου αλλά ούτε επηρεάζεται η σχέση μεταξύ διοίκησης και διοικούμενου. Η έγκριση ή μη συμμετοχής σε εκπαιδευτικό σεμινάριο απόκειται στη διακριτική εξουσία της διοίκησης και αφορά καθαρά υπηρεσιακό θέμα το οποίο δεν έχει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα εκτελεστής διοικητικής πράξης, η εγκυρότητα της οποίας, θα μπορούσε να προσβληθεί με προσφυγή σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 146 του Συντάγματος. Αναφορικά με την ερμηνεία του όρου «εκτελεστή διοικητική πράξη», βλ. Γεναγρίτης ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 1029.
Κατόπιν των ανωτέρω, καθίσταται πρόδηλο πως ούτε η δεύτερη θεραπεία με την οποία ο αιτητής προσβάλλει την απόρριψη του αιτήματος του είναι παραδεκτή. Εν προκειμένω, είναι ορθή η παρατήρηση του ευπαίδευτου συνηγόρου του ΡΙΚ ότι και στο βαθμό που η δεύτερη θεραπεία άπτεται της παράλειψης του Διοικητικού Συμβουλίου του ΡΙΚ να συνεδριάσει έγκαιρα επί του αιτήματος με αποτέλεσμα να στερηθεί ο αιτητής από την παρακολούθηση του προγράμματος του σεμιναρίου, η προσφυγή πρέπει να κηρυχθεί ως απαράδεκτη. Η παράλειψη διοικητικής αρχής ή οργάνου τότε μόνο μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναθεωρητικού ελέγχου με βάση το άρθρο 146.2 του Συντάγματος όταν η παράλειψη αναφέρεται σε θετική εκτέλεση καθήκοντος επιβαλλόμενου εκ του νόμου. Ο όρος «παράλειψη» προϋποθέτει την ύπαρξη νομικής υποχρέωσης του διοικητικού οργάνου να ενεργήσει κατά συγκεκριμένο τρόπο.
Κατόπιν των ανωτέρω η προσφυγή κρίνεται απαράδεκτη και απορρίπτεται με έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.