ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2002) 4 ΑΑΔ 405

30 Απριλίου, 2002

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΝΝΑ ΓΙΑΓΚΙΩΖΗ,

Αιτήτρια,

v.

1. ΚΥΠΡΙΑΚHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

3. ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΕΓΓΡΑΦΗΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 291/2001)

 

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Η αδυναμία διεύρυνσης του πεδίου ισχύος του νόμου διά μέσου του ακυρωτικού ελέγχου της συνταγματικότητάς του ― Υιοθέτηση και εφαρμογή στην κριθείσα περίπτωση της Dias United Publishing Co. Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550.

Συνταγματικό Δίκαιο ― Αρχή της ισότητας ― Η επίκλησή της δεν δύναται να οδηγήσει στην προσθήκη προνοιών σε νόμο στο πλαίσιο του δικαστικού ελέγχου του ― Υιοθέτηση και εφαρμογή στην κριθείσα περίπτωση της Dias United Publishing Co. Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550.

Εκτοπισθέντες ― Σχέδιο Βοήθειας Εκτοπισθέντων και Παθόντων ―Περιορισμός της ιδιότητας του πρόσφυγα μόνο στα τέκνα άρρενος εκτοπισθέντος ― Η αποκατάσταση της ομοιόμορφης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών δεν δύναται να επιτευχθεί μέσω του δικαστικού ελέγχου της συνταγματικότητας των σχετικών διατάξεων ― Υιοθέτηση και εφαρμογή στην κριθείσα περίπτωση της Dias United Publishing Co. Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550.

Η αιτήτρια προσέφυγε κατά της απορρίψεως του αιτήματός της για χορήγηση προσφυγής ταυτότητας.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

Σε θεωρητικό επίπεδο, δεν θα ήταν δυνατό να υπάρξει αντίλογος στην άποψη για ομοιόμορφη μεταχείριση μεταξύ τέκνων εκτοπισθέντος πατέρα και τέκνων εκτοπισθείσας μητέρας.  Ωστόσο, η προσφυγή δεν μπορεί να επιτύχει.  Με δεδομένο ότι η προσβαλλόμενη απορριπτική απόφαση του Λειτουργού Εγγραφής επικρίνεται ακριβώς διότι στηρίζεται στους όρους του προδιαγεγραμμένου πλαισίου των Υπουργικών Αποφάσεων, το ζητούμενο είναι το κατά πόσο η απόφαση του Λειτουργού θα μπορούσε να ακυρωθεί με αναφορά σε ανεπάρκεια του ιδίου του πλαισίου εξ αιτίας της, κατά την αιτήτρια, παραβίασης της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής της ισότητας. Η αρνητική απάντηση σε αυτό το ερώτημα λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα. Η από ευρύτερης άποψης νομιμότητα του αναφερθέντος πλαισίου, εν είδει κανονιστικής ρύθμισης που θέτει γενικό απρόσωπο κανόνα, δεν τελεί υπό έλεγχο. Εκείνο που επιδιώκεται από την αιτήτρια είναι η προσθήκη πρόνοιας στο εν λόγω πλαίσιο ώστε το ωφέλημα που παρέχεται σε τέκνα εξ αρρενογονίας να παρέχεται και σε τέκνα εκ μητρογονίας. Η απόφαση της Ολομέλειας στη Dias United Publishing Co. Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550 με την οποία διακρίθηκε η Papaxenophontos a.o. v. Republic (1982) 3 C.L.R. 1037, εξηγεί γιατί αυτό δεν είναι δυνατόν να γίνει με δικαστική απόφαση (σελ. 556-558).

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Dias United Publishing Co. Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550,

Papaxenophontos a.o. v. Republic (1982) 3 C.L.R. 1037.

Προσφυγή.

Λ. Γεωργιάδου, για την Αιτήτρια.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Προσβάλλεται η απόφαση του Λειτουργού Εγγραφής, ημερ. 22 Ιανουαρίου 2001, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα ημερ. 5 Ιανουαρίου 2001 για χορήγηση στην αιτήτρια προσφυγικής ταυτότητας.

Ο Λειτουργός υπέδειξε, με την απόφασή του, ότι σύμφωνα με τα ισχύοντα κριτήρια δεν ήταν δυνατόν να θεωρηθεί η αιτήτρια «εκτοπισθείσα» που ήταν όρος απαραίτητος για τη χορήγηση ταυτότητας. Η αιτήτρια δεν αμφισβήτησε πως βάσει των κριτηρίων δεν υπήρχε χώρος για άλλη κατάληξη αλλά υπέβαλε πως ένα από τα κριτήρια, το υπό αμφισβήτηση με το οποίο παρέχεται δικαίωμα προσφυγικής ταυτότητας όταν ο πατέρας είναι εκτοπισθείς αλλά όχι όταν εκτοπισθείσα είναι η μητέρα, παραβιάζει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας.

Το γενικό πλαίσιο τέθηκε με αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου λίγο μετά την Τουρκική εισβολή. Με την απόφαση Αρ. 13503:

«Το Συμβούλιον απεφάσισεν όπως εγκρίνη την εισαγωγήν Σχεδίου Βοηθείας Εκτοπισθέντων και Παθόντων, ως τούτο εκτίθεται εις την Πρότασιν υπ' Αρ. 516/74 ημερομηνίας 20.9.1974, ως και την απαιτηθησομένην διά την εφαρμογήν του εν λόγω Σχεδίου δαπάνην, ήτις θα καταβάλλεται εκ του Ταμείου Εκτοπισθέντων και Παθόντων.»

Βάσει εκείνης της απόφασης «εκτοπισθείς» θεωρείτο άτομο του οποίου:

«  (ι) Η μόνιμος κατοικία  ευρίσκεται εις κατειλημμένην υπό των Τούρκων περιοχήν, ή κατέστη απροσπέλαστος, ή

   (ιι) Η μόνιμος κατοικία ευρίσκεται εις περιοχήν η οποία εξεκενώθη κατόπιν υποδείξεως της Εθνικής Φρουράς ή εκηρύχθη επικίνδυνος, ή

  (ιιι) Η κατοικία κατέστη ακατάλληλος διά στέγασιν λόγω ζημιών προξενηθεισών εις αυτήν ένεκα εχθροπραξιών.»

Κατά δε την εφαρμογή του Σχεδίου διευρύνθηκε ο εν λόγω όρος, προφανώς ερμηνευτικά, ώστε τα παιδιά εκτοπισθέντος να θεωρούνται εκτοπισθέντα, αλλά όχι και τα παιδιά εκτοπισθείσας μητέρας. Σχετική είναι η Εγκύκλιος ημερ. 10 Σεπτεμβρίου 1975 της Υπηρεσίας Μερίμνης και Αποκαταστάσεως Εκτοπισθέντων, το ουσιώδες μέρος της οποίας παραθέτω:

«(α)  Όταν γυνή πρόσφυξ παντρεύεται μη πρόσφυγα

Εις την περίπτωσιν ταύτην ούτε ο σύζυγος, ούτε τα γεννηθησόμενα τέκνα δύνανται να εγγραφώσιν ή θεωρηθώσιν ως εκτοπισθέντες.

 (β)  Όταν ανήρ πρόσφυξ νυμφεύεται μη πρόσφυγα

Εις την περίπτωσιν ταύτην η μη εκτοπισθείσα σύζυγος θα εγγράφεται επί της προσφυγικής ταυτότητος του συζύγου, με την επιπρόσθετον σημείωσιν «ΜΗ ΠΡΟΣΦΥΞ». Αύτη θα βοηθήται, ως και οι λοιποί εκτοπισθέντες, από το Ταμείον Προσφύγων, αλλά διά στατιστικούς σκοπούς δεν θα υπολογίζεται ως πρόσφυξ. Τα γεννηθησόμενα τέκνα θα θεωρώνται ωσαύτως πρόσφυγες και θα εγγράφωνται επί της προσφυγικής ταυτότητος του πατρός των.»

Η αναφερθείσα επέκταση τέθηκε επίσημα υπόψη του Υπουργικού Συμβουλίου με την Πρόταση Αρ. 1852/92 την οποία υπέβαλε το Υπουργείο Εσωτερικών για τροποποίηση των κριτηρίων παροχής βοήθειας σε εκτοπισθέντες και παθόντες. Είναι δε προφανές ότι το Υπουργικό Συμβούλιο τη δέχθηκε ως μέρος της έως τότε ρύθμισης σε σχέση με την οποία ακολούθως προέβη, με την Απόφαση Αρ. 40.872 ημερ. 20 Απριλίου 1994, σε τροποποιήσεις που όμως δεν αφορούν την υπό εξέταση πτυχή.  Τέλος, με την Απόφαση Αρ. 42.465 ημερ. 19 Απριλίου 1995 έγιναν περαιτέρω τροποποιήσεις με τις οποίες επεκτάθηκε ο όρος «εκτοπισθείς» ώστε να περιλάβει και άλλες κατηγορίες προσώπων, αφήνοντας όμως αμετάβλητη την πτυχή για την οποία γίνεται εδώ λόγος. Πάντως απασχόλησε συγκεκριμένα αυτή η πτυχή ενόψει  συζήτησης που διεξαγόταν για κάποιο διάστημα - το 1990 είχε κατατεθεί πρόταση νόμου ώστε να καλύπτονται παιδιά εκτοπισθείσας μητέρας - όπως επίσης απασχόλησε το ενδεχόμενο και άλλης διεύρυνσης του όρου. Θεωρήθηκε όμως πως για οικονομικούς, μεταξύ άλλων, λόγους καθίστατο ανέφικτη.

Σε θεωρητικό επίπεδο, δυσκολεύομαι να αντιληφθώ πως θα ήταν δυνατό να υπάρξει αντίλογος στην άποψη για ομοιόμορφη μεταχείριση μεταξύ τέκνων εκτοπισθέντος πατέρα και τέκνων εκτοπισθείσας μητέρας. Ωστόσο, η προσφυγή δεν μπορεί να επιτύχει. Με δεδομένο ότι η προσβαλλόμενη απορριπτική απόφαση του Λειτουργού Εγγραφής επικρίνεται ακριβώς διότι στηρίζεται στους όρους του προδιαγεγραμμένου πλαισίου των Υπουργικών Αποφάσεων, το ζητούμενο είναι το κατά πόσο η απόφαση του Λειτουργού θα μπορούσε να ακυρωθεί με αναφορά σε ανεπάρκεια του ιδίου του πλαισίου εξ αιτίας της, κατά την αιτήτρια, παραβίασης της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής της ισότητας. Η αρνητική απάντηση σε αυτό το ερώτημα λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα. Η από ευρύτερης άποψης νομιμότητα του αναφερθέντος πλαισίου, εν είδει κανονιστικής ρύθμισης που θέτει γενικό απρόσωπο κανόνα, δεν τελεί υπό έλεγχο. Εκείνο που επιδιώκεται από την αιτήτρια είναι η προσθήκη πρόνοιας στο εν λόγω πλαίσιο ώστε το ωφέλημα που παρέχεται σε τέκνα εξ αρρενογονίας να παρέχεται και σε τέκνα εκ μητρογονίας. Η απόφαση της Ολομέλειας στη Dias United Publishing Co. Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550 με την οποία διακρίθηκε η Papaxenophontos a.o. v. Republic (1982) 3 C.L.R. 1037, εξηγεί γιατί αυτό δεν είναι δυνατόν να γίνει με δικαστική απόφαση (σελ. 556-558):

«Ανακύπτει όμως άλλο θεμελιακό ερώτημα που άπτεται, και αυτό, της δικαιοδοσίας μας. Όπως επισημαίνει ο Π. Δαγτόγλου στο Δικονομικό Δίκαιο σελ. 98, παράγρ. 127 (βλ. και Ατομικά Δικαιώματα του ιδίου σελ. 1040) ο Δικαστής

'δεν δικαιούται να διορθώνει τις οσοδήποτε αυθαίρετες παραλείψεις του νομοθέτη, νομοθετώντας αντ' αυτού ...', ο δε 'έλεγχος της συνταγματικότητας πληροφορεί τον δικαστή, αν πρέπει να εφαρμόσει ή όχι την επίμαχη νομοθετική διάταξη στις περιπτώσεις που προβλέπει αυτή, δεν μπορεί όμως μέσω της αρχής της ισότητας, να μετατραπεί σε μέθοδο διευρύνσεως του πεδίου ισχύος του νόμου σε περιοχές άσχετες με τη βούληση του νομοθέτη ή και ρητώς επιφυλαγμένες από το Σύνταγμα στη νομοθετική εξουσία.'

Και αυτά κατά το σχολιασμό απόφασης του Συμβουλίου Επικρατείας σε σχέση με αίτηση ακυρώσεως το θέμα της οποίας δε διαφέρει από αυτό της παρούσας. Μεταφέρουμε τη σύνοψη της απόφασης από την ίδια σελίδα του πιο πάνω συγγράμματος:

'Το Συμβούλιο της Επικρατείας είχε να κρίνει μια αίτηση ακυρώσεως της αρνήσεως της διοικήσεως να μεταγράψει από αλλοδαπό σε ημεδαπό πανεπιστήμιο φοιτητή πατέρα παιδιού κάτω των δώδεκα ετών, με το επιχείρημα παραβάσεως της αρχής της ισότητας, γιατί ο νόμος προβλέπει μεν τη μεταγραφή των αντίστοιχων μητέρων, αλλά όχι των πατέρων. Το Συμβούλιο της Επικρατείας δέχθηκε σωστά, ότι 'η παράβαση της αρχής της ισότητας των δύο φύλων, η οποία πράγματι υπάρχει, μπορεί να οδηγήσει στη μη εφαρμογή της πιο πάνω διατάξεως, όχι όμως και στην υπαγωγή σ' αυτήν και φοιτητών πατέρων, γιατί κάτι τέτοιο αποτελεί ανεπίτρεπτη επέμβαση δικαστή στα έργα της νομοθετικής εξουσίας'.

........................................................................................................

Για να ήταν δυνατή η χορήγηση τέτοιας άδειας χρειαζόταν θετική προς τούτο νομοθετική διάταξη. Η ανυπαρξία της δεν μπορεί να αναπληρωθεί με δικαστική απόφαση, γιατί σε τέτοια περίπτωση ο συνταγματικός έλεγχος που ασκεί το Ανώτατο Δικαστήριο θα μετατρεπόταν σε μέσο αναμόρφωσης ή συμπλήρωσης της νομοθεσίας. Η κήρυξη νόμου ως αντισυνταγματικού στο πλαίσιο της άσκησης της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος, επάγεται τη μη εφαρμογή του στην περίπτωση και, συνακολούθως, την ακύρωση της πράξης που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεών του. Δεν θα ήταν δυνατό διά της κρίσεως του Ανωτάτου Δικαστηρίου πως ο Νόμος είναι αντισυνταγματικός, να προστεθούν στο Νόμο πρόνοιες που δεν θέλησε ο Νομοθέτης. Το Ανώτατο Δικαστήριο αλλά και κάθε Δικαστήριο της Δημοκρατίας, έχει εξουσία προσαρμογής προς το Σύνταγμα μόνο των Νόμων που ίσχυαν κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Συντάγματος (βλ. Άρθρο 188 του Συντάγματος) και όχι Νόμων που θεσπίζονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, στο πλαίσιο πλέον του συστήματος της διάκρισης των εξουσιών που καθιερώνει το Σύνταγμα.

Συνεπώς, αφού δε θα ήταν δυνατό, και εφόσον κρινόταν ότι ο Νόμος ήταν αντισυνταγματικός, να επιτύχει η προσφυγή, δε δικαιολογείται να ασκήσουμε συνταγματικό έλεγχο. Τέτοιο εγχείρημα θα ήταν ακαδημαϊκό και δε θα ήταν εναρμονισμένο προς τη πάγια νομολογία μας σύμφωνα με την οποία το Ανώτατο Δικαστήριο ελέγχει την αντισυνταγματικότητα νόμου μόνο όταν αυτό είναι αναγκαίο για την επίλυση του επίδικου θέματος.»

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο