ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1041/2000.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
INTERCOLLEGE, από τη Λεμεσό,
Αιτητών
και
Κυπριακής Δημοκρατίας για του
Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού και/ή
Συμβουλίου Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης
Πιστοποίησης Κλάδων Σπουδών,
Καθ΄ ων η αίτηση.
__________________
16 Μαϊου, 2002
.Για τους αιτητές: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Ρ. Παπαέτη (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας
εκ μέρους του Γ-Ε.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν την πιο κάτω θεραπεία:
«Δήλωση του Δικαστηρίου όπως κηρυχθεί άκυρη, ως αντισυνταγματική και/ή παράνομη η απόφαση των καθ' ων η αίτηση που κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερ. 24.5.00 και με την οποία απέρριψε τις αιτήσεις τους για εκπαιδευτική αξιολόγηση - πιστοποίηση των Κλάδων Σπουδών 1. Νηπιαγωγικά (4 έτη, πτυχίο) 2. Computer Science (4 έτη, Bachelor of Science), 3. "Business Administration" (4 έτη, Bachelor of Science) και 4. Business Administration (2 έτη ΜΒΑ) που υποβλήθηκε κατά την περίοδο 15.6.96 μέχρι 15.4.97.»
Η προδικαστική ένσταση.
Οι καθ' ων η αίτηση ήγειραν προδικαστική ένσταση. Ισχυρίσθηκαν ότι η παρούσα προσφυγή προσβάλλει «περισσότερες από μια εκτελεστή διοικητική πράξη και ως εκ τούτου το Δικαστήριο μπορεί να εξετάσει μόνο την προτασσόμενη στο δικόγραφο προσβαλλόμενη πράξη ήτοι την απόφαση της αίτησης για τον κλάδο σπουδών Νηπιαγωγικά (4 έτη, πτυχίο)».
Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω προδικαστικής ένστασης οι αιτητές υπέβαλαν αίτηση για «διαχωρισμό των αιτούμενων θεραπειών» η οποία εγκρίθηκε. Επομένως η παρούσα προσφυγή στρέφεται μόνο κατά της απόφασης για απόρριψη της αίτησης για «Νηπιαγωγικά (4 έτη, πτυχίο)
».Τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν την προσφυγή
.Οι αιτητές είναι εγγεγραμμένη Σχολή Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Κατά το έτος 1996 υπέβαλαν διάφορες αιτήσεις για εκπαιδευτική Αξιολόγηση-Πιστοποίηση των πιο κάτω 4 κλάδων σπουδών:
«1. Νηπιαγωγικά (4 έτη, Πτυχίο).
2. Computer Science (4 έτη, Bachelor of Science).
3. Business Administration (4 έτη, Bachelor of Science).
4. Business Administration ( 2 έτη, ΜΒΑ).»
Το Συμβούλιο Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης-Πιστοποίησης (το ΣΕΚΑΠ) κατά τη Δ' Σύνοδο του (από 14-15 Σεπτεμβρίου 1997) αποφάσισε να αναβάλει την λήψη απόφασης για τους πιο πάνω 4 κλάδους.
Οι αιτητές άσκησαν την προσφυγή 301/98 κατά του μέρους της απόφασης που σχετιζόταν με τον Κλάδο Σπουδών «Business Administration (4 έτη, B.Sc.), Λεμεσός».
Το Δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 15.10.99 ακύρωσε την προσβαλλόμενη με την προσφυγή 301/98 απόφαση (βλ. Intercollege v. Δημοκρατίας, Υποθ. 301/98/15.10.99). Ο λόγος για τον οποίο ακυρώθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν η παράλειψη καταγραφής των διαβουλεύσεων του ΣΕΚΑΠ με την Ομάδα Αξιολόγησης-Πιστοποίησης του Κλάδου και τη Διεύθυνση Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης, η οποία «παράλειψη αφαιρεί από την προσβαλλόμενη απόφαση απαραίτητο μέρος της αιτιολογίας της και καθιστά τον ορθό δικαστικό έλεγχο ανέφικτο».
Κατά τη ΙΒ' Σύνοδο του ημερ. 13-14 Σεπτεμβρίου, 1999 το ΣΕΚΑΠ αποφάσισε να καταρτίσει τις κατάλληλες Ομάδες Αξιολόγησης σύμφωνα με τον περί Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης Νόμο του 1996 (Ν 67(Ι)/96) με σκοπό να επαναξιολογηθούν τα προγράμματα εκείνα για τα οποία η λήψη απόφασης είχε αναβληθεί.
Κατά την ΙΓ' Σύνοδο του ημερ. 15-17 Οκτωβρίου, 1999 το ΣΕΚΑΠ κατάρτισε τις Ομάδες Αξιολόγησης. Η Ομάδα Αξιολόγησης η οποία είχε καταρτισθεί για αξιολόγηση του Κλάδου «Νηπιαγωγικά (4 έτη, Πτυχίο) Λεμεσός (ο επίδικος κλάδος) ετοίμασε και υπέβαλε την έκθεση της στο ΣΕΚΑΠ. Στο καταληκτικό μέρος της έκθεσης της η Ομάδα Αξιολόγησης τάχθηκε εναντίον της έγκρισης του αιτήματος των αιτητών.
Κατά την ΙΔ' Σύνοδο του (ημερ. 21-23 Δεκεμβρίου 1999) το ΣΕΚΑΠ μελέτησε την πιο πάνω έκθεση της Ομάδας Αξιολόγησης και αποφάσισε να απορρίψει τον επίδικο κλάδο.
Οι λόγοι ακύρωσης
.Η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω μη νόμιμης συγκρότησης και λειτουργίας του ΣΕΚΑΠ.
Ο κ. Αγγελίδης, εκ μέρους των αιτητών υπέβαλε: Σύμφωνα με το άρ. 33 του πιο πάνω Νόμου 67(Ι)/96 το ΣΕΚΑΠ είναι «επταμελές και αποτελείται από Πρόεδρο και 6 άλλα μέλη». Η ακυρωθείσα με την απόφαση στην πιο πάνω προσφυγή 301/98 πράξη λήφθηκε από το ΣΕΚΑΠ με επταμελή
σύνθεση. Η απόφαση για τον ορισμό των Ομάδων Αξιολόγησης λήφθηκε με τριμελή σύνθεση ενώ η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από τον Πρόεδρο και 3 μέλη. Δεν υπάρχει αναφορά γιατί δεν συμμετείχαν τα άλλη μέλη και γιατί δεν κλήθηκαν. Δεν φαίνεται, επίσης, να κλήθηκαν.Από την άλλη η κα. Παπαέτη, εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση, υπέβαλε ότι το ΣΕΚΑΠ, ήταν καθ' όλα νόμιμα συγκροτημένο και «ότι η παρουσία του Προέδρου και 3 μελών κατά τη συνεδρία λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης αποτελούσε απαρτία». 'Ερεισμα της εισήγησης της κας Παπαέτη ήταν το άρ. 2 του περί Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης (Τροποποιητικού) Νόμου του 1999 (10(Ι)/99) το οποίο στο βαθμό που είναι σχετικό, προβλέπει:
«2.-(1) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη διάταξη του βασικού νόμου, από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και μέχρι την 3η Οκτωβρίου 2001, το Συμβούλιο Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης-Πιστοποίησης είναι πενταμελές και αποτελείται από τα πέντε υφιστάμενα μέλη του Συμβουλίου, τα οποία διορίστηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο με την Απόφασή του με Αρ. 44.9.14 και ημερομηνία 3 Οκτωβρίου 1996:
Νοείται ότι χηρεία σε θέση στο Συμβούλιο δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των αποφάσεων του, νοουμένου ότι τα μέλη του σε καμιά περίπτωση δεν είναι λιγότερα από τρία.
.................................. .................................................. .....
(5) Κατά τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης-Πιστοποίησης υπάρχει απαρτία όταν παρευρίσκεται η πλειοψηφία των μελών του, οι δε αποφάσεις του λαμβάνονται με πλειοψηφία των παρόντων μελών και σε περίπτωση ισοψηφίας ο πρόεδρος έχει νικώσα ψήψο.»
Στην παρούσα υπόθεση, όπως έχει ήδη αναφερθεί, η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από τον Πρόεδρο και 3 μέλη. Επομένως μπορεί να λεχθεί ότι το ΣΕΚΑΠ τελούσε σε απαρτία (βλ. το πιο πάνω άρθρο 2(5) του Νόμου 10(1)/99). Ωστόσο ο κ. Αγγελίδης έχει θίξει το θέμα της μη συμμετοχής «των άλλων μελών» και ισχυρίσθηκε ότι δεν κλήθηκαν. Η κα. Παπαέτη δεν έχει λάβει θέση επί των θεμάτων αυτών. Το δε σχετικό πρακτικό (βλ. Παράρτημα Ε στην ένσταση) δεν είναι διαφωτιστικό. Δεν καταγράφει τους λόγους της απουσίας του πέμπτου μέλους ούτε καταγράφει κατά πόσο έχει κληθεί νομότυπα να λάβει μέρος στη σχετική συνεδρία.
'Εχω εξετάσει παρόμοιο λόγο ακύρωσης στην A. J. Pericleous (Services) Ltd v. Δημοκρατίας, Υποθ. 57/99/27.3.2000, στην οποία έκαμα
αναφορά στο πιο κάτω απόσπασμα από το σύγγραμμα του Ηλία Γ. Κυριακόπουλου «Ελληνικόν Διοικητικόν Δίκαιον», Β΄ Γενικόν Μέρος, έκδοση τέταρτη, σελ. 23
:"΄Οπως νομίμως συνεδριάση το συλλογικόν όργανον, δέον ν΄ απευθυνθή νομοτύπως και εμπροθέσμως κλήσις προς πάντα τα μέλη αυτού, κατά τα ειδικώτερον εν τη ειδική νομοθεσία οριζόμενα .........................................
Παράλειψις της νομοτύπου κλήσεως συνεπάγεται το ανίσχυρον της ληφθείσης αποφάσεως και αν έτι ετέλει το συλλογικόν όργανον εν απαρτία
. Σ.Ε. 346/1933, 810/1936."'Εκαμα, επίσης, αναφορά στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-59 σελ. 110-111: "Δεν αρκεί η παρουσία των συγκροτούντων νόμιμον απαρτίαν μελών, ίνα θεωρηθή το συλλογικόν όργανον ως συντεθειμένον νομίμως, αλλά δέον να προκύπτη συνάμα ότι η Διοίκησις κατέστησε δυνατήν την παρουσίαν απάντων των μελών του οργάνου δι΄ εγκαίρου προσκλήσεως των, όπως παραστώσιν εις την συνεδρίασιν....... Η πρόσκλησις των μελών του συλλογικού οργάνου δέον να προκύπτη είτε εξ αποδεικτικού επιδόσεως της σχετικής προσκλήσεως, είτε εκ βεβαιώσεως του μέλους: 1845 (53), 658 (57), 2208 (58), είτε εξ ετέρων εγγράφων: 913 (59), ουχί πάντως μεταγενεστέρων της συνεδριάσεως του οργάνου: 1845 (53), 558 (57), 913 (5
9). Πράξις συλλογικού οργάνου εκδοθείσα κατά παράβασιν των ως άνω αρχών είναι ακυρωτέα ένεκα κακής συνθέσεως αυτού".Η απόφαση μου στην
A. J. Pericleous Ltd (πιο πάνω) καταλήγει ως εξής:«
Στην κρινόμενη περίπτωση δεν υπάρχει οτιδήποτε ενώπιον του δικαστηρίου από το οποίο να προκύπτει η πρόσκληση των μελών του Κεντρικού Συμβουλίου όπως απαιτείται από το Νόμο και από τις πιο πάνω αρχές του διοικητικού δικαίου. ΄Επεται πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ανίσχυρη και ακυρώνεται.»Ομοίως και στην παρούσα υπόθεση δεν υπάρχει οτιδήποτε ενώπιον του Δικαστηρίου από το οποίο να προκύπτει ότι το πέμπτο μέλος είχε προσκληθεί στη σχετική συνεδρία. Για το λόγο αυτό η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ανίσχυρη και ακυρώνεται με έξοδα.
Π. ΚΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ
.