ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 536/99.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Μεταξύ:
Ξένιας Νίκου Νικολαΐδη,
Αιτήτριας
και
Κυπριακού Οργανισμού Ανάπτυξης Γης,
Καθ΄ ων η αίτηση.
__________________
30 Ιουνίου, 2000.
Για την αιτήτρια: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Ρ. Μιχαηλίδης.
__________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά την πιο κάτω θεραπεία:
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η περιεχόμενη στην Α.Δ.Π. 176/99 απόφαση, η οποία δημοσιεύτηκε στις 19.2.99 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και με την οποίαν διατάχθηκε η απαλλοτρίωση του τεμαχίου 165 Φ/Σχ 53/48 στα Κ. Πολεμίδια στη Λεμεσό ιδιοκτησία της Αιτήτριας είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος."
Η απόφαση για προώθηση των διαδικασιών για την απαλλοτρίωση της επίδικης ιδιοκτησίας της αιτήτριας λήφθηκε κατά τη συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου του Κυπριακού Οργανισμού Αναπτύξεως Γης (ο Οργανισμός) ημερ. 24.9.97 (η πρώτη συνεδρία). Η απόφαση αφορούσε την απαλλοτρίωση γης έκτασης περίπου 168 σκαλών στην οποία περιλαμβανόταν και η πιο πάνω ακίνητη ιδιοκτησία της αιτήτριας.
Κύριος σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν ο διαχωρισμός της υπό απαλλοτρίωση ιδιοκτησίας σε οικόπεδα για την ανέγερση κατοικιών με σκοπό τη στέγαση προσώπων με μέτριο ή χαμηλό εισόδημα.
Η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 15.5.1998. Η αιτήτρια και 4 άλλοι επηρεαζόμενοι υπέβαλαν ένσταση στη σκοπούμενη απαλλοτρίωση. Η ένσταση εξετάστηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού κατά τη συνεδρία του ημερ. 16.9.98 (η δεύτερη συνεδρία). Παραθέτω την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού:
"Το Συμβούλιο αφού έλαβε υπόψη του:
(α) Το περιεχόμενο της ένστασης με ημερομηνία 16.6.98 όπου ως βασικός λόγος κατά της απαλλοτρίωσης προβάλλεται το γεγονός ότι όλες οι ιδιοκτησίες εκτός αυτών που ανήκουν στους ενιστάμενους είναι Τ/Κ,
(β) Το περιεχόμενο της επιστολής του Επάρχου Λεμεσού με αρ. φακ. 77/82/Ι ημερομηνίας 14.9.1998 όπου μεταξύ άλλων αναφέρονται και τα ακόλουθα:
- ΄Οτι όλοι οι ενιστάμενοι είναι ιδιοκτήτες και άλλης
περιουσίας.
- ΄Οτι όλοι οι ενιστάμενοι με βάση τα στοιχεία που οι
ίδιοι έχουν αναφέρει είναι μέτριας ως καλής οικονομικής κατάστασης.
- ΄Οτι οι επηρεαζόμενες ιδιοκτησίες των ενιστα- μένων βρίσκονται στο μέσο της γης που
απαλλοτριώθηκε και κατά συνέπεια τυχόν
εξαίρεση τους επηρεάζει αρνητικά το ενιαίο της ανάπτυξης που προγραμματίζει ο
Οργανισμός. Για το λόγο αυτό η Επαρχιακή
Διοίκηση Λεμεσού συνιστά απόρριψη της
ένστασης.
(γ) Το γεγονός ότι πράγματι τυχόν εξαίρεση των
τεμαχίων με αρ. 164 (μέρος), 163 (όλο) και 165
(όλο) τα οποία βρίσκονται στο κέντρο περίπου
της ιδιοκτησίας θα επηρέαζε το ενιαίο του χώρου
και την ορθολογιστική οικιστική ανάπτυξη των
υπολοίπων κτημάτων.
Αποφάσισε όπως απορρίψει την ένσταση επειδή τα κτήματα με αρ. τεμ. 164 (μέρος), 163 (όλο) και 165 (όλο) θεωρούνται ως εκ της θέσεώς τους απόλυτα αναγκαία για την ορθολογική οικιστική ανάπτυξη ολόκληρης στης ιδιοκτησίας που απαλλοτριώνεται. Τυχόν εξαίρεση των τεμαχίων αυτών θα οδηγούσε σε τεμαχισμό των ιδιοκτησιών σε δύο ξεχωριστά τεμάχια τα οποία ούτε καν μεταξύ τους ενώνονται.
Το Συμβούλιο δεν δέχθηκε επίσης τον ισχυρισμό των επηρεαζομένων ότι γίνεται κατάφωρη αδικία σε βάρος τους εφόσον είναι οι μόνοι ιδιοκτήτες με ελληνοκυπριακή ιδιοκτησία ενώ τα υπόλοιπα κτήματα ανήκουν σε Τουρκοκυπρίους. Προκειμένου κριτήριο για την επιλογή της γης που απαλλοτριώθηκε δεν ήταν η εθνική καταγωγή των ιδιοκτητών της γης αλλά η καταλληλότητα τους για τους σκοπούς που απαλλοτριώθηκε, ανεξάρτητα από την κοινότητα στην οποία ανήκουν οι ιδιοκτήτες τους.
Το Συμβούλιο έδωσε επίσης οδηγίες στο Γ.Δ. όπως προωθήσει το θέμα στο Υπουργείο Εσωτερικών για ετοιμασία Πρότασης προς το Υπουργικό Συμβούλιο το οποίο να παρακληθεί για τους πιο πάνω λόγους όπως αποδεχθεί την εισήγηση του Συμβουλίου για απόρριψη των ενστάσεων που υποβλήθηκαν. Παράλληλα το Υπουργικό Συμβούλιο θα παρακληθεί όπως εγκρίνει τη δημοσίευση του σχετικού Διατάγματος Απαλλοτριώσεως χωρίς να εξαιρεί τις ιδιοκτησίες για τις οποίες υποβλήθηκαν οι ενστάσεις που αφορούν τα τεμάχια με αρ. 165 (όλο), 163 (όλο) και 164 (μέρος)."
Η πιο πάνω απόφαση του Οργανισμού διαβιβάσθηκε στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών με την παράκληση να μεριμνήσει για προώθηση του θέματος στο Υπουργικό Συμβούλιο (βλ. επιστολή του Διευθυντή του Οργανισμού ημερ. 22.10.98).
Η αιτήτρια και άλλοι 4 επηρεαζόμενοι επανήλθαν επί του θέματος με επιστολή τους προς τον Οργανισμό ημερ. 15.12.1998. Ζήτησαν όπως επανεξεταστεί το θέμα και αναθεωρηθεί η απόφαση του Οργανισμού. Υπέβαλαν ότι οι γονείς τους και οι σύζυγοι τους «έχασαν μεγάλες εκτάσεις γης με την τουρκική εισβολή στην Αθηαίνου, Αγκαστίνα και Νεάπολη από όπου κατάγονται». Ανέφεραν ότι δεν επιθυμούν να καταφύγουν στη δικαιοσύνη και ότι είναι διατεθειμένοι να παραχωρήσουν δωρεάν από τα τεμάχια τους όση γη χρειάζεται ο Οργανισμός για προσβάσεις, για να μπορέσει να αναπτύξει απρόσκοπτα τα υπόλοιπα τουρκοκυπριακά τεμάχια.
Η πιο πάνω αίτηση της αιτήτριας εξετάστηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού κατά τη συνεδρία του ημερ. 13.1.99 (η τρίτη συνεδρία). Αποφάσισε να προχωρήσει η διαδικασία έκδοσης του διατάγματος απαλλοτρίωσης "χωρίς να εξαιρούνται τα πιο πάνω τεμάχια".
Λήφθηκε υπόψη ότι οι λόγοι για τους οποίους αποφασίσθηκε "προηγούμενα η απόρριψη της έντασης που υπέβαλαν οι επηρεαζόμενοι εξακολουθούν να ισχύουν και δεν διαφοροποιούνται από το περιεχόμενο της επιστολής τους με ημερ. 15.12.98".
Οι ενστάσεις της αιτήτριας και των άλλων επηρεαζόμενων εξετάστηκαν από Υπουργική Επιτροπή στην οποία εκχωρήθηκαν, σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του περί Εκχωρήσεως της Ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου, Νόμου του 1962 (Ν 23/62) οι δυνάμει του άρθρου 6 των περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμων του 1962 έως 1966, εξουσίες του Υπουργικού Συμβουλίου.
Η Υπουργική Επιτροπή με απόφαση της ημερ. 27.1.99 αποφάσισε να απορρίψει τις ενστάσεις. ΄Εκρινε σκόπιμο να απαλλοτριωθεί η επίδικη ακίνητη ιδιοκτησία "για τους σκοπούς που καθορίζονται στη γνωστοποίηση και αποφάσισε να εκδώσει διάταγμα απαλλοτρίωσης". Το διάταγμα απαλλοτρίωσης δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 19.2.99.
Οι λόγοι ακύρωσης.
Η αιτήτρια ισχυρίσθηκε ότι κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης έπασχε η σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού. Με αναφορά στις πιο πάνω τρεις συνεδρίες (ημερ. 24.9.97, 16.9.98 και 13.1.99) υπέδειξε ότι "σ΄ αυτές τις συνεδρίες διαφοροποιείται η σύνθεση του Συμβουλίου" και "στις συνεδρίες παρευρίσκοντο πρόσωπα τα οποία δεν είχαν εξουσιοδότηση να είναι παρόντα". Υπέβαλε ότι η μη νόμιμη συγκρότηση ή λειτουργία ενός συλλογικού οργάνου οδηγεί σε ακύρωση.
Στην
Vivardi v. Vine Products Council (1969) 3 C.L.R. 486, 489 υιοθετήθηκε το πιο κάτω απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 112:«ΙΙΙ. Λειτουργία του οργάνου.
Α΄. Συζήτησις.
Η διαδικασία συζητήσεως και λήψεως αποφάσεως επί ωρισμένου θέματος δέον να διεξάγεται απ΄ αρχής μέχρι τέλους ενώπιον των αυτών μελών του συλλογικού οργάνου, διότι ούτως εξασφαλίζεται η παρ΄ εκάστου μέλους γνώσις και στάθμισις πάντων των κατά την διαδικασίαν προκυψάντων στοιχείων. Εάν η διαδικασία παρατείνηται εις πλείονας συνεδριάσεις, η σύνθεσις του συλλογικού οργάνου δέον να παραμείνη αναλλοίωτος καθ΄ όλας τας συνεδριάσεις ταύτας: 343, 1171 (39), 73 (43), 1024-1027 (47), 978 (48), 1628, 1854
Στο "Σύστημα του Ισχύοντος στην Ελλάδα Διοικητικού Δικαίου" υπό Γ. Μ. Παπαχατζή, Τόμος Α΄ και Β΄, έκτη έκδοση, σελ. 227, αναφέρονται τα εξής:
"Για να εξασφαλίζεται όσο το δυνατό ορθή κρίση του συλλογικού οργάνου πρέπει κατά τη νομολογία να διεξάγεται ενώπιον των ιδίων μελών η 'διαδικασία' συζητήσεως και λήψεως αποφάσεως επί ενός θέματος απ΄αρχής μέχρι τέλους. ΄Ετσι το κάθε μέλος είναι σε θέση να γνωρίζει όλα τα συντρέχονται ως προς το πραγματικό υλικό της υποθέσεως στοιχεία και να τα σταθμίζει δεόντως. Αν η 'διαδικασία' παραταθεί επί σειράν συνεδριάσεων, η σύνθεση του συλλογικού οργάνου πρέπει να μένει αμετάβλητη σε όλες αυτές τις συνεδριάσεις. Πλην αν στην τελευταία συνεδρίαση η εν γένει ύστερα από μια αλλαγή συνθέσεως και προσέλευση νέων μελών, ενημερωθούν και κατατοπισθούν τα νέα μέλη επί του πραγματικού υλικού. Κι η ενημέρωση αυτή πρέπει να γίνει με πλήρη και εξ αρχής επανάληψη της προηγηθείσης 'διαδικασίας' και της συζητήσεως και να
Οι πιο πάνω κανόνες ισχύουν μόνο αν ελλείπει αντίθετη νομοθετική διάταξη (βλ. Παπαχατζή, πιο πάνω, σελ. 2
21).Η σύσταση και συγκρότηση του Οργανισμού διέπεται από τα άρθρα 4-7 του περί Κυπριακού Οργανισμού Αναπτύξεως Γης Νόμου του 1980 (Ν 42/80, όπως έχει τροποποιηθεί). Στα πιο πάνω άρθρα δεν υπάρχει πρόνοια που να διέπει τη σύνθεση του Συμβουλίου του Οργανισμού στις περιπτώσεις που η διαδικασία παρατείνεται "επί σειράν συνεδριάσεων". Το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού αποτελείται από 7 μέλη (άρθρο 54 του Νόμου). Η δε απαιτούμενη απαρτία δια την διεκπεραίωσιν οιασδήποτε εργασίας είναι "τρία παρόντα μέλη επιπροσθέτως του προεδρεύοντος της συνεδριάσεως".
Το άρθρο 30 του Νόμου 42/80 καθιστά τον Οργανισμό "Απαλλοτριούσα Αρχή" με δικαίωμα να αποκτά αναγκαστικώς ακίνητη ιδιοκτησία για σκοπούς δημόσιας ωφέλειας. Η αποφάση του Οργανισμού που σχετίζεται με αναγκαστική απαλλοτρίωση υπόκειται στην έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 6 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962 (Ν 15/62).
Ποιά είναι τώρα τα πραγματικά περιστατικά που περιβάλλουν τη σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού κατά τις συνεδρίες που σχετίζονται με τη λήψη της απόφασης;
Κατά την πρώτη συνεδρία (ημερ. 24.9.97) κατά την οποία λήφθηκε η απόφαση για την απαλλοτρίωση της ιδιοκτησίας της αιτήτριας απουσίαζε ένα από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού - ο Χριστάκης Χριστοφόρου. Κατά τη συνεδρία (ημερ. 16.9.98) κατά την οποία εξετάστηκε η ένσταση της αιτήτριας απουσίαζαν δύο μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού - ο Σοφοκλής Κυριάκου και ο Χαράλαμπος Χ" Στυλλής. Συμμετείχε, όμως, το πιο πάνω μέλος Χριστάκης Χριστοφόρου που απουσίαζε από την πρώτη συνεδρία. Κατά την τρίτη συνεδρία (ημερ. 13.1.99) κατά την οποία εξετάστηκε η δεύτερη ένσταση συμμετείχαν το μέλος Σοφοκλής Κυριάκου που απουσίαζε από τη δεύτερη συνεδρία (ημερ. 16.9.98) καθώς και το μέλος Χριστάκης Χριστοφόρου που απουσίαζε από την πρώτη συνεδρία (ημερ. 24.9.97). Απουσίαζαν τα μέλη Ρογήρος Αγγελίδης και Μιχάλης Παπανικολάου που παρευρέθηκαν στις δύο πρώτες συνεδρίες.
Η λήψη της απόφασης για απαλλοτρίωση και η εξέταση των ενστάσεων προβλέπονται από τα άρθρα 4 και 6, αντίστοιχα, του Νόμου 15/62. Συνιστούν τη διαδικασία της απόφασης για απαλλοτρίωση. Είναι πρόδηλο από τα όσα έχουν εκτεθεί πιο πάνω ότι κατά τη λήψη της απόφασης για απαλλοτρίωση και κατά την εξέταση της ένστασης της αιτήτριας η σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού δεν ήταν η ίδια. ΄Ηταν παρών κατά τη δεύτερη συνεδρία μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού το οποίο απουσίαζε από την πρώτη συνεδρία. ΄Επεται πως κατά τη διαδικασία λήψης της απόφασης του Οργανισμού η σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού δεν αποτελείτο από τα ίδια μέλη.
΄Εχουν, επομένως, παραβιασθεί οι αρχές του διοικητικού δικαίου που μνημονεύονται πιο πάνω (βλ. Παπαχατζή, πιο πάνω, σελ. 227). Για το λόγο αυτό η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί γιατί είναι αντίθετη προς τις αρχές του διοικητικού δικαίου που διέπουν τη σύνθεση των συλλογικών οργάνων (βλ. και
Panayiotou & Others v. Republic (1972) 3 C.L.R. 337). Πρέπει δε να τονιστεί ότι στα πρακτικά των δύο συνεδριάσεων που ακολούθησαν την πρώτη συνεδρία δεν αναφέρεται ότι τα μέλη που δεν παρευρέθηκαν στις προηγούμενες συνεδρίες ενημερώθηκαν και κατατοπίσθηκαν για τις αποφάσεις που λήφθηκαν κατά τις συνεδρίες από τις οποίες απουσίαζαν (βλ. και Ευσταθίου κ.α. ν. Πολυβίου και Κεντρικού Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών, Α.Ε. 2477/13.6.2000).Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα £350.
Π. ΚΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.