ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 1629

11 Ιουλίου, 1997

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΝΔΡΟΥΛΛΑ ΠΕΤΡΑΚΗ,

Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΔΩΝ (ΑΡ. 1),

Καθ' ου η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 555/95)

Φορολογία — Φορολογία κεφαλαιουχικών κερδών — Υπολογισμός του κέρδους — Αρθρο 6 του Ν. 52/80 ως ίσχυε προ της αντικαταστάσεως του δια του Ν. 135/90 — Ερμηνεία και αντιδιαστολή προς την μετά την τροποποίηση ρύθμιση — Ο Έφορος υπό το παλαιό Άρθρο 6 κατείχε εξουσία εκτίμησης της αξίας της ιδιοκτησίας για σκοπούς υπολογισμού του κέρδους.

Η αιτήτρια προσέβαλε τη σε βάρος της φορολογία κεφαλαιουχικών κερδών αμφισβητώντας τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για υπολογισμό τους.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την πρσφυγή, αποφάσισε ότι:

Το βασικότερο επιχείρημα του δικηγόρου της αιτήτριας, και το μοναδικό στην υπόθεση, είναι πως ο διευθυντής δεν είχε καμιά εκ του νόμου εξουσία να χρησιμοποιήσει τη μέθοδο, που περιγράφηκε από το Δικαστήριο, για να εξεύρει τον πληρωτέο φόρο κεφαλαιουχικών κερδών. Εισηγείται πως η μέθοδος που εφάρμοσε ο διευθυντής ισοπεδώνει τις διαφορετικές αξίες των τεμαχίων, που είχαν πριν το διαχωρισμό, και ως εκ τούτου δεν καταλήγει σε ορθή εκτίμηση αυτής της αξίας με την αξία της διάθεσης. Ο δικηγόρος της αιτήτριας ενισχύει την εισήγηση του με αναφορά στην απόφαση αδελφού (Νικήτα, Δ) στην υπόθεση Όλγα Οράτη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ.  2967, στην οποία υιοθέτησε απόφαση άλλου αδελφού δικαστή (Κωνσταντινίδη, Δ) στην υπόθεση Γεώργιος Α. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 4 ΑΛΛ. 824.

Τα γεγονότα της υπό εξέταση προσφυγής διαφοροποιούνται από εκείνα των πιο πάνω αποφάσεων, για τον εξής σημαντικό λόγο. Σε εκείνες εφαρμόστηκε το Άρθρο 6, όπως αντικαταστάθηκε στο βασικό Νόμο, Ν. 52/80, από το Άρθρο 4 του Ν. 135/90. Στην υπόθεση που εξετάζεται είναι δεκτό πως η σχετική διάταξη που ίσχυε και εφαρμόζεται είναι το Άρθρο 6, του Νόμου, προτού αντικατασταθεί.

Το επίκεντρο της αιτιολογίας των δύο αποφάσεων των αδελφών δικαστών βασίζεται ακριβώς στις πρόνοιες του νέου Άρθρου 6.

Η ουσιαστική διαφορά του Άρθρου 6, που ίσχυε πριν από την τροποποίηση, είναι πως δεν αναφερόταν σε υπάρχουσα καθορισμένη εκτίμηση του κτηματολογίου, αλλά στην αξία της ιδιοκτησίας κατά την ουσιώδη ημερομηνία, δηλαδή 27/6/78. Αυτή η αξία, εφόσον δεν είναι προσδιορισμένη, θα έπρεπε να εκτιμηθεί. Αυτό έκαμε ο διευθυντής στην υπό συζήτηση υπόθεση, και ο καθορισμός της αξίας του κτήματος πριν από την διαίρεση, δεν αμφισβητείται σοβαρά. Η αξία των οικοπέδων που διατέθηκαν δεν υπήρξε αντικείμενο διαφοράς, είναι αυτή που καθορίστηκε στα πωλητήρια έγγραφα. Γνωστή είναι επίσης η έκταση του κάθε οικοπέδου. Είναι με βάση αυτά τα στοιχεία που ο διευθυντής προχώρησε να καθορίσει τον κεφαλαιουχικό φόρο, υπολογίζοντας την αξία του κτήματος πριν να διαχωριστεί και κατανέμοντας το ποσό αυτό στα 45 οικόπεδα, ανάλογα με το εμβαδό ενός εκάστου.

Η μέθοδος που χρησιμοποίησε ο διευθυντής όχι μόνο δεν είναι αντίθετη με το Νόμο αλλά συνάδει με την ορθή εφαρμογή του. Εξάλλου δεν υπήρξε από πλευράς αιτήτριας καμιά εισήγηση στο διευθυντή ως προς το ποιά, κατά την άποψη της, ήταν η ορθή μέθοδος εκτίμησης των στοιχείων, που αφορούν στην υπόθεση για την πληρωμή της φορολογικής της υποχρέωσης.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Οράτη ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ.  2967,

Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ.  824.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η επιβολή στην αιτήτρια, κεφαλαιουχικών κερδών συνολικού ύψους £4.234,20σ.

Σπ. Ευαγγέλου, για τον Αιτητή.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ' ου η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια κληρόνομησε από τους γονείς της ένα κτήμα στην Αγία Φύλα Λεμεσού. Μετά από άδεια διαχωρισμού, που πήρε το 1986, και το έργο της διαίρεσης ολοκληρώθηκε το 1993, προέκυψαν 45 οικόπεδα. Στις 12.9.88 πώλησε με συμβόλαιο, και προφανώς επί των σχεδίων διαχωρισμού, δυο οικόπεδα για συνολικό ποσό £26,000, και στις 20.10.88 ακόμη ένα για £13,000. Στις 8.8.94 η αιτήτρια ζήτησε από τον Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων την έκδοση πιστοποιητικών απαλλαγής από την φορολογία ακίνητης ιδιοκτησίας, για να μπορέσει να μεταβιβάσει τα οικόπεδα στους αγοραστές. Ο καθ' ου η αίτηση επέβαλε φορολογία κεφαλαιουχικών κερδών, όπως προνοεί ο περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμος του 1980, 52/80, συνολικού ύψους £4,234.20σ.

Επειδή τα οικόπεδα είχαν προκύψει από το διαχωρισμό κτήματος, ο διευθυντής υπολόγισε την αξία των οικοπέδων, κατά την ουσιώδη ημερομηνία, 27.6.78, με βάση την αγοραία αξία του κατά την πιο πάνω ημερομηνία, πριν από το διαχωρισμό του. Την αξία αυτή κατένειμε στα 45 οικόπεδα, κατά την αναλογία του εμβαδού τους, την προσδιόρισε δε σε £55,000, αναπροσαρμόζοντας την με βάση την αξία που καθορίστηκε για την 1.1.80, κατά τη γενική εκτίμηση που διενεργήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 69 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου Κεφ. 224. Στον καθορισμό του πληρωτέου φόρου κεφαλαιουχικών κερδών έγινε αποδεκτό ποσό £147,920, που αντιπροσώπευε τα έξοδα διαχωρισμού. Το ποσό τούτο κατανεμήθηκε πάλιν στα 45 οικόπεδα κατά την αναλογία του εμβαδού τους. Η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση μέσω των λογιστών της, στις 30.9.94. Ο μοναδικός λόγος που αναφέρεται στην ένσταση ήταν πως η εκτιμημένη αξία της γης, κατά την 1.1.80, ήταν πολύ χαμηλότερη από την πραγματική. Η απλή απάντηση σε τούτο το επιχείρημα είναι πως οι ιδιοκτήτες του κτήματος μπορούσαν, σύμφωνα με τις διατάξεις του πιο πάνω Νόμου, να αμφισβητήσουν την καθορισθείσα από το κτηματολόγιο αξία, κάτι που δεν έπραξαν.

Το βασικότερο όμως επιχείρημα του δικηγόρου της αιτήτριας, και το μοναδικό στην υπόθεση, είναι πως ο διευθυντής δεν είχε καμιά εκ του νόμου εξουσία να χρησιμοποιήσει τη μέθοδο, που περιέγραψα πιο πάνω, για να εξεύρει τον πληρωτέο φόρο κεφαλαιουχικών κερδών. Εισηγείται πως η μέθοδος που εφάρμοσε ο διευθυντής ισοπεδώνει τις διαφορετικές αξίες των τεμαχίων, που είχαν πριν το διαχωρισμό, και ως εκ τούτου δεν καταλήγει σε ορθή εκτίμηση της διαφοράς αυτής της αξίας με την αξία της διάθεσης. Ο δικηγόρος της αιτήτριας ενισχύει ην εισήγηση του με αναφορά στην απόφαση αδελφού δικαστή (Νικήτα, Δ) στην υπόθεση Όλγα Οράτη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 2967, στην οποία υιοθέτησε απόφαση άλλου αδελφού δικαστή (Κωνσταντινίδη, Δ) στην υπόθεση Γεώργιος Α. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ.  824.

Έχω τη γνώμη πως τα γεγονότα της υπό εξέτασης προσφυγής διαφοροποιούνται από εκείνα των πιο πάνω αποφάσεων, για τον εξής σημαντικό λόγο. Σε εκείνες εφαρμόστηκε το άρθρο 6, όπως αντικαταστάθηκε στο βασικό Νόμο, Ν.52/80, από το άρθρο 4 του Ν. 135/90. Στην υπόθεση που εξετάζουμε είναι δεκτό πως η σχετική διάταξη που ίσχυε και εφαρμόζεται είναι το άρθρο 6, του Νόμου, προτού αντικατασταθεί, και το οποίο έλεγε τα εξής:

"6.-(1). κατά τον υπολογισμόν του κέρδους-

(α) οιαδήποτε προ της 27.6.1978, η κατ'επιλογήν του ιδιοκτήτου προ της 14.7.1974, αύξησις της αξίας της ιδιοκτησίας δεν θα λαμβάνηται υπ' όψιν............."

Μετά την αντικατάσταση του το άρθρο έχει ως ακολούθως:

"6. Κατά τον υπολογισμό του κέρδους θα εκπίπτεται από το προϊόν διάθεσης -

(α) Η αξία της ιδιοκτησίας κατά την 1η Ιανουαρίου, 1980, όπως έχει καθοριστεί με τη γενική εκτίμηση που διενεργήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 69 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Δια-κατοχή, Εγγραφή και Εκτίμησις) Νόμου, καθώς επίσης η μετέπειτα αύξηση της αξίας της ιδιοκτησίας λόγω πληθωρισμού:

Το επίκεντρο της αιτιολογίας των δύο αποφάσεων των αδελφών δικαστών βασίζεται ακριβώς στις πρόνοιες του νέου άρθρου 6, όπως καθαρά φαίνεται στο απόσπασμα που ακολουθεί από την υπόθεση Γεώργιος Α. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, και βεβαίως στα ιδιαίτερα γεγονότα τους, που διαφοροποιούνται από αυτά που εξετάζουμε εδώ.

"..Ο Έφορος δεν εκτιμά την α£ία. Εφαρμόζει το Νόμο πάνω στη βάση υπάρχουσας γενική εκτίμησης από το Κτηματολόγιο. Χωρίς αυτή τη γενική εκτίμηση του ακινήτου που διατίθεται, δεν υπάρχει το υπόβαθρο για τον υπολογισμό του κέρδους από τον Έφορο.

Η γενική εκτίμηση που οδήγησε στον υπολογισμό του κέρδους στην παρούσα υπόθεση δεν ήταν εκτίμηση του ακινήτου που διατέθηκε αλλά κατά πολύ ευρύτερου εδαφικού χώρου. Η εξεύρεση της αξίας του ακινήτου που διατέθηκε με τη διαίρεση που έγινε, ήταν το αποτέλεσμα συλλογισμού του Εφόρου. Αναπόσπαστο στοιχείο αυτού του συλλογισμού ήταν η εξομοίωση, από την άποψη της αξίας, των 19 οικοπέδων στα οποία διαιρέθηκε μεταγενέστερα το κτήμα. Ο Έφορος, αφού εισήξε ο ίδιος ως σχετικό στοιχείο τον αριθμό των οικοπέδων στα οποία διαιρέθηκε το κτήμα εκ των υστέρων (τα οποία είναι αγνώστου εμβαδού, θέσης ή άλλων χαρακτηριστικών), εκτίμησε ότι ο εδαφικός χώρος που διατέθηκε αντιστοιχούσε σε ορισμένο αδιαίρετο μερίδιο.

Κρίνω ότι ο Έφορος δεν έχει τέτοιας μορφής εξουσία. Ο Έφορος οφείλει να ενεργεί πάνω στη βάση δοσμένης εκτίμησης και ο καθορισμός του κέρδους με τον πιο πάνω τρόπο, έγινε καθ' υπέρβαση εξουσίας."

Η ουσιαστική διαφορά του άρθρου 6, που ίσχυε πριν από την τροποποίηση, και που παραθέτω πιο πάνω, είναι πως δεν αναφερόταν σε υπάρχουσα καθορισμένη εκτίμηση του κτηματολογίου, αλλά στην αξία της ιδιοκτησίας κατά την ουσιώδη ημερομηνία, δηλαδή 27.6.78. Αυτή η αξία, εφόσον δεν είναι προσδιορισμένη, θα έπρεπε να εκτιμηθεί. Αυτό έκαμε ο διευθυντής στην υπό συζήτηση υπόθεση, και για τους λόγους που αναφέρω πιο πάνω, ο καθορισμός της αξίας του κτήματος πριν από τη διαίρεση, δεν αμφισβητείται σοβαρά. Η αξία των οικοπέδων που διατέθηκαν δεν υπήρξε αντικείμενο διαφοράς, είναι αυτή που καθορίστηκε στα πωλητήρια έγγραφα. Γνωστή είναι επίσης η έκταση του κάθε οικοπέδου. Είναι με βάση αυτά τα στοιχεία που ο διευθυντής προχώρησε να καθορίσει τον κεφαλαιουχικό φόρο, υπολογίζοντας την αξία του κτήματος πριν να διαχωριστεί και κατανέμοντας το ποσό αυτό στα 45 οικόπεδα, ανάλογα με το εμβαδό ενός εκάστου.

Έχω την άποψη πως η μέθοδος που χρησιμοποίησε ο διευθυντής όχι μόνο δεν είναι αντίθετη με το Νόμο αλλά συνάδει με την ορθή εφαρμογή του. Εξάλλου, δεν υπήρξε από πλευράς αιτήτριας καμιά εισήγηση στο διευθυντή ως προς το ποία, κατά την άποψη της, ήταν η ορθή μέθοδος εκτίμησης των στοιχείων, που αφορούν στην υπόθεση για την πληρωμή της φορολογικής της υποχρέωσης.

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με £200 έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο