ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 1426
13 Ιουνίου, 1997
[ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ (ΑΡ. 1),
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 590/96)
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία — Μαρτυρία — Προϋποθέσεις προσαγωγής της — Στοιχεία τα οποία δεν τέθηκαν ούτε λήφθηκαν υπόψη από το εκδόσαν την πράξη όργανο δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά ως μαρτυρία — Ειδικά τα ζήτημα της κατοχής προσόντων από υποψήφιο για διορισμό.
Ο αιτητής -υπέβαλε αίτηση για άδεια καταχώρισης μαρτυρίας με ένορκη δήλωση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την αίτηση, αποφάσισε ότι:
1. Η πρώτη προϋπόθεση για την προσαγωγή μαρτυρίας στην αναθεωρητική διαδικασία είναι η σχετικότητα της μαρτυρίας προς τα επίδικα θέματα. Η μαρτυρία η οποία διαφοροποιεί, αλλοιώνει ή μεταβάλλει το περιεχόμενο των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη προς ενίσχυση του κύρους της απόφασης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Το κύρος της απόφασης συναρτάται με το καθεστώς πραγμάτων που λήφθηκε υπόψη. Αν τα στοιχεία ενώπιον του διοικητικού οργάνου είναι ασαφή, η αποσαφήνιση τους δεν εναπόκειται στο δικαστήριο αλλά στο ίδιο το διοικητικό όργανο που έχει την ευθύνη για την αξιολόγησή της. Στοιχεία τα οποία δεν τέθηκαν ούτε λήφθηκαν υπόψη από τους καθ' ων η αίτηση δεν μπορούν να γίνουν παραδεκτά ως μαρτυρία.
Το κατά πόσο ένας υποψήφιος κατέχει τα υπό των σχεδίων υπηρεσίας προβλεπόμενα προσόντα αποτελεί ζήτημα το οποίο πρέπει να διερευνάται από το διορίζον όργανο.
Με το ζήτημα αυτό έχει ασχοληθεί η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Συμεωνίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΛΛ. 145.
2. Το Δικαστήριο εξέτασε προσεκτικά το σχετικό αίτημα σε συνάρτηση με τις πιο πάνω αρχές. Πρώτη διαπίστωση είναι ότι η προτεινόμενη μαρτυρία είναι σχετική προς τα επίδικα θέματα. Δεύτερη διαπίστωση είναι ότι τα στοιχεία των οποίων επιδιώκεται η προσαγωγή δεν τέθηκαν ενώπιον της Ε.Δ.Υ, και δεν λήφθηκαν υπόψη. Αυτό που στην ουσία ζητείται από το δικαστήριο είναι να δεχθεί και στη συνέχεια να αξιολογήσει με πρωτογενή κρίση στοιχεία τα οποία δεν τέθηκαν ενώπιον της Ε.Δ.Υ. Τέτοια πρωτογενής αξιολόγηση δεν είναι επιτρεπτή. Η αποκλειστική αρμοδιότητα για την διερεύνηση και αξιολόγηση των στοιχείων που άπτονται της κατοχής από τους υποψηφίους των προβλεπόμενων από τα σχέδια υπηρεσίας προσόντων ανήκει στην Ε.Δ.Υ.
3. Η αίτηση απορρίπτεται. Τα έξοδα να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της προσφυγής αλλά σε καμιά περίπτωση να επιδικασθούν εναντίον της Ε.Δ.Υ, ή του ενδιαφερόμενου μέρους.
Διαταγή ως ανωτέρω.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας (1992) 4 Α.Α.Δ. 3330,
Ζαβρού ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106,
Σταύρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 317,
Συμεωνίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποοία προσβάλλεται η απόφαση της ΕΔΥ με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος διορίστηκε στη μόνιμη θέση Διευθυντή του Τμήματος Εργασίας αντί του αιτητή.
Α. Ευσταθίου, για τον Αιτητή.
Γ. Στυλιανίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Α. Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ("Ε.Δ.Υ.") με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος διορίσθηκε στη μόνιμη θέση Διευθυντή του Τμήματος Εργασίας.
Μετά την συμπλήρωση των γραπτών αγορεύσεων ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για "διάταγμα του δικαστηρίου δια του οποίου να χορηγείται άδεια στον αιτητή για καταχώριση μαρτυρίας διά ενόρκου δηλώσεως". Νομικό βάθρο της αίτησης ήταν ο θ.2 της Δ.48 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, οι Καν. 10, 17, 18 και 19 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 και οι συμφυείς εξουσίες του Δικαστηρίου. Το πραγματικό βάθρο φαίνεται στην ένορκη δήλωση του αιτητή η οποία συνοδεύει την αίτηση.
Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του αιτητή:
"Στην παρούσα υπόθεση γίνεται αναφορά και ισχυρισμός εκ μέρους μου ότι:
(α) Το Ενδιαφερόμενο μέρος από την προηγούμενη θέση δεν ασκούσε διοικητικά καθήκοντα.
(β) Υπερέχω σε πείρα έναντι του Ενδιαφερόμενου μέρους διότι υπηρέτησα σε τρεις από τους τέσσερεις κλάδους του τμήματος.
(γ) Καμμιά συγχώνευση δεν έγινε των Κλάδων Βιομηχανικής Εκπαίδευσης και Κλάδου Απασχόλησης.
(δ) Ο έλεγχος βιομηχανικής ρύπανσης ο οποίος περιέχεται μεταξύ των καθηκόντων του Ενδιαφερόμενου μέρους δεν αποτελεί ξεχωριστή υπηρεσία αλλά δραστηριότητα του Κλάδου Επιθεώρησης Εργοστασίων και δεν μπορεί να κριθεί ότι από τον έλεγχο της ρύπανσης μπορεί το ενδιαφερόμενο μέρος να έχει πολύ καλή γνώση των εργατικών πραγμάτων στην Κύπρο.
(ε) Η διοικητική πείρα του Ενδιαφερόμενου μέρους περιορίζεται σε θέματα επιθεώρησης εργοστασίων με αρμοδιότητα την εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας η οποία εφαρμογή της νομοθεσίας δεν αποτελεί διοικητική πείρα.
(στ) Η ανάληψη καθηκόντων Αναπληρωτού Διευθυντή Εργασίας δεν αποτελεί πλεονέκτημα σε οποιονδήποτε θα διεκδικούσε τη θέση Διευθυντή Εργασίας.
(ζ) Ο προσωπικός μου φάκελος ο οποίος κρατείται στο αρχείο του Τμήματος δεν ήτο ενώπιον του Γενικού Διευθυντού και ούτε εζητήθη από το αρχείο να προσκομισθεί."
Ενόψει των ανωτέρω, συνεχίζει η ένορκη δήλωση του αιτητή, καθίσταται αναγκαίο όπως καταχωρηθεί μαρτυρία εκ μέρους του με ένορκη δήλωση.
Η Ε.Δ.Υ, δεν έφερε ένσταση στην αίτηση. Ένσταση καταχωρήθηκε μόνο από το ενδιαφερόμενο μέρος. Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του τελευταίου η αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας ουσιαστικά αφορά σε θέματα που δεν τέθηκαν ενώπιον της Ε.Δ.Υ. ποτέ. Ακόμα δεν τέθηκαν ούτε όταν ακυρώθηκε για πρώτη φορά με την προσφυγή 304/94 η απόφαση της Ε.Δ.Υ.. Αν τα στοιχεία αυτά εκτιμηθούν πρωτογενώς από το δικαστήριο είναι "ως να αναζητείται διοικητική κρίση από το Δικαστήριο και όχι άσκηση δικαστικού ελέγχου".
Η πρώτη προϋπόθεση για την προσαγωγή μαρτυρίας στην αναθεωρητική διαδικασία είναι η σχετικότητα της μαρτυρίας προς τα επίδικα θέματα. Η μαρτυρία η οποία διαφοροποιεί, αλλοιώνει ή μεταβάλλει το περιεχόμενο των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη προς ενίσχυση του κύρους της απόφασης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Το κύρος της απόφασης συναρτάται με το καθεστώς πραγμάτων που λήφθηκε υπόψη. Αν τα στοιχεία ενώπιον του διοικητικού οργάνου είναι ασαφή, η αποσαφήνιση τους δεν εναπόκειται στο δικαστήριο αλλά στο ίδιο το διοικητικό όργανο που έχει την ευθύνη για την αξιολόγηση της (Βλ. Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας (1992) 4 Α.Α.Δ. 3330). Η αποκλειστική αρμοδιότητα για τον προσδιορισμό των ουσιωδών γεγονότων που άπτονται της άσκησης των εξουσιών της Ε.Δ.Υ, ανήκει στην ίδια την Ε.Δ.Υ. (Βλ. Ζαβρού ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106, Σταύρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 317). Στοιχεία τα οποία δεν τέθηκαν ούτε λήφθηκαν υπόψη από τους καθ' ων η αίτηση δεν μπορούν να γίνουν παραδεκτά ως μαρτυρία (Βλ. Κωνσταντίνου, πιο πάνω).
Το κατά πόσο ένας υποψήφιος κατέχει τα υπό των σχεδίων υπηρεσίας προβλεπόμενα προσόντα αποτελεί ζήτημα το οποίο πρέπει να διερευνάται από το διορίζον όργανο.
Με το ζήτημα αυτό έχει ασχοληθεί η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Συμεωνίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΛΛ. 145.
Διαβάζουμε από την απόφαση στις σελ. 159-160:
"Ήταν καθήκον της διοίκησης γενικά αλλά και ενόψει της πρώτης ακυρωτικής απόφασης να ερευνήσει περαιτέρω για να εξακριβωθεί η πραγματική κατάσταση. Πραγματική κατάσταση την οποία, ενόψει και των αμφισβητήσεων που εκδηλώθηκαν αλλά και της ακυρωτικής απόφασης, όφειλε να προσδιορίσει για να είναι γνωστή και δικαστικά ελέγξιμη η όποια κρίση της.
Δεν εκπληρώθηκε αυτό το καθήκον. Δεν γνωρίζουμε τί διαπιστώθηκε ως 'πραγματική κατάσταση' για τους σκοπούς του σχεδίου υπηρεσίας.
.................................
Η κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, στην οποία στηρίχτηκε η ΕΔΥ, απαγοητευτικά γενική και αόριστη όπως ήταν, αφήνει αναπάντητα κρίσιμα ερωτήματα. Για να απευθύνονται τώρα τα μέρη στο Δικαστήριο, ουσιαστικά προσκαλώντας το να καταλήξει εκείνο σε εκτιμήσεις, συλλογισμούς και αποτιμήσεις ακόμα και διαζευκτικές, ως εάν να ήταν δυνατό να ασκήσουμε εμείς διοίκηση και να πληρώσουμε με πρωτογενείς κρίσεις τα κενά που αφέθηκαν. Η απόφαση για το διορισμό της Λ. Καουτζάνη είναι άκυρη για τους πιο πάνω λόγους. Εναπόκειται στην διοίκηση, στο πλαίσιο της επανεξέτασης, να ερευνήσει και να διαπιστώσει την ουσιώδη πραγματική κατάσταση για τους σκοπούς του σχεδίου υπηρεσίας, που είναι πρωτογενές της καθήκον να ερμηνεύσει και να εφαρμόσει στα συγκεκριμένα δεδομένα."
Έχω εξετάσει προσεκτικά το σχετικό αίτημα σε συνάρτηση με τις πιο πάνω αρχές. Πρώτη διαπίστωση μου είναι ότι η προτεινόμενη μαρτυρία είναι σχετική προς τα επίδικα θέματα. Δεύτερη διαπίστωση μου είναι ότι τα στοιχεία των οποίων επιδιώκεται η προσαγωγή δεν τέθηκαν ενώπιον της Ε.Δ.Υ, και δεν λήφθηκαν υπόψη. Αυτό που στην ουσία ζητείται από το δικαστήριο είναι να δεχθεί και στη συνέχεια να αξιολογήσει με πρωτογενή κρίση στοιχεία τα οποία δεν τέθηκαν ενώπιον της Ε.Δ.Υ.. Όπως υποδεικνύεται πιο πάνω (Βλ. Συμεωνίδου, πιο πάνω), τέτοια πρωτογενής αξιολόγηση δεν είναι επιτρεπτή. Η αποκλειστική αρμοδιότητα για την διερεύνηση και αξιολόγηση των στοιχείων που άπτονται της κατοχής από τους υποψηφίους των προβλεπόμενων από τα σχέδια υπηρεσίας προσόντων ανήκει στην Ε.Δ.Υ.
Ειδικά και σε σχέση με την παραγ. (ζ) της ένορκης δήλωσης του αιτητή αυτό που έχει σημασία είναι κατά πόσο οι κρίσεις και συστάσεις του Διευθυντή συνάδουν με το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ο Διευθυντής έλαβε γνώση του περιεχομένου του φακέλου δεν αποτελούν επίδικο θέμα.
Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται. Τα έξοδα να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της προσφυγής αλλά σε καμμιά περίπτωση να επιδικασθούν εναντίον της Ε.Δ.Υ, ή του ενδιαφερόμενου μέρους.
Διαταγή ως ανωτέρω.