ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 841

28 Μαρτίου, 1997

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΓΕΩΡΓΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

Αιτήτρια,

ν.

επαρχιακου λειτουργου τμηματοσ πολεοδομιασ και Οικήσεως λευκωςιας ως πολεοδομικής αρχής,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 596/95)

Επίταξη — Φύση της επίταξης — Αποτελεί αυτοτελή διοικητική πράξη όσο κι αν συναρτάται με απαλλοτρίωση — Συνέπειες — Η δυνατότητα μόνιμων έργων.

Αναγκαστική Απαλλοτρίωση — Διάταγμα — Επίδραση επί της κυριότητος του ιδιοκτήτη.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Έννομο συμφέρον — Έλλειψη εννόμου συμφέροντος προσβολής πολεοδομικής άδειας ακινήτου, που επιτάχθηκε και αναπτύσσεται δυνάμει της επίταξης, εκ μέρους του ιδιοκτήτη του ακινήτου — Ο επηρεασμός του ιδιοκτήτη επήλθε με το ίδιο το διάταγμα επίταξης και μόνο.

Η αιτήτρια προσέφυγε κατά της εκδόσεως πολεοδομικής άδειας υπέρ ακινήτου ιδιοκτησίας της που επιτάχθηκε αλλά δεν ολοκληρώθηκε η απαλλοτρίωσή του.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Το πρώτο που πρέπει να σχολιαστεί είναι ο συσχετισμός της προσβαλλόμενης απόφασης προς το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης. Είναι αλυσιτελής γιατί δεν ήταν σ' αυτό αλλά στο Διάταγμα Επίταξης και μόνο που στηρίχθηκε η διοικητική δράση που εξετάζεται εδώ. Το Διάταγμα Επίταξης, όσο και αν συναρτάται προς επίτευξη σκοπού δημόσιας ωφέλειας ο οποίος προβλέπεται να σφραγιστεί ως μόνιμη ρύθμιση με Διάταγμα Απαλλοτρίωσης, αποτελεί αυτοτελή διοικητική πράξη.

2. Είναι σαφές πως η έκδοση Διατάγματος Απαλλοτρίωσης δεν επηρεάζει αφ' εαυτού το δικαίωμα κυριότητας επί του ακινήτου. Θεωρήθηκε, μάλιστα, πως η έκδοση τέτοιου διατάγματος, ή και Διατάγματος Επίταξης, δεν συνιστά λόγο άρνησης χορήγησης στον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη άδειας διαχωρισμού ή οικοδομής ή ακόμα και πολεοδομικής άδειας.

Όμως επίταξη, όπως ορίζεται στο Άρθρο 2 του Νόμου, σημαίνει, "την αναγκαστικήν κτήσιν κατοχής επί ιδιοκτησίας, ή την πράξιν δι' ης απαιτείται όπως ιδιοκτησία τεθή εις την διάθεσιν της επιτασσούσης αρχής δυνάμει του παρόντος Νόμου". Επιφέρει δε, όπως άλλωστε ορίζει ρητά το Άρθρο 7(1), αδυναμία χρήσης για σκοπό άλλο από τον καθορισθέντα. Εν προκειμένω, για τη δημιουργία βιοτεχνικής περιοχής στην Αγλαντζιά. Περιλήφθηκαν στην αγόρευση της αιτήτριας ισχυρισμοί περί τη δυνατότητα να υλοποιήσει η ίδια αυτό το σκοπό αλλά τέτοια προοπτική προσκρούει στο θεμελιώδες ότι ο ταχθείς σκοπός μπορεί να προωθηθεί μόνο δια μέσου του Διατάγματος Επίταξης. Η νομιμότητα του οποίου, δεν αμφισβητήθηκε με προσφυγή ούτε και μπορεί να ελεγχθεί στην παρούσα,, για τον πιο πάνω, ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο.

Έχει θεμελιωθεί πως, παρά τον προσωρινό χαρακτήρα της επίταξης, είναι νόμιμο να κατασκευαστούν κατά τη διάρκεια της ισχύος του έργα "μόνιμα", όπως θα μπορούσαν να περιγραφούν το οδικό δίκτυο και τα καταστήματα στην παρούσα υπόθεση. Αν στο τέλος της ημέρας, μετά την εκπνοή του Διατάγματος Επίταξης, χρειαστεί να επιστραφεί η ιδιοκτησία είτε γιατί δεν εκδόθηκε είτε γιατί, για οποιοδήποτε λόγο, δεν ολοκληρώθηκε αναγκαστική απαλλοτρίωση, το Άρθρο 23.8 του Συντάγματος και ο ίδιος ο Νόμος (βλ. Άρθρο 8 του Ν. 21/62), προνοούν για την καταβολή αποζημίωσης, περιλαμβανομένης, όπως εξηγείται στη νομολογία, και της δαπάνης για την επαναφορά του αρχικού status quo.

Παρέχει, επομένως, το Διάταγμα Επίταξης αυτοτελές νομιμοποιητικό έρεισμα για την πλήρη πραγμάτωση του σκοπού του όσο και αν, στο πλαίσιο του, είναι αναγκαία η ανέγερση οικοδομών ή γενικά όποια ανάπτυξη, με την έννοια του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972, Ν. 90/72. Αδιάφορο αν, για όμοιο σκοπό, εκδόθηκε και Διάταγμα Απαλλοτρίωσης.

3. Η απόφαση για έκδοση πολεοδομικής άδειας, είναι, βέβαια, εκτελεστή διοικητική πράξη. Η αιτήτρια δεν νομιμοποιείται να προσβάλει την απόφαση για την έκδοση της επίδικης πολεοδομικής άδειας όχι γιατί δεν είναι ιδιοκτήτρια του τεμαχίου με όσα αυτή η πραγματικότητα συνεπάγεται αλλά γιατί η κατά νόμο δυνατότητα δημιουργίας βιοτεχνικής περιοχής επήλθε ήδη με την έκδοση του Διατάγματος Επίταξης. Αυτό ήταν που επέφερε το δυσμενή επηρεασμό των δικαιωμάτων της ως ιδιοκτήτριας του τεμαχίου αφού εγγενώς και αφ' εαυτού εξουσιοδοτεί την ταχθείσα χρήση αλλά και αποκλείει άλλη, ενόσω ισχύει. Το ζήτημα της άδειας ή των αδειών που κατά περίπτωση απαιτούνται, είναι πλέον εσωτερικό και δεν αφορά στην αιτήτρια. Δεν μεταβάλλεται η θέση της ούτε και υφίστανται περαιτέρω περιορισμό τα δικαιώματά της λόγω της έκδοσης άδειας όπως η συζητούμενη. Δεν υπάρχει εν προκειμένω άμεσος ειδικός δεσμός μεταξύ της αιτήτριας και της προσβαλλόμενης απόφασης. Το Διάταγμα Επίταξης παρεμβάλλεται ως αποσυνδετικό διαχώρισμα. Η πραγματοπαγής φύση της πολεοδομικής άδειας δεν διαφοροποιεί την κατάσταση. Η πολεοδομική άδεια που εκδόθηκε είναι αρρήκτως συναρτημένη προς την προσωρινότητα της επίταξης, και αντιστρόφως, η υλοποίηση της όποιας άδειας που θα ήταν δυνατό να εξασφαλιστεί από την αιτήτρια κατ' ανάγκη θα τελούσε υπό την αναβλητική αίρεση της εκπνοής της ισχύος του Διατάγματος Επίταξης, χωρίς τη τελείωση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Γεωργίου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Αγλαντζιάς (1996) 4 Α.Α.Δ. 1341,

Ταμασίου ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 1188,

Aspri v. Republic, 4 R.S.C.C. 57,

Theodossiou Co. Ltd v. Municipality of Limassol (1975) 3 C.L.R. 195,

Tofarco Ltd κ.ά. ν. Δήμου Αευκωσίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 233,

Σπύρου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Κάτω Πολεμιδιών και Αλλων (1994) 4 Α.Α.Δ. 2310,

Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2192,

Theophilou v. Improvement Board of Yermasoyia (1985) 3 C.L.R. 2016,

Χριστοδουλίδου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2766,

Μαρκουλλίδουκ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 1384,

Demetriou and Others v. Republic (1988) 3 C.L.R. 91,

Ζαντής ν. Επάρχου Λευκωσίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 4841.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία απαλλοτριώθηκε και στη συνέχεια επιτάχθηκε το ακίνητο της αιτήτριας.

Α. Λυκούργου για Τ. Παπαδόπουλο με Γ. Κασάπη και Α. Κασάπη, για την Αιτήτρια.

Ε. Νικολαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια είναι η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια τεμαχίου γης που εμπίπτει ολόκληρο στη Βιοτεχνική Ζώνη Βδ2 του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας το οποίο δημοσιεύθηκε την 1.12.90. Το Δημοτικό Συμβούλιο Αγλαντζιάς δημοσίευσε Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης (28.1.94) και στη συνέχεια Διάταγμα Απαλλοτρίωσης (10.6.94) όλων των ακινήτων της Ζώνης' για να υλοποιηθεί ο σκοπός της μεταστέγασης των εργαστηρίων που βρίσκονταν στην οικιστική περιοχή Αγλαντζιάς και να επιλυθούν έτσι τα προβλήματα διαβίωσης των κατοίκων. Και επειδή κρίθηκε ότι τα επηρεαζόμενα τεμάχια ήταν αναγκαία για την εξυπηρέτηση του ταχθέντος σκοπού δημόσιας ωφέλειας (δημιουργία βιοτεχνικής περιοχής στην Αγλαντζιά), το Υπουργικό Συμβούλιο εξέδωσε Διάταγμα Επίταξής τους (12.8.94).

Από τους ιδιοκτήτες των τεμαχίων αντέδρασε η αιτήτρια. Δεν αποδέχθηκε την αποζημίωση που προσφέρθηκε και με την προσφυγή 689/94 αμφισβήτησε το κύρος του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης. Όχι όμως και του Διατάγματος Επίταξης. Αυτό τεκμαίρεται νόμιμο για κάθε σκοπό.

Η Πολεοδομική Αρχή ενέκρινε αίτηση του Δήμου Αγλαντζιάς και εξέδωσε πολεοδομική άδεια προς κατασκευή οδικού δικτύου και καταστημάτων, στο πλαίσιο του σκοπού της δημιουργίας βιοτεχνικής περιοχής. Η παρούσα προσφυγή αφορά σ' αυτή την απόφαση. Η αιτήτρια την προσβάλλει ως άκυρη επειδή:

(α) Η αίτηση προς έκδοση της δεν ήταν υπογραμμένη από την ίδια ως ιδιοκτήτριας των τεμαχίων, όπως απαιτεί ο Κανονισμός 2(1) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Αιτήσεις και Ιεραρχικές Προσφυγές), Κανονισμών του 1990, Κ.Δ.Π. 55/90. Πολύ περισσότερο αφού δεν υπάρχει ειδική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου για προσωρινή παραχώρηση του τεμαχίου στο Δήμο Αγλαντζιάς, έχοντας υπόψη το άρθρο 6(2) του περι Επιτάξεως Ιδιοκτησίας Νόμου του 1962 (Ν. 21/62).

(β) Η Πολεοδομική Αρχή δεν περίμενε και συνεπώς δεν έλαβε υπόψη τις συστάσεις του Τεχνικού Επιθεωρητή που χειρίστηκε την υπόθεση. Αυτές υποβλήθηκαν μετά την απόφαση για έκδοση της άδειας και κατέληγαν σε εισήγηση για απόρριψη της αίτησης επειδή, κατά την κρίση του επιθεωρητή, θα έπρεπε να τελειώσει πρώτα η διαδικασία της απαλλοτρίωσης.

(γ) Δεν είναι σαφείς οι λόγοι για τους οποίους δεν παρευρέθη κατά τη λήψη της απόφασης και ο τρίτος από τους λειτουργούς που απάρτιζαν την Πολεοδομική Αρχή.

Πρόσθεσε στην απαντητική της αγόρευση ισχυρισμούς ως προς την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης και, επίσης, υποστήριξε πως αυτή απώλεσε το κύριο έρεισμά της επειδή το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης ακυρώθηκε στο μεταξύ. (Βλ. Γεωργία Ιωάννου Γεωργίου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Αγλαντζιάς (1996) 4 Α.Α.Δ. 1341).

Οι καθ' ων η αίτηση αντέκρουσαν τους ισχυρισμούς της αιτήτριας στην ουσία τους αλλά ήταν η πρωταρχική τους θέση πως η προσφυγή είναι απαράδεκτη διότι:

(α) Η προσβαλλόμενη απόφαση, όπως και στην υπόθεση Αθηνούλλα Ταμασίου ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 1188, είναι, ως προς την αιτήτρια, όχι εκτελεστή διοικητική πράξη αλλά στην πραγματικότητα πράξη εκτέλεσης του Διατάγματος Επίταξης μή υποκείμενη σε αναθεωρητικό έλεγχο.

(β) Διαζευκτικά, η αιτήτρια στερείται του εννόμου συμφέροντος που απαιτεί το άρθρο 146.2 του Συντάγματος αφού ο όποιος επηρεασμός της επήλθε με την έκδοση του διατάγματος επίταξης. Το οποίο εκφεύγει πλέον του αναθεωρητικού ελέγχου.

Συνοψίζω και την απάντηση της αιτήτριας. Η πολεοδομική άδεια "παράγει αφ' εαυτής και κατ' αποκλειστικότητα, το έννομο αποτέλεσμα της αναπτύξεως ακίνητης ιδιοκτησίας". Το Διάταγμα Επίταξης δεν επιφέρει αυτό το έννομο αποτέλεσμα αφ' εαυτού και η πολεοδομική άδεια, ως αναγκαία για την υλοποίηση της ανάπτυξης, είναι εκτελεστή διοικητική πράξη. Η υπόθεση Αθηνούλλα Ταμασίου, (ανωτέρω), διακρίνεται. Ήταν εκσκαφές και κατεδαφίσεις, για τις οποίες δεν απαιτείτο έκδοση άλλης διοικητικής απόφασης, που θεωρήθηκαν ως πράξεις εκτέλεσης του Διατάγματος Επίταξης, Από την άλλη, η αντίληψη των καθ' ων η αίτηση πως η αιτήτρια είναι πλέον "ξένη" ως προς τη διαδικασία χορήγησης της πολεοδομικής άδειας, είναι εσφαλμένη. Όπως εξηγείται στις υποθέσεις Evridiki Aspri v. Republic 4 R.S.C.C. 57 στη σελίδα 61 και Michael Theodossiou Co Ltd v. The Municipality of Limassol (1975) 3 C.L.R. 195, αλλά και στα συγγράμματα Π.Γ. Δαγτόγλου -Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 3η έκδοση, σελ 710, Β. Σκουρή και Α.Ι. Τάχου, Ειδικό Διοικητικό Δίκαιο, Τεύχος 4, Χωροταξικό και Πολεοδομικό Δίκαιο, 2η έκδοση, σελ. 148 κ. επ., δεν διαταράσσεται το ιδιοκτησιακό καθεστώς από μόνη την έκδοση Διατάγματος Απαλλοτρίωσης εκτός μετά από πληρωμή ή κατάθεση του ποσού που συμφωνείται ή προσδιορίζεται ως αποζημίωση. Ούτε, βεβαίως, από την έκδοση Διατάγματος Επίταξης. Εξακολουθεί, λοιπόν, να είναι η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του επηρεαζόμενου τεμαχίου και η προσβαλλόμενη απόφαση "θίγει το δικαίωμα της αιτήτριας να είναι κυρία, να κατέχει, να απολαμβάνει και να διαθέτει ακίνητη ιδιοκτησία της και να απαιτεί το σεβασμό του δικαιώματός της αυτού", όπως το διασφαλίζει το Άρθρο 23.1 του Συντάγματος. Κατά μείζονα λόγο, αφού όπως αποφασίστηκε στην υπόθεση Tofarco Ltd κ.ά. ν. Δήμου Λευκωσίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 233, η πολεοδομική άδεια, ως πραγματοπαγής, ακολουθεί την κυριότητα του ακινήτου.

Το πρώτο που πρέπει να σχολιαστεί είναι ο συσχετισμός της προσβαλλόμενης απόφασης προς το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης. Είναι αλυσιτελής γιατί δεν ήταν σ' αυτό αλλά στο Διάταγμα Επίταξης και μόνο που στηρίχθηκε η διοικητική δράση που εξετάζουμε εδώ. Το Διάταγμα Επίταξης, όσο και αν συναρτάται προς επίτευξη σκοπού δημόσιας ωφέλειας ο οποίος προβλέπεται να σφραγιστεί ως μόνιμη ρύθμιση με Διάταγμα Απαλλοτρίωσης, αποτελεί αυτοτελή διοικητική πράξη. (Βλ. Μενέλαος Αντώνης Σπύρου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Κάτω Πολεμιδίων και άλλων (1994) 4 Α.Α.Δ. 2310, Κωνστάντια Κωνσταντίνου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2192). Σημειώνω, εν πάση περιπτώσει, ότι έχει εκδοθεί νέο διάταγμα απαλλοτρίωσης για τον ίδιο σκοπό.

Είναι σαφές πως η έκδοση Διατάγματος Απαλλοτρίωσης δεν επηρεάζει αφ' εαυτού το δικαίωμα κυριότητας επί του ακινήτου. Θεωρήθηκε, μάλιστα, πως η έκδοση τέτοιου διατάγματος, ή και Διατάγματος Επίταξης, δεν συνιστά λόγο άρνησης χορήγησης στον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη άδειας διαχωρισμού ή οικοδομής ή ακόμα και πολεοδομικής άδειας, (βλ. Michael TheodossiouCo Ltd, ανωτέρω, Christakis Theophilou v. The Improvement Board of Yermasoyia (1985) 3 C.L.R. 2016, Tofarco Ltd και Άλλοι ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω).

Όμως επίταξη, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του Νόμου, σημαίνει, "την αναγκαστικήν κτήσιν κατοχής επί ιδιοκτησίας, ή την πράξιν δι' ης απαιτείται όπως ιδιοκτησία τεθή εις την διάθεσιν της επιτασσούσης αρχής δυνάμει του παρόντος Νόμου". Επιφέρει δε, όπως άλλωστε ορίζει ρητά το άρθρο 7(1), αδυναμία χρήσης για σκοπό άλλο από τον καθορισθέντα. Εν προκειμένω, για τη δημιουργία βιοτεχνικής περιοχής στην Αγλαντζιά. Περιλήφθηκαν στην αγόρευση της αιτήτριας ισχυρισμοί περί τη δυνατότητα να υλοποιήσει η ίδια αυτό το σκοπό αλλά τέτοια προοπτική προσκρούει στο θεμελιώδες ότι ο ταχθείς σκοπός μπορεί να προωθηθεί μόνο διά μέσου του Διατάγματος Επίταξης. Η νομιμότητα του οποίου, υπενθυμίζω, δεν αμφισβητήθηκε με προσφυγή ούτε και μπορεί να ελεγχθεί στην παρούσα για τον πιο πάνω ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο.

Έχει θεμελιωθεί πως, παρά τον προσωρινό χαρακτήρα της επίταξης, είναι νόμιμο να κατασκευαστούν κατά τη διάρκεια της ισχύος του έργα "μόνιμα", όπως θα μπορούσαν να περιγραφούν το οδικό δίκτυο και τα καταστήματα στην παρούσα υπόθεση. Αν στο τέλος της ημέρας, μετά την εκπνοή του Διατάγματος Επίταξης, χρειαστεί να επιστραφεί η ιδιοκτησία είτε γιατί δεν εκδόθηκε είτε γιατί, για οποιοδήποτε λόγο, δεν ολοκληρώθηκε αναγκαστική απαλλοτρίωση, το άρθρο 23.8 του Συντάγματος και ο ίδιος ο Νόμος (βλ. άρθρο 8 του Ν. 21/62), προνοούν για την καταβολή αποζημίωσης, περιλαμβανομένης, όπως εξηγείται στη νομολογία, και της δαπάνης για την επαναφορά του αρχικού status quo. (βλ. Evridiki Aspri, ανωτέρω, Γιαννούλλα Χριστοδονλίδου και άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2766, Αθηνούλλα Ταμασίου ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω, και Νίνα Μαρκονλλίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 1384).

Παρέχει, επομένως, το Διάταγμα Επίταξης αυτοτελές νομιμοποιητικό έρεισμα για την πλήρη πραγμάτωση του σκοπού του όσο και αν, στο πλαίσιο του, είναι αναγκαία η ανέγερση οικοδομών ή γενικά όποια ανάπτυξη, με την έννοια του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972, Ν. 90/72. Αδιάφορο αν, για όμοιο σκοπό, εκδόθηκε και Διάταγμα Απαλλοτρίωσης. (Βλ. και Demetriou and Others v. Republic (1988) 3 C.L.R. 91.)

Η απόφαση για έκδοση πολεοδομικής άδειας, είναι, βέβαια, εκτελεστή διοικητική πράξη. (Βλ. Παναγιώτης Πέτρου Ζαντή ν. Επάρχου Λευκωσίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 4841). Βλέπω την αναλογία που επιχείρησαν οι καθ' ων η αίτηση με αναφορά στην υπόθεση Αθηνούλλα Ταμασίου, ανωτέρω, αλλά στην προκείμενη περίπτωση, το κατά πόσο η πολεοδομική άδεια, ως προς την αιτήτρια, ήταν στην ουσία πράξη εκτέλεσης του Διατάγματος Επίταξης, διαπλέκεται με το ζήτημα του εννόμου συμφέροντος της. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να δω το θέμα κάτω από τέτοιο πρίσμα. Συμφωνώ πως η αιτήτρια δεν νομιμοποιείται να προσβάλει την απόφαση για την έκδοση της επίδικης πολεοδομικής άδειας όχι γιατί δεν είναι ιδιοκτήτρια του τεμαχίου με όσα αυτή η πραγματικότητα συνεπάγεται αλλά γιατί η κατά νόμο δυνατότητα δημιουργίας βιοτεχνικής περιοχής επήλθε ήδη με την έκδοση του Διατάγματος Επίταξης. Αυτό ήταν που επέφερε το δυσμενή επηρεασμό των δικαιωμάτων της ως ιδιοκτήτριας του τεμαχίου αφού εγγενώς και αφ' εαυτού εξουσιοδοτεί την ταχθείσα χρήση αλλά και αποκλείει άλλη, ενόσω ισχύει. Το ζήτημα της άδειας ή των αδειών που κατά περίπτωση απαιτούνται, είναι πλέον εσωτερικό και δεν αφορά στην αιτήτρια. Δεν μεταβάλλεται η θέση της ούτε και υφίστανται περαιτέρω περιορισμό τα δικαιώματά της λόγω της έκδοσης άδειας όπως η συζητούμενη. Δεν υπάρχει εν προκειμένω άμεσος ειδικός δεσμός μεταξύ της αιτήτριας και της προσβαλλόμενης απόφασης. Το Διάταγμα Επίταξης παρεμβάλλεται ως αποσυνδετικό διαχώρισμα. Η πραγματοπαγής φύση της πολεοδομικής άδειας δεν διαφοροποιεί την κατάσταση. Η πολεοδομική άδεια που εκδόθηκε είναι αρρήκτως συναρτημένη προς την προσωρινότητα της επίταξης, και αντιστρόφως, η υλοποίηση της όποιας άδειας που θα ήταν δυνατό να εξασφαλιστεί από την αιτήτρια κατ' ανάγκη θα τελούσε υπό την αναβλητική αίρεση της εκπνοής της ισχύος του Διατάγματος Επίταξης, χωρίς τη τελείωση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης.

Η προσφυγή είναι απαράδεκτη επειδή η αιτήτρια στερείται του εννόμου συμφέροντος που απαιτεί το άρθρο 146.2 του Συντάγματος. Απορρίπτεται αλλά χωρίς έξοδα λόγω της πρωτοτυπίας του ειδικού θέματος που συζητήθηκε.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο