ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1995) 4 ΑΑΔ 1929

25 Σεπτεμβρίου, 1995

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΜΑΡΙΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ,

Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 512/93)

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Ενστάσεις των υποψηφίων — Εκπρόθεσμη ένσταση που όμως εξετάστηκε — Πόρισμα της Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας και υιοθέτησης του στην κριθείσα περίπτωση.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Εκθέσεις — Σύνταξη τους από τους Επιθεωρητές — Στοιχεία υποκειμενικής φύσης — Πορίσματα στη Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας και υιοθέτησή τους στην κριθείσα περίπτωση.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Μονάδες — Απόδοση μονάδων για ακαδημαϊκά προσόντα — Αιτιολογία — Αναιτιολογία η σχετική απόφαση της Ε.Ε. Υ. στη κριθείσα περίπτωση.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Προσόντα — Πρόσθετα προσόντα — Ουσιώδης χρόνος κατοχής τους — Οι περιστάσεις στη κριθείσα περίπτωση ουσιαστικής κτήσης του προσόντος κατά τον κρίσιμο χρόνο και έλλειψης της τυπικής μόνο απονομής του.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Κατάλογοι — Ενστάσεις — Τροποποίηση καταλόγου με προσθήκη υποψηφίου που έπρεπε να περιληφθεί εξ' αρχής — Παράλειψη εκ νέου ανάρτηση του τροποποιημένου καταλόγου — Ερμηνεία των Άρθρων 35(Β)(6)(7) και (8) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 10/69) — Διαπίστωση ουσιώδους παραβάσεως επαγόμενης ακυρότητας.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Αξιολόγηση — Άρθρο 36 του περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969 (Ν. 10/69) (όπως τροποποιήθηκε) σε συνδυασμό με το Άρθρο 2 του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Τροποποιητικός) Νόμου (Ν. 251/91) που αντικατέστησε το Άρθρο 36 για την περίοδο 31/12/91 έως 6/11/92 — Ερμηνεία της τροποποίησης — Δεν συνίσταται απλώς στην αντικατάσταση της λέξης "περιοδικώς" από τη λέξη "ετήσιες" — Ανάλυση — Περιστάσεις στην κριθείσα περίπτωση όπου ο νόμος παραβιάστηκε.

Η αιτήτρια προσέβαλε την προαγωγή δέκα ενδιαφερομένων μερών στη θέση Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1. Ο Νικήτας Δ. εξετάζοντας αντίστοιχους με εδώ ισχυρισμούς της αιτήτριας στην Μαρία Μιχαηλίδου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, βρήκε σε σχέση με το εκπρόθεσμο της ένστασης της αιτήτριας, πως από τη στιγμή που η ένσταση της αιτήτριας, ανκαι εκτός χρόνου, εξετάστηκε κανονικά σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζει ο κανονισμός, δεν επετρέπετο στη διοίκηση να εγείρει θέμα νομιμοποίησης της αιτήτριας να ψέξει τον τρόπο καταρτισμού της ειδικής έκθεσης, και παραλλήλισε την περίπτωση με εκείνη που η διοίκηση δίνει αιτιολογία οικειοθελώς χωρίς να έχει υποχρέωση από το νόμο και όπου η νομιμότητα τέτοιας αιτιολογίας ελέγχεται από το ακυρωτικό δικαστήριο.

Σε σχέση με τα επιχειρήματα της Δημοκρατίας ότι η συμμετοχή του κρίσιμου επιθεωρητή ήταν θεμιτή και σύμφωνη με την αρχή που υιοθέτησε η υπόθεση Γιαννάκης Χαραλάμπους και ότι η απόφαση του Γενικού Επιθεωρητή ήταν αιτιολογημένη.

Υιοθετούνται οι σχετικές προσεγγίσεις του Νικήτα, Δ. και κρίνεται πως και στην υπό εξέταση υπόθεση η παραβίαση του Καν. 22 καθιστά άκυρη τη διαδικασία προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών.

2. Σε σχέση με άλλους όμοιους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν και στις πιο πάνω αναφερθείσες προσφυγές της αιτήτριας, (αρ. 590/93 και 591/93), το Δικαστήριο βρήκε πως δεν δόθηκε καμιά αιτιολογία από τη Συμβουλευτική Επιτροπή για παραχώρηση τριών μονάδων στην αιτήτρια για τον τίτλο D.E.A, και ούτε η ΕΕΥ πρόσθεσε οτιδήποτε άλλο κατά την εξέταση της ένστασής της. Επίσης δεν ερευνήθηκε η σημασία των άλλων δύο μεταπτυχιακών τίτλων της αιτήτριας, παρά τις βεβαιώσεις αρμόδιας πηγής της Γαλλικής Πρεσβείας στη Λευκωσίας αναφορικά με το επίπεδο των τίτλων της αιτήτριας.

Από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου δεν έχει διαπιστωθεί η διεξαγωγή της δέουσας υπό τις περιστάσεις έρευνας σε σχέση με την αξιολόγηση των προσόντων της αιτήτριας και ούτε η Συμβουλευτική Επιτροπή έχει δώσει οποιαδήποτε αιτιολογία για την παραχώρηση των 3 μονάδων για τα πρόσθετα προσόντα της. Η ΕΕΥ με τη σειρά της αρκέστηκε στη λακωνική παρατήρηση ότι δεν δικαιολογείται αύξηση των 3 μονάδων για πρόσθετα προσόντα που έχει παραχωρήσει στη αιτήτρια η Συμβουλευτική Επιτροπή.

3. Σε σχέση με τους ισχυρισμούς για μη κατοχή των πρόσθετων προσόντων από 2 ενδιαφερόμενα μέρη κατά τον ουσιώδη χρόνο παρατηρείται ότι σύμφωνα με το Άρθρο 35Β(2) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 10/69), ουσιώδης χρόνος κατοχής των προσόντων ήταν στη προκειμένη περίπτωση, ο χρόνος που λήφθηκε από την ΕΕΥ η πρόταση για την πλήρωση της θέσης δηλαδή η 3.3.93.

Η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της ΕΕΥ, ότι το ένα ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε κατά τον ουσιώδη χρόνο μεταπτυχιακό δίπλωμα ήταν λογικά επιτρεπτή, εφόσον αυτός είχε συμπληρώσει όλα τα απαιτούμενα για την απόκτησή του και το μόνο που απέμεινε ήταν η απονομή του. (Βλ. σχετικά Κυριάκος Καππελίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας). Τα ίδια ισχύουν αναφορικά και με το άλλο ενδιαφερόμενο μέρος ο οποίος είχε συμπληρώσει τις απαιτήσεις του τομέα εκπαίδευσης και πέρασε τις τελικές εξετάσεις για την απόκτηση του τίτλου Master. Η απονομή του τίτλου στο ενδιαφερόμενο μέρος ήταν πλέον τυπικό θέμα.

Ανκαι σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί πιο πάνω η επίδικη απόφαση οδηγείται σε ακύρωση, εντούτοις το Δικαστήριο θα αναφερθεί και σε άλλους λόγους ακυρότητας που κατά την άποψή του επίσης συνηγορούν υπέρ της ακύρωσης.

4. Έχοντας υπόψη τα Άρθρα 35(Β)(6)(7) και (8) του Νόμου, το Δικαστήριο θεωρεί πως η παράλειψη ανάρτησης του τροποποιημένου καταλόγου της Συμβουλευτικής Επιτροπής, στην οποία περιλαμβάνετο και νέος υποψήφιος είναι ουσιώδης παράβαση που καθιστά άκυρη τη νομική διαδικασία. Στο ίδιο συμπέρασμα είχε αχθεί και στις υποθέσεις Κυριάκος Κατσονούρης κ.ά ν. Κυπριακής Δημοκρατίας και Δρ Νικόλαος Βαλανίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας. Στις εν λόγω υποθέσεις υπήρξε παράλειψη ανάρτησης τροποποιημένης έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής και προκαταρκτικού καταλόγου. Οι αιτητές δεν είχαν περιληφθεί στους καταλόγους, ούτε είχαν συστηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

Η επιχειρηματολογία των καθ'ων η αίτηση δεν διασώζει το κύρος της επίδικης πράξης. Η παρούσα περίπτωση δεν μπορεί κατά την άποψη του Δικαστηρίου να παραλληλιστεί με εκείνη υποψηφίου που συμπεριλαμβάνεται στον τελικό κατάλογο μετά από υποβολή ένστασής του προς την ΕΕΥ. Το συγκεκριμένο εδώ ενδιαφερόμενο μέρος δικαιωματικά έπρεπε να είχε συμπεριληφθεί από το αρχικό στάδιο στον κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής όπως οι υπόλοιποι υποψήφιοι και η συμπερίληψη του θα αποτελούσε, μπορεί να λεχθεί, μέρος του πραγματικού καθεστώτος που ήταν σε ισχύ κατά το χρόνο ετοιμασίας του προκαταρκτικού καταλόγου. Για το γεγονός αυτό είχε δικαίωμα να υποβάλλει ένσταση οποιοσδήποτε επηρεαζόμενος υποψήφιος. Η μη συμπερίληψη του ενδιαφερόμενου αυτού μέρους στον αρχικό κατάλογο λόγω λάθους δεν παρουσιάζει την ορθή εικόνα των γεγονότων που επικρατούσε κατά τον χρόνο υποβολής των ενστάσεων. Εφόσον δεν δόθηκε η δυνατότητα στους υποψηφίους να υποβάλλουν ένσταση, το Δικαστήριο δεν μπορεί να γνωρίζει ή να προβεί σε δικές του υποθέσεις ως προς το ποια θα ήταν η αντίδραση της αιτήτριας ή οποιουδήποτε άλλου υποψηφίου αναφορικά με την συμπερίληψή του στον προκαταρκτικό κατάλογο.

Για τους πιο πάνω λόγους κρίνεται πως και στην παρούσα υπόθεση η παράλειψη ανάρτησης του τροποποιημένου καταλόγου αποτελούσε ουσιώδη παράβαση και γίνεται παραπομπή στα όσα λέχθηκαν σχετικά στις αποφάσεις Κατσονούρης και Βαλανίδης (ανωτέρω). Επίσης δεν υπάρχει οποιαδήποτε διαφοροποίηση από το γεγονός ότι στην παρούσα υπόθεση η αιτήτρια συμπεριλήφθηκε στον προκαταρκτικό κατάλογο.

5. Έχοντας υπόψη το περιεχόμενο του Άρθρου 36 πριν τη τροποποίησή του όπως επίσης; και το περιεχόμενο του Άρθρου 2 του Ν. 251/91, το οποίο αντικατέστησε για την περίοδο 31.12.91 -6.11.92 το Άρθρο 36, το Δικαστήριο έχει την άποψη πως η τροποποίηση που επέφερε ο Ν. 251/91 στο Άρθρο 36 του Νόμου δεν ήταν απλώς η αντικατάσταση της λέξης "περιοδικώς" από τη λέξη "ετήσιες" και ο παραλληλισμός με την αλλαγή που επέφερε στο ίδιο άρθρο ο περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Τροποποιητικός) Νόμος (Ν. 53/79) δεν βοηθά.

Με την θέσπιση του Ν. 251/91 η πρόθεση του Νομοθέτη ήταν να αλλάξει ο μέχρι τότε τρόπος αξιολόγησης των εκπαιδευτικών λειτουργών που επρονοείτο στους περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Επιθεώρησις και Αξιολόγησις) Κανονισμούς (Κ.Δ.Π. 223/76).

Κατά το διάστημα που ίσχυε ο Ν. 251/91 δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν οι πρόνοιες της Κ.Δ.Π. 223/76, οι οποίες είχαν υπόβαθρο προγενέστερες πρόνοιες του Νόμου. Ο περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Τροποποιητικός) Νόμος (Ν. 81(Ι)/92) που ανέστειλε την εφαρμογή του Ν.251/91 δεν είχε αναδρομική ισχύ. Η αναστολή ίσχυε για την περίοδο μετά τις 6.11.92 ημερ. δημοσίευσης του στην Επίσημη Εφημερίδα. Η ισχύς του Ν.251/91 κατά το διάστημα 31.12.91 - 6.11.92 έμεινε ανέπαφη και κατά συνέπεια κατά την περίοδο εκείνη δεν θα μπορούσαν να είχαν αξιολογηθεί εκπαιδευτικοί λειτουργοί με βάση τις πρόνοιες της Κ.Δ.Π. 223/76.

Το γεγονός ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε το Μάϊο 1993, χρόνο κατά τον οποίο είχε ήδη ανασταλεί η εφαρμογή του Ν.251/91 είναι άσχετο γιατί κατά το χρόνο σύνταξης των εκθέσεων βρισκόταν σε ισχύ ο Ν. 251/91.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας (1994) 4 Α.Α.Δ. 2543,

Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 759,

Αργυρού κ.ά ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 412,

Καππελίδης ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 792,

Κατσονούρης κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1992) 4 Α.Α.Δ. 2123,

Βαλανίδης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1992) 4 Α.Α.Δ. 3485,

Χατζηχαμπής ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1947,

Λιμνάντου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4057.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση, με την οποία προάχθηκαν δέκα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης από 1.9.93, αντί του αιτητή.

Α. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.

Γ. Στυλιανίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Γ. Τριανταφυλλίδης, για το Ενδιαφερόμενο μέρος 9.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ), με την οποία προάχθηκαν δέκα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης από 1.9.93.

Με επιστολή ημερ. 2.3.93 (λήφθηκε 3.3.93) διαβιβάστηκε στον Πρόεδρο της ΕΕΥ από το Γενικό Διευθυντή Υπουργείο Παιδείας έγκριση για πλήρωση μεταξύ άλλων και δέκα θέσεων Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης. Συνήλθε η αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή για να επιληφθεί του θέματος σε προκαταρκτικό στάδιο και στις 8.4.93 διαβιβάστηκε στον Πρόεδρο της ΕΕΥ η Έκθεση της Συμβουλευτικής μαζί με τον κατάλογο των προτεινομένων για προαγωγή στην επίδικη θέση. Η Συμβουλευτική Επιτροπή παραχώρησε σε ορισμένους από τους υποψηφίους μονάδες για τα πρόσθετα προσόντα τους. Στην αιτήτρια παραχωρήθηκαν 3 μονάδες.

Με επιστολή του ημερ. 12.4.93 ο Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής πληροφόρησε τον Πρόεδρο της ΕΕΥ ότι στον κατάλογο των υποψηφίων Διευθυντών Μέσης Εκπαίδευσης θα έπρεπε να συμπεριληφθεί και ο Α. Καλογήρου, του οποίου η βαθμολογία της σχολικής χρονιάς 1988/89 είχε αναθεωρηθεί μετά από ένσταση του από 38 σε 39 και δεν είχε ενημερωθεί σχετικά ο φάκελος του. Ο Καλογήρου πήρε σύνολο μονάδων 205.99 και συμπεριλήφθηκε στην 7η θέση του καταλόγου. Στις 20.4.93 στάληκε κι άλλη επιστολή από τον Πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής στην οποία αναφέρετο ότι άλλος υποψήφιος ο Θ. Γεωργιάδης, έπρεπε να αφαιρεθεί από τον κατάλογο και να μη θεωρηθεί υποψήφιος εφόσον αφυπηρετούσε το αργότερο στις 31.8.93.

Στη συνεδρίαση της ημερ. 28.4.93 η ΕΕΥ μελέτησε τις ενστάσεις που υποβλήθηκαν και κατάρτισε τον τελικό κατάλογο των υποψηφίων. Ένσταση υπέβαλε και η αιτήτρια και στα πρακτικά της πιο πάνω συνεδρίασης αναφέρθηκαν τα ακόλουθα σε σχέση με την εξέταση της ένστασης της:

"Μαρία Μιχαηλίδου

Ο δικηγόρος της πιο πάνω υποψήφιας υποβάλλει ένσταση και επικαλείται (α) τα προσόντα της, (β) τις υπηρεσιακές της εκθέσεις.

Η Επιτροπή βρίσκει ότι

(α)δεν δικαιολογείται αύξηση των τριών μονάδων για πρόσθετα προσόντα που της έχει παραχωρήσει η Συμβουλευτική Επιτροπή, και

(β) οι Περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Επιθεώρησις & Αξιολόγησις) Κανονισμοί του 1976, καθορίζουν διαδικασία υποβολής και εξέτασης ενστάσεων από μέρους εκπαιδευτικών λειτουργών για τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις.

Στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή δεν έχει διαπιστώσει οποιαδήποτε παρατυπία."

Ακολούθησαν οι προσωπικές συνεντεύξεις των υποψηφίων που έγιναν κατά τη συνεδρίαση της ΕΕΥ ημερ. 3.5.93. Μετά την αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων από το Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης και την ΕΕΥ, οι μονάδες των υποψηφίων αυξήθηκαν όπως αυτές φαίνονται στη σελ.3 των πρακτικών. Η αύξηση των μονάδων ήταν όπως αναφέρεται στα πρακτικά, το αποτέλεσμα της εκτίμησης των στοιχείων των φακέλων και της εντύπωσης που απεκόμισε η ΕΕΥ από τις συνεντεύξεις (βλ. άρθρο 35Β(10)(β) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969, όπως τροποποιήθηκε (ο Νόμος)).

Η ΕΕΥ πρόσφερε προαγωγή στα ενδιαφερόμενα μέρη που ήταν οι υποψήφιοι που συγκέντρωσαν τις περισσότερες μονάδες και ως αποτέλεσμα καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.

Οι λόγοι ακυρότητας που πρόβαλε ο δικηγόρος της αιτήτριας μπορεί να συνοψισθούν στους ακόλουθους:

(1) Η διαδικασία των προαγωγών είναι άκυρη γιατί δεν αναρτήθηκαν ούτε οι συμπληρωματικές εκθέσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής ημερ. 12.4.93 και 20.4.93 (δες πιο πάνω), ούτε νέος συμπληρωματικός κατάλογος με τις γενόμενες αλλαγές.

(2) Η ΕΕΥ έλαβε υπόψη εκθέσεις υποψηφίων που συντάχθηκαν κατά παράβαση του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 1991 (Ν.251/91).

(3) Τα ενδιαφερόμενα μέρη επιλέγηκαν με αποκλειστικό κριτήριο τις προσωπικές συνεντεύξεις.

(4) Ύπαρξη πλάνης αναφορικά με βαθμολογία της αιτήτριας και παραβίαση των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Επιθεώρησις και Αξιολόγησις) Κανονισμών του 1976 (ΚΔΠ 223/76).

(5) Οι καθ' ων η αίτηση εσφαλμένα έδωσαν μόνο 3 μονάδες για τα προσόντα της αιτήτριας.

Οι δύο τελευταίοι λόγοι ακυρότητας που εκτίθενται πιο πάνω, απετέλεσαν ήδη αντικείμενο εξέτασης στις προσφυγές της αιτήτριας (Μαρία Μιχαηλίδου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, (1994) 4 Α.Α.Δ. 2543) που αφορούσαν μεταγενέστερη διαδικασία πλήρωσης θέσεων Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης.

Για καλύτερη κατανόηση του λόγου ακυρότητας που αφορά παραβίαση των προνοιών της Κ.Δ.Π. 223/76, παραθέτω πιό κάτω τα σχετικά γεγονότα: Για την αιτήτρια συντάχθηκε μιά μόνο ειδική έκθεση για τα 10 προηγούμενα χρόνια υπηρεσίας της, αυτή του έτους 1990/91. Η αιτήτρια βαθμολογήθηκε με 38.0 οικείος Επιθεωρητής της αιτήτριας, ο κ. Μ. Μάτσης, διαφώνησε με τους άλλους δύο Επιθεωρητές Χαράλαμπο Χρίστου και Δώρο Θεοδούλου, και βαθμολόγησε την αιτήτρια με 10 βαθμούς στο στοιχείο 4 (Γενική συμπεριφορά και Δράση), αντί 9 που έδωσαν οι άλλοι δύο Επιθεωρητές. Η αιτήτρια υπέβαλε γραπτή ένσταση κατά της βαθμολογίας της σύμφωνα με τον Καν.22 της Κ.Δ.Π. 223/76. Ο δικηγόρος της ισχυρίζεται πως υπήρξε παραβίαση του Καν.22(3) γιατί κατά την εξέταση της ένστασης της λήφθηκαν υπόψη οι παρατηρήσεις του κ. Ανδρέα Κοιλανιώτη, ο οποίος δεν συμμετείχε καθόλου στη σύνταξη της έκθεσης. Ο κ. Κοιλανιώτης είχε αντικαταστήσει τον Επιθεωρητή Χαράλαμπο Χρίστου ο οποίος είχε εν τω μεταξύ αφυπηρετήσει. Σύμφωνα με το δικηγόρο της αιτήτριας υπήρξε επιπρόσθετη παράβαση του Καν. 22(3) γιατί ο οικείος Γενικός Επιθεωρητής δεν αιτιολόγησε αποδοχή ή μη της ένστασης της αιτήτριας, όπως προνοεί ο εν λόγω Κανονισμός, αλλά απλά ανάφερε πως συμφωνούσε με την κρίση του κλιμακίου ότι η καθηγήτρια βαθμολογήθηκε ορθά, δηλαδή με 38 μονάδες.

Ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση σε σχέση με τα πιο πάνω ισχυρίστηκε πως η ένσταση που υπέβαλε η αιτήτρια κατά της βαθμολογίας της ήταν εκπρόθεσμη. Έγινε επίσης αναφορά στην υπόθεση Γιαννάκης Χαραλάμπους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 759, για να υποστηριχθεί η νομιμότητα της συμμετοχής του κ. Κοιλανιώτη στην εξέταση της ένστασης της αιτήτριας.

Ο Νικήτας Δ. εξετάζοντας ίδιους με τους πιο πάνω ισχυρισμούς στην υπόθεση Μαρία Μιχαηλίδου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (πιο πάνω), βρήκε σε σχέση με το εκπρόθεσμο της ένστασης της αιτήτριας, πως από τη στιγμή που η ένσταση της αιτήτριας, ανκαι εκτός χρόνου, εξετάστηκε κανονικά σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζει ο κανονισμός, δεν επιτρέπετο στη διοίκηση να εγείρει θέμα νομιμοποίησης της αιτήτριας να ψέξει τον τρόπο καταρτισμού της ειδικής έκθεσης, και παραλλήλισε την περίπτωση με εκείνη που η διοίκηση δίνει αιτιολογία οικειοθελώς χωρίς να έχει υποχρέωση από το νόμο και όπου η νομιμότητα τέτοιας αιτιολογίας ελέγχεται από το ακυρωτικό δικαστήριο.

Σε σχέση με τα επιχειρήματα της Δημοκρατίας ότι η συμμετοχή του κ. Κοιλανιώτη ήταν θεμιτή και σύμφωνη με την αρχή που υιοθέτησε η υπόθεση Γιαννάκης Χαραλάμπους (πιο πάνω), και ότι η απόφαση του Γενικού Επιθεωρητή ήταν η αιτιολογημένη, το Δικαστήριο είπε τα ακόλουθα:

"Πρέπει να έχουμε υπόψη ότι ο Καν. 18 συγκαταλέγει στα στοιχεία για τη σύνταξη των εκθέσεων από τους επιθεωρητές μεμονομένα ή σαν ομάδες και στοιχεία υποκειμενικής φύσεως δηλαδή την προσωπική αντίληψη και τις προσωπικές επαφές με το βαθμολογούμενο. Η σύμπραξη του νέου Επιθεωρητή, υπό τις συνθήκες που εκθέσαμε, δεν εξασφάλιζε τα ίδια εχέγγυα της προβλεπόμενης διαδικασίας στον τομέα των υποκειμενικών κριτηρίων που απαιτεί ο ίδιος ο κανονισμός. Επομένως σημειώθηκε παραβίαση ουσιώδους τύπου, που δεν διασώζεται από το επιχείρημα που προβλήθηκε.

Πάσχει όμως και η αιτιολογία της εισήγησης του Γενικού Επιθεωρητή. Είναι επιφανειακή. Δεν εκθέτει λόγους. Η λέξη "συμφωνώ", όταν ιδιαίτερα ό,τι προηγήθηκε δεν προσθέτει τίποτε καινούργιο στα υπάρχοντα στοιχεία, καταντά formule passe-part-out".

Υιοθετώ τις πιο πάνω προσεγγίσεις και κρίνω πως και στην υπό εξέταση υπόθεση η παραβίαση του Καν.22 καθιστά άκυρη τη διαδικασία προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών. Ενόψει της κατάληξης μου αυτής δεν θα ασχοληθώ με το λόγο ακυρότητας που προβλήθηκε στην απαντητική γραπτή αγόρευση της αιτήτριας, ότι δηλαδή ο κ. Κοιλανιώτης δεν ήταν Επιθεωρητής ούτε όταν συντάχθηκε η έκθεση της αιτήτριας (Ιούλιο-Αύγουστο 1991) ούτε όταν υπέβαλλε τις παρατηρήσεις του κατά την εξέταση της ένστασης της τον Σεπτέμβριο 1992, επειδή η προαγωγή του από 1.9.91 στη θέση Επιθεωρητή ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην Χριστόδουλος Αργυρού κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 412.

Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι λανθασμένα δόθηκαν στην αιτήτρια 3 μονάδες για τα προσόντα της, ο δικηγόρος της ισχυρίστηκε πως η αιτήτρια διαθέτει 3 μεταπτυχιακά διπλώματα και έχει τα περισσότερα ακαδημαϊκά προσόντα από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, πλην ενός. Δόθηκαν είπε στην αιτήτρια 3 πρόσθετες μονάδες από τη Συμβουλευτική ενώ ταυτόχρονα δόθηκαν 3 μονάδες και σε υποψηφίους που είχαν μόνο ένα μεταπτυχιακό όπως τα ενδιαφερόμενα μέρη Λαμπριανίδης και Κλεάνθους. Επίσης είπε, δόθηκαν 4 μονάδες στο ενδιαφερόμενο μέρος Σέπο που έχει μόνο 2 μεταπτυχιακά διπλώματα. Τα πιο πάνω συνιστούν κατά τον κ. Κωνσταντίνου άνιση μεταχείρηση της αιτήτριας.

Σε σχέση με τους Κλεάνθους και Λαμπριανίδη υποστηρίχθηκε επίσης πως όταν λαμβάνετο η επίδικη απόφαση δεν είχαν αποκτήσει ακόμα τα διπλώματα τους.

Επιπρόσθετα έγινε ισχυρισμός πως η ένσταση της αιτήτριας απορρίφθηκε χωρίς να διεξαχθεί οποιαδήποτε έρευνα αναφορικά με τα προσόντα της και παρά τα σχετικά έγγραφα που υπέβαλε η αιτήτρια αναφορικά με την αξιολόγηση του τίτλου DEA που κατέχει.

Σε σχέση με παρόμοιους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν και στις πιο πάνω αναφερθείσες προσφυγές της αιτήτριας, (αρ. 590/93 και 591/93), το Δικαστήριο βρήκε πως δεν δόθηκε καμιά αιτιολογία από τη Συμβουλευτική Επιτροπή για παραχώρηση τριών μονάδων στην αιτήτρια για τον τίτλο D.E.A, και ούτε η ΕΕΥ πρόσθεσε οτιδήποτε άλλο κατά την εξέταση της ένστασής της. Επίσης δεν ερευνήθηκε η σημασία των άλλων δυο μεταπτυχιακών τίτλων της αιτήτριας, παρά τις βεβαιώσεις αρμόδιας πηγής της Γαλλικής Πρεσβείας στη Λευκωσία αναφορικά με το επίπεδο των τίτλων της αιτήτριας.

Στις ίδιες διαπιστώσεις οδηγούμαι και στην παρούσα προσφυγή της αιτήτριας. Από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου δεν έχω διαπιστώσει τη διεξαγωγή της δέουσας υπό τις περιστάσεις έρευνας σε σχέση με την αξιολόγηση των προσόντων της αιτήτριας και ούτε η Συμβουλευτική Επιτροπή έχει δώσει οποιαδήποτε αιτιολογία για την παραχώρηση των 3 μονάδων για τα πρόσθετα προσόντα της. Η ΕΕΥ με τη σειρά της αρκέστηκε στη λακωνική παρατήρηση την οποία έχω παραθέσει πιο πάνω, ότι δε δικαιολογείται αύξηση των 3 μονάδων για πρόσθετα προσόντα που έχει παραχωρήσει στην αιτήτρια η Συμβουλευτική Επιτροπή.

Σε σχέση με τους ισχυρισμούς για μη κατοχή των πρόσθετων προσόντων από τα ενδιαφερόμενα μέρη Κλεάνθους και Λα-μπριανίδη κατά τον ουσιώδη χρόνο παρατηρώ ότι σύμφωνα με το άρθρο 35Β(2), ουσιώδης χρόνος κατοχής των προσόντων ήταν στην προκειμένη περίπτωση, ο χρόνος που λήφθηκε από την ΕΕΥ η πρόταση για την πλήρωση της, δηλαδή η 3.3.93. Στο φάκελο του ενδιαφερομένου μέρους Κλεάνθους αρ. Π.Μ.Π. 3565/2 ερ. 33-34 υπάρχει βεβαίωση του University of Durham ημερ. 1.3.93 ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είχε ικανοποιήσει τους εξεταστές αναφορικά με τη διατριβή του και ότι έγινε εισήγηση για απόδοση σ' αυτόν του τίτλου Μ.Α. η απονομή του οποίου προγραμματίστηκε για την 1.6.93. Με βάση τα πιο πάνω θεωρώ πως η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της ΕΕΥ, ότι το ενδιαφερόμενο μέρος Κλεάνθους κατείχε κατά τον ουσιώδη χρόνο μεταπτυχιακό δίπλωμα ήταν λογικά επιτρεπτή, εφόσον αυτός είχε συμπληρώσει όλα τα απαιτούμενα για την απόκτηση του και το μόνο που απέμενε ήταν η απονομή του. (Βλ. σχετικά την υπόθεση Κυριάκος Καππελίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 792) Τα ίδια ισχύουν αναφορικά με το ενδιαφερόμενο μέρος Λαμπριανίδη, ο οποίος είχε συμπληρώσει τις απαιτήσεις του τομέα εκπαίδευσης και πέρασε τις τελικές εξετάσεις για την απόκτηση του τίτλου Master.(has completed the course requirements and passed the final examinations for the degree of Master of Arts). Η απονομή του τίτλου στο ενδιαφερόμενο μέρος ήταν πλέον τυπικό θέμα.

Ανκαι σύμφωνα με όσα έχω εκθέσει πιο πάνω η επίδικη απόφαση οδηγείται σε ακύρωση, εντούτοις θα αναφερθώ και σε άλλους λόγους ακυρότητας που κατά την άποψη μου επίσης συνηγορούν υπέρ της ακύρωσης.

Σε σχέση με τον ισχυρισμό που αφορά την παράλειψη ανάρτησης νέου τροποποιημένου καταλόγου της Συμβουλευτικής Επιτροπής μετά τη συμπερίληψη σ' αυτόν του ενδιαφερομένου μέρους Καλογήρου, ο δικηγόρος της αιτήτριας είπε πως η κατάταξη του στην 7η θέση υποσκέλισε τους πλείστους υποψηφίους μεταξύ των οποίων και την αιτήτρια και τους στέρησε το δικαίωμα να υποβάλουν ένσταση με βάση το άρθρο 35Β(7) του Νόμου. Οι ενστάσεις που υποβλήθηκαν συνέχισε, αφορούσαν τον αρχικό κατάλογο και η αιτήτρια επηρεάστηκε εφόσον τελικά ο Καλογήρου επιλέγηκε για προαγωγή.

Τα άρθρα 35(Β)(6)(7) και (8) του Νόμου είναι σχετικά και προνοούν τα ακόλουθα:

"(6) Οι εκθέσεις μαζί με τους καταλόγους που καταρτίζονται σύμφωνα με τα εδάφια (3) και (4) αποστέλλονται στην Επιτροπή και αντίγραφά τους αναρτούνται στο Υπουργείο Παιδείας.

(7) Κάθε επηρεαζόμενος εκπαιδευτικός λειτουργός μπορεί να ζητήσει την αναθεώρηση του καταλόγου που τον αφορά με γραπτή ένστασή του η οποία υποβάλλεται στην Επιτροπή μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών από την ημέρα της ανάρτησης του καταλόγου.

(8) Η Επιτροπή, εξετάζει και αποφασίζει πάνω στις ενστάσεις το ταχύτερο δυνατόν και στη συνέχεια καταρτίζει τον τελικό κατάλογο των υποψηφίων."

Έχοντας υπόψη τις πιο πάνω νομοθετικές πρόνοιες θεωρώ πως η παράλειψη ανάρτησης του τροποποιημένου καταλόγου της Συμβουλευτικής Επιτροπής, στην οποία περιλαμβάνετο και ο υποψήφιος Καλογήρου, είναι ουσιώδης παράβαση που καθιστά άκυρη τη νομική διαδικασία. Στο ίδιο συμπέρασμα είχα αχθεί και στις υποθέσεις Κυριάκος Κατσονούρης κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά. (1992) 4 Α.Α.Δ. 2123 και Δρ Νικόλαος Βαλανίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά. (1992) 4 Α.Α.Δ. 3485. Στις εν λόγω υποθέσεις υπήρξε παράλειψη ανάρτισης τροποποιημένης έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής και προκαταρκτικού καταλόγου. Οι αιτητές δεν είχαν περιληφθεί στους καταλόγους, ούτε είχαν συστηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

Ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση υποστήριξε ότι η παρούσα περίπτωση διαφοροποιείται εφόσον εδώ η αιτήτρια σ' αντίθεση με τους αιτητές στις πιο πάνω υποθέσεις είχε συμπεριληφθεί στον προκαταρκτικό κατάλογο.

Επιπρόσθετα, ο κος Στυλιανίδης παρομοίασε την συμπερίληψη του Καλογήρου στον τελικό κατάλογο με τη περίπτωση ενός υποψηφίου που δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο που ετοιμάζει η Συμβουλευτική Επιτροπή, υποβάλλει ένσταση και ακολούθως συμπεριλαμβάνεται στον τελικό κατάλογο αφού γίνει δεκτή η ένσταση του από την ΕΕΥ. Και σ' εκείνη την περίπτωση συνέχισε, υποψήφιοι στερούνται του δικαιώματος να υποβάλουν γραπτή ένσταση για τη συμπερίληψη του ενιστάμενου στον τελικό κατάλογο και όμως είναι νόμιμο. Είπε επίσης πως η αιτήτρια δεν έχει επηρεαστεί από την προσθήκη του Καλογήρου στον τελικό κατάλογο και πως εν πάση περιπτώσει η ένσταση που υπέβαλε η αιτήτρια αφορούσε μόνο τα προσόντα της και την υπηρεσιακή της έκθεση, χωρίς να στρέφεται εναντίον οποιουδήποτε υποψηφίου. Ισχυρίστηκε επίσης πως η αιτήτρια στις αγορεύσεις της δεν επικαλείται οποιοδήποτε λόγο αναφορικά με την αξία, προσόντα και αρχαιότητα του Καλογήρου, τον οποίο θα μπορούσε να επικαλεστεί και στην ένσταση της και συνεπώς δεν έχει επηρεαστεί από τη συμπερίληψη του στον κατάλογο.

Η πιο πάνω επιχειρηματολογία δε διασώζει το κύρος της επίδικης πράξης. Η παρούσα περίπτωση δεν μπορεί κατά την άποψη μου να παραλληλιστεί με εκείνη υποψηφίου που συμπεριλαμβάνεται στον τελικό κατάλογο μετά από υποβολή ένστασης του προς την ΕΕΥ. Ο Καλογήρου δικαιωματικά έπρεπε να είχε συμπεριληφθεί από το αρχικό στάδιο στον κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής όπως οι υπόλοιποι υποψήφιοι και η συμπερίληψή του θα αποτελούσε, μπορεί να λεχθεί, μέρος του πραγματικού καθεστώτος που ήταν σε ισχύ κατά το χρόνο ετοιμασίας του προκαταρκτικού καταλόγου. Για το γεγονός αυτό είχε δικαίωμα να υποβάλει ένσταση οποιοσδήποτε επηρεαζόμενος υποψήφιος. Η μη συμπερίληψη του Καλογήρου στον αρχικό κατάλογο λόγω λάθους δεν παρουσιάζει την ορθή εικόνα των γεγονότων που επικρατούσε κατά τον χρόνο υποβολής των ενστάσεων. Εφόσον δε δόθηκε η δυνατότητα στους υποψηφίους να υποβάλουν ένσταση, το Δικαστήριο δεν μπορεί να γνωρίζει ή να προβεί σε δικές του υποθέσεις ως προς το ποια θα ήταν η αντίδραση της αιτήτριας ή οποιουδήποτε άλλου υποψηφίου αναφορικά με τη συμπερίληψη του Καλογήρου στον προκαταρκτικό κατάλογο.

Για τους πιο πάνω λόγους κρίνω πως και στην παρούσα υπόθεση η παράλειψη ανάρτησης του τροποποιημένου καταλόγου αποτελούσε ουσιώδη παράβαση και παραπέμπω στα όσα λέχθηκαν σχετικά στις αποφάσεις Κατσονούρης και Βαλανίδης (ανωτέρω). Επίσης δεν βλέπω οποιαδήποτε διαφοροποίηση από το γεγονός ότι στην παρούσα υπόθεση η αιτήτρια συμπεριλήφθηκε στον προκαταρκτικό κατάλογο.

Αναφορικά με το δεύτερο λόγο ακυρότητας που προβλήθηκε, είναι η θέση του δικηγόρου της αιτήτριας πως το άρθρο 2 του Ν. 251/91 που αντικατέστησε το άρθρο 36 του βασικού Νόμου, εισήξε νέο τύπο υπηρεσιακών εκθέσεων σ' αντίθεση με το καταργηθέν άρθρο που προνοούσε για ετοιμασία εκθέσεων περιοδικώς. Με το Ν.251/91 είπε ο κ. Κωνσταντίνου, καταργήθηκαν και οι σχετικές διατάξεις (Καν. 16 και μετέπειτα) της Κ.Δ.Π. 223/76, που πρόβλεπαν σύνταξη συνήθων και ειδικών εκθέσεων ανά τριετία ή διετία.

Ο Ν. 251/91 ήταν σε ισχύ από 30.12.91 ημερομηνία δημοσίευσης του στην Επίσημη Εφημερίδα, μέχρι τις 6.11.92 όταν δημοσιεύθηκε ο Ν.81(1)/92, ο οποίος (βλ. άρθρο 2) ανέστειλε την εφαρμογή του άρθρου 36 του βασικού Νόμου μέχρι 31.12.93.

Ενόψει των πιο πάνω είπε ο κ. Κωνσταντίνου κατά την περίοδο 30.12.91 - 6.11.92 δεν επιτρέπετο η σύνταξη συνήθους ή ειδικής έκθεσης με βάση τις πρόνοιες της Κ.Δ.Π. 223/76, και όσες τέτοιες εκθέσεις υπήρχαν στους φακέλους των υποψηφίων έπρεπε να αγνοηθούν.

Στη συνέχεια παρέπεμψε σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ενδιαφερομένων μερών για τα οποία συντάχθηκαν τέτοιες εκθέσεις κατά την περίοδο που ίσχυσε ο Ν.251/91. Αν αγνοούντο είπε, θα ανατρέπετο η σειρά στον τελικό κατάλογο υπέρ της αιτήτριας, με αποτέλεσμα αυτή να προηγείται σε μονάδες.

Ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση αντικρούοντας τα πιο πάνω είπε πως η μόνη λέξη που τροποποιεί ο Ν.251/91 στο άρθρο 36(1) είναι η αντικατάσταση της λέξης "περιοδικώς" με τη λέξη "ετήσιες" και ότι δεν άλλαξε ούτε ο τρόπος, ούτε ο χρόνος υποβολής των υπηρεσιακών εκθέσεων. Κατά συνέπεια οι εκθέσεις που συντάχθηκαν μεταξύ 30.12.91 - 6.11.92 είναι έγκυρες και νόμιμες. Για υποστήριξη των θέσεων του παρέπεμψε στις υποθέσεις Πάνος Χατζηχαμπής ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1947 και Αλίκης Λιμνάτου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4057, όπου αφορούσαν προγενέστερη τροποποίηση του άρθρου 36 από το Ν.53/79.

Ο κ. Στυλιανίδης διαζευκτικά με τα πιο πάνω, ισχυρίστηκε πως στις 3.3.93 που λήφθηκε η πρόταση για πλήρωση της θέσης και στις 3.5.93 που η ΕΕΥ έλαβε την επίδικη απόφαση, δεν ίσχυε ο Ν.251/91, αφού είχε ανασταλεί από το Ν.81(1)/92.

Έχοντας υπόψη το περιεχόμενο του άρθρου 36 πριν τη τροποποίηση του όπως επίσης και το περιεχόμενο του άρθρου 2 του Ν.251/91, το οποίο αντικατέστησε για την περίοδο 31.12.91 -6.11.92 το άρθρο 36, έχω την άποψη πως η τροποποίηση που επέφερε ο Ν.251/91 στο άρθρο 36 του Νόμου δεν ήταν απλώς η αντικατάσταση της λέξης "περιοδικώς" από τη λέξη "ετήσιες" και ο παραλληλισμός με την αλλαγή που επέφερε στο ίδιο άρθρο ο Ν.53/79 δε βοηθά.

Με τη θέσπιση του Ν.251/91 η πρόθεση του Νομοθέτη ήταν να αλλάξει ο μέχρι τότε τρόπος αξιολόγησης των εκπαιδευτικών λειτουργών που επρονοείτο στην Κ.Δ.Π. 223/76. Κατά το διάστημα που ίσχυσε ο Ν.251/91 δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν οι πρόνοιες της Κ.Δ.Π. 223/76, οι οποίες είχαν υπόβαθρο προγενέστερες πρόνοιες του Νόμου. Ο Ν. 81(1)/92 που ανέστειλε την εφαρμογή του Ν.251/91 δεν είχε αναδρομική ισχύ. Η αναστολή ίσχυε για την περίοδο μετά τις 6.11.92 ημερ. δημοσίευσης του στην Επίσημη Εφημερίδα. Η ισχύς του Ν.251/91 κατά το διάστημα 31.12.91 -6.11.92 έμεινε ανέπαφη και κατά συνέπεια κατά την περίοδο εκείνη δεν θα μπορούσαν να είχαν αξιολογηθεί εκπαιδευτικοί λειτουργοί με βάση τις πρόνοιες της Κ.Δ.Π. 223/76.

Το γεγονός ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε το Μάϊο 1993, χρόνο κατά τον οποίο είχε ήδη ανασταλεί η εφαρμογή του Ν.251/91 είναι άσχετο γιατί κατά το χρόνο σύνταξης των εκθέσεων βρισκόταν σε ισχύ ο Ν.251/91.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ της αιτήτριας.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο