ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1992) 4 ΑΑΔ 3485
30 Σεπτεμβρίου, 1992
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΔΡ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΑΛΑΝΙΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 203/91).
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Σύσταση Συμβουλευτικής Επιτροπής — Ο περί Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμος του 1969 (Νόμος 10/69), όπως τροποποιήθηκε — Άρθρο 35Β (3) και (6) — Απαιτείται όπως μαζί με τον κατάλογο των υποψηφίων που συστήνονται από την Συμβουλευτική Επιτροπή αναρτάται και η σχετική έκθεση — Ουσιώδης η παράλειψη ανάρτησης της έκθεσης — Καθιστά άκυρη την προπαρασκευαστική αυτή πράξη.
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Έννομο συμφέρον — Ο αιτητής, που δεν περιλήφθηκε στον κατάλογο των υποψηφίων που συστήνονταν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, είχε έννομο συμφέρον προσβολής της απόφασης μη διορισμού του, έστω κι αν η ένστασή του επ' αυτού απορρίφθηκε, εφόσον αν συμπεριλαμβάνετο στον κατάλογο θα συμμετείχε στις συνεντεύξεις.
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Σύσταση Συμβουλευτικής Επιτροπής — Χρόνος σύστασης — Όταν υποβάλλεται η πρόταση της Ε. Ε. Υ — Ουσιώδη παράβαση του νόμου συνιστά η σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής μετά την υποβολή των αιτήσεων των υποψηφίων — Καταστρατήγηση του σκοπού του Νόμου που είναι η διασφάλιση της αμεροληψίας.
Ο αιτητής, ο οποίος ήταν υποψήφιος για τη θέση Προϊσταμένου Τομέα Εκπαιδευτικής Τεκμηρίωσης, προσέβαλε την προαγωγή και/ή διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους στην επίδικη θέση.
Η επίδικη απόφαση προσβλήθηκε κυρίως για δύο λόγους:
α) Παράνομη παράλειψη της Διοίκησης να αναρτήσει την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής με τον κατάλογο των υποψηφίων που συστήνει και τους λόγους για τη σύσταση ή μη σύσταση τους όπως προνοούν οι παράγραφοι (3) και (6) του Άρθρου 35Β του σχετικού Νόμου. Σύμφωνα με την εισήγηση του αιτητή η παράλειψη ήταν ουσιώδης αναφορικά με προπαρασκευαστική πράξη, της οποίας η ακυρότητα συμπαρασύρει και την τελική απόφαση προαγωγής.
β) Η Συμβουλευτική Επιτροπή κατά παράβαση του Νόμου δεν συνεστήθη κατά το χρόνο που υποβλήθηκε η πρόταση της Ε.Ε.Υ για πλήρωση της κενής θέσης, αλλά μετά και την τελευταία ημερομηνία για υποβολή αιτήσεων.
Από μέρους των καθ' ων η αίτηση προβλήθηκε προδικαστική ένσταση ότι ο αιτητής δεν είχε έννομο συμφέρον προσβολής της επίδικης απόφασης, γιατί είχε υποβάλλει ένσταση για την μη σύστασή του η οποία όμως απορρίφθηκε με αποτέλεσμα τη μη συμπερίληψη του στον κατάλογο.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Αν ο αιτητής συμπεριλαμβάνετο στον κατάλογο, οπότε θα του εδίδετο και η ευκαιρία να κληθεί και εκείνος σε συνέντευξη, σίγουρα θα είχε και εκείνος δυνατότητα επιτυχίας και προαγωγής, αφού μεταξύ τους τότε οι διάφοροι υποψήφιοι θα ήταν περίπου ισοδύναμοι, υπερτερώντας σε ορισμένους τομείς και υστερώντας σε άλλους και θα ελαμβάνετο και υπόψη για όλους το αποτέλεσμα της συνέντευξης. Ως εκ τούτου, καταλήγω στο συμπέρασμα πως η μη συμπερίληψη του αιτητή στον κατάλογο υποψηφίων δυνατό να επηρέασε αυτόν δυσμενώς και απορρίπτω τον ισχυρισμό για τη μη ύπαρξη έννομου συμφέροντος.
2. Είναι καθαρό από τις πρόνοιες του Άρθρου 35Β, η υποχρέωση που υπάρχει είναι όχι μόνο για ανάρτηση του καταλόγου αλλά και της ίδιας της έκθεσης με τους λόγους συμπερίληψης ή μη στον κατάλογο του κάθε υποψηφίου και προφανώς ο λόγος είναι, μεταξύ άλλων, η πλήρης ενημέρωση των υποψηφίων για να μπορούν να υποβάλλουν ανάλογα την ένσταση τους, δηλαδή με αναφορά στους λόγους μη συμπερίληψής τους. Αφού προφανώς οι προαγωγές εξαρτώνται από σύγκριση των υποψηφίων, έτσι τόσο οι λόγοι μη σύστασης όσο και οι λόγοι σύστασης είναι ουσιώδεις και επηρεάζουν άμεσα τις θέσεις και τα δικαιώματα όλων των υποψηφίων. Επιπρόσθετα, η δημοσιοποίηση της Έκθεσης, είναι και εχέγγυο αποτροπής αυθαίρετης συμπερίληψης ή αποκλεισμού υποψηφίων. Ως αποτέλεσμα βρίσκω πως η παράλειψη ανάρτησης της έκθεσης αποτελεί ουσιώδη παράβαση, που καθιστά άκυρη τη νομική διαδικασία.
3. Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό του αιτητή όσον αφορά τον χρόνο σύστασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής:
Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Secretary of State for Trade and Industry v. Langridge (C.A.) 12.2.91, Administrative Law Reports 1992, σε σχέση με παράβαση νομοθετικής πρόνοιας, στην οποία αναφέρθηκε και η ευπαίδευτος συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, "The whole scope and purpose of the enactment must be considered, and one must assess the importance of the provision that has been disregarded, and the relation of that provision to the general object intended to be secured by the Act. In assessing the importance of the provision, particular regard may be had to its significance as a protection of individual rights..."
Έχοντας εξετάσει τα επιχειρήματα των δύο πλευρών επί του προκειμένου, αποδέχομαι την άποψη του Αιτητή και ευρίσκω ότι η παράβαση αποτελεί ουσιώδη παράβαση νόμου.
4. Όταν κάποια προπαρασκευαστική πράξη πάσχει, τότε συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την τελική.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Secretary of State for Trade and Industry v. Langridge (C.A.) 12/2/91 Administrative Law Reports 1992·
Ioannou v. E.A. C. (1981) 3 C.L.R. 280·
Agrotis v. E.A.C. (1981) 3 C.L.R. 503·
Michaelides and Others v. Republic (1979) 3 C.L.R. 56.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία ο αιτητής ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση να προάξουν και/ή διορισθούν αναδρομικά από την 15.12.90 το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Προϊσταμένου Τομέα Εκπαιδευτικής Τεκμηρίωσης, είναι άκυρη και στερείται εννόμου αποτελέσματος.
Α. Ταλιαδώρος για Κ. Χρυσοστομίδη, για το αιτητή.
Ρ. Παπαέτη (δ/νις) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Με την προσφυγή του ο αιτητής ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας αρ. 2570, ημερ. 11.1.91, Γνωστοποίηση αρ. 51, με την οποία στην μόνιμη (Τακτικός Προϋπολογισμός) θέση Προϊσταμένου Τομέα Εκπαιδευτικής Τεκμηρίωσης προήχθη και/ή διωρίσθη αναδρομικά από την 15.12.90 ο Χαράλαμπος Χ" Θεοδοσίου αντί ο αιτητής, είναι άκυρη και στερείται οποιουδήποτε αποτελέσματος.
Ως λόγους προσβολής της προαγωγής προβάλλει την αντίθεση της πράξης με τους Νόμους και ιδιαίτερα τις διατάξεις του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969 (Νομος 10/69), όπως έχει τροποποιηθεί, στην αυθαίρετη και/ή καθ' υπέρβαση και/ή κατά παράβαση των αρχών χρηστής διοίκησης ενέργεια των καθ' ων η αίτηση, την ύπαρξη πλάνης για τα γεγονότα και το Νόμο, τη μη ύπαρξη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και την αποτυχία επιλογής του καλύτερου και καταλληλότερου υποψηφίου για τη θέση.
Η προκήρυξη της θέσης έγινε με σχετική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 21.9.90. Στις 3.10.90 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για προαγωγή/ διορισμό στη θέση, αλλά τελικά δεν συμπεριελήφθη στον κατάλογο των υποψηφίων που σύστησε η Συμβουλευτική Επιτροπή. Με επιστολή του ίδιου και των δικηγόρων του (ημερ. 8.11.90, 12.11.90 και 24.11.90) ο αιτητής υπέβαλε ένσταση στην Ε.Ε.Υ. και ζήτησε αναθεώρηση του καταλόγου που ετοίμασε η Συμβουλευτική Επιτροπή. Η ένστασή του απορρίφθηκε. Με πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, που ανέφερα πιο πάνω, προήχθηκε και διορίστηκε αναδρομικά από τις 15/12/90 το ενδιαφερόμενο μέρος, Χαράλαμπος Χ" Θεοδοσίου.
Ένας από τους κύριους λόγους που προσβάλλεται η απόφαση είναι η κατ' ισχυρισμό παράνομη παράλειψη της Διοίκησης να αναρτήσει την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής με τον κατάλογο των υποψηφίων που συστήνει και τους λόγους για τη σύσταση ή μη σύστασή τους, όπως προνοούν οι παράγραφοι (3) και (6) του άρθρου 35Β του σχετικού Νόμου. Είναι η θέση του αιτητή ότι η παράλειψη αυτή αποτελεί ουσιώδη διαδικαστική παράλειψη που καθιστά την διαδικασία άκυρη και ως προπαρασκευαστική πράξη συμπαρασύρει κατά συνέπεια και την τελική απόφαση προαγωγής.
Από την πλευρά της η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση ισχυρίζεται ότι η υποχρέωση είναι μόνο για ανάρτηση των καταλόγων και όχι της ίδιας της έκθεσης, αλλά προχωρεί και υποβάλλει επίσης το επιχείρημα ότι αφού δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή να υποβάλει την ένστασή του, η οποία απορρίφθηκε και κατέληξε στη μη συμπερίληψή του στον κατάλογο, η τελική απόφαση της Ε.Ε.Υ. δεν τον επηρέαζε και γι' αυτό δεν είχε έννομο συμφέρον για να προσβάλει την τελική πράξη.
Έχοντας εξετάσει τα επιχειρήματα των δύο πλευρών, βρίσκω πως, αν ο αιτητής συμπεριλαμβένετο στον κατάλογο, οπότε θα του εδίδετο και η ευκαιρία να κληθεί και εκείνος σε συνέντευξη, σίγουρα θα είχε και εκείνος δυνατότητα επιτυχίας και προαγωγής, αφού μεταξύ τους τότε οι διάφοροι υποψήφιοι θα ήταν περίπου ισοδύναμοι, υπερτερώντας σε ορισμένους τομείς και υστερώντας σε άλλους και θα ελαμβάνετο και υπόψη για όλους το αποτέλεσμα της συνέντευξης. Ως εκ τούτου, καταλήγω στο συμπέρασμα πως η μη συμπερίληψη του αιτητή στον κατάλογο υποψηφίων δυνατό να επηρέασε αυτόν δυσμενώς και απορρίπτω τον ισχυρισμό για τη μη ύπαρξη έννομου συμφέροντος.
Τώρα θα πρέπει να εξετάσω τις συνέπειες της παράλειψης ανάρτησης της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Αν η παράλειψη αποτελεί ουσιώδη παράβαση των προνοιών του νόμου, τότε η διαδικασία αποκλεισμού του αιτητή ήταν παράνομη. Είναι καθαρό από τις πρόνοιες του άρθρου 35Β, ότι η υποχρέωση που υπάρχει είναι όχι μόνο για ανάρτηση του καταλόγου αλλά και της ίδιας της έκθεσης με τους λόγους συμπερίληψης ή μη στον κατάλογο του κάθε υποψηφίου και προφανώς ο λόγος είναι, μεταξύ άλλων, η πλήρης ενημέρωση των υποψηφίων για να μπορούν να υποβάλλουν ανάλογα την ένστασή τους, δηλαδή με αναφορά στους λόγους μη συμπερίληψής τους. Αφού προφανώς οι προαγωγές εξαρτώνται από σύγκριση των υποψηφίων, έτσι τόσον οι λόγοι μη σύστασης όσον και οι λόγοι σύστασης είναι ουσιώδεις και επηρεάζουν άμεσα τις θέσεις και τα δικαιώματα όλων των υποψηφίων. Επιπρόσθετα, η δημοσιοποίηση της Έκθεσης, είναι και εχέγγυο αποτροπής αυθαίρετης συμπερίληψης ή αποκλεισμού υποψηφίων. Ως αποτέλεσμα βρίσκω πως η παράλειψη ανάρτησης της έκθεσης αποτελεί ουσιώδη παράβαση που καθιστά άκυρη τη νομική διαδικασία.
Το άλλο παράπονο του αιτητή για τη διαδικασία είναι ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν συνεστήθη κατά το χρόνο που απαιτεί ο νόμος, δηλαδή το χρόνο που υποβλήθηκε η πρόταση στην Ε.Ε.Υ. για πλήρωση της κενής θέσης, αλλά αυτή συνεστήθη μετά την τελευταία ημερομηνία για υποβολή αιτήσεων. Σκοπός του νομοθέτη ήταν, όπως υπεβλήθη στο Δικαστήριο, η σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής πριν να γίνουν γνωστά τα ονόματα των υποψηφίων για να διασφαλίζεται η αμεροληψία ή να αποφεύγεται έστω η υποψία μεροληψίας. Γι' αυτό το λόγο, υπέβαλε ο αιτητής, η διαδικασία σύστασης της Επιτροπής ήταν παράνομη και άκυρη. Από πλευράς των καθ' ων η αίτηση, υπεβλήθη ότι η σχετική πρόνοια είναι απλώς ενδεικτική και δεν συνεπάγεται ακυρότητα.
Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Secretary of State for Trade and Industry v. Langridge (C.A.) 12.2.91, Administrative Law Reports 1992, σε σχέση με παράβαση νομοθετικής πρόνοιας, στην οποία αναφέρθηκε και η ευπαίδευτος συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, "The whole scope and purpose of the enactment must be considered, and one must assess the importance of the provision that has been disregarded, and the relation of that provision to the general object intended to be secured by the Act. In assessing the importance of the provision, particular regard may be had to its significance as a protection of individual rights...".
Έχοντας εξετάσει τα επιχειρήματα των δύο πλευρών επί του προκειμένου, αποδέχομαι την άποψη του Αιτητή και ευρίσκω ότι η παράβαση αποτελεί ουσιώδη παράβαση νόμου.
Είναι καθιερωμένη αρχή πως όταν κάποια προπαρασκευαστική πράξη πάσχει, τότε συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την τελική. Στην υπόθεση Ioannou ν. E.A.C. (1981) 3 C.L.R. 280 στη σελ. 299 λέχθηκαν μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
"... independent intermediate parts of the wider composite administrative action ... being a legal prerequisite to (the) final act, their invalidity, if any, renders all acts which follow, including the final concluded act, null and void, as the invalidity of part of a composite administrative action leads to the invalidity of the final act, because the component acts of the action in their nature are not separate and independent of each other (see Papaleontiou v. the Republic, through the Public Service Commission (1970) 3 C.L.R, p. 54 at p. 62)."
(Δέστε επίσης Agrotis v. E.A.C. (1981) 3 C.L.R. 503 σελ. 513 και Michaeloudes and Others v. Republic (1979) 3 C.L.R. 56 p. 71- 72).
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.