ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:C90
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 47/2013)
(Υπ. Αρ. 1493/08)
18 Μαρτίου, 2019
[Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ,
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
1. ΧΧΧΧ ΕΥΘΥΜΙΟΥ
2. ΧΧΧΧ ΦΑΡΚΩΝΑ (ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΧΧΧ ΦΑΡΚΩΝΗ)
3. Τ.K.P. CERAMICS & BAGNO DESIGNS LTD
Εφεσείουσες
ΚΑΙ
KYΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Εφεσίβλητοι
---------
Θ. Κουσπή (κα), για εφεσείοντες.
Ζ. Κυριακίδου (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για εφεσίβλητους.
---------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τη Δ. Μιχαηλίδου, Δ.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: To 2005, οι εφεσείουσες υπέβαλαν αίτηση στην αρμόδια Πολεοδομική Αρχή για την χορήγηση πολεοδομικής άδειας, για την ανέγερση κατοικίας σε τεμάχιο τους στο Παραλίμνι, αίτηση η οποία απορρίφθηκε στις 27.3.2006 για δύο λόγους:
«(500) Το τεμάχιο στο οποίο προτείνεται η ανάπτυξη δεν διαθέτει ικανοποιητική προσπέλαση (το δικαίωμα διάβασης καταλήγει σε εγγεγραμμένο δημόσιο δρόμο πολύ περιορισμένου πλάτους το οποίο δεν ξεπερνά τα 2,00 μέτρα), κατά παράβαση των προνοιών της παραγράφου 1(γ) της Πολιτικής 3(Α) της Δήλωσης Πολιτικής.
(501) Η ανάπτυξη όπως προτείνεται αφορά δύο οικιστικές μονάδες, κατά παράβαση των προνοιών της παραγράφου 1(α)(i) της Πολιτικής 9(Γ)(β) της Δήλωσης Πολιτικής.»
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής, υποβλήθηκε στις 9.5.2006 ιεραρχική προσφυγή. Οι εφεσείουσες επικαλέστηκαν ότι οι εφεσίβλητοι-καθ΄ ων η αίτηση, δεν έλαβαν υπόψη ουσιώδη παράγοντα κατά παράβαση της Υπουργικής Εντολής (η Εντολή)[1] ότι ο δρόμος που εφάπτεται του δικαιώματος διάβασης του τεμαχίου τους είναι πέραν των 4 μέτρων και χρησιμοποιείται απρόσκοπτα και άνετα από οχήματα εδώ και πολλά χρόνια.
Η ιεραρχική προσφυγή απερρίφθη από την Υπουργική Επιτροπή,[2] η οποία έκρινε την απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής ως ορθή και σύμφωνη με την πολεοδομική νομοθεσία και τις πρόνοιες της ισχύουσας Δήλωσης Πολιτικής.
Η προσφυγή που καταχώρισαν οι εφεσείουσες, αντικείμενο της παρούσας έφεσης, απερρίφθη από το Δικαστήριο το οποίο επικύρωσε την απορριπτική απόφαση.
Η πρωτόδικη απόφαση πλήττεται με εννέα λόγους έφεσης, ως εσφαλμένη. Παρά την ευρύτητα τους και την ξεχωριστή, εκτεταμένη διατύπωση τους, στην ουσία είναι αλληλένδετοι.
Οι αιτιάσεις των εφεσειουσών, λόγοι έφεσης 1, 2, 3 και 4, πλήττουν την ορθότητα της κατωτέρω κατάληξης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο επικύρωσε ως ορθή την ερμηνεία του όρου «ικανοποιητική προσπέλαση», που δόθηκε από τους εφεσίβλητους και ότι εσφαλμένα δεν εφαρμόστηκαν στην περίπτωση τους οι πρόνοιες των παραγρ. 2.5 και 2.6 της Εντολής, όπως απαιτείτο (3ος και 4ος λόγος έφεσης):
«Το πολεοδομικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο στην περιοχή καθορίζεται στη Δήλωση Πολιτικής. Το Κεφάλαιο 3 της Δήλωσης Πολιτικής διαλαμβάνει «Γενικές Πρόνοιες Πολιτικής» που θα εφαρμόζονται σε όλες τις περιπτώσεις ανάπτυξης σε συσχετισμό με τις Ειδικές Πρόνοιες Πολιτικής που διαλαμβάνει η Δήλωση Πολιτικής.
Στην παράγραφο 3Α(1)(γ) αναφέρεται ότι ανάπτυξη θα επιτρέπεται εφόσον το ακίνητο διαθέτει «κατάλληλη, ικανοποιητική, άνετη και ασφαλή δημόσια (όπου απαιτείται) προσπέλαση». Με υποσημείωση διευκρινίζεται ότι ο όρος «ικανοποιητική προσπέλαση» ερμηνεύεται με βάση σχετική Εντολή του Υπουργού Εσωτερικών που του παρέχεται δυνάμει του άρθρου 6 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, Ν. 90/72, όπως έχει τροποποιηθεί.
Στην παρούσα υπόθεση το εγγεγραμμένο δικαίωμα διάβασης προς όφελος του τεμαχίου των αιτητών, καταλήγει σε εγγεγραμμένο δημόσιο δρόμο πολύ περιορισμένου πλάτους. Συγκεκριμένα, το πλάτος του δημόσιου δρόμου δεν ξεπερνά τα 2.00 μέτρα. Σύμφωνα με την παράγραφο 2.5 της Υπουργικής Εντολής, η αναγνώριση ενός δικαιώματος διάβασης ως ικανοποιητικής προσπέλασης πρέπει να καταλήγει σε «αποδεκτή μορφή προσπέλασης» ανάλογα με τη σκοπούμενη ανάπτυξη. Στην ίδια πρόνοια τονίζεται ότι «σε περίπτωση που το δικαίωμα διόδου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί απρόσκοπτα και άνετα από οχήματα, δυνατό να μην θεωρείται ως ικανοποιητική προσπέλαση για σκοπούς χορήγησης πολεοδομικής άδειας ανάλογα με τα δεδομένα της περίπτωσης». Στην προκείμενη περίπτωση, η Πολεοδομική Αρχή (όπως καταγράφει και στη σχετική έκθεσή της ημερομηνίας 9/10/2006), αφού διαπίστωσε ότι ο δημόσιος δρόμος που αποτελεί την τελική κατάληξη του δικαιώματος διάβασης των αιτητών έχει πλάτος 2.00 μέτρα περίπου, που είναι μικρότερο ακόμα και από το πλάτος του ίδιου του δικαιώματος διάβασης του τεμαχίου (4.00 μέτρα) καθώς και του ελάχιστου καθοριζόμενου από τους περί Οδών και Οικοδομών Κανονισμούς, πλάτους δικαιώματος διάβασης για να επιτραπεί ανάπτυξη (3.66 μέτρα) έκρινε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του όρου «ικανοποιητική προσπέλαση» όπως καθορίζεται στην Υπουργική Εντολή 1/94 και ότι η προσπέλαση στο ακίνητο δεν ήταν ικανοποιητική.»
Οι εφεσείουσες υποβάλλουν, ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως ό,τι αμφισβήτησαν ήταν την ερμηνεία που δόθηκε στον όρο «ικανοποιητική προσπέλαση» της Δήλωσης Πολιτικής μέσα από την Υπουργική Εντολή με αρ. 1/94. Αυτό που αμφισβήτησαν ήταν την παράλειψη των εφεσιβλήτων να ερμηνεύσουν τον όρο «ικανοποιητική προσπέλαση» και να τον υπαγάγουν στα πραγματικά δεδομένα της παρούσας υπόθεσης.
Είναι σαφές, ότι ο νομοθέτης, με ρητή υποσημείωση στη Δήλωση Πολιτικής ανέθεσε στον αρμόδιο Υπουργό την εξουσία να αποδώσει συγκεκριμένο περιεχόμενο στον όρο «ικανοποιητική προσπέλαση», εξουσία που αυτός ενάσκησε με την έκδοση και δημοσίευση της Εντολής αρ. 1/94, η οποία και εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 6 του Νόμου και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του νομοθετικού πλαισίου που διέπει την παρούσα υπόθεση. Συνεπώς η Πολεοδομική Αρχή είχε την υποχρέωση να εξετάσει το θέμα της προσπέλασης του ακινήτου με αναφορά στο περιεχόμενο της Εντολής, όπως και έπραξε.
Όπως ορθά αναφέρεται και στην πρωτόδικη απόφαση, στην §3 Α(1)(γ) της Δήλωσης Πολιτικής, ανάπτυξη επιτρέπεται εφόσον το ακίνητο διαθέτει κατάλληλη, ικανοποιητική, άνετη και ασφαλή δημόσια προσπέλαση.
Στην παρούσα υπόθεση, το εγγεγραμμένο δικαίωμα διάβασης προς όφελος του τεμαχίου των εφεσειουσών, καταλήγει σε εγγεγραμμένο δημόσιο δρόμο πολύ περιορισμένου πλάτους, δεν ξεπερνά τα 2 μέτρα. Σύμφωνα με την παράγρ. 2.5 της Εντολής, η αναγνώριση ενός δικαιώματος διάβασης ως ικανοποιητικής προσπέλασης πρέπει να καταλήγει σε «αποδεκτή μορφή προσπέλασης» ανάλογα με την σκοπούμενη ανάπτυξη. Όπως τονίζεται στην ίδια πρόνοια, «σε περίπτωση που το δικαίωμα διόδου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί απρόσκοπτα και άνετα από οχήματα, δυνατόν να μη θεωρείται ως ικανοποιητική προσπέλαση για σκοπούς χορήγησης πολεοδομικής άδειας ανάλογα με τα δεδομένα της περίπτωσης»:
«(στ) Έστω και εάν επιτόπου είναι δυνατή η προσπέλαση στο τεμάχιο, αφού ο Δήμος έχει διευρύνει τον υπό αναφορά δρόμο στον οποίο καταλήγει το δικαίωμα διάβασης, αυτή δεν έχει νομική υπόσταση, αφού όπως αναφέρεται και πιο πάνω, η διεύρυνση του δρόμου έγινε χωρίς την εξασφάλιση της απαιτούμενης πολεοδομικής άδειας αλλά ούτε και της επηρεαζόμενης γης. Πέραν του ότι δεν ικανοποιούνται οι πρόνοιες της παραγράφου 1(γ) της Πολιτικής 3(Α) της Δήλωσης Πολιτικής και της σχετικής Εντολής 1/1994 του Υπουργού Εσωτερικών, πιστεύω ότι ενέχονται και πολλοί κίνδυνοι και δημιουργείται κακό προηγούμενο εάν όπου χαραχθεί ή διαπλατυνθεί κάποιος δρόμος (από τον οποίο να είναι δυνατή η προσπέλαση σε ορισμένα τεμάχια) έστω και αν αυτός δεν έχει χαραχθεί/εξασφαλιστεί σύμφωνα με τις απαιτούμενες από τον νόμο διαδικασίες, αυτός να θεωρείται ως "ικανοποιητική προσπέλαση".»[3]
H Πολεοδομική Αρχή, διαπιστώνοντας όλα τα ενώπιον της στοιχεία έκρινε ότι δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις του όρου «ικανοποιητική προσπέλαση» όπως καθορίζεται στην Υπουργική Εντολή 1/94 και ότι η προσπέλαση στο ακίνητο δεν ήταν ικανοποιητική.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι εφεσίβλητοι είχαν την υποχρέωση να εξετάσουν το θέμα της προσπέλασης του ακινήτου, όπως και έπραξαν, με βάση και την επιτόπου πραγματική κατάσταση και διαπίστωσαν ότι το επίδικο τεμάχιο δεν διαθέτει «ικανοποιητική προσπέλαση», κατά παράβαση των προνοιών της ισχύουσας νομοθεσίας.
Ορθά παρατηρεί το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε τις αιτιάσεις και τους ισχυρισμούς των εφεσειουσών ότι η χορήγηση πολεοδομικής άδειας κρίνεται κάθε φορά με βάση τα δικά της υφιστάμενα δεδομένα και ότι στην προκειμένη περίπτωση, τα δεδομένα ήταν τέτοια, που δεν επέτρεπαν την χορήγηση της αιτούμενης άδειας. Ο ισχυρισμός των εφεσειόντων, ότι οι εφεσίβλητοι έλαβαν την επίδικη απόφαση με μόνη αναφορά τα στοιχεία που αναγράφονται στα κτηματολογικά σχέδια δεν ευσταθεί. Από τα στοιχεία του φακέλου και από την έκθεση της Πολεοδομικής Αρχής το αντίθετο προκύπτει. Η όποια συζήτηση για μη εγγραφή του δρόμου στον οποίο καταλήγει το δικαίωμα διάβασης ως δημόσιου προς όφελος του τεμαχίου τους και ποιου η ευθύνη ή αρμοδιότητα να κινηθεί προς εγγραφή του, θεωρούμε ότι δεν έχει θέση στην παρούσα διαδικασία. H ερμηνεία του όρου «ικανοποιητική προσπέλαση» που δίδεται στην Εντολή του Υπουργού είναι θεωρούμε ενδεικτική και γίνεται υπό μορφή κατευθυντήριων γραμμών. Η επιτόπου κατάσταση ήταν διαμορφωμένη κατά τέτοιο τρόπο, ώστε οι εφεσίβλητοι, ως αρμόδια Αρχή, ευλόγως μπορούσαν να καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση: επρόκειτο για μη εγγεγραμμένο δημόσιο δρόμο που δεν ικανοποιούσε τις πρόνοιες της παραγρ. 1(γ) της Πολιτικής 3Α της Δήλωσης Πολιτικής και της σχετικής Υπουργικής Εντολής αρ. 1/94, ώστε να θεωρηθεί «ικανοποιητική προσπέλαση».
Οι λοιποί λόγοι έφεσης προσβάλλουν την ορθότητα της κρίσης του Δικαστηρίου για πλάνη, έλλειψη δέουσας έρευνας (5ος και 6ος λόγος έφεσης), παρείσφρηση εξωγενών κριτηρίων, εκτός των προβλεπόμενων από το Νόμο, τη Δήλωση Πολιτικής ή τις εντολές του Υπουργού Εσωτερικών (8ος και 9ος λόγος έφεσης) και άνισης μεταχείρισης (7ος λόγος έφεσης).
Οι ισχυρισμοί για πλάνη, έλλειψη δέουσας έρευνας και παρείσφρηση εξωγενών στοιχείων δεν ευσταθούν.
Όπως προαναφέρθηκε το Υπουργείο Εσωτερικών στο «Σημείωμα» του προς την Υπουργική Επιτροπή, αφού εξασφάλισε τις απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής (ανωτέρω) και του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, οι οποίοι εισηγήθηκαν απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής των εφεσειουσών, εισηγήθηκε με τη σειρά του στην Υπουργική Επιτροπή την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής. Στο σημείωμα, αναφέρονται αναλυτικά όλα τα επιμέρους στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη για απόρριψη της. Εν κατακλείδι, αυτό που προσμέτρησε, ώστε να οδηγηθούν οι εφεσίβλητοι στην απόρριψη, ήταν ότι δεν τηρούνταν οι όροι και προϋποθέσεις της ισχύουσας νομοθεσίας. Οι θεωρητικές δυνατότητες και τα όποια ενδεχόμενα μελλοντικής χάραξης ή διαπλάτυνσης του δρόμου, ορθά δεν λήφθηκαν υπόψη ώστε να θεωρηθούν ότι πληρούν τον όρο της «ικανοποιητικής προσπέλασης».
Από προσεκτική μελέτη του διοικητικού φακέλου, γίνεται ξεκάθαρο ότι στην περίπτωση των εφεσειουσών και δέουσα έρευνα έγινε και σαφής αιτιολογία δόθηκε. Ο βαθμός και η έκταση της έρευνας εξαρτάται από τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης (Δημοκρατία κ.ά. ν. Ελισσαίου κ.ά. (2003) 3 Α.Α.Δ. 168, Ττουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, 156-157).
Η Υπουργική Επιτροπή απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή προβαίνοντας στη δέουσα έρευνα και λαμβάνοντας υπόψη τις πιο πάνω εμπεριστατωμένες εκθέσεις των εμπλεκόμενων Τμημάτων.
Όπως έχει κατ΄ επανάληψη νομολογηθεί, Ττουσούνα (ανωτέρω), σ. 161:
«.Το καθήκον του Δικαστηρίου εξαντλείται στη διαπίστωση του κατά πόσο διενεργήθηκε ή όχι η δέουσα έρευνα και αν εξετάστηκε το κάθε τι που ενδεχομένως θα επιδρούσε στη λήψη της απόφασης και ήταν δυνατόν να είναι σχετικό. Αντικείμενο της αίτησης ακυρώσεως δεν είναι η αναθεώρηση των εκτιμήσεων ή της διαπίστωσης των πρωτογενών γεγονότων αλλά η επάρκεια της έρευνας (Δημοκρατία ν. C. Kassinos Constructions Ltd, ανωτέρω, Ράφτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, Γεωργίου ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λάρνακας (2002) 3 Α.Α.Δ. 475 και Λάμπρου ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω).»
Το γεγονός ότι η επίδικη απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής, συμπίπτει με τις εισηγήσεις της Πολεοδομικής Αρχής δεν αποκαλύπτει έλλειψη δέουσας έρευνας, ή έλλειψη αιτιολογίας, αλλά σύννομη ενέργεια, άρθρο 31 του Νόμου.[4] Το Υπουργικό Συμβούλιο ασκεί δυνητική εξουσία, «δύναται» και δεν υποχρεούται να επιληφθεί της αίτησης ως εάν αυτή είχε σε πρώτο βαθμό υποβληθεί ενώπιον του. Οι εφεσείουσες δεν έχουν ισχυριστεί και πολύ περισσότερο δεν έχουν καταδείξει ότι το αρμόδιο όργανο υποχρεούτο σε νέα πρωτογενή έρευνα. Τα γεγονότα της υπόθεσης ούτε επέβαλλαν, ούτε δικαιολογούσαν τέτοια διερεύνηση.
Οι λόγοι έφεσης 8 και 9 απορρίπτονται.
Τέλος, οι εφεσείουσες με τον 7ο λόγο έφεσης προσβάλλουν ως λανθασμένη την κατάληξη του Δικαστηρίου ότι δεν τίθεται θέμα άνισης μεταχείρισης: είχαν χορηγηθεί σε άλλες περιπτώσεις άδειες ανάπτυξης υπό παρόμοιες συνθήκες, κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης.
H εισήγηση δεν ευσταθεί. Από την κατωτέρω έκθεση της αρμόδιας Πολεοδομικής Αρχής (παράρτημα 3 στην ένσταση) που ευρίσκετο εντός του φακέλου και από το απόσπασμα που ακολουθεί - γίνεται λεπτομερής αναφορά στις περιπτώσεις που υπέδειξαν οι εφεσείουσες - φαίνεται ότι οι εν λόγω περιπτώσεις λήφθηκαν υπόψη και δόθηκαν εξηγήσεις από τους εφεσίβλητους και αιτιολογήθηκε η αλλαγή στάσης της διοίκησης:
"(γ) Σχετικά με την αναφορά των παραπονούμενων για πολεοδομικές άδειες που έχουν χορηγηθεί και παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά δρόμων όπως ο αναφερόμενος, επισημαίνεται το γεγονός ότι μέχρι τις αρχές του έτους 2004, λαμβάνοντας υπόψη και τις ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει η ελεύθερη περιοχή Αμμοχώστου όπου οι πλείστοι δρόμοι έχουν εγγεγραμμένο πλάτος γύρω στα 2,00-2,40 μέτρα, σε περίπτωση ανέγερσης μεμονωμένων κατοικιών που προορίζονταν κατά κανόνα για ιδιοκατοίκηση, η Πολεοδομική Αρχή ήταν συγκαταβατική σε ότι αφορά το θέμα της προσπέλασης. Με την έξαρση στην υποβολή αιτήσεων για ανέγερση τέτοιων κατοικιών που παρατηρήθηκε στις αρχές του 2004 και μετά από ενδείξεις ότι πλείστες των κατοικιών προορίζονταν για εξοχικές κατοικίες και για πώληση, υπήρξε προβληματισμός από μέρους της Πολεοδομικής Αρχής για τις δυσμενείς επιπτώσεις που θα προέκυπταν στην επίτευξη των στόχων της Δήλωσης Πολιτικής για αποφυγή της διεσπαρμένης και ανεξέλεγκτης ανάπτυξης, γι' αυτό, για τις εκτός ορίου ανάπτυξης περιοχές, ακολουθήθηκε η πολιτική να μην θεωρείται ικανοποιητική η προσπέλαση από δημόσιους δρόμους περιορισμένου πλάτους."
Η διαφοροποίηση στη στάση των εκάστοτε αρμοδίων Αρχών, Δήμου Παραλιμνίου και εφεσίβλητων, είναι προφανής και επιβεβαιούται από την απουσία θέσεων του Δήμου Παραλιμνίου ο οποίος παρόλο που του ζητήθηκε να υποβάλει τις απόψεις του από τις 20.11.2006, δεν ανταποκρίθηκε.
Υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης ήταν επιτρεπτή η αλλαγή πλεύσης της διοίκησης ώστε να καταστεί εφικτή η ανάπτυξη της περιοχής δυνάμει των αρχών που ορίζονται στη βάση των σχετικών προνοιών της Δήλωσης Πολιτικής και σε συνάρτηση προς τις πολεοδομικές ανάγκες της περιοχής. Η ουσιαστική εκτίμηση των εφεσιβλήτων, ως αρμόδιο όργανο ως προς τον πιο πρόσφορο τρόπο ανάπτυξης της περιοχής δεν μπορεί να ελεγχθεί από τον ακυρωτικό δικαστή ως κρίση τεχνικής φύσης, όπως ορθά και το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατηρεί. Πρέπει όμως η κρίση αυτή να αιτιολογείται προσηκόντως με την αναφορά των πραγματικών δεδομένων και των λόγων εν όψει των οποίων απερρίφθη η αίτηση και όταν μάλιστα κατά την προηγηθείσα διοικητική διαδικασία είχαν προβληθεί συγκεκριμένοι ισχυρισμοί από τους θιγόμενους ιδιοκτήτες (ΣτΕ 666/2018).
Δεν αμφισβητείται ότι οι ελάχιστες πολεοδομικές άδειες που παραχωρήθηκαν σε αιτήσεις με δρόμο με παρόμοια χαρακτηριστικά, όπως η περίπτωση υπό κρίση, δόθηκαν κατόπιν έγκρισης από τον Υπουργό Εσωτερικών κατ΄ απόκλιση από τις πρόνοιες της Εντολής αρ. 1/94 και εξετάστηκαν στην αρχή του 2005. Σημειώνεται ότι προ της 30.4.2003, οπότε τέθηκε σε εφαρμογή η Δήλωση Πολιτικής για το Δήμο Παραλιμνίου, ο τελευταίος, ως αρμόδια Αρχή, είχε εγκρίνει άδειες οικοδομής και για τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρονται οι εφεσείουσες. Προκύπτει ότι από και δια της αλλαγής της αρμόδιας Αρχής η τελευταία προς αποτροπή ανεξέλεγκτης ανάπτυξης για τις εκτός ορίου ανάπτυξης περιοχές, όπως η περίπτωση των αιτητών, προς διαφύλαξη των στόχων της Δήλωσης Πολιτικής, αποφάσισε να εξετάζει τις σχετικές αιτήσεις κάτω από διάφορο πρίσμα, ώστε δημόσιοι δρόμοι περιορισμένου πλάτους να μην θεωρούνται ότι παρέχουν ικανοποιητική προσπέλαση, εξ ου και άλλες αιτήσεις απορρίφθηκαν, εναντίον δε των εν λόγω απορριπτικών αποφάσεων καταχωρίστηκαν προσφυγές.[5]
Όπως διακηρύσσεται από τη Σύνοδο Συμβουλίου της Ευρώπης των Υπουργών υπεύθυνων για το χωρικό/περιφερειακό σχεδιασμό, στο Ψήφισμα Ν.1, Διακήρυξη του Ναυπλίου: Προάγοντας την τοπική δημοκρατία στο χωρικό σχεδιασμό, που υιοθετεί τις αρχές που περιλαμβάνονται στην Οδηγία Rec (2002):[6]
«Οι πολιτικές της χωρικής ανάπτυξης, όπως και άλλες δημόσιες πολιτικές, έχουν σημαντικές επιπτώσεις στις ζωές των ανθρώπων και στην ποιότητα της διαβίωσής τους. Κατευθύνουν και υποστηρίζουν τις επιλογές που αφορούν στο χώρο όπου οι άνθρωποι διαμένουν, στο χώρο όπου οι επιχειρήσεις μπορούν να εγκατασταθούν, στον τρόπο με το οποίον οι δημόσιες υποδομές και οι δημόσιες υπηρεσίες κατανέμονται στις διάφορες περιοχές και στον τρόπο με τον οποίο διασφαλίζεται η πρόσβαση σε αυτές.»
Υπό το φως των ανωτέρω οι εφεσίβλητοι ενήργησαν συννόμως και εντός των προνοιών της §1(γ) της Πολιτικής 3(Α) της Δήλωσης Πολιτικής και της σχετικής Εντολής 1/94.
Η προσβαλλόμενη απορριπτική απόφαση επικυρώνεται.
Η έφεση απορρίπτεται με €2.000 έξοδα εναντίον των εφεσειουσών και υπέρ των εφεσιβλήτων.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
/φκ
[1] Εντολή 1/94 του Υπουργού Εσωτερικών, παρ. 2.6.
[2] Άρθρο 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, Ν. 90/72 (ο Νόμος),
[3] Έκθεση Πολεοδομικής Αρχής ημερ. 9.10.2006.
[4] «31(2) Οσάκις υποβάλληται ιεραρχική προσφυγή δυνάμει του εδαφίου (1), το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να επιτρέψη ή να απορρίψη ταύτην, ή να ακυρώση ή τροποποιήση οιονδήποτε μέρος της αποφάσεως ανεξαρτήτως του εάν η απόφασις αφορά εις το μέρος τούτο ή μη, δύναται δε να επιληφθή της αιτήσεως ως εάν αύτη είχε το πρώτον υποβληθή εις τούτο.»
[5] ΑΜΧ/0039/2005, προσφυγή υπ΄ αρ. 1737/06, όπου στις 26.3.2008 εκδόθηκε απορριπτική απόφαση και ΑΜΧ/0550/2005, προσφυγή υπ΄ αρ. 1320/07, όπου στις 23.2.2009 εκδόθηκε απορριπτική απόφαση (υποπαράρτημα Στ του παραρτήματος 3 στην ένσταση).
[6] Επιτροπή των Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης περί των Κατευθυντηρίων Αρχών για τη Βιώσιμη Χωρική Ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Ηπείρου.