ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 3 ΑΑΔ 612
9 Νοεμβρίου, 2009
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ,
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΚΩΣΤΑΚΗΣ ΜΕΤΑΞΑΣ,
Εφεσείων - Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΕΩΣ ΠΑΘΟΝΤΩΝ,
Εφεσιβλήτων - Καθ' ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 13/2007)
Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή σε αντιδιαστολή προς βεβαιωτική απόφαση ― Περιστάσεις του βεβαιωτικού χαρακτήρα της επίδικης απόφασης της Επιτροπής Ανακουφίσεως Παθόντων.
Ο εφεσείων επεδίωξε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά αποφάσεως σχετικής με την χορηγηθείσα σε αυτόν ειδικής μηνιαίας σύνταξης, η οποία όμως κρίθηκε βεβαιωτική προηγούμενης.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Σε συμφωνία προς την πρωτόδικη απόφαση διαπιστώνεται πως, πράγματι, η προσβαλλόμενη απόφαση, εκείνη της 11/3/2005, ήταν βεβαιωτική. Το ζήτημα της αναδρομικότητας είχε ξεκάθαρα ρυθμιστεί με την πρώτη απόφαση της 6/10/2004. Ως προς αυτή την πτυχή, μετά την αύξηση των ποσών με την απόφαση της 8/2/2005 παρέμεινε αναλλοίωτη, και εκείνο που έγινε με την τελική επιστολή της 11/3/2005 ήταν απλή επιβεβαίωση των προηγούμενων.
Η έφεση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Hλιάδης, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 600/05), ημερ. 22.8.06.
Π. Κλεοβούλου, για τον Εφεσείοντα.
Ευγ. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσιβλήτους.
Ex-tempore
ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση θα δοθεί από το Δικαστή Κωνσταντινίδη.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Εγκρίθηκε η καταβολή ειδικής μηνιαίας σύνταξης στον αιτητή και, με την προσφυγή του, ζήτησε την ακυρότητα της κατά το μέρος της που αφορούσε στη μη αναδρομικότητά της. Σημειώνουμε πως ενώ το αίτημα του αιτητή υποβλήθηκε στις 17/4/2004, κατά τη θέση του, αυτή θα έπρεπε να του είχε εγκριθεί από το 1974 αφού ήταν σε σχέση με τραύματα που υπέστη τότε, ως μέλος της Εθνικής Φρουράς, που υπέστη την αναγνωρισθείσα αναπηρία.
Πρωτοδίκως έγινε δεκτή η προδικαστική ένσταση του εφεσιβλήτου πως η πράξη που προσβλήθηκε ήταν βεβαιωτική. Η αρχική απόφαση εκδόθηκε στις 6/10/2004. Σε αυτή καθοριζόταν το ύψος της μηνιαίας σύνταξης και η ημερομηνία έναρξης της καταβολής της, που ήταν η 1/9/2003. Ο αιτητής, με επιστολή του δικηγόρου του, ζήτησε επανεξέταση, διεκδικώντας και πως η έγκριση της σύνταξης θα έπρεπε να ήταν αναδρομική. Με την απάντηση ημερομηνίας 8/2/2005 εγκρίθηκε η αύξηση του ποσού της σύνταξης με αναφορά σε διαπίστωση του Ιατροσυμβουλίου ότι το ποσοστό της αναπηρίας του εφεσείοντα είχε αυξηθεί αλλά κατά τα άλλα ορίστηκε και με εκείνη την ευκαιρία συγκεκριμένη ημερομηνία έναρξης καταβολής της σύνταξης, η οποία, πλέον, ήταν η 25/11/2004. Επανήλθε ο εφεσείων με νέα επιστολή του δικηγόρου του ημερομηνίας 8/3/2005 με την οποία ζητούσε "την τελική απόφαση σας για αναδρομική πληρωμή". Με την επιστολή 11/3/2005 η διοίκηση παρέμεινε στην προηγούμενη απόφαση της και, κατά τον εφεσείοντα, επειδή το ζήτημα της αναδρομικότητας ήταν ιδιαίτερο και ξεχωριστό, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι η τελευταία απόφαση, εκείνη της 11/3/2005, που ήταν η μόνη που αναφερόταν σε αυτό αφότου ο αιτητής το είχε θέσει εξειδικευμένα, είναι και η εκτελεστή απόφαση επί του θέματος.
Σε συμφωνία προς την πρωτόδικη απόφαση καταλήγουμε πως, πράγματι, η προσβαλλόμενη απόφαση, εκείνη της 11/3/2005, ήταν βεβαιωτική. Το ζήτημα της αναδρομικότητας είχε ξεκάθαρα ρυθμιστεί με την πρώτη απόφαση της 6/10/2004. Ως προς αυτή την πτυχή, μετά την αύξηση των ποσών με την απόφαση της 8/2/2005 παρέμεινε αναλλοίωτη, και εκείνο που έγινε με την τελική επιστολή της 11/3/2005 ήταν απλή επιβεβαίωση των προηγούμενων.
Η έφεση απορρίπτεται. Πρωτοδίκως δεν επιδικάστηκαν έξοδα σε βάρος του εφεσείοντα, με αναφορά και στα ιδιάζοντα περιστατικά της περίπτωσης. Δεν υπήρξε εισήγηση για οτιδήποτε το διαφορετικό σε σχέση με την έφεση, και δεν θα εκδώσουμε διαταγή για έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.