ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 3 ΑΑΔ 780
21 Δεκεμβρίου, 2006
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΗ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΕΩΣ ΠΑΘΟΝΤΩΝ,
Εφεσιβλήτων - Καθ' ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3870)
Στρατός της Δημοκρατίας ― Μόνιμος Αξιωματικός ― Αφυπηρέτηση λόγω ανικανότητας ως αποτέλεσμα τραυματισμού ― Ο περί Ανακουφίσεως Παθόντων Νόμος του 1988 δεν έχει εφαρμογή για τις περιπτώσεις τραυματισμού και αναπηρίας μονίμων αξιωματικών ― Ορθά απορρίφθηκε αίτημα για σύνταξης αναπηρίας του αιτητή που υποβλήθηκε βάσει του Νόμου αυτού.
Ο εφεσείων επεδίωξε και κατ' έφεση ό,τι και πρωτόδικα. Την ακύρωση της απόφασης βάσει της οποίας απορρίφθηκε αίτησή του για χορήγηση μηνιαίας σύνταξης αναπηρίας που υποβλήθηκε στην αρμόδια Επιτροπή, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Ανακουφίσεως Παθόντων Νόμου του 1988.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Η απλή εισήγηση του δικηγόρου του εφεσείοντα είναι πως, εφόσον ο εφεσείων ήταν μόνιμος αξιωματικός, ο οποίος υπηρετούσε στην Εθνική Φρουρά, εμπίπτει στις πρόνοιες του Νόμου.
Η Ολομέλεια δεν συμφωνεί με τη θέση του δικηγόρου του εφεσείοντος. Η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή.
Στις ερμηνευτικές διατάξεις του περί Ανακουφίσεως Παθόντων Νόμου του 1988, Άρθρο 2, οι έννοιες «μερικώς ανάπηρος» και «πλήρως ανάπηρος» ορίζονται ως εξής: «Παν μέλος της Δυνάμεως, το οποίο κατέστη, προσωρινώς ή μονίμως, ανίκανον προς εργασίαν εις βαθμόν κυμαινόμενον μεταξύ των δεκαέξ και ενενήκοντα-εννέα τοις εκατόν, αμφοτέρων περιλαμβανομένων, της τοιαύτης ανικανότητος και του βαθμού αυτής προερχομένων αποκλειστικώς εκ τραυμάτων ή ασθενείας αμέσως οφειλομένων εις την ενεργόν υπηρεσίαν του εν τη Δυνάμει.» Υπογραμμίζεται η πιο πάνω φράση, η οποία, αποτελεί και το κλειδί για την επίλυση του ζητήματος. Η φράση «ενεργός υπηρεσία» ορίζεται στο ίδιο άρθρο του Νόμου ως έχουσα την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στον περί Εθνικής Φρουράς Νόμο του 1964, όπως τροποποιήθηκε. Στις ερμηνευτικές διατάξεις του Άρθρου 2, του πιο πάνω Νόμου, «ενεργός υπηρεσία» ορίζεται: «η εν τη Δυνάμει υπηρεσία από της ημέρας της κατατάξεως μέχρι της συμπληρώσεως της υπό του παρόντος Νόμου προβλεπομένης χρονικής διαρκείας υπηρεσίας και περιλαμβάνει υπηρεσία εφέδρου κληθέντος επί τη βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, προς υπηρεσία εν τη Δυνάμει.» Το χρονικό δε διάστημα της υπηρεσίας αυτής καθορίζεται στο Άρθρο 5(1) του Νόμου, που λέγει τα εξής:
«Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4) πας στρατεύσιμος υπόκειται εις υποχρέωσιν θητείας η διάρκεια της οποίας είναι εκοσιεξάμηνος, εκτός εάν το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε ορίζει εν σχέση προς οιαδήποτε κλάσιν βραχυτέραν τοιαύτην.»
Προκύπτει αβίαστα από τα πιο πάνω πως ο περί Ανακουφίσεως Παθόντων Νόμος, τις σχετικές πρόνοιες του οποίου η Ολομέλεια εξετάζει, εφαρμόζεται μόνο στους κληρωτούς εθνοφρουρούς. Ότι δε αυτή είναι η ορθή ερμηνεία καταδεικνύεται και από την αποδιδόμενην από το Νόμο έννοια του όρου: «ενεργός υπηρεσία», στην οποία περιλαμβάνεται και η υπηρεσία εφέδρου, ο οποίος καλείται για υπηρεσία σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου.
Ολοκληρώνοντας επισημαίνεται και τούτο, στο οποίο δεν έγινε αναφορά. Παρόμοιες διατάξεις, για παροχή δηλαδή συντάξεως λόγω αναπηρίας αξιωματικού, υπαξιωματικού ή οπλίτη που έχει καταστεί ανάπηρος, ενώ βρισκόταν σε υπηρεσία και κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του καθήκοντος του, περιέχονται στον περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμο του 1990, όπως έχει τροποποιηθεί. (Δες Άρθρο 23 του Νόμου.) Είναι ενδεχόμενο, κάτι που δεν είναι γνωστό βεβαίως, πως ο εφεσείων έτυχε αυτού του δικαιώματος που προνοείται στον περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμο, εφόσον υπηρετούσε στο Στρατό ως μόνιμος αξιωματικός και αναγκάστηκε σε αφυπηρέτηση λόγω ανικανότητας, αποτέλεσμα του τραυματισμού του ενώ βρισκόταν σε ενεργό υπηρεσία.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 619/2003), ημερ. 20/7/2004.
Σ. Οικονομίδης, για τον Εφεσείοντα.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο Αρτεμίδης, Π..
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: O εφεσείων-αιτητής διετέλεσε μόνιμος αξιωματικός του στρατού της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπου υπηρέτησε με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Ενώ βρισκόταν σε διατεταγμένη υπηρεσία στον Ασπρόπυργο Ελλάδας τραυματίστηκε κατά τη διάρκεια άλματος με αλεξίπτωτο. Έτυχε της αναγκαίας περίθαλψης αλλά το ιατροσυμβούλιο, που τον εξέτασε στις 6.4.2000, αποφάνθηκε πως δεν ήταν επιστημονικά δυνατή η αποκατάσταση της βλάβης που υπέστη στο δεξιό ώμο, ο οποίος θα δυσλειτουργούσε μονίμως. Ως αποτέλεσμα της ιατρικής γνωμάτευσης ο εφεσείων υποχρεώθηκε να αφυπηρετήσει από τις τάξεις του στρατού από 8.11.2000.
Υπέβαλε αίτηση στην αρμόδια Επιτροπή, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Ανακουφίσεως Παθόντων Νόμου του 1988, όπως τροποποιήθηκε, για παροχή μηνιαίας σύνταξης αναπηρίας. Το αίτημα του απορρίφθηκε. Ενθέτουμε πιο κάτω το ουσιώδες μέρος της αιτιολογίας της Επιτροπής, με την οποία κρίθηκε πως το αίτημα δεν εμπίπτει στις πρόνοιες του Νόμου:
«3. Στο άρθρο 2 του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου δίδεται η ερμηνεία του όρου "ενεργός υπηρεσία" και σημαίνει "την εν τη Δυνάμει υπηρεσίαν από της ημέρας της κατατάξεως μέχρι της συμπληρώσεως της υπό του παρόντος Νόμου προβλεπομένης χρονικής διαρκείας υπηρεσίας και περιλαμβάνει υπηρεσίαν εφέδρου κληθέντος επί τη βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου προς υπηρεσίαν εν τη Δυνάμει".
4. Ως εκ τούτου γίνεται σαφές ότι στον όρο "ενεργός υπηρεσία" περιλαμβάνεται μόνο η υπηρεσία των κληρωτών εθνοφρουρών και των εφέδρων, όχι όμως η υπηρεσία των μονίμων μελών της Δυνάμεως έστω και αν κατά το χρόνο του τραυματισμού τους ευρίσκοντο σε διατεταγμένη υπηρεσία.»
Ο συνάδελφος, ενώπιον του οποίου συζητήθηκε πρωτοδίκως η υπόθεση, έκρινε ορθή την απόφαση της Επιτροπής και απέρριψε την προσφυγή. Ο δικηγόρος του εφεσείοντος διαφωνεί με την απόφαση, η οποία, κατά τη γνώμη του, είναι έκδηλα εσφαλμένη. Εμφανίστηκε δε τόσο βέβαιος για την ορθότητα της δικής του θέσης, τόσο που κατά τη διάρκεια της ενώπιον μας συζήτησης θεώρησε ως αυτονόητη την ορθότητα της.
Δεν αμφισβητείται πως ο εφεσείων κρίθηκε ανάπηρος μέσα στην έννοια του όρου, όπως αυτός αποδίδεται στο άρθρο 2(1) του Νόμου. Ο δικηγόρος όμως του εφεσείοντος εισηγείται πως αυτός εμπίπτει και στην τάξη των ατόμων για τα οποία μεριμνά ο Νόμος. Και τούτο γιατί ανήκει στη «Δύναμη», που καθορίζεται στο Νόμο αμέσως μετά την έννοια «ανάπηρος», δηλαδή την Εθνική Φρουρά που έχει συσταθεί δυνάμει του περί της Εθνικής Φρουράς Νόμου. Το άρθρο 3(2) του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου, όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα, προβλέπει:
«Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 10 η Δύναμις συνίσταται εκ στρατευσίμων πολιτών της Δημοκρατίας οίτινες ήθελον κληθή δι' υπηρεσίαν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και συγκροτείται εξ αξιωματικών και ανθυπασπιστών μονίμων, δοκίμων και επικούρων και εξ οπλιτών αποτελουμένων εκ στρατευσίμων και στρατευσίμων εθελοντών.»
Η απλή εισήγηση του δικηγόρου του εφεσείοντα είναι πως, εφόσον ο εφεσείων ήταν μόνιμος αξιωματικός ο οποίος υπηρετούσε στην Εθνική Φρουρά, εμπίπτει στις πρόνοιες του Νόμου.
Δεν συμφωνούμε με τη θέση του δικηγόρου του εφεσείοντος. Η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή, και προχωρούμε να εξηγήσουμε με το δικό μας τρόπο τους λόγους.
Στις ερμηνευτικές διατάξεις του Νόμου, άρθρο 2, οι έννοιες «μερικώς ανάπηρος» και «πλήρως ανάπηρος» ορίζονται ως εξής: «Παν μέλος της Δυνάμεως, το οποίο κατέστη, προσωρινώς ή μονίμως, ανίκανον προς εργασίαν εις βαθμόν κυμαινόμενον μεταξύ των δεκαέξ και ενενήκοντα-εννέα τοις εκατόν, αμφοτέρων περιλαμβανομένων, της τοιαύτης ανικανότητος και του βαθμού αυτής προερχομένων αποκλειστικώς εκ τραυμάτων ή ασθενείας αμέσως οφειλομένων εις την ενεργόν υπηρεσίαν του εν τη Δυνάμει.» Υπογραμμίζουμε την πιο πάνω φράση, η οποία, κατά τη γνώμη μας, αποτελεί και το κλειδί για την επίλυση του ζητήματος που έχουμε ενώπιον μας. Η φράση «ενεργός υπηρεσία» ορίζεται στο ίδιο άρθρο του Νόμου ως έχουσα την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στον περί Εθνικής Φρουράς Νόμο του 1964, όπως τροποποιήθηκε. Στις ερμηνευτικές διατάξεις του άρθρου 2, του πιο πάνω Νόμου, «ενεργός υπηρεσία» ορίζεται: «η εν τη Δυνάμει υπηρεσία από της ημέρας της κατατάξεως μέχρι της συμπληρώσεως της υπό του παρόντος Νόμου προβλεπομένης χρονικής διαρκείας υπηρεσίας και περιλαμβάνει υπηρεσία εφέδρου κληθέντος επί τη βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, προς υπηρεσία εν τη Δυνάμει.» Το χρονικό δε διάστημα της υπηρεσίας αυτής καθορίζεται στο άρθρο 5(1) του Νόμου, που λέγει τα εξής:
«Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4) πας στρατεύσιμος υπόκειται εις υποχρέωσιν θητείας η διάρκεια της οποίας είναι εκοσιεξάμηνος, εκτός εάν το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε ορίζει εν σχέση προς οιαδήποτε κλάσιν βραχυτέραν τοιαύτην.»
Προκύπτει αβίαστα από τα πιο πάνω πως ο περί Ανακουφίσεως Παθόντων Νόμος, τις σχετικές πρόνοιες του οποίου και εξετάζουμε, εφαρμόζεται μόνο στους κληρωτούς εθνοφρουρούς. Ότι δε αυτή είναι η ορθή ερμηνεία καταδεικνύεται και από την αποδιδόμενην από το Νόμο έννοια του όρου: «ενεργός υπηρεσία», στην οποία περιλαμβάνεται και η υπηρεσία εφέδρου, ο οποίος καλείται για υπηρεσία σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου.
Ολοκληρώνοντας τη σκέψη μας να επισημάνουμε και τούτο, στο οποίο δεν έγινε αναφορά. Παρόμοιες διατάξεις, για παροχή δηλαδή συντάξεως λόγω αναπηρίας αξιωματικού, υπαξιωματικού ή οπλίτη που έχει καταστεί ανάπηρος, ενώ βρισκόταν σε υπηρεσία και κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του καθήκοντος του, περιέχονται στον περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμο του 1990, όπως έχει τροποποιηθεί. (Δες άρθρο 23 του Νόμου.) Είναι ενδεχόμενο, κάτι που δεν γνωρίζουμε βεβαίως, πως ο εφεσείων έτυχε αυτού του δικαιώματος που προνοείται στον περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμο, εφόσον υπηρετούσε στο Στρατό ως μόνιμος αξιωματικός και αναγκάστηκε σε αφυπηρέτηση λόγω ανικανότητας, αποτέλεσμα του τραυματισμού του ενώ βρισκόταν σε ενεργό υπηρεσία.
Η έφεση απορρίπτεται με £700 έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.