ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 3 ΑΑΔ 375
4 Μαΐου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ/στές]
ΜΑΡΚΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Εφεσείων-Ενδιαφερόμενο μέρος,
v.
ΞΕΝΗ ΞΕΝΙΔΗ,
ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ΓΙΑΝΝΗ,
Εφεσιβλήτων-Αιτητών,
v.
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3322)
Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ― Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Πλημμέλειες στη συγκριτική θεώρηση του εφεσείοντος που προήχθη και των εφεσιβλήτων αιτητών, οδήγησαν σε ακύρωση ― Αναιτιολόγητη σύσταση και βαρύτητα στην πείρα, σε αντίθεση με την πείρα του εφεσίβλητου που ήταν μεγαλύτερη ― Ανεπίτρεπτη πρόσδοση βαρύτητας στο είδος της πείρας, λόγω καθηκόντων.
Ο εφεσείων αμφισβήτησε με την έφεσή του την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση ως προς τη δική του προαγωγή, μόνο.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Στα ακαδημαϊκά προσόντα, θεωρήθηκε πρωτοδίκως βάσιμη η άποψη πως εκείνα των εφεσιβλήτων Ξ. Ξενίδη και Κ. Γιαννή ήταν υπέρτερα. Παρατηρήθηκε σχετικά ότι ενώ το Διοικητικό Συμβούλιο σημείωσε ότι τα συνυπολόγισε, εντούτοις δεν προχώρησε σε οποιουσδήποτε συσχετισμούς. Έπειτα έγινε αναφορά στις βαθμολογίες, «το διαχρονικό δείκτη της αξίας» όπως τις χαρακτηρίζει η νομολογία και επισημάνθηκε ότι ο εφεσίβλητος Κ. Γιαννή υπερτερούσε με μέσο όρο 4.82 έναντι 4.77 του εφεσείοντος και 4.73 του Ξ. Ξενίδη.
Ο πρωτόδικος δικαστής παρατήρησε ότι ο Γενικός Διευθυντής, διατυπώνοντας την εισήγηση του, ήταν «πράγματι πληθωρικός κατά την περιγραφή των ατομικών χαρακτηριστικών και ικανοτήτων» του εφεσείοντος και εξήγησε ότι, ενώ ο εφεσείων ήταν αξιόλογος λειτουργός, οι βαθμολογίες δεν αναδείκνυαν ως τα δυνατά του σημεία εκείνα που σε υπερθετικό βαθμό του είχε αποδώσει ο Γενικός Διευθυντής. Την ισορροπία, καθώς πρόσθεσε ο συνάδελφος, την αποκατέστησε το Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο περιέγραψε τον εφεσείοντα και τον εφεσίβλητο Κ. Γιαννή το ίδιο ευνοϊκά. Τελικά, δεν αιτιολογήθηκε, το γιατί δεν υπερίσχυσε η ψηλότερη βαθμολογία του εφεσίβλητου Κ. Γιαννή.
Το Συμβούλιο Προσωπικού προτίμησε τον εφεσείοντα ένεκα, όπως τόνισε, της πείρας του την οποία θεώρησε υπέρτερη. Η άποψη του Συμβουλίου Προσωπικού, την οποία το Διοικητικό Συμβούλιο έλαβε υπόψη κατά την επιλογή, επικρίθηκε πρωτοδίκως, για δύο λόγους. Πρώτο, διότι αναφερόταν σε πείρα συναρτημένη με τη διάρκεια της υπηρεσίας του εφεσείοντος, ενώ δεν έγινε το ίδιο και για την πείρα του Ξ. Ξενίδη ο οποίος υπηρετούσε για πολύ μεγαλύτερο διάστημα. Δεύτερο, διότι μέρος της πείρας αφορούσε σε εποπτική και διοικητική ικανότητα που εμφανιζόταν να προέκυπτε εκ του ότι ο εφεσείων διοικούσε τμήμα με μεγαλύτερο αριθμό υπαλλήλων. Ενώ δεν είναι παραδεκτή η διάκριση με αναφορά στα αντίστοιχα καθήκοντα που αναντίθενται στους υπαλλήλους.
Δεν διακρίνεται οποιοδήποτε σφάλμα πρωτοδίκως στη προσέγγιση της περίπτωσης, στα εξαχθέντα συμπεράσματα και στην εν τέλει διαπίστωση πως η προσβληθείσα διοικητική απόφαση δεν μπορούσε, στο μέρος που αφορούσε τον εφεσείοντα, να υποστηριχθεί.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από το Ενδιαφερόμενο μέρος εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υποθέσεις Αρ. 208/2000, 1595/1999) ημερομηνίας 24/9/2001, με την οποία ακυρώθηκε η προαγωγή του στη θέση Υποδιευθυντή Τεχνικού Προσωπικού στην οποία είχε προαχθεί με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ημερομηνίας 23/11/1999.
Μεν. Κυπριανού προσωπικά και για Κ. Χρυσοστομίδη & Σία, για τον Εφεσείοντα.
Καμιά εμφάνιση για τους Εφεσίβλητους.
Κ. Χατζηϊωάννου, για την Εφεσίβλητη-Καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Νικολάου, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων ήταν ένας από τρεις υπαλλήλους της ΑΤΗΚ οι οποίοι με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, ημερ. 23 Νοεμβρίου 1999, προάχθηκαν στη θέση Υποδιευθυντή Τεχνικού Προσωπικού. Οι προαγωγές προσβλήθηκαν από τους εφεσίβλητους Ξ. Ξενίδη και Κ. Γιαννή που συγκαταλέγονταν στους υποψηφίους. Το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφαση ημερ. 24 Σεπτεμβρίου 2001 ακύρωσε την προαγωγή του εφεσείοντος αλλά συνάμα επικύρωσε την προαγωγή των άλλων. Με την έφεση αμφισβητείται η πρωτόδικη κρίση ότι υπήρξαν πλημμέλειες στη συγκριτική θεώρηση μεταξύ εφεσείοντος και των εν λόγω εφεσιβλήτων.
Αρχαιότερος των τριών ήταν ο εφεσίβλητος Ξ. Ξενίδης. Προσλήφθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1973 και προάχθηκε στον κατεχόμενο βαθμό την 1 Ιουνίου 1984. Ακολουθούσε ο εφεσείων με αντίστοιχες ημερομηνίες πρόσληψης και προαγωγής την 1 Φεβρουαρίου 1973 και 3 Οκτωβρίου 1991 και μετά ο εφεσίβλητος Κ. Γιαννή, με ημερομηνίες 1 Ιουλίου 1982 και 1 Νοεμβρίου 1994 αντιστοίχως. Σε ό,τι αφορά τα προσόντα δεν διέφεραν μεταξύ τους στα επαγγελματικά. Αλλά στα ακαδημαϊκά θεωρήθηκε πρωτοδίκως βάσιμη η άποψη πως εκείνα των εφεσιβλήτων Ξ. Ξενίδη και Κ. Γιαννή ήταν υπέρτερα. Παρατηρήθηκε σχετικά ότι ενώ το Διοικητικό Συμβούλιο σημείωσε ότι τα συνυπολόγισε, εντούτοις δεν προχώρησε σε οποιουσδήποτε συσχετισμούς. Έπειτα έγινε αναφορά στις βαθμολογίες, «το διαχρονικό δείκτη της αξίας» όπως τις χαρακτηρίζει η νομολογία και επισημάνθηκε ότι ο εφεσίβλητος Κ. Γιαννή υπερτερούσε με μέσο όρο 4.82 έναντι 4.77 του εφεσείοντος και 4.73 του Ξ. Ξενίδη.
Ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής αξιολόγησε πολύ ψηλότερα τον εφεσείοντα και εισηγήθηκε την προαγωγή του. Ο συνάδελφος πρωτοδίκως παρατήρησε ότι ο Γενικός Διευθυντής, διατυπώνοντας την εισήγηση του, ήταν «πράγματι πληθωρικός κατά την περιγραφή των ατομικών χαρακτηριστικών και ικανοτήτων» του εφεσείοντος και εξήγησε ότι, ενώ ο εφεσείων ήταν αξιόλογος λειτουργός, οι βαθμολογίες δεν αναδείκνυαν ως τα δυνατά του σημεία εκείνα που σε υπερθετικό βαθμό του είχε αποδώσει ο Γενικός Διευθυντής. Την ισορροπία, καθώς πρόσθεσε ο συνάδελφος, την αποκατέστησε το Διοικητικό Συμβούλιο το οποίο περιέγραψε τον εφεσείοντα και τον εφεσίβλητο Κ. Γιαννή το ίδιο ευνοϊκά. Τελικά, δεν αιτιολογήθηκε το γιατί δεν υπερίσχυσε η ψηλότερη βαθμολογία του εφεσίβλητου Κ. Γιαννή.
Υπήρξε ακόμα μια διάσταση. Το Συμβούλιο Προσωπικού προτίμησε τον εφεσείοντα ένεκα, όπως τόνισε, της πείρας του την οποία θεώρησε υπέρτερη. Η άποψη του Συμβουλίου Προσωπικού, την οποία το Διοικητικό Συμβούλιο έλαβε υπόψη κατά την επιλογή, επικρίθηκε πρωτοδίκως, για δύο λόγους. Πρώτο, διότι αναφερόταν σε πείρα συναρτημένη με τη διάρκεια της υπηρεσίας του εφεσείοντος ενώ δεν έγινε το ίδιο και για την πείρα του Ξ. Ξενίδη ο οποίος υπηρετούσε για πολύ μεγαλύτερο διάστημα. Δεύτερο, διότι μέρος της πείρας αφορούσε σε εποπτική και διοικητική ικανότητα που εμφανιζόταν να προέκυπτε εκ του ότι ο εφεσείων διοικούσε τμήμα με μεγαλύτερο αριθμό υπαλλήλων. Ενώ δεν είναι παραδεκτή η διάκριση με αναφορά στα αντίστοιχα καθήκοντα που αναντίθενται στους υπαλλήλους.
Δεν διακρίναμε οποιοδήποτε σφάλμα πρωτοδίκως στη προσέγγιση της περίπτωσης, στα εξαχθέντα συμπεράσματα και στην εν τέλει διαπίστωση πως η προσβληθείσα διοικητική απόφαση δεν μπορούσε, στο μέρος που αφορούσε τον εφεσείοντα, να υποστηριχθεί.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.