ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 3 ΑΑΔ 456
6 Νοεμβρίου, 1997
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ,
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ
ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ,
2. YΠOYPΓIKOY ΣYMBOYΛIOY,
Εφεσείοντες,
ν.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΛΟΤΤΑ,
Εφεσιβλήτου.
(Αναθεωρητική Έφεση Aρ. 2024)
Στρατός της Δημοκρατίας — Προαγωγές — Οι περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμοί του 1990, Κ.Δ.Π. 90/90 -— Ποία η ορθή ερμηνεία των εν λόγω Κανονισμών, αναφορικά με τον τρόπο βαθμολογίας των ουσιαστικών προσόντων των αξιωματικών στις εκθέσεις ικανότητας.
Λέξεις και Φράσεις -— Η φράση ότι "βαθμολογούνται τα ουσιαστικά προσόντα" ενώ "επισημαίνονται οι αδυναμίες και τα ελαττώματα" στον Κανονισμό 30(1), των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990, συναρτά άμεσα τη βαθμολογία με το σύνολο των ουσιαστικών προσόντων, στον κάθε τομέα που αναφέρονται.
Λέξεις και Φράσεις — "Εν γένει" στον Κ. 33(1) των περί Aξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Iεραρχία, Προαγωγές και Aφυπηρετήσεις) Kανονισμών του 1990.
Ο εφεσίβλητος, υπηρετούσε ως υποστράτηγος όταν συνετάχθησαν οι τακτικές εκθέσεις ικανότητας. Βαθμολογήθηκε με 8.25 στα επαγγελματικά προσόντα και κρίθηκε, δυνάμει του Καν. 41, προακτέος κατ' αρχαιότητα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η δεκαδική βαθμολογία, ήταν ασυμβίβαστη με το γράμμα και το πνεύμα των Κανονισμών.
Οι εφεσείοντες επρόσβαλαν την ερμηνεία που δόθηκε πρωτόδικα. Ο δικηγόρος τους εισηγήθηκε ότι το λεκτικό των Κανονισμών δεν αποκλείει τη βαθμολόγηση με δεκαδικό αριθμό, ιδιαίτερα εφόσον αυτός προέκυπτε αναπόφευκτα από την αξιολόγηση με ακέραιο αριθμό των επί μέρους στοιχείων των προσόντων.
Αποφασίστηκε ότι:
Α. Υπό Νικολάου Δ., συμφωνούντων και των Πική, Π., Χατζητσαγγάρη, Δ., Νικολαΐδη Δ. και Ηλιάδη, Δ.:
Ακόμα και με μόνο τη γραμματική ερμηνεία των Κανονισμών, δεν παρέχεται δυνατότητα για βαθμολογία των ουσιαστικών προσόντων με δεκαδικό αριθμό σε περιπτώσεις που αυτή υπερβαίνει το 8. Το αποτέλεσμα αυτό προκύπτει έμμεσα από την παράγραφο 5 του Κανονισμού 30(1). Η μορφή του εντύπου δεν καθορίζεται στους Κανονισμούς. Η κατάρτιση του εν χρήσει εντύπου με τρόπο που εξυπονοεί ξεχωριστή βαθμολογία επί μέρους στοιχείων, όπως έγινε στην παρούσα περίπτωση, δε συνάδει με τον Κανονισμό 30(1). Τα επί μέρους στοιχεία εξειδικεύονται στους Κανονισμούς ώστε, αφενός να προσδιορίσουν το προσόν και αφετέρου να διευκολύνουν τυχόν επισημάνσεις για αδυναμίες και ελαττώματα. Το ότι πέραν του βαθμού 8 δεν προσφέρεται δυνατότητα για δεκαδικό αριθμό, προκύπτει από την κλίμακα που προβλέπεται στον Κανονισμό 30(5).
Ενόψει όλων όσων αναφέρονται πιο πάνω, η πρωτόδικη κατάληξη είναι ορθή.
Β. Υπό Πική Π.:
1. Η κλίμακα βαθμολογίας που καθιερώνεται από τους Κανονισμούς δεν είναι αριθμητική. Συνίσταται από πέντε διαβαθμίσεις καθοριζόμενες με τη γραμματική ορολογία, "Εξαίρετος", "Πολύ καλός", "Καλός", "Μέτριος", "Απαράδεχτος". Η αριθμητική αντιστοιχία προς την ουσιαστική βαθμολογία είναι συμπτωματική. Το "8", όπου χρησιμοποιείται, υποδηλώνει κατάταξη στην κλίμακα του "Καλός". Μεταξύ του "Καλός" και του "Πολύ Καλός" δεν υπάρχει ενδιάμεση διαβάθμιση και κατά συνέπεια ούτε αντίστοιχη ευχέρεια αριθμητικής αποτίμησης.
2. Το γεγονός ότι τα επί μέρους στοιχεία προσμετρούν στο σφαιρικό καθορισμό της αξίας υποδηλώνεται και από τη χρήση του όρου "εν γένει", στον Καν. 33(1). Υπάρχει πλήρης ταύτιση με την απόφαση του Νικολάου Δ., τόσον αναφορικά με το αποτέλεσμα όσο και το σκεπτικό.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Ioannou v. Republic (1983) 3(A) C.L.R. 80,
Slattery v. Neylor [1888] 13 App. Cas. 446,
Dearden v. Townsend [1865] L.R. 1 Q.B. 10,
Huffam v. N. Staffordshire Ry [1894] 2 Q.B. 821.
Έφεση.
Έφεση εναντίον απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου Kύπρου (Kωνσταντινίδη, Δ.) που δόθηκε στις 10 Nοεμβρίου, 1994 με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση των εφεσειόντων σύμφωνα με την οποία ο εφεσίβλητος κρίθηκε προακτέος κατ' αρχαιότητα.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Eφεσείοντες.
Σ. Oικονομίδης, για τον Eφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Νικολάου, Δ. Σε ξεχωριστή απόφασή μου εκθέτω ορισμένους προβληματισμούς για μια πτυχή της υπόθεσης που με απασχόλησε ιδιαίτερα.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Εγείρεται ως μόνο ζήτημα της έφεσης η ερμηνεία των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990, Κ.Δ.Π. 90/90, σε ό,τι αφορά τον τρόπο βαθμολογίας των ουσιαστικών προσόντων των αξιωματικών στις εκθέσεις ικανότητας.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 30(1):
"Οι εκθέσεις ικανότητας είναι έντυπα στα οποία φαίνονται και βαθμολογούνται τα ουσιαστικά προσόντα του Αξιωματικού και επισημαίνονται οι αδυναμίες και τα ελαττώματά του."
Στην παράγραφο (5) του ίδιου Κανονισμού αναφέρεται ότι:
"Η κλίμακα βαθμολογίας των ουσιαστικών προσόντων είναι:
(α) Εξαίρετος .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. 10
(β) Πολύ καλός .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. 9
(γ) Καλός .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. 7 έως 8
(δ) Μέτριος .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. 4 έως 6
(ε) Απαράδεκτος .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. .. 1 έως 3."
Τα ουσιαστικά προσόντα εκτίθενται στον Κανονισμό 33, όπου επίσης αναφέρεται η σημασία τους. Προβλέπεται στην παράγραφο (1) ότι:
"Τα ουσιαστικά προσόντα του Αξιωματικού προσδιορίζουν την εν γένει ικανότητα και αξία του και αποτελούν τα βασικά στοιχεία πάνω στα οποία στηρίζεται η κρίση του. Τα ουσιαστικά προσόντα του Αξιωματικού διακρίνονται, στα σωματικά του προσόντα, στα ψυχικά του προσόντα, στη νοημοσύνη και ευφυΐα του, στο χαρακτήρα του, στην αφοσίωσή του στο καθήκον, στην υπευθυνότητά του, στην πειθαρχία του, στα ηγετικά του προσόντα, στα διοικητικά του προσόντα και στα επαγγελματικά του προσόντα."
Εν συνεχεία, στις παραγράφους (2) έως (11) τα προσόντα αναλύονται, με τη σειρά, στα επί μέρους στοιχεία που τα συνθέτουν. Παραθέτουμε ενδεικτικά την παράγραφο (2) που αφορά στα σωματικά:
"Τα σωματικά προσόντα του Αξιωματικού αναφέρονται στη γενική κατάσταση της υγείας του, στο παράστημά του, στην αντοχή του σε παρατεταμένη καταβολή προσπαθειών και στην αντοχή του σε κακουχίες και στερήσεις."
Έπειτα, τα όσα με γενικότητα αναφέρονται στον Κανονισμό 33(1) αναφορικά με τη σημασία τους, εξειδικεύονται στον Κανονισμό 41, όπου η βαθμολογία σε αυτά συναρτάται με τις διαβαθμίσεις των κρίσεων. Παραθέτουμε το μέρος που ενδιαφέρει:
"Οι διαβαθμίσεις των κρίσεων είναι:
.............................................................................................................
(γ) Για τους Συνταγματάρχες, Ταξίαρχους και Υποστράτηγους ως -
(i) Προακτέοι κατ' απόλυτον εκλογήν,
(ii) προακτέοι κατ' εκλογήν,
(iii) προακτέοι κατ' αρχαιότητα. και
(iv) παραμένοντες στον ίδιο βαθμό.
(2) Για να κριθεί Αξιωματικός ως προακτέος κατ' απόλυτον εκλογήν πρέπει στις εκθέσεις ικανότητας που έχει στον κατεχόμενο βαθμό η βαθμολογία του στα ουσιαστικά προσόντα που αναφέρονται στον Κανονισμό 33 να είναι εξαίρετος.
(3) Για να κριθεί Αξιωματικός ως προακτέος κατ' εκλογήν πρέπει στις εκθέσεις ικανότητας που έχει στον κατεχόμενο βαθμό η βαθμολογία του στα ουσιαστικά προσόντα που αναφέρονται στον Κανονισμό 33 να είναι τουλάχιστο πολύ καλός.
(4) Για να κριθεί Αξιωματικός ως προακτέος κατ' αρχαιότητα πρέπει στις εκθέσεις ικανότητας που έχει στον κατεχόμενο βαθμό η βαθμολογία του στα ουσιαστικά προσόντα που αναφέρονται στον Κανονισμό 33 να είναι τουλάχιστο καλός."
Όταν συντάχθηκαν οι τακτικές εκθέσεις ικανότητας κατά το τέλος του 1993, ο εφεσίβλητος υπηρετούσε ως υποστράτηγος. Στα έντυπα που χρησιμοποιήθηκαν εκτίθεντο, κάτω από το κάθε αντίστοιχο προσόν, τα επί μέρους στοιχεία που το συνέθεταν. Και δόθηκε στο καθένα από αυτά επί μέρους χωριστή βαθμολογία.
Η εν τέλει βαθμολογία για το ουσιαστικό προσόν ήταν ο γενικός αριθμός που προέκυπτε. Και που μπορούσε ως εκ τούτου να περιέχει και δεκαδικό. Όπως συνέβηκε στην περίπτωση του εφεσίβλητου στα οκτώ από τα δέκα προσόντα. Ενδιέφερε όμως για τους σκοπούς της υπόθεσης μόνο το ένα όπου ο γενικός ήταν κάτω από τον βαθμό 9 ενώ στα υπόλοιπα τον υπερέβη. Επρόκειτο για τα επαγγελματικά προσόντα. Όπου η βαθμολογία στα επί μέρους απέδωσε 8.25 ως γενικό. Την παραθέτουμε:
"ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ: 8.25
α. Κατάρτιση για κατεχόμενο
βαθμό .................................. 9
β. Κατάρτιση για περαιτέρω
εξέλιξη ........................................ 8
γ. Ικανότητα για αφομίωση νέων
εξελίξεων .................................... 8
δ. Iκανότητα για προφορική και
γραπτή έκφραση ..................... 8"
Επειδή λοιπόν ο εφεσίβλητος δε βαθμολογήθηκε με 9 - "πολύ καλός" - σε όλα τα ουσιαστικά προσόντα, δεν καθίστατο δυνατό, σύμφωνα με τον Κανονισμό 41, να κριθεί προακτέος κατ' εκλογήν και κρίθηκε προακτέος κατ' αρχαιότητα.
Προέκυψε εν προκειμένω η εξής ανωμαλία σχετικά με τη βαθμολογία 8.25 στα επαγγελματικά προσόντα. Επειδή υπερέβαινε το βαθμό 8 που, στον Κανονισμό 30(5), αντιστοιχεί με το χαρακτηρισμό "καλός", θεωρήθηκε ότι δεν ενεργοποιείτο ο μηχανισμός αμφισβήτησης και επανεξέτασης που προβλέπεται στον Κανονισμό 30(9) για βαθμολογία από το "καλός" και κάτω. Η οποία - κι αυτό είναι ευνόητο - θεωρείται δυσμενής. Αν βέβαια, η προσέγγιση στη βαθμολογία ήταν ορθή, τότε η αντίκρυση του 8.25 ως πέραν του "καλός" - την οποία οι καθ' ων θεωρούσαν μέχρι τέλους ως την ενδεδειγμένη - εξέβαινε τα όρια της προβλεπόμενης ταξινόμησης, εφόσον δε γίνεται διαβάθμιση μεταξύ του "καλός" - βαθμός 8 - και του "πολύ καλός" - βαθμός 9. Και θα μπορούσε να λεχθεί ότι θα έπρεπε να είχε παρασχεθεί στον εφεσίβλητο η δυνατότητα αμφισβήτησης.
Όμως, όπως είχε προτείνει ο εφεσίβλητος και όπως κατέληξε πρωτόδικα το Δικαστήριο, το πρόβλημα είχε ως αφετηρία την εσφαλμένη προσέγγιση στη βαθμολογία των προσόντων. Γιατί, σύμφωνα με το Δικαστήριο, η δεκαδική βαθμολογία ήταν, εξ αιτίας της απορρέουσας διάστασης στην οποία ήδη αναφερθήκαμε, ασυμβίβαστη με το γράμμα και το πνεύμα των Κανονισμών.
Οι εφεσείοντες προσβάλλουν την ερμηνεία που δόθηκε πρωτόδικα. Κατά το συνήγορό τους, το λεκτικό των Κανονισμών δεν αποκλείει τη βαθμολόγηση με δεκαδικό αριθμό, ιδιαίτερα εφόσον αυτός προέκυπτε αναπόφευκτα από την αξιολόγηση με ακέραιο αριθμό των επί μέρους στοιχείων των προσόντων.
Κατά την άποψή μας, ακόμα και με μόνο τη γραμματική ερμηνεία των Κανονισμών, δεν παρέχεται δυνατότητα για βαθμολογία των ουσιαστικών προσόντων με δεκαδικό αριθμό σε περιπτώσεις όπου αυτή υπερβαίνει το 8 όσο, και αν το αποτέλεσμα προκύπτει μόνο έμμεσα. Επισημαίνουμε κατ' αρχήν ότι η μορφή του εντύπου δεν καθορίζεται στους Κανονισμούς. Η κατάρτιση του εν χρήσει εντύπου, με τρόπο που εξυπονοεί τη ξεχωριστή βαθμολογία επί μέρους στοιχείων δε συνάδει με τον Κανονισμό 30(1). Διότι η πρόνοια εκεί ότι "βαθμολογούνται τα ουσιαστικά προσόντα" ενώ "επισημαίνονται οι αδυναμίες και τα ελαττώματα" συναρτά άμεσα τη βαθμολογία με τα ουσιαστικά προσόντα ιδωμένα στην ολότητά τους στον κάθε τομέα στον οποίο αναφέρονται. Δε διαλαμβάνεται βαθμολογία των επί μέρους. Μας φαίνεται ότι τα επί μέρους εξειδικεύονται στους Κανονισμούς ώστε, αφενός να προσδιορίσουν το προσόν και αφετέρου να διευκολύνουν τυχόν επισημάνσεις για αδυναμίες και ελαττώματα. Έπειτα, το ότι πέραν του βαθμού 8 δεν προσφέρεται δυνατότητα για δεκαδικό αριθμό προκύπτει από την κλίμακα που προβλέπεται στον Κανονισμό 30(5). Κι αυτό διότι ενώ από το "καλός" και πιο κάτω παρέχεται δυνατότητα βαθμολογίας μεταξύ δύο αριθμών (7 έως 8, 4 έως 6 και 1 έως 3), το "πολύ καλός" και το "εξαίρετος" συσχετίζονται αποκλειστικά με τους αριθμούς 9 και 10 αντίστοιχα, ενώ, ας σημειωθεί πρόσθετα, το "καλός" δεν μπορεί να υπερβεί το βαθμό 8. Καταλήγουμε λοιπόν ότι η πρωτόδικη κατάληξη ήταν ορθή.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Με απασχόλησε και με προβλημάτισε ιδιαίτερα η απουσία πρόνοιας, στους περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις), Κανονισμούς του 1990, (Κ.Δ.Π. 90/90) (οι Κανονισμοί), αριθμητικής βαθμολόγησης των προσόντων των αξιωματικών του στρατού, στο επίπεδο που υπερβαίνει το "8" αλλά υπολείπεται του "9". Οι προβληματισμοί προεκτείνονται και στην απουσία ανάλογης πρόνοιας στη βαθμολόγηση αξίας υπέρτερης του "9" αλλά υπολειπόμενης του "10".
Γεννούνται δύο ερωτηματικά. Πρώτο, παρέχεται δυνατότητα για τη βαθμολόγηση των υποκείμενων σε βαθμολογία με αριθμό υψηλότερο του "8" και κάτω του "9"; Δεύτερο, εάν αποκλείεται βαθμολόγηση μεταξύ του "8" και του "9" και κατ' επέκταση του "9" και "10", είναι αυτό παραδεχτό; Δευτερογενής νομοθεσία η οποία οδηγεί σε παράλογα αποτελέσματα μπορεί, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, να κηρυχθεί έκνομη (ultra vires). Aναφορά σ' αυτή την πτυχή του δικαίου γίνεται στην απόφαση της μειοψηφίας στην Ιoannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 80. (To θέμα εξετάζεται στο Craies on Statute Law, Seventh Edition, 330, et seq. Σχετικές είναι επίσης οι αποφάσεις στις Slattery v. Neylor [1888] 13 App. Cas. 446. Dearden v. Townsend [1865] L.R. 1 Q.B. 10. Huffam v. N. Staffordshire Ry [1894] 2 Q.B. 821.)
H διαπίστωση ότι η αριθμητική αποτίμηση δεν αποτελεί το μέτρο της βαθμολογίας και το ότι η αριθμητική απεικόνιση των ουσιαστικών προσόντων είναι παρενθετική προς την ουσιαστική βαθμολογία, καθιστά το πρόβλημα θεωρητικό για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης. Η κλίμακα βαθμολογίας που καθιερώνεται από τους Κανονισμούς δεν είναι αριθμητική. συνίσταται από πέντε ευρύτερες διαβαθμίσεις, καθοριζόμενες με τη γραμματική ορολογία, "Εξαίρετος", "Πολύ Καλός", "Καλός", "Μέτριος», "Απαράδεχτος". Η αριθμητική αντιστοιχία προς την ουσιαστική βαθμολογία είναι συμπτωματική. Το "8", όπου χρησιμοποιείται, υποδηλώνει κατάταξη στην κλίμακα του "Καλός". Μεταξύ του "Καλός" και "Πολύ Καλός" δεν υπάρχει ενδιάμεση διαβάθμιση και κατά συνέπεια ούτε αντίστοιχη ευχέρεια αριθμητικής αποτίμησης. Η υποδιαίρεση της αξιολόγησης, σε πέντε βαθμίδες, συνιστά περιεκτικό κώδικα, η υιοθέτηση του οποίου ήταν νομοθετικά ευχερής και λογικά παραδεχτή. Η πιο πάνω θεώρηση του υπό εξέταση θέματος με οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή. Ταυτίζομαι με την απόφαση του Νικολάου, Δ., τόσον, ως προς το αποτέλεσμα όσο και το σκεπτικό. περιλαμβανομένης και της διαπίστωσης ότι οι παράγοντες οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη στον καθορισμό των ουσιαστικών προσόντων, οι οποίοι καθορίζονται στον Κ.33, δε βαθμολογούνται ξεχωριστά. Τα επί μέρους στοιχεία προσμετρούν, όπως εξηγείται στην απόφασή του, στο σφαιρικό καθορισμό της αξίας, γεγονός που υποδηλώνεται και από τη χρήση του όρου "εν γένει", στον Κ.33(1).
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.