ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2013) 2 ΑΑΔ 204

21 Φεβρουαρίου, 2013

 

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στές]

 

CSABA JAKAB,

 

Εφεσείων,

 

v.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 31/2013)

 

 

Ποινική Δικονομία ― Διαταγή για απόλυση υποδίκου υπό όρους ― Έφεση εναντίον απορριπτικής πρωτόδικης απόφασης για τροποποίηση των όρων εγγύησης ― Κατά πόσο το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια στη βάση των ορθών κριτηρίων και διερεύνησε δεόντως το θέμα της διαμόρφωσης των όρων της εγγύησης ― Κατά πόσον ορθά έκρινε ότι δεν μπορούσε να επιληφθεί του ζητήματος στην απουσία συγκατάθεσης της Κατηγορούσας Αρχής.

 

O εφεσείων αμφισβήτησε με την έφεση ενδιάμεση απόφαση πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για τροποποίηση των όρων που είχαν τεθεί, για την απόλυση του μέχρι τη δίκη που αντιμετώπιζε αναφορικά με πολλές κατηγορίες διαρρήξεων.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε ήδη προηγουμένως τροποποιήσει τους όρους της απόλυσης μειώνοντας το αρχικά καθορισθέν ποσό της εγγύησης από €10000 στις €5000, και ενώπιον του ετέθη νέο αίτημα  τροποποίησης των όρων στο ποσό των €2000.

 

Παράλληλα ο συνήγορος του εφεσείοντα αναφέρθηκε στο αυτοκίνητο του εφεσείοντα, το οποίο εκρατείτο από την αστυνομία και το οποίο, όπως εξηγήθηκε, θα μπορούσε  να πωληθεί και το προϊόν της πώλησης να κατατεθεί ως επιπρόσθετο μέρος της εγγύησης.

 

Η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής δήλωσε ότι δεν είχε οδηγίες να δεχθεί τους όρους που είχε εισηγηθεί ο συνήγορος του εφεσείοντα.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ακολούθως ότι, χωρίς την έγκριση της αρμόδιας αρχής, η οποία δεν ήταν δυνατόν να παρασχεθεί,  δεν μπορούσε να μειώσει την εγγύηση. Πρόκειται, έκρινε, για πολύ σοβαρά αδικήματα με σωρεία κατηγοριών και το Δικαστήριο είχε καθήκον να διασφαλίσει την παρουσία του κατηγορούμενου στο Δικαστήριο.

 

Σημείωσε ότι η εγγύηση είχε μειωθεί αρκετά και είχε επίσης δοθεί η επιλογή εγγύησης με αξιόχρεο εγγυητή.

 

Με την έφεση εναντίον της πιο πάνω απόφασης, υποστηρίχθηκε ότι:

 

α)  Η αδυναμία τήρησης των όρων τους οποίους έθεσε το Δικαστήριο ισοδυναμούσε με διάταγμα κράτησης του εφεσείοντα.

 

β)  Ουδέποτε διερευνήθηκε η οικονομική δυνατότητα του εφεσείοντα ως προς την τήρηση των όρων οι οποίοι θα ετίθεντο σε οποιονδήποτε στάδιο.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Δεν ήταν ορθή υπό  τις συνθήκες της νομολογίας, η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής, η οποία δεν μπορούσε να παρασχεθεί την ημέρα εκείνη, δεν ήταν δυνατή η μείωση της εγγύησης.

 

2.  Το θέμα της διαμόρφωσης των όρων της εγγύησης, το οποίο προκύπτει αφ' ης στιγμής το Δικαστήριο αποφασίσει ότι δεν θα διατάξει κράτηση αλλά θα επιβάλει όρους οι οποίοι να διασφαλίζουν την παρουσία του κατηγορούμενου  κατά την ημέρα της δίκης του, είναι θέμα το οποίο χρήζει διερεύνησης προς τις δυο πλευρές, ώστε να είναι δυνατό για το Δικαστήριο να βασιστεί στα δεδομένα τα οποία θα τεθούν ενώπιόν του.

 

3.  Στην προκείμενη περίπτωση το θέμα αυτό, ουσιαστικά, ουδέποτε διερευνήθηκε. Η αναφορά του Δικαστηρίου ότι επρόκειτο για πολύ σοβαρά αδικήματα με σωρεία κατηγοριών, δεν αντιμετώπιζε το θέμα ευθέως.

 

4.  Έχοντας αποφασίσει το Δικαστήριο κατά της κράτησης και υπέρ της απόλυσης υπό όρους, η σημασία της σοβαρότητας των αδικημάτων πλέον περιορίζεται στον καθορισμό των όρων και όχι ευρύτερα.

 

5.  Η τρίτη διάσταση της πρωτόδικης παρατήρησης, ότι η εγγύηση είχε ήδη μειωθεί αρκετά, ήταν χωρίς αντίκρισμα, εφόσον η μείωση εκείνη έγινε χωρίς αναφορά στις δυνατότητες ικανοποίησης της εγγύησης η οποία ετέθη και χωρίς περαιτέρω διερεύνηση των δυνατοτήτων αλλά και των κατάλληλων όρων που θα έπρεπε να είχαν τεθεί.

 

6.  Η απόφαση του Δικαστηρίου να απορρίψει το αίτημα για τροποποίηση των όρων ήταν λανθασμένη και θα έπρεπε να επαναδιατυπωθούν οι όροι οι οποίοι κρίνονταν ορθό να τεθούν.

 

7.  Η κατάθεση των €2.000 θεωρείτο δεδομένη όπως και το θέμα του αυτοκινήτου το οποίο ήδη κρατείτο, αλλά θα παρέμεινε υπό τη μορφή περαιτέρω εγγύησης ως προς τους όρους.

 

8.  Προκαλούσε έκπληξη το γεγονός ότι δεν ετέθησαν όροι από το Δικαστήριο προς την κατάθεση ταξιδιωτικών και άλλων εγγράφων, όπως ταυτότητας, αλλά και όροι για εμφάνιση ενώπιον αστυνομικού σταθμού, ενόψει της δικής του άποψης ότι επρόκειτο για σοβαρή υπόθεση.

 

Με συμφωνία των διαδίκων προστέθηκαν αντίστοιχοι όροι.

 

Η έφεση επιτράπηκε.

 

Έφεση εναντίον Κράτησης.

 

Έφεση εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (Γεωργίου-Αντωνίου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση αρ. 71/13), ημερομηνίας 29/1/13.

 

Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον Eφεσείοντα.

 

Χρ. Κυθραιώτου, για την Eφεσίβλητη.

 

Ο εφεσείων παρών.

 

Ex tempore

 

Παρούσα στο Δικαστήριο η μεταφράστρια Νάντια Χαραλάμπους για να μεταφράζει από τα ελληνικά στα ρουμανικά και αντίστροφα.

 

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: O εφεσείων αντιμετωπίζει κατηγορητήριο που αφορά πολλές κατηγορίες διαρρήξεων. Παρουσιασθείς ενώπιον του δικαστηρίου, κατά πρώτον στις 8.1.2013, εζητήθη η κράτησή του μέχρι την ακρόαση, αίτημα το οποίο συνάντησε ένσταση εκ μέρους του συνηγόρου του. Το δικαστήριο, αφού άκουσε τις δυο πλευρές, αποφάσισε ότι το αίτημα, που εβασίζετο στον κίνδυνο μη προσέλευσης κατά τη δίκη, ήταν γενικό και αόριστο, με την έννοια ότι η αναφορά στη μη ύπαρξη δεσμών με την Κύπρο δεν εξειδικεύθηκε. Απεναντίας,  το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι υπήρχαν δεσμοί με την Κύπρο, δεδομένου ότι ο εφεσείων είναι ευρωπαίος πολίτης και βρίσκεται στην Κύπρο με την οικογένειά του από το 2009. Το δικαστήριο, καταλήγοντας ότι ο εφεσείων θα πρέπει να αφεθεί ελεύθερος υπό όρους, προσδιόρισε, χωρίς να θέσει οτιδήποτε άλλο στους συνηγόρους, τους όρους αυτούς σε εγγύηση €10.000 σε μετρητά ή τραπεζική εγγύηση.

 

Την 21.1.2013 ο εφεσείων παρουσιάστηκε και πάλιν ενώπιον του δικαστηρίου, χωρίς η υπόθεση να φαίνεται να ήταν ορισμένη, αφού η ακρόαση είχε οριστεί για τις 29 Ιανουαρίου, και ανεφέρθη ότι ο δικηγόρος του δεν θα παρουσιάζετο την ημέρα εκείνη στο δικαστήριο. Σημειώνεται στο πρακτικό ότι το δικαστήριο διαπίστωσε αδυναμία του εφεσείοντα να καταβάλει την εγγύηση και να εκπληρώσει τους όρους που είχαν τεθεί, παρατηρώντας ότι, την ημέρα που είχε θέσει εκείνους τους όρους, το δικαστήριο δεν επληροφορήθη από το συνήγορο του εφεσείοντα ότι δεν είχε τη δυνατότητα να τους εκπληρώσει. Ενόψει του ότι, όπως αναφέρεται στα πρακτικά, «απώτερος στόχος του Δικαστηρίου ήταν να αφεθούν οι κατηγορούμενοι ελεύθεροι μέχρι την ημερομηνία εκδίκασης της υπόθεσής τους» [η υπόθεση αφορούσε και άλλο συγκατηγορούμενο], το δικαστήριο θα τροποποιούσε τους όρους που είχαν τεθεί ώστε να εδίδετο η δυνατότητα κατάθεσης σε μετρητά €5.000 ή υπογραφή εγγύησης €5,000 με αξιόχρεο εγγυητή. Και πάλιν, δεν έγινε προηγούμενη διερεύνηση εκ μέρους του δικαστηρίου ως προς τις απόψεις των δυο πλευρών για τους όρους τους οποίους το δικαστήριο προτίθετο να επιβάλει.

 

Υπήρξε και τρίτη εμφάνιση ενώπιον του δικαστηρίου, την 29 Ιανουαρίου που η υπόθεση ήταν ορισμένη για ακρόαση, οπότε και εζητήθη αναβολή λόγω του ότι το μαρτυρικό υλικό δεν είχε ληφθεί. Περαιτέρω, ο συνήγορος του εφεσείοντα ανέφερε ότι ο όρος που είχε τεθεί, των €5.000 τώρα, δεν μπορούσε να εκπληρωθεί και εζήτησε περαιτέρω τροποποίηση του ώστε να κατατεθούν €2.000 στο δικαστήριο. Έκαμε δε περαιτέρω αναφορά στο αυτοκίνητο του εφεσείοντα, το οποίο εκρατείτο από την αστυνομία και το οποίο, όπως εξηγήθηκε, θα μπορούσε και αυτό να πωληθεί και το προϊόν της πώλησης να κατατεθεί ως επιπρόσθετο μέρος της εγγύησης. Το δικαστήριο, δίδοντας την αναβολή και ορίζοντας την υπόθεση και πάλιν για ακρόαση στις 27 Μαρτίου, επελήφθη και του αιτήματος για τροποποίηση των όρων τους οποίους είχε επιβάλει. Η εκπρόσωπος της αστυνομίας δήλωσε ότι δεν είχε οδηγίες να δεχθεί τους όρους που είχε εισηγηθεί ο συνήγορος του εφεσείοντα. Το δικαστήριο ανέφερε ότι, χωρίς την έγκριση της αρμόδιας αρχής, η οποία φαίνεται ότι δεν μπορούσε να παρασχεθεί, δεν μπορούσε να μειώσει την εγγύηση. Πρόκειται, είπε, για πολύ σοβαρά αδικήματα με σωρεία κατηγοριών και το δικαστήριο είχε καθήκον να διασφαλίσει την παρουσία του κατηγορούμενου στο δικαστήριο. Θεώρησε ότι η εγγύηση είχε μειωθεί αρκετά και είχε επίσης δοθεί η επιλογή εγγύησης με αξιόχρεο εγγυητή.

 

Ο εφεσείων προσβάλλει ενώπιόν μας την απόφαση αυτή, εισηγούμενος στο λόγο έφεσης ότι, ουσιαστικά, η αδυναμία τήρησης των όρων τους οποίους έθεσε το δικαστήριο ισοδυναμεί με διάταγμα κράτησής του. Κάμνει δε συσχετισμό της κατάληξης του δικαστηρίου και προς το γεγονός ότι ουδέποτε διερευνήθηκε η οικονομική δυνατότητα του ως προς την τήρηση των όρων οι οποίοι θα ετίθεντο σε οποιονδήποτε στάδιο. Έγινε περαιτέρω παραπομπή από το συνήγορο του εφεσείοντα στο γεγονός ότι ο εφεσείων έχει την προθυμία να καταθέσει στο δικαστήριο €2,000 και, περαιτέρω, να διαθέσει το αυτοκίνητό του, το οποίο ήδη κρατείται από την αστυνομία, για σκοπούς ενίσχυσης της εγγύησης. Μας παρέπεμψε σε νομολογία, η αρχή της οποίας είναι ότι, αφ' ης στιγμής το δικαστήριο αποφασίσει ότι η περίπτωση δεν είναι περίπτωση κράτησης, αλλά περίπτωση όπου ο κατηγορούμενος θα πρέπει να αφεθεί ελεύθερος με όρους, τότε εκείνο το οποίο προέχει είναι να διασφαλιστεί ότι οι όροι που θα τεθούν δεν θα είναι τέτοιοι ώστε να ισοδυναμούν ουσιαστικά, σε περίπτωση αδυναμίας ανταπόκρισης, με κράτηση η οποία εξ αρχής εθεωρήθη ότι δεν είναι η ορθή μέθοδος αντιμετώπισης του θέματος.

 

Δεν θα χρειαστεί να αναφερθούμε στη νομολογία αυτή ειδικά, αφού η αρχή είναι αναγνωρισμένη και δεδομένη. Εκείνο όμως το οποίο δεν θα μπορούσαμε να δεχθούμε, υπό τις συνθήκες της νομολογίας, είναι η θέση του δικαστηρίου ότι χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας αρχής, η οποία δεν μπορούσε να παρασχεθεί την ημέρα εκείνη εφόσον δεν υπήρχαν οδηγίες, δεν ήταν δυνατή η μείωση της εγγύησης. Το θέμα της διαμόρφωσης των όρων της εγγύησης, το οποίο προκύπτει αφ' ης στιγμής το δικαστήριο αποφασίσει ότι δεν θα διατάξει κράτηση αλλά θα επιβάλει όρους οι οποίοι να διασφαλίζουν την παρουσία του κατηγορούμενου στο δικαστήριο κατά την ημέρα της δίκης του, είναι θέμα το οποίο χρήζει κατά πρώτον διερεύνησης. Διερεύνησης προς τις δυο πλευρές, ώστε να είναι δυνατό για το δικαστήριο να βασιστεί στα δεδομένα τα οποία θα τεθούν ενώπιόν του. Στην προκείμενη περίπτωση το θέμα αυτό, ουσιαστικά, ουδέποτε διερευνήθη. Ούτε την πρώτη φορά, οπότε το δικαστήριο από μόνο του αποφάσισε την επιβολή όρων που αφορούσαν κατάθεση σε μετρητά ή τραπεζική εγγύηση ύψους €10.000, ούτε τη δεύτερη φορά, που το Δικαστήριο αποφάσισε, στην απουσία του συνηγόρου του εφεσείοντα, να γίνει κατάθεση €5.000 σε μετρητά ή να δοθεί εγγύηση από αξιόχρεο εγγυητή ύψους €5.000. Στην τρίτη εμφάνιση, οπότε το Δικαστήριο είχε ενώπιόν του μια συγκεκριμένη πρόταση για κατάθεση €2.000 σε μετρητά, το δικαστήριο έσφαλε, όπως υποδείξαμε ήδη, στο να θεωρήσει ότι η συγκατάθεση της Κατηγορούσας Αρχής ήταν απαραίτητη για άσκηση της δικής του διακριτικής εξουσίας. Περαιτέρω, η αναφορά του δικαστηρίου ότι επρόκειτο για πολύ σοβαρά αδικήματα με σωρεία κατηγοριών δεν αντιμετωπίζει το θέμα ευθέως, εφόσον ναι μεν η σοβαρότητα των αδικημάτων είναι παράγοντας που λαμβάνεται υπόψη στον καθορισμό των όρων υπό τους οποίους αφήνεται ελεύθερος ο κατηγορούμενος, αλλά η σοβαρότητα των αδικημάτων είναι και παράγοντας ο οποίος λαμβάνεται υπόψη στο πρότερο στάδιο της απόφασης κατά πόσο ο κατηγορούμενος θα πρέπει να αφεθεί ελεύθερος με όρους ή να κρατηθεί.  Έχοντας αποφασίσει το δικαστήριο κατά της κράτησης και υπέρ της απόλυσης υπό όρους, η σημασία της σοβαρότητας των αδικημάτων πλέον περιορίζεται στον καθορισμό των όρων και όχι ευρύτερα.

 

Η τρίτη διάσταση της παρατήρησης του δικαστηρίου, ότι η εγγύηση είχε ήδη μειωθεί αρκετά, είναι χωρίς αντίκρυσμα, εφόσον η μείωση εκείνη έγινε χωρίς αναφορά στις δυνατότητες ικανοποίησης της εγγύησης η οποία ετέθη και χωρίς περαιτέρω διερεύνησης των δυνατοτήτων αλλά και των κατάλληλων όρων που θα έπρεπε να είχαν τεθεί. Σε τούτο θα επανέλθουμε.

 

Η κατάληξή μας είναι ότι η απόφαση του δικαστηρίου να απορρίψει το αίτημα για τροποποίηση των όρων ήταν λανθασμένη και θα πρέπει να επαναδιατυπώσουμε τους όρους τους οποίους θεωρούμε ορθό να τεθούν, ώστε να διασφαλιστεί η αρχική επιδίωξη του δικαστηρίου όπως ο εφεσείων εμφανιστεί ενώπιον του κατά την ημέρα της δίκης του. Η κατάθεση των €2.000 θεωρείται δεδομένη όπως και το θέμα του αυτοκινήτου, το οποίο ήδη κρατείται, αλλά θα παραμείνει υπό τη μορφή περαιτέρω εγγύησης ως προς τους όρους.

 

Πέραν αυτών, θα θίξουμε και μια άλλη πτυχή της υπόθεσης στην οποία φαίνεται δεν εστίασε την προσοχή του το δικαστήριο. Οι όροι που διασφαλίζουν την παρουσία ενός κατηγορουμένου στο δικαστήριο δεν είναι μόνο η χρηματική εγγύηση. Είναι και οι όροι που αφορούν τη βεβαιότητα της παραμονής και τη βεβαιότητα της ετοιμότητας παρουσίασης. Αυτό σχετίζεται προς την κατάθεση ταξιδιωτικών και άλλων εγγράφων, όπως ταυτότητας, αλλά και όροι που αφορούν την εμφάνιση ενώπιον αστυνομικού σταθμού. Μας εκπλήττει που δεν ετέθησαν τέτοιοι όροι από το δικαστήριο ενόψει της δικής του άποψης ότι επρόκειτο για σοβαρή υπόθεση. Θα θέλαμε να σας ακούσουμε επί του θέματος.

 

Χριστοδουλίδης - Να καταθέσει τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και να μπεί το όνομά του στο stop list και να παρουσιάζεται καθημερινά δυο φορές την ημέρα, η ώρα 6.00 με 7.00 το πρωΐ και 8.00 με 9.00 το βράδυ στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου.

 

Κυθραιώτου - Συμφωνώ.

 

Δικαστήριο - Οι όροι, λοιπόν, καθορίζονται, διαφοροποιούμενοι, ως εξής: Θα καταθέσει €2.000 σε μετρητά. Θα παραμείνει το αυτοκίνητο, έστω και αν η αστυνομία δεν θα το χρειάζεται ως τεκμήριο, ως περαιτέρω εγγύηση για την τήρηση των όρων. Θα παραδώσει τα ταξιδιωτικά και άλλα έγγραφα ταυτότητάς του και το όνομά του θα τοποθετηθεί στο stop list, ως πρόσωπο του οποίου απαγορεύεται η έξοδος από τη Δημοκρατία. Θα παρουσιάζεται δυο φορές την ημέρα στον Αστυνομικό Σταθμό Αραδίππου μεταξύ 6.00 με 7.00 το πρωϊ και 8.00 με 9.00 το βράδυ.

 

Η έφεση επιτρέπεται.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο