ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 2 ΑΑΔ 282
14 Ιουλίου, 2011
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
(Ποινική Έφεση Αρ. 42/2010)
(Σχ. με 43/2010)
ΝΙΚΗ ΤΣΙΑΚΚΑ,
Εφεσείουσα,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
——————————————————-
(Ποινική Έφεση Αρ. 43/2010)
(Σχ. με 42/2010)
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινικές Εφέσεις Αρ. 42/2010, 43/2010)
Ναρκωτικά ― Συνομωσία, κατοχή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια ελεγχομένου φαρμάκου τάξεως Α, δηλαδή 48.0943 γραμμαρίων ηρωίνης ― Διακίνηση ναρκωτικών ουσιών από τις κατεχόμενες περιοχές στο ελεύθερο έδαφος της Δημοκρατίας ― Εφεσείοντες παντρεμένοι με ένα ανήλικο παιδί ηλικίας εννέα ετών το οποίο διέμενε στην Κρατική Παιδική Στέγη ― Μείωση ποινής της Εφεσείουσας από πεντέμισι σε τέσσερα χρόνια στις κατηγορίες της προμήθειας ελεγχομένου φαρμάκου τάξεως Α, και της κατοχής του φαρμάκου αυτού με σκοπό την προμήθεια του σε άλλα πρόσωπα και από τέσσερα σε τρία χρόνια στην κατηγορία της κατοχής του ελεγχομένου φαρμάκου ― Απόρριψη έφεσης για τον εφεσείοντα ― Επικύρωση ποινών τριών ετών στην κατηγορία της συνωμοσίας, τεσσεράμισι ετών για κατοχή και έξι ετών για κατοχή με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα.
Ναρκωτικά ― Άρθρο 30Α του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77 ― Η δημιουργία τεκμηρίου κατοχής με σκοπό την προμήθεια εφόσον κατέχεται ποσότητα πέραν της εκάστοτε προβλεπόμενης ― Οι εφεσείοντες με την άρνηση οποιασδήποτε ανάμειξης δεν προσέφεραν καμία σχετική μαρτυρία ως προς την πτυχή της δημιουργίας του μαχητού τεκμηρίου κατοχής με σκοπό την προμήθεια και δεν προσπάθησαν να το ανατρέψουν.
Ποινή ― Μετριαστικοί παράγοντες ― Επιμέτρηση ― Το Κακουργιοδικείο δεν έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στο ρόλο της εφεσείουσας ως μητέρας υπό τις ιδιαίτερες οικογενειακές της συνθήκες ― Η θέση της νομολογίας απέναντι στον εγκλεισμό μητέρας ― Προσπάθειες απεξάρτησης ― Νομολογιακά αναγνωρισμένος βοηθητικός παράγοντας.
Ποινή ― Μετριαστικοί παράγοντες ― Εξατομίκευση ― Η επιβολή ποινής δεν είναι μηχανιστική άσκηση χωρίς περιθώριο ευλυγισίας - Υπόμνηση περί μη άκαμπτης νομολογίας.
Ποινή ― Επιβολή ποινής ― Προηγούμενες καταδίκες ― Εάν η διάπραξη αδικήματος λάβει χώραν πριν από τη διάπραξη δεύτερου αδικήματος, η δε καταδίκη για το πρώτο αδίκημα ολοκληρώθηκε πριν από τη δεύτερη καταδίκη, τότε η καταδίκη αυτή αποτελεί προηγούμενο που μπορεί να προσμετρήσει στην επιβολή της ποινής στη μεταγενέστερη υπόθεση.
Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας επέβαλε στην εφεσείουσα ποινές από τρία έτη μέχρι πεντέμισι έτη, και στον εφεσείοντα ποινές από τρία μέχρι έξι έτη αφού βρέθηκαν ένοχοι ύστερα από ακροαματική διαδικασία σε κατηγορίες που αφορούσαν διακίνηση ναρκωτικών ουσιών από τις κατεχόμενες περιοχές στο ελεύθερο έδαφος της Δημοκρατίας.
Οι κατηγορίες αφορούσαν κατοχή ελεγχομένου φαρμάκου τάξεως Α, συγκεκριμένα 48.0943 γραμμάρια ηρωίνης και της κατοχής του ιδίου φαρμάκου με σκοπό την προμήθεια του σε τρίτα πρόσωπα, ως επίσης και συνομωσία προς το σκοπό διάπραξης κακουργήματος.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν τις επιβληθείσες ποινές ως υπερβολικές υπό τις περιστάσεις.
Υποστήριξαν μεταξύ άλλων ότι:
α) Δεν αποτιμήθηκε ορθά από το Κακουργιοδικείο η ποσότητα των ναρκωτικών ουσιών η οποία δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί υπερβολική.
β) Δεν αποτιμήθηκε ορθά το γεγονός ότι οι εφεσείοντες ήταν χρήστες σκληρών ναρκωτικών και ότι ο λόγος που μετέβησαν στις κατεχόμενες περιοχές ήταν να προμηθευτούν ναρκωτικά για δική τους χρήση.
γ) Δεν αποτιμήθηκε ορθά η ανυπαρξία μαρτυρίας στην κατηγορία της κατοχής με σκοπό την προμήθεια.
Υποστηρίχθηκε ειδικότερα από την πλευρά της εφεσείουσας ότι:
α) Ο ρόλος των δύο εφεσειόντων ήταν διαφορετικός, η δε επιρροή που άσκησε ο εφεσείων επί της ίδιας, θα έπρεπε να προσμετρήσει προς περαιτέρω μείωση της ποινής.
β) Δεν φαινόταν από την απόφαση να αποτιμήθηκε το γεγονός ότι η εφεσείουσα έχει χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και ποιο ρόλο διαδραμάτισε.
γ) Λανθασμένα λήφθηκε υπόψη προηγούμενη καταδίκη της για άλλο αδίκημα.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η ποσότητα των ναρκωτικών δεν θεωρήθηκε επιβαρυντικός παράγων και δεν αποδόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα σ' αυτήν, ούτε μπορούσε να εξαχθεί συμπέρασμα ότι κρίθηκε ως υπερβολική ώστε εξ' αιτίας αυτής, να είχε επιβληθεί μεγαλύτερη από την ενδεδειγμένη ποινή.
2. Η ποσότητα κατεχόταν και από τους δύο εφεσείοντες και δεν ήταν δυνατόν να γίνει βάσιμα λόγος για κατοχή της ηρωίνης ουσιαστικά εξ ημισείας, μειώνοντας κατά τον τρόπο αυτό ανάλογα την ποσότητα.
3. Αφού οι εφεσείοντες αρνήθηκαν οποιαδήποτε ανάμειξη με την υπόθεση δεν προσέφεραν καμία σχετική μαρτυρία για να ανατρέψουν το μαχητό τεκμήριο του νόμου κατοχής με σκοπό την προμήθεια. Εφόσον δεν ηγέρθη τέτοιο ζήτημα, το Κακουργιοδικείο δεν είχε λόγο να ασχοληθεί ειδικώς με αυτή τη θέση.
4. Ορθά το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη του την προηγούμενη καταδίκη της εφεσείουσας για άλλο αδίκημα, αφού στηρίχθηκε στις νομολογημένες αρχές. Ορθά έλαβε υπόψη του και τις προηγούμενες καταδίκες του εφεσείοντα οι οποίες επίσης αφορούσαν διαφορετικά αδικήματα.
5. Η εφεσείουσα δεν ανέδειξε συγκεκριμένα δεδομένα ώστε να ισχυροποιήσει τη θέση της ότι ο ρόλος της ήταν σαφώς διαφοροποιημένος κατά το αρχικό στάδιο και δεν διακρινόταν από το σύνολο των γεγονότων.
6. Εκείνο που μπορούσε να προσμετρήσει υπέρ της εφεσείουσας, ήταν ότι το Κακουργιοδικείο έδωσε μόνο φραστική σημασία στις προσωπικές της συνθήκες.
7. Το γεγονός ότι η εφεσείουσα είναι μητέρα δεν απασχόλησε καθόλου το Κακουργιοδικείο, ούτε αναφέρθηκε στον παράγοντα αυτό καθ' οιονδήποτε τρόπο. Ενώ σημείωσε τις προσπάθειες και των δύο εφεσειόντων για απεξάρτηση δεν έδωσε τη δέουσα σημασία στις προσπάθειες της ίδιας της εφεσείουσας να απεξαρτηθεί με ευεργετικά βεβαίως αποτελέσματα γι' αυτήν, γεγονός που θα επηρέαζε και την ευρύτερη σχέση με το παιδί της.
8. Με μεγάλο δισταγμό του Εφετείου, και με αποκλειστικό γνώμονα να δινόταν μια ακόμη ευκαιρία στην εφεσείουσα να αντιληφθεί το ρόλο της ως μητέρα και να μείνει μακριά από την παρανομία¸ η ποινή της μειώθηκε ως κατωτέρω. Η έφεση απερρίφθη για τον εφεσείοντα.
Η έφεση κατά της ποινής στην υπ' αρ. 42/10 έφεση, επιτράπηκε. Η ποινή των 5½ ετών στις κατηγορίες 4 και 5 μειώθηκε στα 4 έτη, ενώ και η ποινή των 4 ετών στη δεύτερη κατηγορία, μειώθηκε στα 3 έτη.
Η έφεση στην υπόθεση αρ. 43/10, απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Γλυκερίου ν. Αστυνομίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 18,
Hijazi v. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 99,
Jokarbozorgi v. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 726,
Sikaf v. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 467,
El Kara v. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 239,
Γενικός Εισαγγελέας ν. Sak (2005) 2 Α.Α.Δ. 377,
Σελλάς ν. Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 215,
Τρύφωνος ν. Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 197,
Ιωάννου άλλως Μουσικός ν.Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 286,
Γενικός Εισαγγελέας ν. Ματθαίου (1994) 2 Α.Α.Δ. 1,
Παναγιώτου (Αντάρτης) ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 138,
Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 104,
Βενιζέλου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 59,
Abe ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 211,
Χρίστου ν. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 448,
Μπαλλής ν. Δημοκρατίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 273,
Χριστοφίδης ν. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 148,
Καρακάννας ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 463.
Εφέσεις εναντίον Καταδίκης και Ποινής.
Εφέσεις από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας (Σολομωνίδης, Π.Ε.Δ., Σάντης, Α.Ε.Δ. Γιαπανάς, Ε.Δ.), (Ποινική Έφεση Αρ. 14751/08), ημερομηνίας 18/2/10.
Ε. Χειμώνας, για την Εφεσείουσα στην Ποινική Έφεση Αρ. 42/2010.
Θ. Γιούπας, για τον Εφεσείοντα στην Ποινική Έφεση Αρ. 43/2010.
Αγ. Κάρνου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη και στις δύο Ποινικές Εφέσεις.
Οι Εφεσείοντες είναι παρόντες.
Cur. adv. vult.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Ναθαναήλ.
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η διακίνηση ναρκωτικών ουσιών από τις κατεχόμενες περιοχές στο ελεύθερο έδαφος της Δημοκρατίας έφερε τους εφεσείοντες αντιμέτωπους με έξι συνολικά κατηγορίες εκ των οποίων τέσσερεις αντιμετωπίζονταν από αυτούς από κοινού, στις οποίες και βρέθηκαν ένοχοι ως θα εξηγηθεί κατωτέρω μετά από ακροαματική διαδικασία. Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας επέβαλε στην εφεσείουσα ποινές από τρία έτη μέχρι πεντέμισυ έτη, στον δε εφεσείοντα ποινές από τρία μέχρι έξι έτη.
Συγκεκριμένα, στην εφεσείουσα επεβλήθησαν ποινές τριών ετών στις κατηγορίες 1 και 6, δηλαδή, τις κατηγορίες της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, ήτοι, το κακούργημα της κατοχής ελεγχομένου φαρμάκου τάξεως Α, 48.0943 γραμ. ηρωίνης και της κατοχής του ιδίου φαρμάκου με σκοπό την προμήθεια του σε τρίτα πρόσωπα. Επεβλήθη επίσης η ποινή των τεσσάρων ετών στη δεύτερη κατηγορία της κατοχής του πιο πάνω ελεγχομένου φαρμάκου και η ποινή των πεντέμιση ετών στις κατηγορίες 4 και 5 που αφορούσαν αντίστοιχα την προμήθεια ελεγχομένου φαρμάκου από την εφεσείουσα στην Μαρία Ιωάννου, πρώην κατηγορούμενη 1, και την κατοχή του φαρμάκου αυτού με σκοπό την προμήθεια του σε άλλα πρόσωπα. Στον εφεσείοντα επεβλήθησαν οι ίδιες ποινές φυλάκισης των τριών ετών στις κατηγορίες της συνωμοσίας (κατηγορίες 1 και 6), τεσσεράμισυ ετών στη δεύτερη κατηγορία της κατοχής του ελεγχομένου αυτού φαρμάκου και έξι ετών στην πέμπτη κατηγορία που αφορούσε την κατοχή των ναρκωτικών αυτών ουσιών με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα.
Σύμφωνα με τα όσα το Κακουργιοδικείο παρέθεσε στο σκεπτικό της ποινής, όπως τα συνόψισε από το σύνολο των ευρημάτων του που οδήγησαν στην καταδίκη των εφεσειόντων, αυτοί είναι παντρεμένοι και έχουν ένα ανήλικο παιδί ηλικίας εννέα ετών το οποίο διαμένει στην Κρατική Παιδική Στέγη εξ αιτίας των σοβαρών προβλημάτων που το ζεύγος αντιμετωπίζει στις σχέσεις του, αλλά και της εξάρτησης του από τοξικές ουσίες. Στις 12.9.08 μετέβηκαν στα κατεχόμενα και αγόρασαν 48.0943 γραμμάρια ηρωίνης από κάποιο Τούρκο, έχοντας ταυτόχρονα διευθετήσει με τη μητέρα του εφεσείοντος, πρώην κατηγορούμενη 1, όπως τους συναντήσει στις κατεχόμενες περιοχές με σκοπό να μεταφέρει τα ναρκωτικά πίσω στο ελεύθερο έδαφος της Δημοκρατίας. Την συνάντησαν λοιπόν σε περίπτερο της κατεχόμενης Λευκωσίας, μαζί με την εγγονή της, όπου η εφεσείουσα της παρέδωσε τα ναρκωτικά σε αποχωρητήριο λέγοντας της χαμηλοφώνως «ό,τι και να γίνει μεν με δώκεις εμένα». Η πρώην κατηγορούμενη 1 και η εγγονή της φαίνονταν ανήσυχες κατά την επιστροφή τους στις ελεύθερες περιοχές, με αποτέλεσμα να τις σταματήσει η αστυνομία όταν αυτές εισήλθαν σε ταξί στην πλατεία Ελευθερίας, με αποτέλεσμα η πρώην κατηγορούμενη 1 να ανασύρει το σακκουλάκι με τα ναρκωτικά από την περιοχή του στήθους της και να το πετάξει στο δρόμο αναφέροντας ταυτόχρονα ότι της το είχαν δώσει οι εφεσείοντες. Η πρώην κατηγορούμενη 1 συνελήφθη και σε μεταγενέστερο στάδιο συνελήφθησαν και οι εφεσείοντες.
Το Κακουργιοδικείο σε μια επιμελημένη απόφαση κατά την επιβολή της ποινής παρέθεσε τη σχετική νομολογία για τις ναρκωτικές ουσίες σε αρκετή έκταση, τις προσωπικές συνθήκες των εφεσειόντων, και τις θέσεις των τότε συνηγόρων τους προς μετριασμό της ποινής. Αφού στάθμισε τον ρόλο εκάστου στη διάπραξη των αδικημάτων και έλαβε ταυτόχρονα υπόψη και τις προηγούμενες αντίστοιχες καταδίκες τους, επέβαλε τις προαναφερθείσες ποινές διαφοροποιώντας ελαφρά προς όφελος της εφεσείουσας το ύψος της ποινής για να αντισταθμίσει το γεγονός ότι αυτή βαρύνετο μόνο με μία προηγούμενη καταδίκη, έναντι του εφεσείοντος ο οποίος βαρύνετο με δύο, στις οποίες είχαν επίσης ληφθεί υπόψη άλλες έντεκα υποθέσεις.
Οι εφεσείοντες προσβάλλουν τις επιβληθείσες ποινές ως υπερβολικές υπό τις περιστάσεις με ουσιαστικά ταυτόσημους λόγους και αιτιολογία. Η αρχική κοινή θέση των συνηγόρων ότι δεν αποτιμήθηκε ορθά από το Κακουργιοδικείο η ποσότητα των ναρκωτικών ουσιών η οποία δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί υπερβολική, παρέμεινε μόνο θέση της εφεσείουσας, εφόσον κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο κ. Γιούπας απέσυρε το λόγο αυτό. Περαιτέρω, η αναφορά του Κακουργιοδικείου ότι έλαβε υπόψη την ποσότητα των ναρκωτικών, δεν διασαφήνιζε τον τρόπο με τον οποίο λήφθηκε υπόψη αυτός ο παράγων, εάν δηλαδή θεωρήθηκε επιβαρυντικός ή όχι. Ακόμη, δεν αποτιμήθηκε ορθά το γεγονός ότι οι εφεσείοντες είναι χρήστες σκληρών ναρκωτικών και ο λόγος που μετέβησαν στις κατεχόμενες περιοχές ήταν να προμηθευτούν ναρκωτικά για δική τους χρήση προς ικανοποίηση των αναγκών τους ως εξαρτημένα άτομα. Οι κατηγορίες της κατοχής των ναρκωτικών ουσιών με σκοπό την προμήθεια σε τρίτα πρόσωπα τέθηκαν ως απόρροια του νομοθετικού τεκμηρίου ότι κατοχή ποσότητας πέραν της προνοούμενης (10 γραμμάρια), θεωρείται ως κατοχή με σκοπό την προμήθεια. Δεν υπήρχε όμως συγκεκριμένη μαρτυρία πως ο σκοπός των εφεσειόντων ήταν η προμήθεια σε συγκεκριμένο τρίτο άτομο προς αποκόμιση κέρδους. Ακόμη και η προμήθεια των ναρκωτικών προς την πρώην κατηγορούμενη 1 έγινε με στόχο τη μεταφορά τους στις ελεύθερες περιοχές και όχι για οικονομικό όφελος.
Η εφεσείουσα περαιτέρω πρόσθεσε στους δικούς της λόγους έφεσης ότι λανθασμένα λήφθηκε υπόψη η προηγούμενη καταδίκη της που εν πάση περιπτώσει αφορούσε αδίκημα διάρρηξης και κλοπής. Η εισήγηση εδώ είναι ότι ενώ εκκρεμούσε η υπόθεση ενώπιον του Κακουργιοδικείου προς εκδίκαση για την κατοχή της ηρωίνης, επεβλήθη η ποινή των τεσσάρων μηνών σε προηγούμενη υπόθεση, με αποτέλεσμα ενώ τελούσε υπό κράτηση για την υπό κρίση υπόθεση, να ήταν ταυτόχρονα και κατάδικος για το αδίκημα της διάρρηξης. Ο κ. Χειμώνας εκ μέρους της εφεσείουσας ζήτησε από το Εφετείο να διαφοροποιηθεί από την προηγούμενη νομολογία που ανέφερε το Κακουργιοδικείο απορρίπτοντας παρόμοια εισήγηση που έγινε πρωτοδίκως, εν πάση δε περιπτώσει τα δύο αδικήματα των ναρκωτικών και της διάρρηξης και κλοπής είναι εντελώς διαφορετικά, χωρίς να φαίνεται από το σκεπτικό της ποινής πώς αποτιμήθηκε ο παράγοντας αυτός, εισήγηση που συμμερίστηκε και ο συνήγορος του εφεσείοντος. Δεν είναι σαφές κατά τον κ. Χειμώνα εάν λήφθηκε υπόψη η ημερομηνία καταδίκης ή ο χρόνος διάπραξης του προηγούμενου αδικήματος, ούτε φαίνεται πώς αποτιμήθηκαν αυτά από το σκεπτικό της ποινής. Ο συνήγορος εισηγήθηκε επίσης ότι ο ρόλος των δύο εφεσειόντων ήταν διαφορετικός, η δε επιρροή που άσκησε ο εφεσείων επί της συζύγου του, εφεσείουσας, θα έπρεπε να προσμετρήσει προς περαιτέρω μείωση της ποινής. Ο συνήγορος τόνισε τέλος ότι η εφεσείουσα έχει χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, παράγων που η νομολογία αναγνωρίζει ως μετριαστικό, αλλά δεν φαίνεται από την απόφαση πώς αποτιμήθηκε αυτό το γεγονός και ποιο ρόλο διαδραμάτισε κατά την επιμέτρηση της ποινής.
Η κα Κάρνου εκ μέρους της Δημοκρατίας εισηγήθηκε ότι οι ποινές ήταν καθόλα ορθές, επεβλήθησαν εντός της διακριτικής ευχέρειας του Κακουργιοδικείου και δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως υπερβολικές ενόψει του ότι η ποσότητα των ναρκωτικών ουσιών ήταν σχεδόν πενταπλάσια από την ποσότητα που ο Νόμος θεωρεί ότι δημιουργεί μαχητό τεκμήριο κατοχής με σκοπό την προμήθεια, ενώ σε σωρεία άλλων υποθέσεων το Εφετείο έχει επικυρώσει ή και αυξήσει ανάλογες ποινές για κατοχή λιγότερης ποσότητας ναρκωτικών. Το εκ του Νόμου δημιουργούμενο τεκμήριο θα μπορούσε να το αποσείσει οιοσδήποτε των εφεσειόντων με σχετική μαρτυρία ότι η ηρωίνη κατεχόταν για δική τους χρήση, αλλά ουδεμία τέτοια μαρτυρία προσήχθη. Αντίθετα η εφεσείουσα τόσο στην αστυνομία, όσο και με την ανώμοτη δήλωση της στο Κακουργιοδικείο, ψευδώς ανέφερε ότι ουδέποτε κατείχε την επίδικη ποσότητα ηρωίνης.
Περαιτέρω, ο τρόπος διάπραξης των αδικημάτων φανέρωνε ότι επί σκοπώ οι εφεσείοντες μετέβηκαν στα κατεχόμενα, εμπλέκοντας και την πρώην κατηγορούμενη 1, με αποτέλεσμα να συλληφθεί και εκείνη και να της επιβληθεί πρωτοδίκως ποινή φυλάκιση τεσσάρων ετών, η οποία όμως μειώθηκε από το Εφετείο στα δύο έτη λόγω των ιδιαζόντων περιστατικών της υπόθεσης. Ήταν η θέση της εκπροσώπου της Δημοκρατίας ότι όλοι οι προσωπικοί παράγοντες, περιλαμβανομένου και του χαμηλού μορφωτικού επιπέδου της εφεσείουσας λήφθηκαν υπόψη, ενώ ορθώς το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη την προηγούμενη καταδίκη της εφεσείουσας ως τέτοια, αποστερώντας την έτσι από τον μέγιστο βαθμό επιείκειας που το Κακουργιοδικείο θα ήταν διατεθειμένο να επιδείξει.
Αρχίζοντας από τη θέση ότι η ποσότητα της ναρκωτικής ουσίας για την οποία κατηγορήθηκαν και καταδικάστηκαν δεν ήταν υπερβολική ή και μεγάλη, είναι σαφές από τη σωρεία των υποθέσεων τις οποίες το Κακουργιοδικείο μνημόνευσε στο σκεπτικό του ότι είχε επίγνωση της συγκεκριμένης ποσότητας την οποία και εμφανώς θεώρησε ως μεγάλη. Μπορεί να μην ανιχνεύεται ρητά στην απόφαση τέτοια κρίση, ως θα έπρεπε αλλά το Κακουργιοδικείο δεν είναι τυχαία που αναφέρθηκε σε υποθέσεις στις οποίες η ποσότητα των ναρκωτικών ήταν όντως μικρή (0.703 γρ. ηρωίνης στην Γλυκερίου ν. Αστυνομίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 18, 9.9 γρ. κοκαΐνης στην Hijazi v. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 99 και 12.266 γρ. ηρωίνης στην Jokarbozorgi v. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 726), αλλά και σε υποθέσεις όπου η ποσότητα ήταν εμφανώς μεγαλύτερη (587.3412 γρ. κοκαΐνης στην Sikaf v. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 467, 247,183 γρ. ηρωίνης στην El Kara v. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 239 και 391,25 γρ. ηρωίνης στη Γενικός Εισαγγελέας ν. Sak (2005) 2 Α.Α.Δ. 377). Να προστεθεί βέβαια ότι η νομολογία έχει καθορίσει ότι αν και το γεγονός της μικρής ποσότητας ναρκωτικών πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, αυτό από μόνο του δεν έχει αναγκαστικά και αποφασιστική σημασία. (Σελλάς ν. Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 215 και Τρύφωνος ν. Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 197, η οποία αφορούσε κατοχή 0,1866 γρ. ηρωίνης).
Το Κακουργιοδικείο επιβάλλοντας την ποινή είχε υπόψη του τον ισχυρισμό των εφεσειόντων όπως άλλωστε τον κατέγραψε στη σελ. 6, ότι η ποσότητα ήταν σχετικά μικρή. Η ποσότητα δεν θεωρήθηκε όμως επιβαρυντικός παράγων αποδίδοντας υπέρμετρη βαρύτητα σ' αυτήν, ούτε μπορεί να εξαχθεί συμπέρασμα ότι κρίθηκε ως υπερβολική ώστε εξ αιτίας αυτής, να είχε επιβληθεί μεγαλύτερη από την ενδεδειγμένη ποινή. Προστίθεται δε, απαντώντας σε συναφές επιχείρημα, ότι η ποσότητα κατεχόταν και από τους δύο εφεσείοντες και δεν είναι δυνατόν να γίνεται βάσιμα λόγος για κατοχή της ηρωίνης ουσιαστικά εξ ημισείας, μειώνοντας κατά τον τρόπο αυτό ανάλογα την ποσότητα.
Ως προς το επιχείρημα ότι δεν αποτιμήθηκε ορθά η ανυπαρξία μαρτυρίας στην κατηγορία της κατοχής με σκοπό την προμήθεια και την αποκόμιση κέρδους, αρκεί να λεχθεί ότι το Άρθρο 30Α του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου αρ. 29/77, δημιουργεί τεκμήριο τέτοιας προμήθειας εφόσον κατέχεται ποσότητα πέραν των 10 γραμμαρίων. Το τεκμήριο αυτό είναι μαχητό εφόσον το άρθρο προνοεί ότι είναι δυνατόν για το κατηγορούμενο πρόσωπο να ικανοποιήσει το Δικαστήριο για το αντίθετο, ότι δηλαδή, παρά την κατοχή της ποσότητας ναρκωτικών που υπερβαίνει την καθοριζομένη, εντούτοις δεν την κατείχε ή την μετέφερε με σκοπό την προμήθεια της σε τρίτο πρόσωπο. Η εφεσείουσα όμως (όπως βέβαια και ο εφεσείων μέσα από την ένορκη κατάθεση του αφού αρνήθηκε οποιαδήποτε ανάμειξη με την υπόθεση), δεν προσέφερε καμία σχετική μαρτυρία ως προς αυτή την πτυχή, ούτε και προσπάθησε να ανατρέψει το μαχητό τεκμήριο. Να σημειωθεί περαιτέρω ότι στο Κακουργιοδικείο ο τότε συνήγορος της εφεσείουσας, διαφορετικός από τον παρουσιασθέντα κατ' έφεση, δεν ήγειρε τέτοιο ζήτημα. Και βεβαίως το Κακουργιοδικείο δεν είχε λόγο να ασχοληθεί ειδικώς με αυτή τη θέση. Δεν υπάρχει συνεπώς έρεισμα στην εκ των υστέρων παρουσιαζόμενη αυτή αιτίαση προς επέμβαση του Εφετείου στην επιβληθείσα ποινή για την εφεσείουσα ή τον εφεσείοντα.
Η εφεσείουσα παραπονείται επίσης ότι λανθασμένα το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη την προηγούμενη καταδίκη αυτής για αδίκημα διάρρηξης και κλοπής διότι ενώ τελούσε υπό κράτηση για την υπό κρίση υπόθεση, της επεβλήθη ποινή στην υπόθεση αρ. 14316/08 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Το Κακουργιοδικείο ασχολήθηκε ειδικά με παρόμοια εισήγηση που έγινε ενώπιον του ότι δεν θα έπρεπε αυτή η καταδίκη να προσμετρήσει ως προηγούμενο, διότι η ποινή των τεσσάρων μηνών για το αδίκημα της διάρρηξης και κλοπής που διαπράχθηκε στις 15.2.07 της επεβλήθη στις 14.10.09, διαρκούσης, δηλαδή, της ακρόασης στην παρούσα υπόθεση. Το Κακουργιοδικείο ορθά ανεφέρθη σε νομολογία (Ιωάννου άλλως Μουσικός ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 286), όπου τέθηκε ως θέμα αρχής, ότι εάν η διάπραξη αδικήματος λάβει χώραν πριν τη διάπραξη δεύτερου αδικήματος, η δε καταδίκη για το πρώτο αδίκημα ολοκληρώθηκε πριν τη δεύτερη καταδίκη, τότε η καταδίκη αυτή αποτελεί προηγούμενο που μπορεί να προσμετρήσει στην επιβολή της ποινής στη μεταγενέστερη υπόθεση. Το Κακουργιοδικείο σημείωσε ότι τα ενώπιον του αδικήματα είχαν διαπραχθεί, σύμφωνα και με το κατηγορητήριο, στις 12.9.08. Η κατηγορία της διάρρηξης και κλοπής που οδήγησε στην καταχώρηση της υπόθεσης αρ. 14316/08, είχε έναυσμα εγκληματική συμπεριφορά από μέρους της εφεσείουσας που διαπράχθη στις 15.2.07. Η καταδίκη στην εν λόγω υπόθεση έγινε στις 14.10.09, πριν δηλαδή την καταδίκη στην υπό κρίση υπόθεση που είχε λάβει χώραν στις 18.1.10. Στα πλαίσια αυτά σαφώς η υπόθεση αρ. 14316/08 αποτελεί προηγούμενο και ορθά λήφθηκε υπόψη. Δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος για να αποστεί το Εφετείο από τη σαφή αυτή νομολογία, η οποία και επιβεβαιώνεται ως ορθή.
Το Κακουργιοδικείο σημείωσε ότι η ύπαρξη προηγούμενων καταδικών και αυτό αφορούσε κατά μείζονα λόγο τον εφεσείοντα ο οποίος βαρύνετο με δύο προηγούμενες καταδίκες για αδικήματα διάρρηξης καταστήματος και κλοπής, για αδίκημα κατοχής πυροβόλου όπλου, αλλά και αδικήματα κλοπής επιταγής, πλαστογραφίας κλπ, αποστερεί τον κατηγορούμενο από την επιείκεια εκείνη που ένα Δικαστήριο θα ήταν διαφορετικά διατεθειμένο να επιδείξει. Έγινε προς τούτο ορθή αναφορά στο γεγονός ότι η νομολογία αναφέρει ότι οι προηγούμενες καταδίκες αποτελούν ένδειξη της στάσης και του σεβασμού ενός κατηγορούμενου στους νόμους της πολιτείας (Γενικός Εισαγγελέας ν. Ματθαίου (1994) 2 Α.Α.Δ. 1). Είναι γεγονός ότι το Κακουργιοδικείο δεν απάντησε ειδικά, ως όφειλε, στο επιχείρημα των εφεσειόντων ότι οι προηγούμενες καταδίκες αφορούσαν διαφορετικού τύπου αδικήματα, ασύνδετα προς τις ναρκωτικές ουσίες. Όμως δεν είναι και δικαιολογημένη η εκφρασθείσα άποψη ότι επηρέασε στην ουσία αρνητικά τους εφεσείοντες με επιβάρυνση στην ποινική τους μεταχείριση. Η ύπαρξη προηγούμενων καταδικών που επιφέρει ανάλογη μείωση στο βαθμό επιείκειας που το Δικαστήριο άλλως θα επιδείκνυε, δεν πρέπει βεβαίως να χρησιμοποιείται ως δικαιολογούσα τέτοια ποινή που θα έδινε την εντύπωση ότι ο δράστης τιμωρείται για δεύτερη φορά (Σωκράτης Παναγιώτου (Αντάρτης) ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 138). Δεν υπάρχει οτιδήποτε στην υπό έφεση απόφαση που να καταδεικνύει κάτι τέτοιο.
Το Κακουργιοδικείο πολύ ορθά διαφοροποίησε την ποινή για την εφεσείουσα έστω κατά έξι μήνες στις κατηγορίες της κατοχής των ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια, ακριβώς λόγω του γεγονότος ότι η εφεσείουσα βαρύνετο με μια μόνο προηγούμενη καταδίκη έναντι δύο καταδικών του εφεσείοντος στις οποίες μάλιστα είχαν ληφθεί υπόψη άλλες 11 υποθέσεις, με αποτέλεσμα να είχαν επιβληθεί σε αυτόν ποινές φυλάκισης 26 μηνών και 5½ ετών στις αντίστοιχες υποθέσεις.
Παραπονείται επίσης η εφεσείουσα ως προς το γεγονός ότι δεν λήφθηκε υπόψη από το Κακουργιοδικείο η διαφορετική συμμετοχή της εφεσείουσας έναντι του εφεσείοντος, γεγονός που θα έπρεπε να προσμετρήσει υπέρ της. Το ζήτημα αυτό τέθηκε και πρωτοδίκως και το Κακουργιοδικείο το αποφάσισε ειδικά αναφερόμενο σε σχετική νομολογία για την ανάγκη διαφοροποίησης των ποινών όταν τόσο ο τρόπος διάπραξης του αδικήματος, όσο και οι προσωπικές συνθήκες είναι διαφορετικές. Ο ρόλος τρίτου ατόμου, η εμπλοκή του και η υποκίνηση του κατηγορούμενου για διάπραξη των αδικημάτων αποτελεί όντως μετριαστικό παράγοντα, ανάλογα βέβαια με τις συνθήκες της κάθε υπόθεσης (Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 104). Το Κακουργιοδικείο θεώρησε όμως ότι ο ρόλος και των δύο εφεσειόντων από τη στιγμή που προμηθεύτηκαν τα ναρκωτικά, μέχρι και τη σύλληψη τους από την αστυνομία, ήταν ουσιαστικά ο ίδιος. Ο συνήγορος της εφεσείουσας δεν αναδεικνύει συγκεκριμένα δεδομένα ώστε να ισχυροποιήσει τη θέση του ότι ο ρόλος της εφεσείουσας ήταν σαφώς διαφοροποιημένος κατά το αρχικό στάδιο και πράγματι δεν διακρίνεται από το σύνολο των γεγονότων τέτοιος διαφορετικός ή περιορισμένος ρόλος.
Τα όσα έχουν αναφερθεί ανωτέρω σε σχέση με τις θέσεις της εφεσείουσας ισχύουν και για τις θέσεις του εφεσείοντος στο βαθμό που έγιναν ανάλογες ή παρόμοιες εισηγήσεις προς μείωση της ποινής. Τα όσα δε στη συνέχεια αναδεικνύονται ως προς τις προσωπικές συνθήκες της εφεσείουσας, δεν αφορούν και τον εφεσείοντα ο οποίος έχει διαφορετικές συνθήκες και ιστορικό.
Εκείνο το οποίο όμως διακρίνεται και μπορεί να προσμετρήσει υπέρ της εφεσείουσας, είναι ότι το Κακουργιοδικείου έδωσε μόνο φραστική σημασία στις προσωπικές της συνθήκες, παρόλο που αναφέρθηκε στο σκεπτικό της ποινής σ' αυτές και είχε υπόψη του τόσο την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, όσο και την έκθεση του αναπληρωτή διευθυντή των Κεντρικών Φυλακών, ως προς την όλη συμπεριφορά της εφεσείουσας από την ημέρα κράτησης της στις Κεντρικές Φυλακές. Η παράθεση των βασικών γεγονότων που απορρέουν από τις δύο αυτές εκθέσεις, δεν έτυχε όμως περαιτέρω αξιολόγησης εφόσον αμέσως πριν την επιβολή των ποινών το μόνο που το Κακουργιοδικείο σημείωσε ήταν η στάθμιση των όσων προηγουμένως είχε καταγράψει «.. αλλά και το περιεχόμενο της έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας και για τους δύο κατηγορούμενους, τις προσπάθειες τους για απεξάρτηση και τις επιπτώσεις που θα προκύψουν από την ποινή που θα επιβληθεί τόσο στους ίδιους όσο και στην οικογένεια τους ..».
Στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας αναφέρεται ότι η εφεσείουσα γεννήθηκε στις 24.11.1978 και παρά το γεγονός ότι προέρχεται από συγκροτημένη οικογένεια χαμηλής κοινωνικοοικονομικής κατάστασης, ανέπτυξε παραβατική συμπεριφορά από την εφηβική της ηλικία. Διέκοψε μετά την Γ΄ τάξη γυμνασίου την περαιτέρω φοίτηση της λόγω έλλειψης ενδιαφέροντος και η προσπάθεια της να εργαστεί σε διαφορετικού τύπου εργασίες (πωλήτρια, εργάτρια, σε τυπογραφείο), δεν είχε αποτέλεσμα λόγω της εξάρτησης της από τις τοξικές ουσίες. Όπως έχει ήδη αναφερθεί η εφεσείουσα είναι παντρεμένη με τον εφεσείοντα, από το γάμο δε απέκτησαν ένα παιδί ηλικίας εννέα ετών κατά την ετοιμασία της έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας, τον Φεβρουάριο του 2010, το οποίο λόγω των προβλημάτων του ζεύγους και της εξάρτησης τους από τις ναρκωτικές ουσίες διαμένει και μεγαλώνει στην Κρατική Παιδική Στέγη.
Το γεγονός ότι η εφεσείουσα είναι μητέρα δεν απασχόλησε καθόλου το Κακουργιοδικείο, ούτε αναφέρθηκε στον παράγοντα αυτό καθ' οιονδήποτε τρόπο. Ταυτόχρονα, ενώ σημείωσε τις προσπάθειες και των δύο εφεσειόντων για απεξάρτηση δεν έδωσε τη δέουσα σημασία στις προσπάθειες της ίδιας της εφεσείουσας να απεξαρτηθεί με ευεργετικά βεβαίως αποτελέσματα γι' αυτήν, γεγονός που θα επηρέαζε και την ευρύτερη σχέση με το παιδί της. Σημείωνεται στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας ότι η εφεσείουσα προσπάθησε έξι φορές να απεξαρτηθεί από τα ναρκωτικά και εντάχθηκε σε σχετικά προγράμματα όπως στη μονάδα απεξάρτησης «Άνωση». Κατά τη διάρκεια δε του εγκλεισμού της στις φυλακές, παρακολουθείται από το ιατρικό προσωπικό, λαμβάνει σχετική θεραπευτική αγωγή και συμμετέχει σε διάφορες θεραπευτικές ομάδες. Τα πιο πάνω πρέπει να συνδυαστούν και με την έκθεση του αναπληρωτή διευθυντή των Κεντρικών Φυλακών, όπως τη μνημονεύει το Κακουργιοδικείο, από όπου παρουσιάζεται ότι η εφεσείουσα σημείωσε βελτίωση στη συμπεριφορά της, είναι σταθερή και πειθαρχημένη, συνεπής με τις υποχρεώσεις της, συνεργάσιμη με τη διεύθυνση των φυλακών και υπάκουη. Στην έκθεση του Γραφείου Ευημερίας σημειώνεται πρόσθετα η επιθυμία της, μετά την απόλυση της από τις φυλακές, να συνεχίσει πρόγραμμα απεξάρτησης στο θεραπευτικό πρόγραμμα «Πυξίδα», ώστε να δυνηθεί να εργοδοτηθεί και να αναλάβει εκ νέου τη φροντίδα του παιδιού της.
Αναμφίβολα η ενασχόληση με τα ναρκωτικά αποτελεί μάστιγα για την κοινωνία και δεν χρειάζεται να τονισθεί ιδιαιτέρως το αξιωματικό πλέον της σοβαρότητας των αδικημάτων αυτών, τα οποία δυστυχώς είναι σε έξαρση και αποβαίνουν καταστροφικά τόσο για τα άτομα που ασχολούνται με αυτά, όσο και ευρύτερα για ολόκληρη την κοινωνία και αυστηρές πρέπει να είναι κατά κανόνα οι ποινές τους. (δέστε Βενιζέλου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 59). Από την άλλη, όπως έχει λεχθεί και στην Abe ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 211, «. δεν πρέπει να δίνεται η εντύπωση ότι οι προσωπικές συνθήκες ενός κατηγορούμενου δεν λαμβάνονται ουσιαστικά καθόλου υπόψη, παρά το γεγονός ότι μνημονεύονται στην απόφαση.». Το Δικαστήριο είτε πρωτοδίκως, είτε κατ' έφεση, έχει πρώτιστο στόχο, ως Δικαστήριο δικαιοσύνης, να συνυπολογίζει όλους τους σχετικούς παράγοντες, και να εξετάζει σφαιρικά την ενώπιον του υπόθεση, ώστε να ανιχνεύει στο μέτρο του ανθρωπίνως δυνατού, την καταλληλότερη και πλέον αρμόζουσα ποινή ούτως ώστε και τα περιστατικά της διάπραξης του αδικήματος να λαμβάνονται υπόψη, αλλά και οι προσωπικές συνθήκες του δράστη κατά τη διαδικασία εξατομίκευσης της ποινής. Πέραν της καταδίκης για φόνο εκ προμελέτης όπου η ποινή προκαθορίζεται νομοθετικά, το επιβάλλον την ποινή Δικαστήριο κινείται εντός παραμέτρων που είναι ιδιάζουσες για κάθε υπόθεση, έτσι ώστε να ενυπάρχει, ουσιαστικά και όχι μόνο λεκτικά, ένα εύρος κινήσεως ως προς την αρμόζουσα ποινή. Διαφορετικά, η επιβολή ποινής θα είναι μια μηχανιστική άσκηση χωρίς περιθώριο ευλυγισίας. Όπως ορθά λέχθηκε και στην Χρίστου ν. Δημοκρατίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 448, στην οποία ο εφεσείων είχε παραδεχθεί την κατοχή 5,786,7157 γρ. φυτού κάνναβης από το οποίο δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη, καθώς και την κατοχή του ίδιου υλικού με σκοπό την προμήθεια:
«Η νομολογία μας, που θέλει τις προσωπικές συνθήκες κατηγορούμενου να παίζουν πολύ περιορισμένο ρόλο στην επιμέτρηση της ποινής, για τους λόγους που αναφέρονται σε συγκεκριμένες αποφάσεις, δεν είναι βεβαίως άκαμπτη.»
Κρίνεται ότι το Κακουργιοδικείο δεν έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στο ρόλο της εφεσείουσας ως μητέρας υπό τις ιδιαίτερες οικογενειακές της συνθήκες. Η νομολογία έχει από νωρίς αναγνωρίσει την ιδιαίτερη σχέση της μητέρας προς το παιδί το οποίο μένει απροστάτευτο κατά τον εγκλεισμό της στις φυλακές, με τις συνέπειες επί της οικογένειας της να είναι βαρύτερες. (Μπαλλής ν. Δημοκρατίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 273). Με δεδομένο ότι και ο σύζυγος της - εφεσείων - εκτίει επίσης ποινή φυλάκισης, το παιδί της οικογένειας θα παραμείνει αναγκαστικά στην Παιδική Στέγη για όλη τη σχετική περίοδο φυλάκισης αμφοτέρων. Το παιδί, λόγω ακριβώς της παραβατικής συμπεριφοράς του ζεύγους και των μεταξύ τους προβλημάτων, ήδη βρίσκεται στην Παιδική Στέγη. Η εφεσείουσα δηλώνει έτοιμη να συνεχίσει τις προσπάθειες απεξάρτησης, (παράγων που η νομολογία εν πάση περιπτώσει αναγνωρίζει ότι είναι βοηθητικός, Πέτρος Χριστοφίδης ν. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 148 και Καρακάννας ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 463), ώστε να δυνηθεί να εργαστεί και να αναλάβει εκ νέου την φροντίδα του παιδιού της. Η δήλωση αυτή δεν είναι κενού περιεχομένου. Υποστηρίζεται από την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, αλλά και την συμπεριφορά της στις φυλακές, όπου δείχνει, σύμφωνα με την έκθεση του Αναπληρωτή Διευθυντή Φυλακών, βελτίωση, πειθαρχία, υπακοή και συνεργασία. Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω, με μεγάλο δισταγμό, και με αποκλειστικό γνώμονα να δοθεί μια ακόμη ευκαιρία στην εφεσείουσα να αντιληφθεί το ρόλο της ως μητέρα και να μείνει μακριά από την παρανομία, αποφασίζεται η μείωση της ποινής της ως κατωτέρω.
Η έφεση κατά της ποινής στην υπ' αρ. 42/10 έφεση, επιτρέπεται. Η ποινή των 5½ ετών στις κατηγορίες 4 και 5 μειώνεται στα 4 έτη, ενώ και η ποινή των 4 ετών στη δεύτερη κατηγορία, μειώνεται στα 3 έτη.
Η έφεση στην υπόθεση αρ. 43/10, απορρίπτεται.
Η έφεση κατά της ποινής στην υπ' αρ. 42/10 έφεση, επιτρέπεται. Η ποινή των 5½ ετών στις κατηγορίες 4 και 5 μειώνεται στα 4 έτη, ενώ και η ποινή των 4 ετών στη δεύτερη κατηγορία, μειώνεται στα 3 έτη.
Η έφεση στην υπόθεση αρ. 43/10, απορρίπτεται.