ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 2 ΑΑΔ 491
27 Νοεμβρίου, 2006
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΠΑΣΠΑΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥ,
Εφεσείουσα,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 92/2006)
Έφεση ― Αίτηση επαναφοράς απορριφθείσας έφεσης ― Βρίσκεται εκτός της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Εφετείο ― Αναθεώρηση από το Εφετείο προηγούμενης τελεσίδικης απόφασής του ― Είναι ανέφικτη.
Το Εφετείο απέρριψε την έφεση της εφεσείουσας λόγω απουσίας του δικηγόρου της κατά την ημερομηνία που ορίστηκε. Αποτελούσε παραδεκτό γεγονός ότι δικηγόρος στο γραφείο του δικηγόρου που εκπροσωπούσε την εφεσείουσα ειδοποιήθηκε και από λάθος δεν ενημέρωσε το ημερολόγιο. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο δεν ήταν παρών ο δικηγόρος της εφεσείουσας.
Η εφεσείουσα καταχώρησε την παρούσα αίτηση με στόχο την επαναφορά της απορριφθείσας έφεσής της για ισχυριζόμενη αντικανονικότητα της ειδοποίησης που της δόθηκε.
Αποφασίστηκε ότι:
Το Εφετείο ασκώντας την εξουσία του απέρριψε την έφεση. Δεν υπάρχει στην Κύπρο τριτοβάθμια δικαιοδοσία. Αυτό σημαίνει πως δεν είναι δυνατό να ασκηθεί δικαιοδοσία προς έλεγχο του τρόπου με τον οποίο άσκησε την εξουσία του το Εφετείο. Έπεται πως η αίτηση για επαναφορά της απορριφθείσας έφεσης είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών ν. Παπαγεωργίου κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 151,
Παπακόκκινου κ.ά. ν. Δήμου Πάφου (Αρ. 2) (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1772.
Αίτηση.
Μ. Ηλία με Α. Χατζημιλτή, ασκούμενη δικηγόρο, για την Αιτήτρια-Εφεσείουσα.
Π. Ευθυβούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ' ης η Αίτηση-Εφεσίβλητη.
Ex tempore
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Θέσαμε ευθέως στον ευπαίδευτο συνήγορο της αιτήτριας το θεμελιώδες ότι δεν υπάρχει στην Κύπρο τριτοβάθμια δικαιοδοσία. Θα σημειώναμε συναφώς τη σχετικά πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών ν. Παπαγεωργίου κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 151 στην οποία έγινε αναφορά στη σελ. 156 και στην υπόθεση Βερεγγάρια Παπακόκκινου κ.ά. ν. Δήμου Πάφου (Αρ. 2) (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1772. Αυτό σημαίνει πως δεν είναι δυνατό να ασκηθεί δικαιοδοσία προς έλεγχο του τρόπου με τον οποίο άσκησε την εξουσία του το Εφετείο.
Είναι προφανές πως δεν έχει συνειδητοποιηθεί η σημασία αυτής της πραγματικότητας από την αιτήτρια. Επιχειρηματολόγησε εν εκτάσει για να δείξει πως η ειδοποίηση που της δόθηκε δεν ήταν κανονική έτσι ώστε να μπορούσε να θεωρηθεί ότι της είχε παρασχεθεί η ευκαιρία να εμφανιστεί στο Δικαστήριο για να ακουστεί. Και να μπορούσε να τεθεί πάνω σε τέτοια βάση το θέμα ενόψει του γεγονότος ότι ήταν παραδεκτό ότι η δικηγόρος του γραφείου του κ. Ηλία ειδοποιήθηκε και δεν έθεσε θέμα ειδοποίησης με άλλο τρόπο, δική μας απόφαση για επαναφορά της έφεσης στη βάση των στοιχείων και των επιχειρημάτων του κ. Ηλία, δεν θα μπορούσε παρά να διέλθει μέσα από διαφωνία μας σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο το Εφετείο άσκησε την εξουσία του. Το Εφετείο γνώριζε τότε τα ουσιώδη δεδομένα, όπως αυτά συζητήθηκαν ενώπιον μας. Ο Πρωτοκολλητής, στις 10 Ιουλίου 2006, πληροφόρησε το Εφετείο ακριβώς ότι η δικηγόρος που ειδοποιήθηκε, από λάθος δεν ενημέρωσε το ημερολόγιο του κ. Ηλία που ήταν και ο λόγος για τον οποίο δεν ήταν παρών κατά την ημερομηνία που ορίστηκε. Το Εφετείο ασκώντας την εξουσία του απέρριψε την έφεση και, για το λόγο που έχουμε εξηγήσει, δεν παρέχεται δυνατότητα επαναφοράς της έφεσης.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Η�αίτηση απορρίπτεται.