ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 2 ΑΑΔ 480
8 Oκτωβρίου, 1999
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧATZHΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΣΙΜΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ,
Eφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Aρ. 6779)
Έφεση — Δικαίωμα έφεσης κατ' αποφάσεων ποινικού Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 25(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60) — Περιορίζεται στις περιπτώσεις που προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 —Δεν παρέχεται από το Σύνταγμα δικαίωμα έφεσης — Η ανάγκη για εξασφάλιση άδειας προς άσκηση έφεσης ατόνησε ενόψει του όρου "δύναται" στο Άρθρο 25(2) του Ν. 14/60.
Ποινική Δικονομία — Απόλυση υποδίκου επί εγγυήσει εκκρεμούσης της εκδίκασης της υπόθεσης του ενώπιον του Κακουργιοδικείου — Απόρριψη σχετικού αιτήματος — Δεν υπόκειται σε έφεση δυνάμει των διατάξεων του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.
Ποινική Δικονομία — Απόλυση καταδικασθέντος επί εγγυήσει εκκρεμούσης της εκδίκασης της έφεσης — Επαφίεται στην πρωτογενή εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 157(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.
Ο εφεσείων αντιμετώπιζε υπόθεση ένοπλης ληστείας ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου. Η υπόθεση του παραπέμφθηκε προς εκδίκαση στο Κακουργιοδικείο και διατάχθηκε η κράτηση του μέχρι την ημέρα εκδικάσεως.
Η παρούσα έφεση στρέφεται κατά της απόρριψης αιτήματός του να απολυθεί με εγγύηση.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Στις σχετικές διατάξεις του Κεφ. 155, δεν περιλαμβάνονται αποφάσεις επαγόμενες την κράτηση υποδίκου εκκρεμούσης της εκδίκασης της υπόθεσης εναντίον του από το Κακουργιοδικείο. Η διαπίστωση αυτή σηματοδοτεί και το απαράδεκτο της παρούσας έφεσης.
2. Η περίοδος κατά την οποία ο εφεσείων τελεί υπό κράτηση, θα ληφθεί δεόντως υπόψη από το Κακουργιοδικείο τόσο στον καθορισμό ημερομηνίας ακροάσεως όσο και σε όποιο βαθμό το ζήτημα αυτό είναι συναφές, στην πορεία της δίκης.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Per Curiam: Τα πρακτικά εφέσεων πρέπει να ετοιμάζονται χωρίς χρονοτριβή.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Αναστασίου ν. Αστυνομίας (1999) 2 A.A.Δ. 435,
Attorney-General v. Georghiou (1984) 2 C.L.R. 251,
Γενικός Εισαγγελέας ν. Λαζαρίδη κ.ά. (1992) 2 Α.Α.Δ. 8,
Ευαγγέλου ν. Αστυνομίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 252,
Shourris v. Republic and Kazantzis v. Police (1961) C.L.R. 11,
Petri v. Police (1968) 2 C.L.R. 1,
Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 227,
Ευαγγέλου ν. Αστυνομίας (Aρ. 2) (1999) 2 A.A.Δ. 460.
Έφεση εναντίον Διατάγματος Kράτησης.
Έφεση από το Γρηγόρη Σίμου Γρηγορίου εναντίον της ενδιάμεσης απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου (Xαραλάμπους, E.Δ.) ημερομηνίας 2 Aυγούστου 1999, με την οποία απορρίφθηκε αίτημα του εφεσείοντα για την απόλυση του επί εγγυήσει & αποφασίσθηκε η κράτησή του μέχρι την εκδίκαση υπόθεσης ένοπλης ληστείας, εναντίον του, από το Kακουργιοδικείο.
Ο εφεσείων εμφανίζεται αυτοπροσώπως.
Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π..
ΠΙΚΗΣ, Π.: Το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου παρέπεμψε την εκδίκαση υπόθεσης ένοπλης ληστείας, εναντίον του Γρηγόρη Σίμου Γρηγορίου, προς εκδίκαση από το Κακουργιοδικείο, το οποίο θα συνέλθει στην Πάφο στις 11 Οκτωβρίου 1999, και διέταξε την κράτησή του μέχρι την ημέρα εκείνη. Το Δικαστήριο απέρριψε αίτημά του για την απόλυσή του επί εγγυήσει. Η διαταγή του Δικαστηρίου εκδόθηκε στις 3 Αυγούστου 1999.
Εναντίον της απόφασης για την κράτησή του ο εφεσείων άσκησε έφεση στις 12 Αυγούστου, 1999. Λυπηρό είναι ότι τα σύντομα πρακτικά της υπόθεσης ανερχόμενα σε έντεκα σελίδες περιλαμβανομένης και της απόφασης του Δικαστηρίου για την κράτηση του υπόδικου, μόλις στις 6 Οκτωβρίου 1999 αποστάληκαν στο Ανώτατο Δικαστήριο, καθιστώντας έτσι ευχερή την ακρόαση της έφεσης. Οι οδηγίες μας είναι όπως τα πρακτικά εφέσεων ετοιμάζονται χωρίς χρονοτριβή. Επόμενο είναι ότι το πρωτοκολλητείο θα διερευνήσει τους λόγους που οδήγησαν στην καθυστέρηση της ετοιμασίας των πρακτικών σ' αυτή την υπόθεση.
Η έφεση ασκήθηκε από τον ίδιο τον εφεσείοντα ο οποίος την υποστήριξε ενώπιόν μας αυτοπροσώπως. Υπέβαλε, όπως είχε υποβάλει και νωρίτερα στο Επαρχιακό Δικαστήριο μέσω του δικηγόρου του, σειρά λόγων προς υποστήριξη του δικαιολογημένου του αιτήματός του για την απόλυση επί εγγυήσει. Στην απόφαση του Δικαστηρίου γίνεται, κατά το πλείστο αναφορά στα δικαιολογητικά που προβλήθηκαν υπέρ της απόλυσης του εφεσείοντος και τις αρχές που διέπουν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στο Δικαστήριο επί του προκειμένου. Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας ο οποίος εκπροσώπησε τους εφεσίβλητους υποστήριξε ότι δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί επέμβαση με την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Συγχρόνως αμφισβήτησε το παραδεκτό της έφεσης επικαλούμενος προς τούτο την πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην Αναστασίου ν. Αστυνομίας (1999) 2 A.A.Δ. 435.
Στην Αναστασίου διευκρινίζεται ότι :
(α) Το Σύνταγμα δεν παρέχει δικαίωμα έφεσης κατ' αποφάσεων ποινικών ή πολιτικών δικαστηρίων (Attorney-General v. Georghiou (1984) 2 C.L.R. 251· Γεν. Εισαγγελέας ν. Λαζαρίδη & Άλλου (1992) 2 Α.Α.Δ. 8.). Οι μόνες αποφάσεις για τις οποίες το Σύνταγμα προβλέπει έφεση, είναι αποφάσεις επαγόμενες την κράτηση υπόπτων για τους σκοπούς ανακρίσεων. (Βλ. Άρθρο 11.6 του Συντάγματος· Ευαγγέλου ν. Αστυνομίας (1997) 2 A.A.Δ. 252.)
(β) Το δικαίωμα έφεσης κατ' αποφάσεων ποινικού δικαστηρίου το οποίο παρέχει το άρθρο 25(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/60), τελεί υπό την αίρεση του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155. Το δικαίωμα έφεσης περιορίζεται στις περιπτώσεις που προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις του Κεφ. 155, άρθρα 131-137. (Βλ. επίσης τροποποιητικό νόμο Ν.54(1)/98.)
(γ) Η ανάγκη για την εξασφάλιση άδειας προς άσκηση έφεσης όπου τούτο προβλεπόταν από τις σχετικές διατάξεις του Κεφ. 155 ατόνησε ενόψει του όρου «δύναται» που απαντάται στο πλαίσιο του άρθρου 25(2) του Ν.14/60. (Βλ. Τheodoros Panayioti Shourris v. The Republic and Gregoris N. Kazantzis v. The Police (1961) C.L.R. 11.) Όπως διαπιστώνεται, στην Αναστασίου, «Δικαίωμα έφεσης παρέχεται σε κάθε περίπτωση όπου προβλέπεται τέτοιο δικαίωμα από το Κεφ. 155 χωρίς να παρίσταται ανάγκη εξασφάλισης άδειας για την άσκησή του.»
Στις σχετικές διατάξεις του Κεφ. 155 προσδιοριστικές των αποφάσεων ποινικών δικαστηρίων που υπόκεινται σε έφεση, δεν περιλαμβάνονται αποφάσεις επαγόμενες την κράτηση υποδίκου εκκρεμούσης της εκδίκασης της υπόθεσης εναντίον του από το Κακουργιοδικείο. Η διαπίστωση αυτή σηματοδοτεί και το απαράδεκτο της παρούσας έφεσης. Ό,τι χρήζει διασάφησης είναι ότι το άρθρο 157(1) του Κεφ. 155, πραγματεύεται στην άσκηση πρωτογενούς δικαιοδοσίας για την απόλυση υποδίκου επί εγγυήσει από ποινικό δικαστήριο αρμόδιο να επιληφθεί της υπόθεσης. Η απόφαση η οποία έχει εφεσιβληθεί αποτελεί απόρροια της άσκησης της εξουσίας αυτής. Πρωτογενής εξουσία για την απόλυση καταδικασθέντος σε φυλάκιση επί εγγυήσει εκκρεμούσης της έφεσης παρέχεται βάσει του άρθρου 157(1) και στο Ανώτατο Δικαστήριο. (Βλ. μεταξύ άλλων Michael Antoni Petri v. The Police (1968) 2 C.L.R. 1· Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 227· Νίκου Ευαγγέλου ν. Αστυνομίας (Aρ. 2) (1999) 2 A.A.Δ. 460.) Η πρωτογενής εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει του άρθρου 157(1) δεν πρέπει να συγχέεται με έφεση κατ' αποφάσεων του Επαρχιακού Δικαστηρίου κατά την άσκηση των εξουσιών του βάσει του άρθρου 157(1) του Κεφ. 155.
Πριν τελειώσουμε με την απόφασή μας θέλουμε να σημειώσουμε ότι ο Γρηγόρης Σίμου Γρηγορίου τελεί υπό κράτηση από 2 Αυγούστου 1999, και να υπογραμμίσουμε ότι το γεγονός αυτό αποτελεί αναμφιβόλως παράγοντα ο οποίος θα ληφθεί δεόντως υπόψη από το Κακουργιοδικείο τόσο στον καθορισμό της ημερομηνίας ακροάσεως όσο και σε όποιο βαθμό το ζήτημα αυτό είναι συναφές, στην πορεία της δίκης.
Η έφεση κρίνεται απαράδεκτη και απορρίπτεται.
H έφεση απορρίπτεται.