ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 2 ΑΑΔ 444
21 Δεκεμβρίου, 1998
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
1. ΘΕΟΔΟΥΛΟΣ ΣΥΝΕΣΗ ΚΑΝΝΑ,
2. ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΣΥΝΕΣΗ ΚΑΝΝΑ,
3. ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΥΝΕΣΗ ΘΕΟΔΟΥΛΟΥ,
4. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑ ΞΙΟΥΡΟΥΠΠΑ,
Eφεσείοντες,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Eφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 6618 σχετική με 6619, 6620 και 6621)
Διάταγμα προσωποκράτησης — Έκδοση διατάγματος προσωποκράτησης κατηγορουμένου μέχρι τη δίκη του — Διακριτική ευχέρεια — Βασικοί λόγοι για τους οποίους το Δικαστήριο μπορεί να κρίνει επιβεβλημένη την κράτηση κατηγορουμένου μέχρι τη δίκη του.
Τα γεγονότα της εξεταζόμενης υπόθεσης, όπως εμφανίζονται για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, που αφορά την έκδοση διαταγμάτων προσωποκράτησης κατηγορουμένων που παραπέμφθηκαν σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου για μεταφορά και κατοχή πυροβόλων όπλων και εκρηκτικών υλών, είναι πως έγινε μεταφορά οπλισμού από ένα αυτοκίνητο σε άλλο. Όταν πλησίασε η Αστυνομία στη σκηνή, το δεύτερο αυτοκίνητο απομακρύνθηκε με ιλιγγιώδη ταχύτητα και ο οπλισμός τελικά δεν ανευρέθη.
Το Κακουργιοδικείο, εκδίδοντας την απόφασή του, αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, και στην υπόθεση Κτηματίας v. Αστυνομίας, στην οποία αποφασίστηκε ότι σε υποθέσεις σοβαρών αδικημάτων, απόλυση με εγγύηση πρέπει να παραχωρείται γενικά μόνο εφόσον εξαιρετικές περιστάσεις το δικαιολογούν.
Οι κατηγορούμενοι εισηγήθηκαν, κατ' έφεση, ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου δεν ασκήθηκε ορθά, γιατί δε δόθηκε η δέουσα βαρύτητα στο συνταγματικό δικαίωμα της ελευθερίας του ατόμου και στους συγκεκριμένους λόγους για τους οποίους τούτο μπορεί να περιοριστεί, όπως διαλαμβάνεται στο Άρθρο 11.2(γ) του Συντάγματος.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Σύμφωνα με τη νομολογία, τρεις είναι οι βασικοί λόγοι για τους οποίους το Δικαστήριο μπορεί να κρίνει επιβεβλημένη την κράτηση κατηγορουμένου μέχρι τη δίκη του. Η πιθανότητα:
(α) μη προσέλευσής του στη δίκη,
(β) διάπραξης του ιδίου ή άλλου εγκλήματος, και
(γ) επηρεασμού μαρτύρων.
Το πρώτο στοιχείο εξετάζεται στη βάση, και σε συσχετισμό, με τη σοβαρότητα του εγκλήματος που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος και την πιθανότητα καταδίκης του. Οι περιστάσεις υπό τις οποίες διαπράχθηκαν τα εγκλήματα διαδραματίζουν επίσης ρόλο για να κριθεί το στοιχείο της πιθανότητας μη προσέλευσης στη δίκη.
2. Το σκεπτικό στην υπόθεση Κτηματίας βρίσκεται σε αντίθεση με τις συνταγματικές διατάξεις που αναφέρονται πιο πάνω, τις οποίες και αντιστρέφει, δημιουργώντας κανόνα ότι, όπου το έγκλημα είναι σοβαρό, χωρίς άλλο πρέπει να διατάσσεται η κράτηση του κατηγορουμένου, εκτός αν αποδεικνύονται εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση. Το πρωτόδικο Δικαστήριο όμως δεν έκαμε οποιοδήποτε σφάλμα. Έκρινε ορθά μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας, πως η σοβαρότητα των εγκλημάτων που αντιμετωπίζουν οι κατηγορούμενοι, σε συνδυασμό με το ενδεχόμενο καταδίκης τους και τις περιστάσεις διάπραξης των εγκλημάτων, καθιστούν την πιθανότητα μη εμφάνισής τους στη δίκη ορατή.
Οι εφέσεις απορρίπτονται.
Aναφερόμενη Υπόθεση:
Κtimatias v. Police (1987) 2 C.L.R. 109.
Εφέσεις.
Εφέσεις κατά της ενδιάμεσης απόφασης του Κακουργιοδικείου Λεμεσού (Ποινική Υπόθεση Αρ. 23693/98) ημερομηνίας 2 Nοεμβρίου, 1998, με την οποία αποφασίστηκε όπως οι κατηγορούμενοι παραμείνουν υπό κράτηση μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσής τους που ορίστηκε για τις 18 Ιανουαρίου, 1999.
Μ. Σταματάρης, για τους Εφεσείοντες.
Ελ. Κλεόπα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Οι 4 υπόδικοι παραπέμφθηκαν στις 2.11.98 σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου που συνεδριάζει στη Λεμεσό, κατηγορούμενοι για μεταφορά και κατοχή πυροβόλων όπλων και εκρηκτικών υλών. Η δίκη τους ορίστηκε στις 18.1.99. Το Κακουργιοδικείο δέχθηκε αίτημα της Εισαγγελικής Αρχής όπως, μέχρι τη δίκη τους παραμείνουν υπό κράτηση. Στο αίτημα αυτό έφερε ένσταση ο συνήγορος των κατηγορουμένων, αλλά το Δικαστήριο, αφού άκουσε την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία, άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια υπέρ του αιτήματος της Εισαγγελικής Αρχής. Ο λόγος για τον οποίο το Δικαστήριο αποφάσισε την κράτηση των κατηγορουμένων, όπως διατυπώνεται στην αιτιολογημένη επί του ζητήματος απόφασή του, είναι γιατί έκρινε πως υπάρχει πιθανότητα, λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσης, οι κατηγορούμενοι να μη εμφανιστούν στη δίκη τους. Το Δικαστήριο έλαβε επίσης υπόψη τη μαρτυρία που θα προσκομίσει η κατηγορούσα αρχή από την οποία διαπίστωσε, για τους σκοπούς βέβαια του αιτήματος που είχε ενώπιόν του, πως η υπόθεση είναι ισχυρή με ενδεχόμενο να οδηγήσει στην καταδίκη των κατηγορουμένων.
Οι κατηγορούμενοι καταχώρισαν έφεση εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου, την οποία υποστήριξε ενώπιόν μας συνήγορος που διορίστηκε με νομική αρωγή αναφορικά με τους κατηγορούμενους 2, 3 και 4, ενώ ο πρώτος εξ ιδίων του διόρισε τον ίδιο συνήγορο. Ο συνήγορος των εφεσειόντων εισηγήθηκε ενώπιόν μας, πως το Δικαστήριο δεν άσκησε ορθά τη διακριτική του ευχέρεια, γιατί δεν έδωσε τη δέουσα βαρύτητα στο συνταγματικό δικαίωμα της ελευθερίας του ατόμου, και στους συγκεκριμένους λόγους για τους οποίους τούτο μπορεί να περιοριστεί, όπως διαλαμβάνεται στο άρθρο 11.2(γ) του Συντάγματος. Ο δικηγόρος εισηγήθηκε πως δεν υπήρχε κανένα στοιχείο ενώπιον του Δικαστηρίου που να δικαιολογούσε την κρίση του, πως υπάρχει πιθανότητα οι κατηγορούμενοι να μην εμφανιστούν ενώπιόν του, ειδικώτερα μάλιστα για το δεύτερο ο οποίος, όταν πληροφορήθηκε πως τον αναζητούσε η Αστυνομία, παρουσιάστηκε οικειοθελώς.
Η νομολογία μας επί του θέματος είναι ευθυγραμμισμένη. Τρεις είναι οι βασικοί λόγοι για τους οποίους το Δικαστήριο μπορεί να κρίνει επιβεβλημένη την κράτηση κατηγορουμένου μέχρι τη δίκη του. Η πιθανότητα:
(α) μη προσέλευσής του στη δίκη,
(β) διάπραξης του ιδίου ή άλλου εγκλήματος, και
(γ) επηρεασμού μαρτύρων.
Το πρώτο στοιχείο εξετάζεται στη βάση, και σε συσχετισμό, με τη σοβαρότητα του εγκλήματος που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος και την πιθανότητα καταδίκης του. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως τα εγκλήματα, τα οποία αντιμετωπίζουν οι κατηγορούμενοι, είναι σοβαρά και τούτο έχει επιβεβαιωθεί από τη νομολογία των Δικαστηρίων μας. Οι περιστάσεις υπό τις οποίες διαπράχθηκαν τα εγκλήματα διαδραματίζουν επίσης ρόλο για να κριθεί το στοιχείο της πιθανότητας μη προσέλευσης στη δίκη. Στην υπόθεση που εξετάζουμε τα γεγονότα, όπως εμφανίζονται βεβαίως για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, είναι πως έγινε μεταφορά οπλισμού από ένα αυτοκίνητο σε άλλο. Όταν πλησίασε η Αστυνομία στη σκηνή, το δεύτερο αυτοκίνητο απομακρύνθηκε με ιλιγγιώδη ταχύτητα και ο οπλισμός τελικά δεν ανευρέθη. Η υπόθεση στηρίζεται σε μαρτυρία συναυτουργού που αποκαλύπτει τα γεγονότα της.
Το Κακουργιοδικείο, εκδίδοντας την απόφασή του, έκανε, μεταξύ άλλων, και αναφορά στην υπόθεση Κτηματίας v. Αστυνομίας (1987) 2 Α.Α.Δ.109, όπου στην κατακλείδα της λέγονται τα εξής:
"Needless to say that in cases of serious offences such as for example cases involving firearms subversion trafficking of narcotics et cetera, bail should in general be granted only if exceptional circumstances justify such a course".
Σε μετάφραση:
"Είναι αχρείαστο να πούμε πως σε υποθέσεις σοβαρών αδικημάτων όπως π.χ. υποθέσεις που αφορούν στην καταστολή της παρανομίας αναφορικά με πυροβόλα όπλα, διακίνηση ναρκωτικών κ.λπ, απόλυση με εγγύηση πρέπει να παραχωρείται γενικά μόνον εφόσον εξαιρετικές περιστάσεις το δικαιολογούν."
Δε συμφωνούμε με την προσέγγιση του Εφετείου στην υπόθεση Κτηματίας, γιατί το σκεπτικό της βρίσκεται σε αντίθεση με τις συνταγματικές διατάξεις που αναφέραμε πιο πάνω, τις οποίες και αντιστρέφει, δημιουργώντας κανόνα ότι, όπου το έγκλημα είναι σοβαρό, χωρίς άλλο πρέπει να διατάσσεται η κράτηση του κατηγορουμένου, εκτός αν αποδεικνύονται εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση.Το πρωτόδικο Δικαστήριο όμως δεν έκανε οποιοδήποτε σφάλμα. Έκρινε ορθά, και μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας, πως η σοβαρότητα των εγκλημάτων που αντιμετωπίζουν οι κατηγορούμενοι, σε συνδυασμό με το ενδεχόμενο καταδίκης τους και τις περιστάσεις διάπραξης των εγκλημάτων, καθιστούν την πιθανότητα να μη εμφανιστούν στη δίκη τους ορατή.
Οι εφέσεις ως εκ τούτου απορρίπτονται.
Οι εφέσεις απορρίπτονται.