ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 2 ΑΑΔ 89
10 Απριλίου, 1997
[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
DIANE MARIE BOLSTER,
Εφεσείουσα,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Εφεσιβλήτου.
(Ποινική Έφεση Αρ. 6136)
Ποινικός Κώδικας — Κοινή επίθεση και δημόσια εξύβριση κατά παράβαση των Άρθρων 242 και 99, του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, όπως τροποποιήθηκε από το Ν. 166/87 — Η εξύβριση στοιχειοθετείται, όταν το χρησιμοποιηθέν υπό συνθήκες αντιπαράθεσης λεκτικό δεν είναι δυνατό να εκληφθεί ως μη υβριστικό — Επομένως η ακριβής λεκτική απόδοση των εκφρασθέντων στερείται οποιασδήποτε ουσιώδους σημασίας.
Νόμιμη σύλληψη υπόπτου για διάπραξη αδικήματος — Αντίσταση στη σύλληψη — Η χρησιμοποίηση από την Αστυνομία λογικά αναγκαίας βίας για καταστολή της αντίστασης είναι επιτρεπτή.
Η εφεσείουσα, η οποία είναι Αγγλίδα, εξύβρισε Λοχία της Αστυνομίας χρησιμοποιώντας τη φράση "Fucking Bastard Police" όταν αυτός της σύστησε να μη φωνάζει, σε εστιατόριο του οποίου ο ιδιοκτήτης αρνήθηκε να τη σερβίρει ποτό. Η εφεσείουσα πρόβαλε αντίσταση στη σύλληψη κλωτσόντας τον Λοχία και εμποδίζοντας άλλο αστυφύλακα να οδηγήσει. Τότε ο Λοχίας της έπιασε τα χέρια και της τα κρατούσε μέχρι τη μεταφορά της στο Τμήμα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι η σύλληψη ήταν νόμιμη και η βία που χρησιμοποιήθηκε λογικά αναγκαία. Στη συνέχεια έκρινε την εφεσείουσα ένοχη και στις δύο κατηγορίες.
Η έφεση επικεντρώνεται στην εξύβριση. Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι ακροσφαλή ενόψει της έλλειψης μαρτυρίας ως προς το νόημα των λέξεων. Επίσης ότι δεν τεκμηριώθηκε η εξύβριση.
Το Εφετείο απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:
Η φράση "Fucking Bastard Police" που ακούστηκε με προφορά που έλεγε στον παραπονούμενο "Fucky Baster Police" και από τους δύο αστυνομκούς, δεν επιδεχόταν άλλης ερμηνείας μη υβριστικής, όπως την εισηγήθηκε η υπεράσπιση, υπό τις συνθήκες που εκστομίστηκε.
Από τη σχετική μαρτυρία προκύπτει ότι οι λέξεις αυτές ήταν υβριστικές και έτσι τις αντιλήφθηκαν οι αστυνομικοί και γι' αυτό συνέλαβαν την εφεσείουσα.
Τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι ορθά, συμπεριλαμβανομένου και του ευρήματος ότι η σύλληψη ήταν νόμιμη και η βία που χρησιμοποιήθηκε δεν ήταν υπερβολική.
Η έφεση απορρίπτεται.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Pitsillos v. Police (1966) 2 C.L.R. 50.
Έφεση εναντίον Καταδίκης.
Έφεση εναντίον της καταδίκης από τη Diane Marie Bolster η οποία βρέθηκε ένοχη στις 28 Φεβρουαρίου, 1996 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού (Ποινική Υπόθεση Αρ. 10649/95) (Φωτίου, Α.Ε.Δ.) στις κατηγορίες της κοινής επίθεσης και της δημόσιας εξύβρισης κατά παράβαση των Άρθρων 242 και 99 του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154, όπως τροποποιήθηκε από το Ν. 166/87.
Πρ. Μιχαήλ με Ε. Πουργουρίδη, για την Εφεσείουσα.
Σ. Μάτσας, για τον Εφεσίβλητο.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Χρυσοστομής.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση στρέφεται κατά της καταδίκης της εφεσείουσας στην ποινική υπόθεση 10649/95, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, στις κατηγορίες της κοινής επίθεσης και της δημόσιας εξύβρισης, κατά παράβαση των άρθρων 242 και 99 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, όπως τροποποιήθηκε από το Ν. 166/87. Η εξύβριση σύμφωνα με το κατηγορητήριο, συνίστατο από τη φράση "fucking bastard police".
Τα υπό κρίση αδικήματα έλαβαν χώρα το βράδυ της 18.4.95 και στρέφονταν εναντίον του Λοχία 4523 Ν. Σοφοκλέους, ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν σε μηχανοκίνητη περιπολία της πόλης της Λεμεσού με τον αστυφύλακα 3522 Κίκη Μαθηκολώνη. Μετά από αστυνομικό μήνυμα οι δυο αστυφύλακες μετέβησαν στο εστιατόριο Stable Inn που βρίσκεται στον παραλιακό δρόμο της Λεμεσού, για εξέταση παραπόνου. Συγκεκριμένα το παράπονο αφορούσε κάποια παρεξήγηση που δημιουργήθηκε μεταξύ της εφεσείουσας, που είναι Αγγλίδα και του ιδιοκτήτη του εστιατορίου Μ.Κ.3 Πανίκου Χαραλάμπους, όταν ο τελευταίος αρνήθηκε να τη σερβίρει με ποτό. Οι δύο αστυνομικοί όταν εισήλθαν στο εστιατόριο είδαν ένα τραπέζι αναποδογυρισμένο, γυαλιά σπασμένα και την εφεσείουσα να φωνάζει με τον ιδιοκτήτη. Τα γεγονότα που επεσυνέβησαν πριν από την άφιξη της αστυνομίας δεν μας αφορούν, γιατί αποτέλεσαν αντικείμενο δυο κατηγοριών εναντίον της εφεσείουσας για επίθεση που προκάλεσε πραγματική σωματική βλάβη και δημόσια εξύβριση, από τις οποίες απαλλάκτηκε και αθωώθηκε.
Όταν οι αστυνομικοί πλησίασαν την εφεσείουσα, είναι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο Λοχίας Σοφοκλέους της είπε να μη φωνάζει, οπότε αυτή του είπε τη φράση "Fucky Baster Police", όπως αυτός την άκουσε ηχητικά και με τα λίγα αγγλικά του τη θεώρησε εξύβριση και τη συνέλαβε για το αδίκημα της εξύβρισης. Η εφεσείουσα αντιστεκόταν στη σύλληψη, τόσο κατά τη μεταφορά της στο αστυνομικό όχημα όσο και μέσα σ' αυτό, και κλωτσούσε το Λοχία και εμπόδιζε τον άλλο αστυφύλακα να οδηγήσει. Τότε ο Λοχίας της έπιασε τα χέρια και της τα κρατούσε μέχρι που τη μετέφεραν στο Τμήμα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ενόψει των ως άνω γεγονότων, βρήκε ότι η σύλληψη της εφεσείουσας ήταν νόμιμη εφόσον το αδίκημα της εξύβρισης ήταν αυτόφορο και τιμωρείται με φυλάκιση και ότι η βία που χρησιμοποίησαν οι δυο αστυνομικοί δεν ήταν υπερβολική. Ακολούθως κατάληξε ότι η εφεσείουσα ήταν ένοχη και στις δύο κατηγορίες της κοινής επίθεσης και της δημόσιας εξύβρισης.
Ειδικά για το θέμα της εξύβρισης, το Δικαστήριο δε συμφώνησε με το δικηγόρο της εφεσείουσας ότι χρειαζόταν μαρτυρία ειδικού από πλευράς κατηγορούσας αρχής για να πει τι σημαίνουν οι λέξεις που αναφέρονται στο κατηγορητήριο επειδή λέχθηκαν στα αγγλικά, δεδομένου ότι οι μάρτυρες αστυνομικοί είπαν ότι κατάλαβαν τι είπε στο λοχία η εφεσείουσα και θεώρησαν τη φράση υβριστική. Η ίδια η εφεσείουσα δεν έδωσε μαρτυρία ούτε έκαμε οποιαδήποτε δήλωση που να εξηγεί τι ακριβώς τους είπε και το Δικαστήριο κατάληξε ότι η εφεσείουσα εξεστόμισε τις λέξεις του κατηγορητηρίου και στη σελ. 6 της απόφασης του καταλήγει ως ακολούθως:
"Όσον αφορά τη 2η κατηγορία της δημόσιας εξύβρισης εφόσο κατέληξα ότι η κατηγορουμένη εξεστόμισε τις λέξεις του κατηγορητηρίου δηλαδή "Fucking Bastard Police" ανεξαρτήτως ότι στην προφορά έλεγε "Fucky Baster Police", και τον τόπο και τόνο με τον οποίο έλεγε τη φράση αυτή κι ότι εκτός του Λοχία 4523 ήταν παρών κι ο Μ.Κ.1 οπότε ήταν ενδεχόμενο να προκληθεί σε επίθεση, καταλήγω ότι η κατηγορούμενη είναι ένοχη και στη 2η κατηγορία."
Η έφεση επικεντρώνεται στην εξύβριση όπως διατυπώθηκε ακουστικά από τον παραπονούμενο Λοχία και καταγράφτηκε αρχικά στο κατηγορητήριο "Fucky Baster Police" που αργότερα τροποποιήθηκε σε "Fucking Bastard Police".
Είναι η θέση του δικηγόρου της εφεσείουσας ότι η πρωτόδικη απόφαση πάσχει γιατί βασίστηκε σε εικασίες. Παραπονέθηκε ότι το Δικαστήριο δεν προέβη σε ευρήματα, ότι η εφεσείουσα είπε στον παραπονούμενο τις λέξεις που αναφέρονται στο κατηγορητήριο και τι σημαίνουν στα ελληνικά και ότι οι λέξεις αυτές στη γλώσσα που ειπώθηκαν είναι ύβρεις. Επίσης ανάφερε ότι δεν υπάρχει μαρτυρία τι σημαίνουν οι λέξεις αυτές και ότι οι λέξεις αυτές που είπαν οι μάρτυρες ότι λέχθηκαν είναι αυτές του κατηγορητηρίου και χαρακτήρισε την απόφαση ακροσφαλή και μας κάλεσε να την ανατρέψουμε.
Τέλος, ο δικηγόρος της εφεσείουσας ενόψει της εισήγησής του ότι η εξύβριση δεν τεκμηριώθηκε, χαρακτήρισε εσφαλμένο το εύρημα του Δικαστηρίου ότι η σύλληψη της εφεσείουσας ήταν νόμιμη και ότι η βία που χρησιμοποίησε για να διαφύγει ήταν παράνομη, βασιζόμενος στην αρχή που διατυπώθηκε στην Pitsillos ν. Police (1966) 2 C.L.R. 50 στη σελ. 55, ότι το κάθε άτομο δικαιούται να αντισταθεί σε μια παράνομη σύλληψη.
Οι λόγοι της έφεσης όπως αναπτύχθηκαν ενώπιό μας, έχουμε τη γνώμη ότι δεν ευσταθούν. Το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε εύρημα βασιζόμενο στη μαρτυρία των αστυνομικών ότι η εφεσείουσα είπε τις λέξεις του κατηγορητηρίου, δηλαδή "Fucking Bastard Police", με προφορά που έλεγε στον παραπονούμενο "Fucky Baster Police" και που ακούστηκαν έτσι και από τους δύο αστυνομικούς. Το άκουσμα αυτό και η λανθασμένη ορθογραφία των λέξεων ορθά δεν απεδόθηκε σε άλλη ερμηνεία μη υβριστική, όπως την εισηγήθηκε η Υπεράσπιση, γιατί κάτω από τις συνθήκες και τις περιστάσεις που εκστομίστηκαν οι λέξεις αυτές, θάταν μεγάλο σφάλμα για το Δικαστήριο να καταλήξει σε διαφορετικό εύρημα και μάλιστα όπως εισηγήθηκε η Υπεράσπιση ότι η φράση αυτή ήταν φιλική και όχι υβριστική.
Ως προς την ερμηνεία των λέξεων αυτών στα Ελληνικά, το Δικαστήριο είχε ενώπιον του επαρκή μαρτυρία που προερχόταν από τους αστυνομικούς, ακόμα και από τη Μ.Υ.1 Λίτσα Παντελίδου. Από τη μαρτυρία αυτή προκύπτει επίσης ότι οι λέξεις αυτές ήσαν υβριστικές και έτσι τις αντελήφθηκαν και οι μάρτυρες αστυνομικοί και γι' αυτό συνέλαβαν την εφεσείουσα.
Κάτω από τις συνθήκες αυτές το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά κατέληξε ότι η εφεσείουσα ήταν ένοχη και στις δύο κατηγορίες. Η μαρτυρία ενώπιόν του, όπως την απεδέχθη, ήταν επαρκής για να στηρίξει την καταδίκη. Τα ευρήματα του ήταν ορθά και δεν χρειαζόταν για την απόδειξη της υπόθεσης να προβεί σε περαιτέρω ευρήματα. Επίσης, υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, το εύρημα του Δικαστηρίου ότι η σύλληψη της εφεσείουσας ήταν νόμιμη και η βία που χρησιμοποιήθηκε δεν ήταν υπερβολική, είναι και αυτό ορθό. Δεν βρίσκουμε ότι υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος που να δικαιολογεί το Εφετείο να επέμβει.
Η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.