ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:A553
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 157/2014)
6 Δεκεμβρίου, 2021
[Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΝΘΟΥΛΛΗΣ & ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΛΤΔ
Εφεσείoυσα/Ενάγουσα
και
NEMESIS CONSTRUCTIONS PUBLIC LTD
Εφεσίβλητη/Εναγόμενη
- - - - - - - - -
Λ.Λουκαϊδης, για Εφεσείουσα
Σπ.Χριστοδούλου, (κα), για Απ.Ντορζή, για Εφεσίβλητη
_ _ _ _ _ _
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
----------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα ως ενάγουσα αξίωσε με αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου εναντίον της εφεσίβλητης/εναγόμενης (α) ποσό €90,000 ως απώλεια εισοδήματος λόγω μείωσης του κύκλου εργασιών της και (β) γενικές και παραδειγματικές αποζημιώσεις. Το αγώγιμο δικαίωμα της καθοριζόταν ως αμέλεια ή οχληρία από την εκτέλεση του έργου κατασκευής αποχετευτικού συστήματος Πάφου, στη Χλώρακα εκ μέρους της εφεσίβλητης, έργο το οποίο η εφεσίβλητη ανέλαβε και ξεκίνησε κατά ή περί τα τέλη του 2008 και επηρέασε το εστιατόριο - επιχείρηση της εφεσείουσας.
Ως τέτοιες λεπτομέρειες αμέλειας ή οχληρίας μπορεί να συνοψισθούν από την ΄Εκθεση Απαίτησης της εφεσείουσας οι ακόλουθες:
- η εφεσίβλητη απέκοψε τον κύριο δρόμο Πάφου-Κόλπου των Κοραλίων στο σημείο που βρισκόταν το εστιατόριο της εφεσείουσας.
- διοχέτευση της τροχαίας κίνησης του δρόμου από την είσοδο του εστιατορίου και του χώρου στάθμευσης «που ανήκε στο εστιατόριο» της εφεσείουσας. Με τον τρόπο που η εφεσίβλητη διοχέτευε την τροχαία κίνηση επί του σημείου που ευρίσκεται το εστιατόριο της εφεσείουσας ουσιαστικά απέκοψε την πρόσβαση προς το εστιατόριο και εκμεταλλεύτηκε το χώρο στάθμευσης καθότι διοχέτευε την τροχαία κίνηση από το χώρο στάθμευσης του εστιατορίου.
- δημιουργία σκόνης
- Οι εργασίες συμπληρώθηκαν αντί τον Μάρτη του 2009, στις 3.8.2009 με συνέπεια η εφεσείουσα να υπολειτουργεί.
Η εφεσίβλητη, εκτός του χρόνου και τόπου εκτέλεσης του έργου, αρνείται δικογραφικά τα πιο πάνω όσο και την αξίωση της εφεσείουσας για ζημιές. Υπήρξε η θέση της ότι η επιχείρηση υπολειτουργούσε για λόγους που αφορούσε την εφεσείουσα και όχι από υπαιτιότητα της εφεσίβλητης.
Μόνο η πλευρά της εφεσείουσας προσκόμισε μαρτυρία. Επρόκειτο για δύο μάρτυρες, τον ΜΕ1 Αντωνίου, διευθυντή της εφεσείουσας και τον ΜΕ2 εγκεκριμένο ελεγκτή της εφεσείουσας. Το τεκμ.2 που κατέθεσε ο ΜΕ2 είναι «΄Εκθεση και οικονομικές καταστάσεις της εφεσείουσας 31.12.2009», η οποία όμως, ως διεφάνη, ετοιμάστηκε από άλλο άτομο και όχι από τον Μ.Ε.2 ο οποίος είναι μετά τον ουσιώδη χρόνο που ανέλαβε ως ελεγκτής της εφεσείουσας.
Καταγράφεται στην εκκαλούμενη απόφαση πως αποτελεί κοινό έδαφος ότι το επίδικο έργο, η εφεσίβλητη το ανέλαβε και/ή ξεκίνησε την εκτέλεση του στην περιοχή της Χλώρακας, κατά ή περί τα τέλη του 2008, όπου βρισκόταν και το εστιατόριο της εφεσείουσας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε τη μαρτυρία του Μ.Ε.1 Αντωνίου μη κατατασσόμενη θετικά και ειδικά μη προσφερόμενη να αποτελέσει βάση ούτε για τα γεγονότα οχληρίας που τελικά φαίνεται ότι προωθήθηκε, αλλά ούτε και της ζημιάς.
Η μαρτυρία του ΜΕ2, λογιστή, είχε σκοπό να αποδείξει τον ισχυρισμό για μείωση του κύκλου εργασιών της επιχείρησης κατά το έτος 2009 στο ποσό των €90,000. Με βάση το τεκμήριο 2 ανέφερε πως η εφεσείουσα το 2007 είχε κέρδος €28.175, ενώ το 2008 ζημιά €109,773. Ο ΜΕ2 ανέφερε επίσης ότι δεν γνωρίζει τίποτα για το έργο και ότι δεν μπορεί να ξέρει ούτε για τις αιτίες της μείωσης εργασίας, ούτε γνωρίζει εάν οι ζημιές του 2009 ακολούθησαν τα αποτελέσματα και την κακή πορεία της εταιρείας κατά το 2008. Η άγνοια του προκύπτει και από το γεγονός ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν ήταν ελεγκτής της εφεσείουσας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν απέδωσε τελική αξία στην ΄Εκθεση - τεκμήριο 2 για τους λόγους που εκθέτει και αφορούν κυρίως την έλλειψη πραγματικής γνώσης του.
Καταληκτικά έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε η απαίτηση και απέρριψε την αγωγή με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας.
Το εφετήριο βάλλει κατά της απόφασης με δύο λόγους έφεσης που αφορούν αντίστοιχα την εσφαλμένη, κατά τη θέση της εφεσείουσας, μη αποδοχή της μαρτυρίας του Μ.Ε.1 (1ος λόγος έφεσης) και τον εσφαλμένο αποκλεισμό της μαρτυρίας που δόθηκε από τον Μ.Ε.2 (2ος λόγος έφεσης).
΄Εχουμε μελετήσει τους λόγους με τη συναφή αιτιολογία καθώς και τα περιγράμματα των δύο πλευρών σε συνάρτηση με την εκκαλούμενη απόφαση.
Η πλευρά της εφεσείουσας προβάλλει σημεία από την εκκαλούμενη απόφαση που αφορά τη μαρτυρία του Μ.Ε.1 που θα πρέπει να εξεταστούν πρώτα αφού το πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την αξιολόγηση, θεώρησε μεμπτά.
Αυτά είναι κυρίως:
(α) Η επανάληψη του περιεχομένου της ΄Εκθεσης Απαίτησης στη γραπτή δήλωση του Μ.Ε.1 κατά την ένορκη κατάθεση του στο Δικαστήριο. Αυτό σε συνάρτηση κυρίως με τη μη δυνατότητα μάρτυρα να καταθέτει «διαζευκτικούς ισχυρισμούς». Το Δικαστήριο δήλωσε ευθύς εξ αρχής την απαξία που προσέδωσε στο γεγονός αυτό.
Η απόλυτη θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου όπως διατυπώθηκε, όντως δεν αποδίδει σωστά τα πράγματα. Παρατηρούμε πως η ΄Εκθεση Απαίτησης σε επίπεδο γεγονότων δεν περιείχε διαζευκτικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι άνευ ετέρου θα καθιστούσαν τη μαρτυρία του Μ.Ε.1 μεμπτή. Το ότι αποδίδεται νομικός χαρακτηρισμός στα γεγονότα ως αμέλεια ή οχληρία ή ό,τι άλλο, δεν αναιρεί την αφήγηση των γεγονότων. Από την άλλη, η αφήγηση των γεγονότων σε συνάρτηση με την όλη του μαρτυρία αποτελεί το βάθρο εξέτασης της αξιοπιστίας ενός μάρτυρα και όχι αν επαναλαμβάνει στη γραπτή του δήλωση την ΄Εκθεση Απαίτησης. Εξάλλου υπήρχε δυνατότητα αντεξέτασης επί των εγειρομένων θεμάτων.
Αρκεί στο παρόν στάδιο να πούμε πως στην κρινόμενη περίπτωση δεν υπήρξε διαζευκτική εκδοχή, επειδή έγινε επανάληψη της ΄Εκθεσης Απαίτησης. (Βλ. Marfin v. Μιχαήλ (2012)1Α ΑΑΔ 41). Εν πάση περιπτώσει, δεν ήταν μεμπτή, άνευ ετέρου, η επανάληψη της ΄Εκθεσης Απαίτησης από τον ΜΕ1.
(β) Η ασάφεια εκ της μαρτυρίας του Μ.Ε.1 ως προς το χρόνο εκτέλεσης του έργου, ενώ αυτό, κατά τον κ.Λουκαϊδη, ήταν παραδεκτό γεγονός.
΄Εχουμε αναφέρει ήδη πως ήταν παραδεκτό γεγονός ότι η εκτέλεση των εργασιών άρχισε, περί τα τέλη του 2008. Θα μπορούσε συνεπώς η μαρτυρία του Μ.Ε.1 να «τοποθετηθεί» χρονικά ως ημερομηνία έναρξης του έργου στα τέλη του 2008.
Σ΄αυτά τα δύο σημεία λοιπόν, θεωρούμε πως το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε στην απόλυτη διατύπωση του περί της σημασίας τους.
Όμως, περαιτέρω, πρέπει να τεθεί και να απαντηθεί το ερώτημα εάν αυτό είναι καταλυτικό στο όλο έργο της αξιολόγησης που επιτέλεσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, τόσο σε συνάρτηση με τον ΜΕ1 όσο και σε σχέση με τον ΜΕ2.
΄Εχουμε επομένως σχολαστικά διεξέλθει το γενικό έργο της αξιολόγησης που το πρωτόδικο Δικαστήριο επιτέλεσε. Παραμένει πως η ασάφεια του ΜΕ1 για το χρόνο εκτέλεσης του έργου κάλυπτε μάλλον τη διάρκεια της σε συνάρτηση κυρίως με τις εργασίες της εφεσείουσας αλλά και τη μη αποτελεσματικότητα της μαρτυρίας του ως προς το επικερδές της επιχείρησης του εστιατορίου.
Παράλληλα, έχουμε διαγνώσει, από τη μελέτη των πρακτικών ότι πουθενά στην αντεξέταση δεν υποβλήθηκε στον ΜΕ1 ότι οι εργασίες δεν συντελέστηκαν από το τέλος του 2008 έως τις 3.8.2009, αλλά ούτε και το πώς δεν εκτελούντο τα έργα με τον τρόπο που περιέγραψε ο ΜΕ1.
Εξάλλου, δεν έχει σημασία, κατά την κρίση μας, αυτό που ο πρωτόδικος Δικαστής θεώρησε αρνητικό για την αξιοπιστία του ΜΕ1, ότι δηλαδή ο χώρος στάθμευσης που ήταν μπροστά του εστιατορίου του δεν ήταν χώρος ιδιωτικός δικός της εφεσείουσας, αλλά δημόσιος (για το σημείο αυτό έγινε υποβολή). Ο ΜΕ1 απάντησε πως ο χώρος είναι μπροστά από το εστιατόριο και εξήγησε ότι το πρόβλημα προέκυπτε όχι μόνο επειδή διοχετεύονταν αυτοκίνητα στο σημείο εκεί, αλλά και ότι πολλές φορές ο δρόμος έκλεινε εκ περιτροπής. Εν τελευταία αναλύσει σημασία έχει ότι από τις εργασίες της εφεσίβλητης εμποδιζόταν η πρόσβαση στην είσοδο του εστιατορίου.
Είναι γνωστό πως το Εφετείο δεν είναι εύκολο να επέμβει στο θέμα αξιοπιστίας. Επεμβαίνει στα ευρήματα και συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς το θέμα της αξιοπιστίας μόνο όταν αυτά αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή έρχονται σε αντίθεση με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας (Πελεκάνος κ.ά. ν. Πελεκάνου (2010)1 ΑΑΔ 1746).
Εν προκειμένω, δικαιολογείται επέμβαση μας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο βασίστηκε σε επουσιώδη - και εν πολλοίς μη αμφισβητούμενα θέματα - για να απορρίψει τη μαρτυρία του ΜΕ1 για το πότε εκτελέστηκε το έργο και το πώς η εκτέλεση του επηρέασε την εργασία του εστιατορίου της εφεσείουσας ως άνω. Το αποτέλεσμα ήταν να σφάλλει απορρίπτοντας τον ΜΕ1 συλλήβδην. Οι θέσεις του ΜΕ1 για δημιουργία σκόνης από τις εργασίες ή αποκοπής ή δυσχέρειας πρόσβασης στην είσοδο στο εστιατόριο της εφεσείουσας και ή εν γένει δυσχέρεια με τη χρήση τράκτορ κ.ά., αλλά κυρίως ή μη ύπαρξη πρόσβασης «να έλθει πελάτης στο εστιατόριο» δεν έτυχαν ουσιαστικής αμφισβήτησης. Η υπεράσπιση εστιάστηκε κυρίως στο ότι η επιχείρηση ήταν ζημιογόνος. Αλλά το θέμα αυτό εντασσόταν στο πλαίσιο του μεγέθους της ζημιάς και όχι της προκαλούμενης ενόχλησης.
Θεωρούμε ότι αυτά που ο ΜΕ1 ανέφερε για την ενόχληση που βίωναν στο εστιατόριο τεκμηρίωνε οχληρία, αστικό αδίκημα που έχει κάποια διάρκεια. (Βλ. Παπά ν. Οικονομίδη κ.ά. (2012)1 ΑΑΔ 928).
Σκοπός του αδικήματος είναι η προστασία της εύλογης χρήσης και απόλαυσης της ακίνητης ιδιοκτησίας.
Το πότε οι περιστάσεις στοιχειοθετούν μη εύλογη χρήση έχει αναλυθεί στο Σύγγραμμα On Torts, Michael A. Jones, 1986, σελ.139. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η έννοια της μη εύλογης επέμβασης στην ακίνητη ιδιοκτησία του παραπονουμένου, που θα καθιστούσε την πράξη οχληρία δεν συναρτάται με το ότι η συμπεριφορά των εναγομένων ήταν κάτω του επιπέδου ενέργειας ενός λογικού ατόμου αλλά ότι η επέμβαση στη χρήση της ιδιοκτησίας είναι μη λογική έχοντας υπόψη τη φύση της δραστηριότητας του εναγομένου. "In private nuisance for example, the issue is not whether the defendant's conduct has fallen below the standard of the reasonable man, but whether the interference with the plaintiff's enjoyment of land is unreasonable bearing in mind the nature of the defendant's activity».
Οπότε, εδώ έχοντας υπόψη τη συμπεριφορά της εφεσίβλητης σε συνάρτηση με τη χρήση του εστιατορίου της εφεσείουσας, θεωρούμε ότι στοιχειοθετήθηκε το αστικό αδίκημα της οχληρίας, αφού προκαλείτο ενόχληση στη χρήση του εστιατορίου. (Βλ. Μedcon Construction Ltd v. Νίκης Ευαγγέλου κ.ά. (1997)1 ΑΑΔ 565).
Στο βαθμό που αφορά τη λανθασμένη αξιολόγηση του ΜΕ1 επί των γεγονότων που συνθέτουν το αδίκημα της οχληρίας, η πλευρά του εφεσείοντα έχει δίκαιο. Συνεπώς ο πρώτος λόγος έφεσης μερικώς επιτυγχάνει.
Εκείνο όμως που βρίσκουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν ορθό, ήταν ως προς την αποτελεσματικότητα τόσο του ΜΕ1 αλλά και του ΜΕ2 να αποδείξουν τη ζημιά εκ των έργων και ως εκ της «μείωσης εργασίας».
Είναι φανερό ότι ο ΜΕ1 προέβη σε μια αόριστη επίκληση ζημιάς €90,000 λέγοντας γενικά ότι υπήρξε μείωση της πελατείας της εφεσείουσας, δεχόμενος παράλληλα ότι για κάποια περίοδο, το εστιατόριο μένει κλειστό την χειμερινή περίοδο. Ακόμη και εάν γίνονταν αποδεκτές οι θέσεις του, σε επίπεδο απόδειξης ζημιάς δεν σήμαιναν τίποτε αν δεν προσφερόταν στέρεη και σαφής μαρτυρία που να καταδείκνυε, τω όντι, μείωση κερδών με συγκεκριμένη αναφορά στην περίοδο που το εστιατόριο ήταν ανοικτό και έχασε πελατεία. Αυτό δεν προσφέρθηκε.
Το πρόβλημα εντοπίζεται στις αδυναμίες της μαρτυρίας να αποδείξει ζημιές για μειώσεις εργασιών και μείωση πελατών ως αποτέλεσμα της οχληρίας. Αυτό είναι δεδομένο. Όμως εγείρεται το ερώτημα εάν η εφεσείουσα δικαιούται εύλογη αποζημίωση.
Στην Καλότυχος ν. Cypsun Holidays Co.Ltd (2002)1 AAΔ 1681 ο Χατζηχαμπής, Δ. (όπως ήταν τότε), εύστοχα σημείωσε τα ακόλουθα:
"Εν πρώτοις, ούτε το άρθρο 46 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφάλαιο 148, ούτε οι αυθεντίες, στα οποία αναφέρθηκε, επιτρέπουν την αντίληψη ότι η πρόκληση ζημιάς είναι απαραίτητη προϋπόθεση της ιδιωτικής οχληρίας. Το άρθρο 46, στον ορισμό της οχληρίας, δεν περιλαμβάνει αναφορά σε ζημιά παρά μόνο στην επιφύλαξη προνοεί ότι "ο ενάγοντας δεν τυγχάνει αποζημίωσης σε σχέση με ιδιωτική οχληρία εκτός αν εξαιτίας αυτής υπέστη ζημιά". Η προϋπόθεση ζημιάς συναρτάται έτσι προς απαίτηση για αποζημίωση παρά προς την ύπαρξη της οχληρίας αυτής καθ΄αυτής και περιορίζεται στο είδος της ιδιωτικής οχληρίας που συνίσταται ακριβώς στην πρόκληση φυσικής ζημιάς σε περιουσία. Υπάρχει όμως και το άλλο είδος της ιδιωτικής οχληρίας που δεν συνίσταται στην πρόκληση φυσικής ζημιάς αλλά στην παρέμβαση με την άνετη χρήση και απόλαυση της περιουσίας και που περιλαμβάνει τέτοιας μορφής περιπτώσεις όπως ο θόρυβος, η οσμή και η σκόνη. Αυτή είναι και η θέση στο κοινοδίκαιο. Ο ευπαίδευτος Δικαστής, θεωρώντας ότι η περίπτωση ενώπιον του μπορούσε να εμπίπτει μόνο στο είδος της ιδιωτικής οχληρίας που συνίσταται σε φυσική ζημιά, παρέλειψε να εξετάσει την άλλη παράμετρο του πράγματος».
Όπως και εν προκειμένω, η μερική ανατροπή της πρωτόδικης κρίσης, μας παρέχει τη δυνατότητα επιδίκασης ενός ποσού εύλογης αποζημίωσης που ενόψει των αδυναμιών που επισημάνθηκαν δεν μπορεί να είναι υψηλό, αλλά να αφορά την εν γένει ταλαιπωρία που υπέστη η εφεσείουσα. ΄Αλλωστε, η περίοδος ενόχλησης, αφού αφαιρεθεί το τρίμηνο της χειμερινής περιόδου, δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από τους 6 μήνες. Αυτό μπορεί να ενταχθεί στα πλαίσια των γενικών αποζημιώσεων, κάτι που αναλογικά μπορεί να συγκριθεί με την αποζημίωση στις σωματικές βλάβες. Στο Clerk and Lindsell, Οn Torts, 16η εκδ. στη σελ.1366 σημειώνεται: "Where the nuisance interferes with amenity and enjoyment of property, the measures of damages may be assessed more by analogy with personal injury than diminition of property value".
΄Εχοντας λοιπόν κατά νου, όλα τα πιο πάνω επιδικάζεται ποσό €700 ως αποζημίωση. H ίδια πορεία ακολουθήθηκε και στη Χαραλάμπους κ.ά. ν. Αντωνιάδη κ.ά. (βλ. επίσης Χρίστος Αγαθοκλέους Λτδ ν. Σοφοκλέους (2000)1 ΑΑΔ 1953).
Να ολοκληρώσουμε αναφέροντας ότι ούτε και ο ΜΕ2 ήταν ικανός και αποτελεσματικός να αποδείξει ζημία εκ της μείωσης των εργασιών. Η μαρτυρία του, ως εκ της έλλειψης πραγματικής γνώσης κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν θεωρητική και έπασχε από γενικότητα. Ορθώς, δεν έγινε αποδεκτός. Ο λόγος έφεσης 2 απορρίπτεται.
Ως εκ της μερικής επιτυχίας του λόγου έφεσης 1 θεωρούμε ότι θα πρέπει να επιδικασθεί στην εφεσείουσα εύλογη αποζημίωση για το ποσό των €700. Συνεπώς, η απόρριψη της αγωγής (όπως και η καταδίκη της εφεσείουσας στα έξοδα) παραμερίζεται και εκδίδεται απόφαση υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον της εφεσίβλητης για εύλογη αποζημίωση εκ ποσού €700 πλέον νόμιμους τόκους.
Η έφεση μερικώς επιτυγχάνει ως ανωτέρω. Ενόψει των ειδικών περιστάσεων ως διαμορφώθηκαν (ειδικά το ότι το μεγαλύτερο μέρος της απαίτησης απορρίφθηκε) θεωρούμε ότι είναι δίκαιο να επιδικαστεί μέρος των εξόδων υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον της εφεσίβλητης στο ποσό των €500 που περιλαμβάνει τόσο τα πρωτόδικα όσο και κατ΄έφεσιν έξοδα.
Α.ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
Δ.ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.