ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:B395
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική Αίτηση Αρ. 22/2017
8 Noεμβρίου 2017
[Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΥ, Π., Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΔΔ]
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 16.4.2013 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ 519/2008
1. ΜΙΧΑΗΛ Α. ΤΑΛΙΑΣ
2. ΛΟΙΖΟΣ Α. ΤΑΛΙΑΣ
3. ΑΝΔΡΕΑΣ Λ. ΤΑΛΙΑΣ
Εναγόντων
και
1. LEFKARITIS OILS LIMITED
2. PETROLINA (HOLDINGS) PUBLIC LTD
Εναγομένων
--------------
Αίτηση ημερομηνίας 10.2.2017
--------------
Σπ. Σπύρου, για τον αιτητή.
Χ. Σατσιάς για Λ. Δημητριάδη, για τους ενάγοντες-καθ΄ων η αίτηση.
Γ. Ζαχαρίου (κα), για τους εναγόμενους-καθ΄ων η αίτηση: .
------------
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου στα πλαίσια της αγωγής 519/2008 εξέδωσε, μεταξύ άλλων θεραπειών, διάταγμα διατάττον τους εναγόμενους όπως παραδώσουν στους ενάγοντες ελεύθερη την κατοχή τριών οικοπέδων ιδιοκτησίας των εναγόντων και διάταγμα επαναφοράς τους στην προτέρα τους κατάσταση.
Οι εναγόμενοι 2 στην εν λόγω αγωγή καταχώρισαν έφεση εναντίον της παραπάνω απόφασης, της οποίας η εκδίκαση εκκρεμεί (Πολιτική Έφεση Αρ. 129/2015).
Με την παρούσα αίτηση, που καταχωρίστηκε δύο και πλέον χρόνια μετά την εν λόγω έφεση, οι αιτητές, οι οποίοι δεν ήταν διάδικοι στην πρωτόδικη διαδικασία, ζητούν άδεια για να καταχωρίσουν κι αυτοί έφεση εναντίον της ίδιας απόφασης, επικαλούμενοι ότι έλαβαν άδεια χρήσης από τους εναγόμενους ενός πρατηρίου πετρελαιοειδών το οποίο ανεγέρθηκε στα εν λόγω οικόπεδα. Ειδικότερα, ισχυρίζονται ότι οι εναγόμενοι στην εν λόγω αγωγή είχαν ενοικιάσει από τους ενάγοντες ιδιοκτήτες, τα οικόπεδα δυνάμει συμφωνίας, ρητός όρος της οποίας επέτρεπε στους εναγόμενους/ενοικιαστές να παραχωρήσουν άδεια χρήσης των οικοπέδων σε τρίτους. Επί τη βάσει της πρόνοιας αυτής οι εναγόμενοι ως ενοικιαστές από το 1999 και χωρίς καμιά αμφισβήτηση, παραχώρησαν άδεια χρήσης του πρατηρίου στους αιτητές, η οποία ανανεωνόταν από μήνα σε μήνα και ήταν σε ισχύ κατά το χρόνο έγερσης της αγωγής.
Υπό το φως των ανωτέρω, οι αιτητές ισχυρίζονται ότι παραβλάπτονται τα δικαιώματά τους ως κάτοχοι του πρατηρίου από την έκδοση των προαναφερθέντων διαταγμάτων. Παρά ταύτα και ενώ το γεγονός ότι κατείχαν το πρατήριο ήταν εν γνώσει των εναγόντων, αυτοί δεν τους επέδωσαν, ούτε τους κοινοποίησαν την αγωγή. Επί αυτών των δεδομένων εισηγούνται ότι είναι ενδιαφερόμενα, παραπονούμενα ή δυσμενώς επηρεασθέντα, από τα διατάγματα, πρόσωπα και θα πρέπει να τους δοθεί άδεια για να καταχωρίσουν ως τρίτοι, μη διάδικοι, έφεση.
Το ζήτημα διέπεται από τη Δ.35, κ.3 όπως οι πρόνοιές της εξηγήθηκαν στην υπόθεση Cyprus Asbestos Mines Co Ltd (1990) 1
AAΔ 49, στην οποία υιοθετήθηκε η αγγλική πρακτική που περιγράφεται στο Annual Practice του 1956 και του 1960, σύμφωνα με την οποία πρόσωπα που δεν είναι διάδικοι δύνανται, μετά από άδεια, να εφεσιβάλουν απόφαση ή διάταγμα που επηρεάζει τα συμφέροντά τους. Παρατέθηκε, ειδικότερα, το ακόλουθο απόσπασμα από το Annual Practice 1960, σελ. 658, κάτω από το O.58, r.3:
"Who may appeal.
Any party to the action may appeal (for example, one alone of several plaintiffs Beckett v. Attwood [1881], 18 Ch. D. at pp. 56, 57), and also any person served with notice of the judgment or order under O.16, r. 40. but in addition, in accordance with old Chancery practice, any person may appeal by leave (obtained on ex parte motion to the Court of Appeal) if he could by possibility have been made a party to the action by service (per Jessel, M.R., in Crawcour v. Salter [1862], 30 W.R. 329; In re Youngs, Doggett v. Revett [1885], 30 Ch. D. 421; The Millwall, [1905] P. 162; Re Hambrough's Estate, Hambrough v. Hambrough, [1909] 2 Ch. 620 at pp. 625, 626; Re B. (an infant), [1958] 1 Q.B. 12, C.A.). It does not require much to obtain leave: a person making out a prima facie case that he is a person interested, aggrieved or prejudicially affected by the judgment or order and should be given leave, will obtain it; but he cannot appeal without it (Re Securities Insurance Co. [1894] 2 Ch. 410, C.A. See also Re Markham [1880], 16 Ch. D. 1, C.A.; A.-G. v. Ailesbury [1885], 16 Q.B.D. 412; Re Ferdinand, Ex-Tsar of Bulgaria [1921] 1 Ch. 107, C.A., at p. 110). ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... ... . . . . If a person, not on the record, applies for leave to appeal as soon as he knows of the judgment or order, he will be allowed the necessary extension of time for appealing (Re Padstow Total Loss Association [1882], 20 Ch. D. 137)."
(Βλ., επίσης, Κουή ν. Χριστοδούλου (2010) 1 ΑΑΔ 401)
Είναι ορθό ότι, ως άνω, ο τρίτος δεν απαιτείται να στοιχειοθετήσει παρά μια εκ πρώτης όψεως υπόθεση ότι είναι ενδιαφερόμενο, παραπονούμενο ή δυσμενώς επηρεαζόμενο πρόσωπο. Υπό την έννοια αυτή το Εφετείο στην υπόθεση Riza ν. Δημοκρατίας κ.α., Πολιτική Αίτηση Αρ. 37/2016, ημερομηνίας 18.11.2016, ECLI:CY:AD:2016:B528, δεν διαφώνησε με την εισήγηση των αιτητών ότι σ΄αυτό το στάδιο δεν εξετάζεται η δύναμη της υπόθεσης του αιτητή. Το ζητούμενο είναι η έκταση και η έννοια του όρου «εκ πρώτης όψεως ενδιαφερόμενο κτλ πρόσωπο».
Στην υπόθεση Riza η αιτήτρια εταιρεία αντλούσε την κατοχή ακινήτου από πρόσωπο (τον κηδεμόνα τουρκοκυπριακών περιουσιών) το οποίο παράνομα, χωρίς νόμιμο δικαίωμα, είχε λάβει την κατοχή. Σε αγωγή μεταξύ του ιδιοκτήτη και του κηδεμόνα για παράνομη επέμβαση, ο ιδιοκτήτης εξασφάλισε διάταγμα ανάκτησης κατοχής. Εκ μέρους του κηδεμόνα η απόφαση δεν εφεσιβλήθηκε. Η αιτήτρια, προβάλλοντας τη θέση ότι η απόφαση εκδόθηκε στην απουσία της και χωρίς η ίδια να είχε την ευκαιρία να προβάλει, ως κάτοχος, τις θέσεις και τις υπερασπίσεις της σε μια υπόθεση όπου το αγώγιμο δικαίωμα (παράνομη επέμβαση) αφορά την κατοχή, ζήτησε άδεια για να ασκήσει η ίδια έφεση. Η άδεια δεν δόθηκε γιατί θεωρήθηκε ότι τα συμφέροντά της απέρρεαν από τη συμβατική της σχέση με τους, παρανόμως επεμβαίνοντες, εναγόμενους με τέτοιο τρόπο ώστε να δεσμεύεται εκ του δεδικασμένου της απόφασης.
Εν προκειμένω, η απόφαση δεν κατέστη τελεσίδικη. Επί της ίδιας όμως βάσης και κατ΄επέκταση των νομολογηθέντων στην υπόθεση Riza, δεν παύει να αφορά μια συμφωνία στην οποία οι αιτητές δεν ήταν μέρος, τη συμφωνία μεταξύ εναγομένων ως ενοικιαστών και εναγόντων ως ιδιοκτητών. Η επίκληση δικαιωμάτων από τη συμφωνία εκείνη, από πλευράς ουσιαστικού δικαίου και συνεπακόλουθα από πλευράς δικονομικού δικαίου το εγχείρημα παρέμβασης σε απόφαση που αφορά τη συμφωνία εκείνη, θα προσέκρουε στην αρχή ότι από μια σύμβαση δημιουργούνται δικαιώματα και υποχρεώσεις μόνο μεταξύ των συμβαλλομένων (privity of contact).
Το δίκαιο της επιείκειας έχει βαθμιαία αναγνωρίσει δικαιώματα στον κάτοχο ή και τον αδειούχο υποστατικού, ανάλογα με το είδος της άδειας (Απολλώνιο Ιδιωτικό Νοσοκομείο Λτδ ν. C & S American Heart Institute Ltd κ.α. (2011) 1 ΑΑΔ 379). Ο κάτοχος δε, μπορεί να ζητήσει δικαστική προστασία του δικαιώματος του να παραμείνει στην κατοχή και έναντι του ιδιοκτήτη, ως επίσης και του προσώπου εκ του οποίου έλαβε ο ίδιος κατοχή (Odysseos v. A. Pieris Estates Ltd and others (1982) 1 CLR 557).
Τα τυχόν δικαιώματα όμως των αιτητών που ενδέχεται να απορρέουν μέσα από τη δική τους σχέση με τους εναγόμενους, δεν αφορούν, για το λόγο που εξηγήσαμε, την υπό εκδίκαση έφεση στην οποία ζητούν παρέμβαση. Η έφεση, όπως και η αγωγή πρωτοδίκως, αφορούν δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από μια άλλη συμφωνία στην οποία οι ίδιοι ήταν και παραμένουν τρίτοι. Συνεπώς, δεν μπορούν δικονομικά να έχουν αυτοτελή λόγο ώστε να τους επιτραπεί να τον προωθήσουν με δική τους ξεχωριστή έφεση.
Ενδεχομένως, χωρίς η παρατήρηση αυτή να αποτελεί μέρος του λόγου της απόφασής μας, το τυχόν δικαίωμα των αιτητών στην κατοχή θα μπορούσε να προβληθεί προς ανακοπή εκτέλεσης εντάλματος κατοχής κατά τα προβλεπόμενα από τη Δ.43Α των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, όπως υποδείχθηκε στους αιτητές σε διαδικασία με την οποία επεδίωξαν την ακύρωση της εν λόγω απόφασης με ένταλμα certiorari στην Πολιτική Αίτηση αρ. 14/2017, Αναφορικά με την αίτηση της Εταιρείας C&C Papacostas Ltd, ημερ. 2.2.2017.
Τέλος, σε σχέση με την εισήγηση των αιτητών ότι παραβιάστηκαν οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης επειδή δεν έλαβαν γνώση της πρωτόδικης διαδικασίας, προσθέτουμε εν πάση περιπτώσει στα ανωτέρω, ότι τέτοιο επιχείρημα προβλήθηκε από τους αιτητές και στην προαναφερθείσα Πολιτική Αίτηση αρ. 14/2017, όπου το Δικαστήριο έκρινε ότι υπό τα δεδομένα της υπόθεσης δεν υπάρχει παραβίαση φυσικής δικαιοσύνης και η απόφαση δεν εφεσιβλήθηκε.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Μ.Μ. Νικολάτος, Π.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
/ΚΧ»Π