ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D386
(2016) 1 ΑΑΔ 1922
1 Αυγούστου, 2016
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ
ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ AGHSHELHLOO DAVOOD ΥΠΗΚΟΟY ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΝΟΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 9 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ
ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ
ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008/ΕΚ ΤΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΤΗΣ 16ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ
ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΝΟΜΟΥ,
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜ. ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑ-ΣΤΕΥΣΗΣ, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟΝ AGHSHELHLOO DAVOOD, ΥΠΗΚΟΟ ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΝΟΓΕΙΑΣ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008 ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΝΟΜΟΥ.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 27/2016)
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Απορριπτική κατάληξη σε ενδιάμεση αίτηση για παρακοή διατάγματος, λόγω ισχυριζόμενης μη συμμόρφωσης σε προηγούμενο εκδοθέν διάταγμα απελευθέρωσης του αιτητή ― Απορριπτική κατάληξη επί τω ότι, δεν υπήρχε επιβλητέο διάταγμα ― Η αναφορά του Δικαστηρίου σε προηγούμενη αίτηση ότι ανέμενε ότι ο Αιτητής θα αφηνόταν ελεύθερος, δεν ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι ισοδυναμούσε με επιβλητέο διάταγμα στο οποίο θα έπρεπε να υπάρχει και η αναγκαία οπισθογράφηση.
O αιτητής προώθησε την επίδικη αίτηση για παρακοή, ζητώντας αντίστοιχες θεραπείες, συνεπεία μη συμμόρφωσης όπως τέθηκε ο σχετικός ισχυρισμός σε προηγούμενο εκδοθέν στο πλαίσιο άλλης πολιτικής αίτησης, διάταγμα απελευθέρωσης του αιτητή από την κράτηση στην οποία τελούσε.
Αν και η αίτηση επιδόθηκε, οι Καθ' ων η αίτηση δεν εμφανίστηκαν στο Δικαστήριο και ούτε οποιοσδήποτε δικηγόρος εκ μέρους της Νομικής Υπηρεσίας. Ο δικηγόρος του Αιτητή ζήτησε ένταλμα σύλληψης και των δύο Καθ' ων η αίτηση, αλλά κατά τη διερεύνηση του θέματος από το Δικαστήριο, διακριβώθηκε ότι η επίδοση της αίτησης για παρακοή δεν ήταν προσωπική και ούτε συνοδεύτηκε με επίδοση κλήσης στους Καθ' ων η αίτηση για να παρευρεθούν στο Δικαστήριο. Ενόψει του ότι δεν μπορούσε να εκδοθεί ένταλμα σύλληψης, η αίτηση αναβλήθηκε για ακρόαση στις 24.5.2016.
Στο μεταξύ καταχωρίστηκε ένσταση στην οποία ηγέρθη προδικαστική ένσταση ότι «η αίτηση δεν έχει πραγματικό και νομικό υπόβαθρο καθότι δεν υπάρχει προστακτικό ή απαγορευτικό διάταγμα του Δικαστηρίου που να αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης για παρακοή».
Προέβαλαν δε επί της ουσίας και διάφορους περαιτέρω ισχυρισμούς.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η αίτηση δεν μπορούσε να επιτύχει. Το πιο σοβαρό κώλυμα που άπτετο της ουσίας της αίτησης, ήταν ότι δεν υπήρχε επιβλητέο διάταγμα.
2. Η αναφορά του Δικαστηρίου σε προηγούμενη αίτηση ότι ανέμενε ότι ο Αιτητής θα αφηνόταν ελεύθερος, δεν ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι ισοδυναμούσε με επιβλητέο διάταγμα στο οποίο θα έπρεπε να υπάρχει και η αναγκαία οπισθογράφηση.
3. Εν πάση όμως περιπτώσει, το θέμα ήταν τυπικό εφόσον ο Αιτητής, έστω και στιγμιαία, αφέθηκε ελεύθερος για να επανασυλληφθεί στη βάση άλλου διατάγματος.
4. Το αν η διοίκηση υπό τις περιστάσεις συμπεριφέρθηκε αλαζονικά ή καταχρηστικά, αποτελoύσε ξεχωριστό θέμα, το οποίο δεν αφορούσε στην παρούσα διαδικασία.
5. Πέραν τούτου, υπήρχε και το θέμα της μη προσωπικής επίδοσης της αίτησης και του διατάγματος. Σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.42 θ.1 και 2, μια αίτηση για παρακοή θα πρέπει να επιδίδεται προσωπικά στον Καθ' ου η αίτηση, πράγμα που δεν έγινε στην παρούσα περίπτωση.
6. Όμως, ακόμη και στην περίπτωση που δεν υπήρχαν τα πιο πάνω κωλύματα, η αίτηση και πάλιν δεν θα μπορούσε να επιτύχει επί της ουσίας της εφόσον, χωρίς επιβλητέο διάταγμα και χωρίς προσωπική επίδοση του διατάγματος σύμφωνα με τη Δ.42, θα υπήρχαν σοβαρές δυσκολίες στην απόδειξη της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος.
7. Ανεξάρτητα της αποτυχίας της αίτησης, η όλη στάση της διοίκησης δεν την περιποιούσε τιμή.
8. Η πρακτική της διοίκησης να ακυρώνει διατάγματα και να εκδίδει νέα, είναι κάτι που όταν επαναλαμβάνεται δημιουργεί αμφιβολίες για το καλόπιστο της διοίκησης.
9. Στην προκειμένη περίπτωση, σε δύο περιπτώσεις η διοίκηση ακύρωσε διατάγματα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, πράγμα που την άφηνε εκτεθειμένη.
10. Εάν οι Καθ' ων η αίτηση είχαν τη νομική άποψη ότι μπορούσαν να κρατούν τον Αιτητή πέραν της 18μηνης περιόδου που ορίζει ως ανώτατο όριο κράτησης το Άρθρο 15 της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 115/2008 και το Άρθρο 18ΠΣΤ(7) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, θα έπρεπε να μεριμνήσουν να εκδικαστεί το νομικό ζήτημα ενώπιον δικαστηρίου και όχι να κατέφευγαν στις πιο πάνω επινοήσεις οι οποίες δημιουργούσαν ερωτηματικά ως προς το κατά πόσον η διοίκηση ενεργεί με καλή πίστη και σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διοίκησης.
Η ενδιάμεση αίτηση απορρίφθηκε χωρίς έξοδα.
Αίτηση - Ενδιάμεση αίτηση για παρακοή.
Μ. Παρασκευάς, για τον Αιτητή.
Λ. Χριστοδουλίδου (κα), για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής με ενδιάμεση αίτηση δια κλήσεως ζητά:-
«(Α) Διάταγμα του Δικαστηρίου διατάττον τον Καθ' ου η Αίτηση 1, Υπουργό Εσωτερικών, Σωκράτη Χάσικο όπως παρουσιασθεί και δείξει λόγο γιατί να μη φυλακισθεί ή καταβάλει πρόστιμο ως ήθελε το Δικαστήριο διατάξει καθ' όσον ο Ενάγων παρέλειψε να συμμορφωθεί προς το Διάταγμα του Δικαστηρίου ημερ. 1/3/2016.
(Β) Διάταγμα του Δικαστηρίου διατάττον τον Καθ' ου η Αίτηση 2, Διευθυντή Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, Μάκη Πολυδώρου όπως παρουσιασθεί και δείξει λόγο γιατί να μη φυλακισθεί ή καταβάλει πρόστιμο ως ήθελε το Δικαστήριο διατάξει καθ' όσον ο Ενάγων παρέλειψε να συμμορφωθεί προς το Διάταγμα του Δικαστηρίου ημερ. 1/3/2016.»
Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση και τα στοιχεία του φακέλου, ο Αιτητής στις 26.1.2016 καταχώρησε την αίτηση με αρ. 13/2016 για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus. Η αίτηση επιδόθηκε, καταχωρήθηκε ένσταση και ορίστηκε από τον Παμπαλλή, Δ., για ακρόαση στις 12.2.2016, με οδηγίες να ετοιμαστούν γραπτές αγορεύσεις. Κατά την ημέρα της ακρόασης δηλώθηκε στο Δικαστήριο ότι οι Καθ' ων η αίτηση προτίθεντο να αφήσουν ελεύθερο τον Αιτητή. Ως εκ τούτου, ο δικηγόρος του Αιτητή απέσυρε την αίτηση άνευ βλάβης.
Όμως οι παρόντες στο Δικαστήριο αστυνομικοί, αντί να αφήσουν ελεύθερο τον Αιτητή, συνέχισαν να τον κρατούν, ενημερώνοντάς τον ότι είχαν οδηγίες και νέο διάταγμα για να τον μεταφέρουν εκ νέου στα κρατητήρια Μενόγειας.
Ο Αιτητής στις 15.2.2016 καταχώρησε δεύτερη αίτηση με αρ. 27/2016 για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus. Πρόκειται για την κυρίως αίτηση στα πλαίσια της οποίας καταχωρήθηκε η επίδικη ενδιάμεση αίτηση. Την 1.3.2016 που ήταν ορισμένη για ακρόαση η κυρίως αίτηση, η δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση αφού δήλωσε στο Δικαστήριο ότι τα σχετικά διατάγματα κράτησης είχαν ακυρωθεί, εξήγησε το ιστορικό:-
«Όταν μας ανατέθηκε η παρούσα αίτηση και την μελετήσαμε, συμβουλεύσαμε το Τμήμα ότι με τα υπό εξέταση διατάγματα που κρατούσαν για το συγκεκριμένο άτομο, δεν δικαιούνταν να τον κρατούν για το χρονικό αυτό διάστημα και είπαμε ότι πρέπει να αφεθεί ελεύθερος αυτός ο άνθρωπος. Και το είπαμε στο Τμήμα, το Τμήμα συμφώνησε, είχα τη δική τους θέση και ήρθα εγώ και πάρα πολύ έντιμα και έκανα αυτή τη δήλωση στο προηγούμενο habeas corpus. Σύμφωνα με τη θέση της άλλης πλευράς για την οποία εμείς ενημερωθήκαμε με τα όσα αναφέρονται στην ένορκη δήλωση και στην αίτηση του στα πλαίσια αυτής της διαδικασίας, ότι επανασυνελήφθηκε. Ξαναπάμε πίσω και λέμε στο Τμήμα ότι αυτή δεν ήταν η μεταξύ μας συνεννόηση και δεν μπορώ εγώ να έρθω ενώπιον σήμερα του Δικαστηρίου και να υποστηρίξω τη νομιμότητα αυτής της κράτησης, άρα τα διατάγματα σας πάσχουν αυτή τη στιγμή. Το Τμήμα με ενημερώνει αφού το μελέτησαν, ότι ακύρωσε τα διατάγματα. Μπορώ, αν θέλετε να παραμείνει αυτή η υπόθεση, να το έχω και γραπτώς, γιατί αυτή τη στιγμή αντιλαμβάνομαι και τη θέση της άλλης πλευράς.»
Ενόψει της πιο πάνω δήλωσης ότι τα διατάγματα ακυρώθηκαν, το Δικαστήριο θεώρησε ότι η αίτηση για Habeas Corpus κατέστη άνευ αντικειμένου και την απέρριψε με έξοδα υπέρ του Αιτητή. Ταυτόχρονα όμως, καυτηρίασε τη στάση των Καθ' ων η αίτηση, αναφέροντας τα πιο κάτω:-
«Η σημερινή αντίδραση των Καθ' ων η αίτηση θα πρέπει να πω ότι με εξέπληξε. Ήταν μια ενέργεια μη αναμενόμενη, ενόψει των όσων έγιναν στην προηγούμενη Αίτηση Αρ. 13/2016, στην οποία επίσης ακυρώθηκαν τα διατάγματα, με αποτέλεσμα και εκεί ο Αιτητής να αναγκαστεί να αποσύρει την Αίτηση και στη συνέχεια για άλλο λόγο να επανασυλληφθεί. Δεν θα ήθελα να σχολιάσω τον τρόπο που οι Καθ' ων η αίτηση χειρίζονται τη συγκεκριμένη περίπτωση, αλλά εκείνο που θα ήθελα να πω είναι ότι εάν ισχυρίζονται ότι έχουν νόμιμο λόγο να κρατούν τον Αιτητή, θα πρέπει να αφήσουν την υπόθεση να προχωρήσει σε ακρόαση, ώστε να έχουν την απόφαση του Δικαστηρίου επί των νομικών θεμάτων για τα οποία υπάρχει διαφορά. Επί του παρόντος, τα διατάγματα ακυρώθηκαν και αναμένω ότι ο Αιτητής θα αφεθεί ελεύθερος.»
Στις 3.3.2016 ο δικηγόρος του Αιτητή αναγκάστηκε να επιδώσει διά χειρός στο Υπουργείο Εσωτερικών, επιστολή απευθυνόμενη προς τον Καθ' ου η αίτηση 1, με την οποία τον καλούσε όπως άμεσα αφήσει ελεύθερο τον Αιτητή, ως η απόφαση του Δικαστηρίου. Η ίδια επιστολή επιδόθηκε μέσω ιδιώτη επιδότη και προς τον Καθ' ου η αίτηση 2.
Στις επιστολές απάντησε ο Καθ' ου η αίτηση 2, πληροφορώντας το δικηγόρο του Αιτητή ότι:-
«.. τα διατάγματα κράτησης και απέλασης εναντίον του υπό αναφορά πελάτη σας, ημερ. 12/02/2016, ακυρώθηκαν στις 26/02/2016 αφού λήφθηκαν υπ' όψιν οι θέσεις της Νομικής Υπηρεσίας και ο πελάτης σας αφέθηκε ελεύθερος από τα κρατητήρια Μενόγειας.
2. Παρακαλώ σημειώστε ότι εναντίον του εκδόθηκαν νέα διατάγματα κράτησης και απέλασης ημ. 26/02/2016»
Ως αποτέλεσμα της πληροφόρησης, ο δικηγόρος του Αιτητή στις 20.4.2016 καταχώρησε την επίδικη αίτηση για παρακοή, ζητώντας τις θεραπείες στις οποίες έχω ήδη κάνει αναφορά. Αν και η αίτηση επιδόθηκε, οι Καθ' ων η αίτηση δεν εμφανίστηκαν στο Δικαστήριο και ούτε οποιοσδήποτε δικηγόρος εκ μέρους της Νομικής Υπηρεσίας. Ο δικηγόρος του Αιτητή ζήτησε ένταλμα σύλληψης και των δύο Καθ' ων η αίτηση, αλλά κατά τη διερεύνηση του θέματος από το Δικαστήριο, διακριβώθηκε ότι η επίδοση της αίτησης για παρακοή δεν ήταν προσωπική και ούτε συνοδεύτηκε με επίδοση κλήσης στους Καθ' ων η αίτηση για να παρευρεθούν στο Δικαστήριο. Ενόψει του ότι δεν μπορούσε να εκδοθεί ένταλμα σύλληψης, η αίτηση αναβλήθηκε για ακρόαση στις 24.5.2016.
Στο μεταξύ καταχωρίστηκε ένσταση στην οποία εγείρεται προδικαστική ένσταση ότι «η αίτηση δεν έχει πραγματικό και νομικό υπόβαθρο καθότι δεν υπάρχει προστακτικό ή απαγορευτικό διάταγμα του Δικαστηρίου που να αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης για παρακοή». Επί της ουσίας οι Καθ' ων η αίτηση προβάλλουν ότι:-
(α) Δεν υπάρχει παράλειψη συμμόρφωσης προς διάταγμα του Δικαστηρίου, αφού δεν υπάρχει διάταγμα του Δικαστηρίου απαγορευτικό ή προστακτικό προς τους Καθ' ων η αίτηση.
(β) Δεν στοιχειοθετούνται οι προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.
(γ) Δεν υπάρχει η αναγκαία οπισθογράφηση επί οποιουδήποτε διατάγματος, αλλά υπάρχει μόνο πρακτικό του Δικαστηρίου το οποίο όμως δεν διατάζει ή απαγορεύει οποιαδήποτε ενέργεια.
(δ) Δεν υπάρχει από πλευράς των Καθ' ων η αίτηση υποκειμενική υπόσταση ή πρόθεση καταστρατήγησης οποιουδήποτε διατάγματος Δικαστηρίου.
(ε) Η αίτηση είναι καταχρηστική και εκδικητική αφού μετά την ακύρωση ή ανάκληση των διαταγμάτων κράτησης που προσβάλλονταν με την κυρίως αίτηση, ο Αιτητής αφέθηκε ελεύθερος και επανασυνελήφθηκε νόμιμα μετά την έκδοση στις 26.2.2016 νέων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης. Τα νέα διατάγματα μόνο με προσφυγή μπορούν να αμφισβητηθούν.
(στ) Δεν έγινε προσωπική επίδοση οποιουδήποτε διατάγματος.
(ζ) Δεν αποδεικνύεται παρακοή στον απαιτούμενο βαθμό απόδειξης.
(η) Δεν υπήρχε γνώση από τους Καθ' ων η αίτηση περί της ύπαρξης οποιουδήποτε διατάγματος που να στρέφεται προς αυτούς.
Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση την οποία ορκίζεται ο Υπουργός Εσωτερικών, Καθ' ου η αίτηση 1, μεταξύ άλλων εξηγεί ότι η μη εμφάνιση ή εκπροσώπηση του ενώπιον του Δικαστηρίου την 1.3.2016, ECLI:CY:AD:2016:D147 δεν οφείλεται σε περιφρόνηση του Δικαστηρίου, αλλά στο γεγονός ότι δεν του έγινε προσωπική επίδοση και δεν ενημερώθηκε από το αρχείο του Υπουργείου ότι εκκρεμούσε η αίτηση ενώπιον του Δικαστηρίου.
Ο κ. Μάκης Πολυδώρου, Καθ' ου η αίτηση 2, στη δική του ένορκη δήλωση αναφέρεται στο ιστορικό κράτησης του Αιτητή. Εξηγεί ότι ο Αιτητής ο οποίος κατάγεται από το Ιράν, εισήλθε στην Κύπρο σε άγνωστο χρόνο μέσω των κατεχομένων. Στις 18.7.2010 συνελήφθη για άσεμνη επίθεση κατά ανηλίκου κοριτσιού ηλικίας 9 ετών, το οποίο βρισκόταν στα αποχωρητήρια υπεραγοράς στη Λάρνακα. Εναντίον του καταχωρήθηκε ποινική υπόθεση, η οποία εκδικάστηκε από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας. Ο Αιτητής παραδέχθηκε ενοχή και το Κακουργιοδικείο του επέβαλε ποινή φυλάκισης 5 χρόνων και 18 μηνών για το αδίκημα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανηλίκου και άσεμνης επίθεσης εναντίον γυναίκας κάτω των 16 ετών αντίστοιχα. Μετά την καταδίκη του μεταφέρθηκε στις Κεντρικές Φυλακές για να εκτίσει την ποινή του και ταυτόχρονα κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης.
Μετά την αποφυλάκισή του συνελήφθη δυνάμει διατάγματος κράτησης και απέλασης. Όμως η εκτέλεση των διαταγμάτων ανεστάλη μέχρι να εξεταστεί το αίτημα του για πολιτικό άσυλο. Το 2014 έγιναν προσπάθειες να εκδοθούν ταξιδιωτικά έγγραφα από την Ιρανική Πρεσβεία, όμως ο Αιτητής δεν συνεργαζόταν, αλλά αργότερα απέσυρε το αίτημά του για πολιτικό άσυλο και συγκατάνευσε να του δοθεί ποσό €1.000 και να αναχωρήσει για τη Βραζιλία. Τελικά άλλαξε πρόθεση και όχι μόνο δεν ήθελε να φύγει από την Κύπρο, αλλά ήθελε να αφεθεί και ελεύθερος από το Χώρο Κράτησης Απαγορευμένων Μεταναστών (ΧΩΚΑΜ).
Στα τέλη του 2014 κατόπιν διατάγματος υποχρεωτικής νοσηλείας, νοσηλεύτηκε για 28 μέρες στο Νοσοκομείο Αθαλάσσας, ενώ στην αρχή του 2015 προκάλεσε αναστάτωση στο χώρο κράτησής του στο ΧΩΚΑΜ και τραυμάτισε επί καθήκοντι αστυνομικό, με αποτέλεσμα να καταχωρηθεί εναντίον του Αιτητή ποινική υπόθεση. Τον Φεβρουάριο του 2015 δημιούργησε νέο επεισόδιο, με αποτέλεσμα να καταχωρηθεί νέα υπόθεση εναντίον του και να διαταχθεί νέα υποχρεωτική νοσηλεία. Ο Αιτητής καταχώρησε παράπονο στην Ανεξάρτητη Αρχή Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας, το οποίο ακόμα εκκρεμεί. Λόγω του μακρού ιστορικού, ο Γενικός Εισαγγελέας διέκοψε τις δύο ποινικές υποθέσεις που αντιμετώπιζε ο Αιτητής. Τελικά έγινε κατορθωτό να εκδοθεί διαβατήριο από την Ιρανική Πρεσβεία, το οποίο ο Αιτητής παρέλαβε, αλλά αρνήθηκε εκ νέου να φύγει από την Κύπρο, ζητώντας να αφεθεί ελεύθερος αφού έχουν συμπληρωθεί 18 μήνες κράτησης. Στις αρχές του 2016 ο Αιτητής καταχώρησε την πρώτη αίτησή του για Habeas Corpus (Αρ. 13/2016) για να ακολουθήσει το ιστορικό στο οποίο έχω ήδη κάνει αναφορά.
Στο στάδιο των αγορεύσεων ο κ. Παρασκευάς εκ μέρους του Αιτητή, υποστήριξε ότι η αίτηση θα πρέπει να επιτύχει καθότι η αναφορά του Δικαστηρίου ότι ανέμενε ότι ο Αιτητής θα αφήνετο ελεύθερος, θα πρέπει να ερμηνευθεί ότι ισοδυναμεί με διάταγμα.
Από την άλλη η κα Χριστοδουλίδου εκ μέρους των Καθ' ων η αίτηση είχε αντίθετη άποψη, αφού, όπως υποστήριξε, το σχόλιο του δικαστηρίου δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να θεωρηθεί ως διάταγμα. Ανεξάρτητα τούτου, εισηγήθηκε ότι η αίτηση είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, εφόσον όχι μόνο δεν έγινε προσωπική επίδοση, αλλά ούτε και πληρούνται οι αναγκαίες προϋποθέσεις επί της ουσίας.
Αφού εξέτασα τα εγειρόμενα ζητήματα, κατέληξα ότι η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει για διάφορους λόγους. Κατ' αρχάς το πιο σοβαρό κώλυμα που άπτεται της ουσίας της αίτησης, είναι ότι δεν υπάρχει επιβλητό διάταγμα. Η αναφορά του Δικαστηρίου ότι ανέμενε ότι ο Αιτητής θα αφήνετο ελεύθερος, δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι ισοδυναμεί με επιβλητό διάταγμα στο οποίο θα έπρεπε να υπάρχει και η αναγκαία οπισθογράφηση. Εν πάση όμως περιπτώσει, το θέμα είναι τυπικό εφόσον ο Αιτητής, έστω και στιγμιαία, αφέθηκε ελεύθερος για να επανασυλληφθεί στη βάση άλλου διατάγματος. Το αν η διοίκηση υπό τις περιστάσεις συμπεριφέρθηκε αλαζωνικά ή καταχρηστικά, αποτελεί ξεχωριστό θέμα, το οποίο δεν αφορά την παρούσα διαδικασία.
Πέραν τούτου, υπάρχει και το θέμα της μη προσωπικής επίδοσης της αίτησης και του διατάγματος. Σύμφωνα με τις πρόνοιες της Δ.42 θ.1 και 2, μια αίτηση για παρακοή θα πρέπει να επιδίδεται προσωπικά στον Καθ' ου η αίτηση, πράγμα που δεν έγινε στην παρούσα περίπτωση.
Όμως, ακόμη και στην περίπτωση που δεν υπήρχαν τα πιο πάνω κωλύματα, η αίτηση και πάλιν δεν θα μπορούσε να επιτύχει επί της ουσίας της εφόσον, χωρίς επιβλητό διάταγμα και χωρίς προσωπική επίδοση του διατάγματος σύμφωνα με τη Δ.42, θα υπήρχαν σοβαρές δυσκολίες στην απόδειξη της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης του αδικήματος.
Ανεξάρτητα της αποτυχίας της αίτησης, θα ήθελα να επαναλάβω ότι η όλη στάση της διοίκησης δεν την περιποιεί τιμή. Η πρακτική της διοίκησης να ακυρώνει διατάγματα και να εκδίδει νέα, είναι κάτι που όταν επαναλαμβάνεται δημιουργεί αμφιβολίες για το καλόπιστο της διοίκησης. Στην προκειμένη περίπτωση, σε δύο περιπτώσεις η διοίκηση ακύρωσε διατάγματα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, πράγμα που την αφήνει εκτεθειμένη. Εάν οι Καθ' ων η αίτηση έχουν τη νομική άποψη ότι μπορούν να κρατούν τον Αιτητή πέραν της 18μηνης περιόδου που ορίζει ως ανώτατο όριο κράτησης το Άρθρο 15 της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 115/2008 και το Άρθρο 18ΠΣΤ(7) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, θα πρέπει να μεριμνήσουν να εκδικαστεί το νομικό ζήτημα ενώπιον δικαστηρίου και όχι να καταφεύγουν στις πιο πάνω επινοήσεις οι οποίες δημιουργούν ερωτηματικά ως προς το κατά πόσον η διοίκηση ενεργεί με καλή πίστη και σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διοίκησης.
Η ενδιάμεση αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Υπό τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης και παρά την αποτυχία της αίτησης, ασκώ τη διακριτική μου ευχέρεια και δεν εκδίδω οποιοδήποτε διάταγμα για τα έξοδα.
Η ενδιάμεση αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.