ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2016:A295

(2016) 1 ΑΑΔ 1526

21 Ιουνίου, 2016

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]

 

1. AYDA KARAOGLANIAN,

2. MARY FISHER,

3. LEVON BOYADJIAN,

 

Εφεσείοντες-Ενάγοντες,

 

v.

 

HAGOP BOYADJIAN,

 

Εφεσιβλήτου-Εναγόμενου.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 213/2014)

 

 

Πολιτική Δικονομία ― Έφεση - Ασφάλεια εξόδων ― Δ.35 ― Όπου η αίτηση αποσκοπεί στην παραχώρηση ασφάλειας μόνο για τα έξοδα της έφεσης και όχι και για τα πρωτόδικα έξοδα, η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν μπορεί να περιοριστεί καθ' οιονδήποτε τρόπο για έγκριση σχετικού αιτήματος εφόσον, παρά τα κριτήρια που θέτει η Δ.60, εισάγεται κατ' έφεση προς εξέταση το στοιχείο των ειδικών περιστάσεων ― Και αυτό ισχύει είτε ο Καθ' ου η αίτηση είναι Κύπριος, είτε είναι αλλοδαπός ― Εάν το Ανώτατο Δικαστήριο στο στάδιο της έφεσης διαπιστώσει π.χ. ότι υπάρχει κατάχρηση των ενώπιον του διαδικασιών, είναι επιθυμητό να έχει την εξουσία, ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής του καθ' ου η αίτηση, να εκδώσει διάταγμα για παροχή ασφάλειας για τα έξοδα της έφεσης ― Έκδοση διατάγματος λόγω διαπίστωσης τέτοιων ειδικών περιστάσεων.

 

Πολιτική Δικονομία ― Έφεση ― Ασφάλεια εξόδων ― Το Ανώτατο Δικαστήριο κατά την εξέταση αίτησης για παροχή ασφάλειας εξόδων δυνάμει της Δ.35, μπορεί να λάβει υπόψη ορισμένα από τα κριτήρια που έχουν καθιερωθεί κάτω από τη Δ.60.

 

Πολιτική Δικονομία ― Έφεση ― Ασφάλεια εξόδων ― Κατά πόσον μια αίτηση που στηρίζεται μόνο στη Δ.60 και όχι στη Δ.35, μπορεί να εγκριθεί στο στάδιο της διαδικασίας της έφεσης για παροχή ασφάλειας για τα έξοδα της έφεσης ― Νομολογιακή επισκόπηση και οι διαφορές που παρουσιάζονται στη σχετική νομολογία.

 

Πολιτική Δικονομία ― Έφεση ― Ασφάλεια εξόδων ― Στις περιπτώσεις που ζητείται κατ' έφεση η έκδοση διατάγματος για παραχώρηση ασφάλειας τόσο για τα πρωτόδικα έξοδα, όσο και για τα έξοδα έφεσης, είναι ορθότερο η αίτηση να στηρίζεται τόσο στη Δ.60, όσο και στη Δ.35.

 

Εκκρεμούσης της έφεσης ο Εφεσίβλητος καταχώρησε αίτηση, την οποία στήριξε τόσο στη Δ.35 θ.2, όσο και στη Δ.60 θ.1-5, με την οποία αιτήθηκε την έκδοση:- (α) Διατάγματος με το οποίο να διατάσσονταν οι Εφεσείοντες να του παράσχουν ασφάλεια εξόδων για το ποσό των €10.000, το οποίο αποτελεί το σύνολο των εξόδων στα οποία έχουν καταδικαστεί οι Εφεσείοντες πρωτοδίκως, καθώς και των δικηγορικών εξόδων που είναι εύλογο να επιδικαστούν εναντίον τους σε περίπτωση που αυτοί αποτύχουν στην έφεσή τους, και (β) διατάγματος με το οποίο να αναστέλλεται η εκδίκαση της παρούσας έφεσης, μέχρι να ικανοποιηθεί η οποιαδήποτε ασφάλεια εξόδων διατάξει το δικαστήριο.

 

Οι Εφεσείοντες επιδιώκοντας  ανατροπή της πρωτόδικης κρίσης, καταχώρησαν έφεση και ακολούθησε στη συνέχεια η καταχώρηση από τον Εφεσίβλητο της παρούσας αίτησης για ασφάλεια για τα έξοδα.

 

Στηρίχθηκε δε, στους κάτωθι λόγους:

 

α)  Η έφεση είναι ανυπόστατη και εκδικητική και δεν έχει σοβαρές   πιθανότητες επιτυχίας.

 

β)  Οι Εφεσείοντες δεν είχαν ακόμη πληρώσει τα πρωτόδικα δικηγορικά έξοδα.

 

γ)  Με τα έξοδα έφεσης που ενδεχομένως να προστεθούν σε περίπτωση που απορριφθεί η έφεση,  το συνολικό ποσό δικηγορικών εξόδων θα ανέλθει περίπου στα €10.000.

 

δ)  Οι Εφεσείοντες είναι μόνιμοι κάτοικοι Ηνωμένου Βασιλείου.

 

ε)  Παρά τις επανειλημμένες προφορικές και γραπτές οχλήσεις του δικηγόρου του Εφεσίβλητου, οι Εφεσείοντες μέχρι σήμερα ουδέν ποσό πλήρωσαν έναντι των δικηγορικών εξόδων που επιδικάστηκαν.

 

στ) Παρά τη μη εξόφληση των δικηγορικών εξόδων, οι Εφεσείοντες προχωρούν συνεχώς στη λήψη περαιτέρω δικαστικών μέτρων και δημιουργία νέων εξόδων, πιστεύοντας ότι επειδή είναι μόνιμοι κάτοικοι εξωτερικού, είναι πολύ δύσκολο μέχρι και αδύνατο να εκτελεστούν οι αποφάσεις εναντίον τους.

 

Από πλευράς Εφεσειόντων καταχωρίστηκε ένσταση με την οποία προβλήθηκε μεταξύ άλλων, ότι δεν συνέτρεχαν οι σχετικές προϋποθέσεις της Δ.60 για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.

 

Προβλήθηκε επίσης ότι οι Εφεσείοντες έχουν τη διαμονή τους στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο είναι κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τούτο είναι ένας πρόσθετος λόγος για τον οποίο δεν είναι δυνατή η έκδοση διατάγματος για ασφάλεια εξόδων.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

  1.   Η Δ.60 θ.1 ρητώς παραπέμπει στην παροχή ασφάλειας για τα έξοδα «σε οποιοδήποτε στάδιο της αγωγής». Επομένως οι δύο διατάξεις (Δ.35 και Δ.60) αφορούν σε παροχή ασφάλειας για τα έξοδα σε δύο διαφορετικά στάδια της διαδικασίας - αγωγής και έφεσης - τα οποία δεν πρέπει να συγχέονται.

  2. Παρά ταύτα όμως, η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί του θέματος είναι συγκεχυμένη. Φαίνεται ότι στο μπέρδεμα συνέβαλε το γεγονός ότι οι αρχές που τέθηκαν για την παροχή ασφάλειας εξόδων κατά το στάδιο εκδίκασης της αγωγής (Δ.60 θ.1), λαμβάνονται υπόψη, σύμφωνα με τη νομολογία, και στις περιπτώσεις παροχής ασφάλειας εξόδων κατά τη διαδικασία της έφεσης (Δ.35).

  3. Φαίνεται ότι η Δ.60 θ.1 αφορά αμιγώς σε παροχή ασφάλειας για τα έξοδα που θα δημιουργηθούν «σε οποιοδήποτε στάδιο της αγωγής», ενώ η Δ.35 αφορά στην παροχή ασφάλειας για τα έξοδα της έφεσης.

  4.   Στις περιπτώσεις που ζητείται κατ' έφεση η έκδοση διατάγματος για παραχώρηση ασφάλειας τόσο για τα πρωτόδικα έξοδα, όσο και για τα έξοδα έφεσης, τότε είναι ορθότερο η αίτηση να στηρίζεται τόσο στη Δ.60, όσο και στη Δ.35.

  5.   Με δεδομένο ότι η αίτηση στην παρούσα περίπτωση στηρίζεται τόσο στη Δ.35, όσο και στη Δ.60, παρήλκε η ενασχόληση με τη διαφορά  που εντοπίζεται στη νομολογία, κατά πόσον μια αίτηση που στηρίζεται μόνο στη Δ.60 και όχι στη Δ.35, μπορεί να εγκριθεί στο στάδιο της διαδικασίας της έφεσης για παροχή ασφάλειας για τα έξοδα της έφεσης.

  6. Το πρώτο που προκύπτει ξεκάθαρα από τη σχετική νομολογία, είναι ότι το Ανώτατο Δικαστήριο κατά την εξέταση αίτησης για παροχή ασφάλειας εξόδων δυνάμει της Δ.35, μπορεί να λάβει υπόψη ορισμένα από τα κριτήρια που έχουν καθιερωθεί κάτω από τη Δ.60.

  7.   Όμως η Δ.35 θ.1 δίνει στο Ανώτατο Δικαστήριο πρόσθετη εξουσία για έκδοση διατάγματος για παροχή ασφάλειας εξόδων «που πρόκειται να προκληθούν από οποιαδήποτε έφεση σύμφωνα με τις ειδικές περιστάσεις».

  8.   Σύμφωνα με το Annual Practice του 1958, ο αντίστοιχος αγγλικός όρος «special circumstances» που παρουσιάζεται στο O.58 r.9, δεν περιορίζεται μόνο στο κριτήριο της έλλειψης περιουσίας ή οικονομικής ανικανότητας και των άλλων κριτηρίων που τίθενται από τη νομολογία δυνάμει της Δ.60, αλλά εκτείνεται και στις περιπτώσεις που διαπιστωθεί εκ πρώτης όψεως κατά τη διαδικασία της έφεσης ότι η αγωγή είναι ενοχλητική ή ότι υπάρχει κατάχρηση της διαδικασίας, ώστε να είναι δίκαιο να διαταχθεί ασφάλεια.

  9.   Όπως για παράδειγμα όπου ο Ενάγων του οποίου η αγωγή απορρίφθηκε ως επιπόλαιη ή ενοχλητική, καταχωρεί δεύτερη αγωγή για ουσιαστικά το ίδιο επίδικο θέμα και στη συνέχεια εφεσιβάλλει και τη διαταγή για απόρριψη και της δεύτερης αγωγής ως επιπόλαιης ή ενοχλητικής.

10. Ένας από τους περιορισμούς που θέτει η Δ.60 θ.1, είναι ότι η έκδοση διατάγματος για παροχή ασφάλειας για τα έξοδα περιορίζεται στις περιπτώσεις όπου ο καθ' ου η αίτηση έχει τη συνήθη διαμονή του εκτός Κύπρου και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όμως ο  συνήγορος για τον Αιτητή-Εφεσίβλητο εισηγήθηκε ότι η Δ.35 θ.2 δεν επιβάλλει αντίστοιχο περιορισμό και δεν θέτει καμία τέτοια προϋπόθεση.

11. Η εισήγηση είναι μερικώς ορθή. Όπου η αίτηση αποσκοπεί  στην παραχώρηση ασφάλειας μόνο για τα έξοδα της έφεσης και όχι και για τα πρωτόδικα έξοδα, η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν μπορεί να περιοριστεί καθ' οιονδήποτε τρόπο για έγκριση σχετικού αιτήματος εφόσον, παρά τα κριτήρια που θέτει η Δ.60, εισάγεται κατ' έφεση προς εξέταση το στοιχείο των ειδικών περιστάσεων.

12. Και αυτό ισχύει είτε ο Καθ' ου η αίτηση είναι Κύπριος, είτε είναι αλλοδαπός. Εάν το Ανώτατο Δικαστήριο στο στάδιο της έφεσης διαπιστώσει για παράδειγμα ότι υπάρχει κατάχρηση των ενώπιον του διαδικασιών, είναι επιθυμητό να έχει την εξουσία, ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής του καθ' ου η αίτηση, να εκδώσει διάταγμα για παροχή ασφάλειας για τα έξοδα της έφεσης.

13. Η άσκηση της συγκεκριμένης εξουσίας με κανένα τρόπο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παραβιάζει την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων που προστατεύεται από το Άρθρο 18 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον εφαρμόζεται ομοιόμορφα σε όλους τους διαδίκους, ανεξάρτητα τόπου διαμονής.

14. Αντίθετα, η ύπαρξη μιας τέτοιας εξουσίας δίδει στο Ανώτατο Δικαστήριο τη δυνατότητα να ελέγξει αποτελεσματικά τις ενώπιον του διαδικασίες, κάτι που προβάλλει τα καλώς νοούμενα συμφέροντα της δικαιοσύνης.

15. Στην προκειμένη περίπτωση επιζητείται η έκδοση διατάγματος τόσο για τα πρωτόδικα, όσο και για τα έξοδα έφεσης με επίκληση τόσο του τόπου διαμονής των Εφεσειόντων, όσο και του ότι η έφεση είναι ανυπόστατη, εκδικητική και χωρίς πιθανότητα επιτυχίας.

16. Στο βαθμό που η αίτηση αφορά τα πρωτόδικα έξοδα, αυτή δεν μπορεί να εγκριθεί αφού κατ' εφαρμογή των ρητών διατάξεων της Δ.60 θ.1 και των αρχών που διέπουν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, δεν είναι δυνατό να εκδοθεί διάταγμα για ασφάλεια για τα έξοδα εναντίον μόνιμων κατοίκων Κύπρου ή κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η πληρωμή των ήδη επιδικασθέντων πρωτόδικων εξόδων μπορεί να διασφαλιστεί με τη λήψη μέτρων εκτέλεσης στον ενιαίο ευρωπαϊκό χώρο.

17. Όμως επειδή η αίτηση στηρίχθηκε και στη Δ.35 που αφορά στην παροχή ασφάλειας για τα έξοδα της έφεσης, προέκυπτε με βάση τεθέντα στοιχεία, ότι  ενδύκνειτο η άσκηση της σχετικής διακριτικής  ευχέρειας υπέρ των Αιτητών, λόγω των «ειδικών περιστάσεων» που υπήρχαν.

18. Οι «ειδικές περιστάσεις» προέκυπταν από το ιστορικό της διαφοράς των διαδίκων όπως εξελίχθηκε ενώπιον των δικαστηρίων, τη διαγραφή της Αγωγής 8998/2007, την καταχώρηση έφεσης, την απόρριψη της στη συνέχεια (Τριανταφυλλίδης ν. Karaoglanian, ανωτέρω), την καταχώρηση της υπό έφεση αγωγής, την απόρριψη της από το πρωτόδικο δικαστήριο για το λόγο ότι παραβιάζει το δεδικασμένο και τέλος την αμφισβήτηση της πιο πάνω πρωτόδικης απόφασης με την καταχώρηση της παρούσας έφεσης.

19. Εκ πρώτης όψεως και χωρίς να αποφασιζόταν οτιδήποτε ως προς την ουσία της διαφοράς, προέκυπτε για σκοπούς της αίτησης και μόνο, ότι τα περιστατικά της υπόθεσης συνιστούσαν τέτοιες «ειδικές περιστάσεις», ώστε να επιβάλλετο όπως διαταχθεί η παροχή ασφάλειας για τα έξοδα της έφεσης μόνο.

20. Εκδόθηκε σχετική διαταγή για το ποσό των €3.000.

 

Η αίτηση επέτυχε μερικώς με μειωμένα έξοδα κατά το ήμισυ.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Τριανταφυλλίδης ως Εκτελεστής της Διαθήκης του αποβιώσαντος  Boyadjian v. Karaoglanian (2010) 1(Γ) A.A.Δ. 2014,

 

Data Delecta Aktiebolag κ.ά. v. MSL Dynamics Ltd, Υπόθεση C-43/95, European Court Reports, 1996, p. I-04661, Δ.Ε.Ε.,

 

Κυριάκου ν. Μιχαήλ (2007) 1(B) Α.Α.Δ. 933,

 

Rashid v. Παπόρη (2012) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2710,

 

Alahmari v. Alia The Royal Jordanian Airline (1990) 1 A.A.Δ. 434,

 

Studland Holdings Limited κ.ά. v. Ευσταθίου κ.ά. (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1809,

 

TBF (Cyprus) Ltd κ.ά. v. Εμπορικής Μελετών Σχεδιασμού και Επιχειρηματικού Κεφαλαίου Α.Ε. κ.ά. (2003) 1(Α) Α.Α.Δ. 459,

 

Genemp Trading Ltd v. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 1314,

 

Weldon v. Maples [1887] 20 QBD 331.

 

Έφεση-Αίτηση.

 

Αίτηση για Ασφάλεια Εξόδων από τον Εφεσίβλητο στα πλαίσια της Έφεσης από τους Ενάγοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Οικονόμου, Π.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 3898/2011) ημερομηνίας 19/6/2014.

 

Κ. Μαυραντώνης για Π. Σπανό, για τον Αιτητή-Εφεσίβλητο.

 

Μ. Κυπριανού, για τους Καθ'ων η αίτηση-Εφεσείοντες.

 

Cur. adv. vult.

 

ΔικαστHριο: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Ερωτοκρίτου.

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Εκκρεμούσης της έφεσης ο Εφεσίβλητος καταχώρησε Αίτηση, την οποία στηρίζει τόσο στη Δ.35 θ.2, όσο και στη Δ.60 θ.1-5, με την οποία αιτείται την έκδοση:- (α) Διατάγματος με το οποίο να διατάσσονται οι Εφεσείοντες να του παράσχουν ασφάλεια εξόδων για το ποσό των €10.000, το οποίο αποτελεί το σύνολο των εξόδων στα οποία έχουν καταδικαστεί οι Εφεσείοντες πρωτοδίκως, καθώς και των δικηγορικών εξόδων που είναι εύλογο να επιδικαστούν εναντίον τους σε περίπτωση που αυτοί αποτύχουν στην έφεσή τους, και (β) διατάγματος με το οποίο να αναστέλλεται η εκδίκαση της παρούσας έφεσης, μέχρι να ικανοποιηθεί η οποιαδήποτε ασφάλεια εξόδων διατάξει το δικαστήριο.

 

Όπως φαίνεται από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μας, ο V. Boyadjian απεβίωσε άγαμος χωρίς να έχει επιζώντες γονείς.  Είχε όμως τέσσερα αδέλφια τα οποία εάν απέθνησκε χωρίς διαθήκη, θα τον κληρονομούσαν.  Όμως, ο αποβιώσας άφησε διαθήκη με την οποία ορίζετο ο ένας από τους αδελφούς (ο Εφεσίβλητος), ως ο μόνος κληρονόμος, κατ' αποκλεισμό των τριών άλλων αδελφών (Εφεσειόντων).  Αρχικά η Εφεσείουσα 1 ήγειρε την Αγωγή 8998/2007 με την οποία αξίωνε διάταγμα ότι η διαθήκη του αποβιώσαντος αδελφού της ήταν άκυρη. Ο εκτελεστής της διαθήκης υπέβαλε αίτηση για παραμερισμό του κλητηρίου εντάλματος στη βάση ότι η διαδικασία που ακολούθησε η Εφεσείουσα 1 ήταν λανθασμένη, αφού η αγωγή της είχε καταχωριστεί πέραν των τριών μηνών από την ημερομηνία καταχώρησης ένστασης (caveat). Το πρωτόδικο δικαστήριο σ' εκείνη  τη διαδικασία απέρριψε την αίτηση για παραμερισμό του κλητηρίου, θεωρώντας ότι τα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα, που τέθηκαν πριν πολλά χρόνια κάτω από πολύ διαφορετικές από τις σημερινές συνθήκες, επενεργούν στο να εμποδιστεί ο πολίτης να προωθήσει τα δικαιώματά του.

 

Στην έφεση που ακολούθησε (βλ. Τριανταφυλλίδης ως Εκτελεστής της Διαθήκης του αποβιώσαντος Boyadjian v. Karaoglanian (2010) 1(Γ) A.A.Δ.2014) ανατράπηκε η πρωτόδικη κρίση. Το Εφετείο έκρινε ότι η Εφεσείουσα 1 δεν χρησιμοποίησε ορθά την τρίμηνη προθεσμία, εφόσον, μεταξύ άλλων, ήγειρε αγωγή 15 ολόκληρους μήνες μετά την εκπνοή της τρίμηνης περιόδου, προθεσμία η οποία όπως αναφέρθηκε, ουδόλως αφαιρεί από το δικαίωμα ελεύθερης πρόσβασης στο Δικαστήριο.  Ως εκ τούτου, το Εφετείο παραμέρισε την πρωτόδικη απόφαση και διέγραψε την Αγωγή της Εφεσείουσας 1.

 

Οι Εφεσείοντες επανήλθαν με την υπό έφεση αγωγή (αρ. 3898/2011), αξιώνοντας ακύρωση της διαθήκης για διάφορους λόγους, στους οποίους δεν χρειάζεται να αναφερθούμε. Ο Εφεσίβλητος ήγειρε και πάλιν προδικαστική ένσταση ότι:- (α) η αγωγή ήταν καταχρηστική και στερείτο παντελώς νομικής βάσης, εφόσον τα θέματα που εγείρουν οι Εφεσείοντες μόνο δυνάμει του περί Διαχειρίσεως Κληρονομιών Νόμου, Κεφ. 189, θα μπορούσαν να εγερθούν και όχι με αγωγή και (β) ότι εν πάση περιπτώσει, τα επίδικα θέματα έχουν ήδη αποφασιστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Τριανταφυλλίδης ως Εκτελεστής της Διαθήκης του αποβιώσαντος Boyadjian v. Karaoglanian, ανωτέρω και επομένως έχει δημιουργηθεί κώλυμα λόγω δεδικασμένου.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο επιλαμβανόμενο των προδικαστικών ενστάσεων που ήγειρε ο Εφεσίβλητος, έκρινε ότι η καταχώρηση της υπό έφεση Αγωγής εκ μέρους των Εφεσειόντων αποτελούσε συγκεκαλυμμένη επαναφορά της αξίωσης, την οποία το Ανώτατο Δικαστήριο στην πιο πάνω έφεση, είχε διαγράψει.  Όπως περαιτέρω ανέφερε, με την πιο πάνω απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου «τέθηκε δια παντός φραγμός σε κληρονομική αγωγή αναφορικά με τη συγκεκριμένη διαθήκη», καθότι η αγωγή είχε καταχωριστεί μετά την τρίμηνη προθεσμία που προβλέπεται στο Νόμο για χορήγηση εγγράφων διαχείρισης.  Ως εκ τούτου, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι η επαναφορά της ίδιας αξίωσης υπό άλλο πέπλο, συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας και προχώρησε στην απόρριψη της αγωγής, με έξοδα υπέρ του Εφεσίβλητου.

 

Οι Εφεσείοντες επιδιώκοντας την ανατροπή της πρωτόδικης κρίσης, καταχώρησαν έφεση για να ακολουθήσει στη συνέχεια η καταχώρηση από τον Εφεσίβλητο της παρούσας αίτησης για ασφάλεια για τα έξοδα. Όπως υποστηρίζει:-

 

1.  Η έφεση είναι ανυπόστατη και εκδικητική και δεν έχει σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας.

2. Οι Εφεσείοντες δεν έχουν ακόμη πληρώσει τα πρωτόδικα δικηγορικά έξοδα τα οποία ανέρχονται στις €4.101, πλέον €64 πραγματικά έξοδα, πλέον νόμιμο τόκο από 24.8.2011, μέχρι εξοφλήσεως, πλέον ΦΠΑ.

3. Με τα έξοδα έφεσης που ενδεχομένως να προστεθούν σε περίπτωση που απορριφθεί η έφεση, θα ανεβάσουν το συνολικό ποσό δικηγορικών εξόδων στα €10.000, περίπου.

4. Οι Εφεσείοντες είναι μόνιμοι κάτοικοι Ηνωμένου Βασιλείου.

5. Παρά τις επανειλημμένες προφορικές και γραπτές οχλήσεις του δικηγόρου του Εφεσίβλητου, οι Εφεσείοντες μέχρι σήμερα ουδέν ποσό πλήρωσαν έναντι των δικηγορικών εξόδων που επιδικάστηκαν.

6. Παρά τη μη εξόφληση των δικηγορικών εξόδων, οι Εφεσείοντες προχωρούν συνεχώς στη λήψη περαιτέρω δικαστικών μέτρων και δημιουργία νέων εξόδων, πιστεύοντας ότι επειδή είναι μόνιμοι κάτοικοι εξωτερικού, είναι πολύ δύσκολο μέχρι και αδύνατο να εκτελεστούν οι αποφάσεις εναντίον τους.

 

Από πλευράς Εφεσειόντων καταχωρίστηκε ένσταση με την οποία προβάλλουν ότι:-

 

1. Δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της Δ.60 για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος.

2. Το ότι οι Εφεσείοντες έχουν τη διαμονή τους στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο είναι κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι ένας πρόσθετος λόγος που δεν είναι δυνατή η έκδοση διατάγματος για ασφάλεια εξόδων.

3. Η θέση του Εφεσίβλητου ότι η έφεση είναι ανυπόστατη, εκδικητική και ότι δεν έχει πιθανότητες επιτυχίας, είναι παντελώς ανυπόστατη και ατεκμηρίωτη.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των Εφεσειόντων, με αναφορά στην υπόθεση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Data Delecta Aktiebolag κ.ά. v. MSL Dynamics Ltd, Υπόθεση C-43/95, European Court Reports, 1996, p. I-04661 και στις κυπριακές υποθέσεις Κυριάκου v. Μιχαήλ (2007) 1(B) Α.Α.Δ. 933 και Rashid v. Παπόρη (2012) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2710, εισηγήθηκε ότι από τη στιγμή που δεν αμφισβητείται ότι οι Εφεσείοντες έχουν τη μόνιμη διαμονή τους στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο είναι κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν είναι δυνατή η έκδοση διατάγματος για ασφάλεια εξόδων.

 

Από την άλλη, ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσίβλητο, απαντώντας στις θέσεις των Εφεσειόντων, ανέφερε ότι υπάρχει μια σημαντική διαφορά μεταξύ της Δ.35 θ.2 και της Δ.60 θ.1. Ενώ η Δ.60 θ.1 περιορίζει την έκδοση διατάγματος για παροχή ασφάλειας εξόδων στις περιπτώσεις που ο Ενάγων/Εφεσείων έχει τη διαμονή του εκτός Κύπρου και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δ.35 θ.2 δεν επιβάλλει κανένα τέτοιο περιορισμό. Επομένως εισηγήθηκε ότι μπορεί να εκδοθεί δυνάμει της Δ.35 θ.2 διάταγμα ασφάλειας για τα έξοδα εναντίον των Εφεσειόντων.

 

Η Δ.35 θ.2 προβλέπει ότι:-

 

«35(2).......................

Such deposit or other security for the costs to be occasioned by any appeal shall be made or given as may be directed under special circumstances by the Court of Appeal.........»

 

Και σε ελεύθερη μετάφραση:-

 

«35(2) .......................

Τέτοια κατάθεση ή άλλη ασφάλεια για τα έξοδα, τα οποία πρόκειται να προκληθούν από οποιαδήποτε έφεση, θα γίνεται ή θα δίδεται ανάλογα με τις οδηγίες του Εφετείου, κάτω από ειδικές περιστάσεις ....................»

 

Η Δ.35 φέρει τίτλο «Εφέσεις» και επομένως δεν είναι δυνατό να συγχέεται με οποιαδήποτε πρωτόδικη διαδικασία η οποία αφορά την εκδίκαση της αγωγής. Βασικά η πιο πάνω διάταξη δίνει εξουσία στο Ανώτατο Δικαστήριο κατά τη διαδικασία της Έφεσης να εκδίδει κάτω από «ειδικές περιστάσεις», διάταγμα για παροχή ασφάλειας για τα έξοδα.

 

Από την άλλη, η Δ.60 θ.1 και 2 προνοεί σε ελεύθερη μετάφραση τα ακόλουθα:-

 

«ΔΙΑΤΑΓΗ 60: ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΓΙΑ ΕΞΟΔΑ

 

1. Ο ενάγων (και, σε σχέση με ανταπαίτηση, η οποία δεν έχει απλώς τη φύση συμψηφισμού, ο εναγόμενος) ο οποίος διαμένει συνήθως εκτός Κύπρου ή Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί, σε οποιοδήποτε στάδιο της αγωγής, να διαταχθεί να δώσει ασφάλεια για έξοδα, έστω και αν διαμένει προσωρινά στην Κύπρο ή σε Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

2. Σε αγωγές, οι οποίες εγείρονται από πρόσωπα, τα οποία διαμένουν εκτός Κύπρου ή Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν η απαίτηση του ενάγοντος στηρίζεται σε απόφαση ή διάταγμα ή διαπραγματεύσιμο έγγραφο θα είναι στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου να ζητεί από τον ενάγοντα να δίδει ασφάλεια για έξοδα.

 

    Νοείται ότι αλλοδαποί εργαζόμενοι με χαμηλό εισόδημα εξαιρούνται οποιασδήποτε διαταγής για παροχή ασφάλειας εξόδων.»

 

Η Δ.60 θ.1 ρητώς παραπέμπει στην παροχή ασφάλειας για τα έξοδα «σε οποιοδήποτε στάδιο της αγωγής». Επομένως οι δύο διατάξεις (Δ.35 και Δ.60) αφορούν σε παροχή ασφάλειας για τα έξοδα σε δύο διαφορετικά στάδια της διαδικασίας - αγωγής και έφεσης - τα οποία δεν πρέπει να συγχέονται. Παρά ταύτα όμως, η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί του θέματος είναι συγκεχυμένη. Φαίνεται ότι στο μπέρδεμα συνέβαλε το γεγονός ότι οι αρχές που τέθηκαν για την παροχή ασφάλειας εξόδων κατά το στάδιο εκδίκασης της αγωγής (Δ.60 θ.1), λαμβάνονται υπόψη, σύμφωνα με τη νομολογία, και στις περιπτώσεις παροχής ασφάλειας εξόδων κατά τη διαδικασία της έφεσης (Δ.35). Φαίνεται ότι η Δ.60 θ.1 αφορά αμιγώς σε παροχή ασφάλειας για τα έξοδα που θα δημιουργηθούν «σε οποιοδήποτε στάδιο της αγωγής», ενώ η Δ.35 αφορά στην παροχή ασφάλειας για τα έξοδα της έφεσης. Στις περιπτώσεις που ζητείται κατ' έφεση η έκδοση διατάγματος για παραχώρηση ασφάλειας τόσο για τα πρωτόδικα έξοδα, όσο και για τα έξοδα έφεσης, τότε είναι ορθότερο η αίτηση να στηρίζεται τόσο στη Δ.60, όσο και στη Δ.35.

Βέβαια, από τις υποθέσεις  που τέθηκαν ενώπιον μας, μόνο σε μία παραχωρήθηκε κατ' έφεση ασφάλεια εξόδων χωρίς να διευκρινίζεται κατά πόσο η αίτηση στηριζόταν και στη Δ.35. Πρόκειται για την υπόθεση Alahmari v. Alia The Royal Jordanian Airline (1990) 1 A.A.Δ. 434 στην οποία αναφέρθηκε από τον Πική, Δ., όπως ήταν τότε, ότι:-

 

«Δεν αμφισβητήθηκε ότι οι πρόνοιες της Δ.60 κ1, με τις οποίες παρέχεται ευχέρεια στο Δικαστήριο να διατάξει την παροχή ασφάλειας για τα έξοδα του εναγομένου, επεκτείνεται και στα έξοδα της έφεσης. Αυτό προκύπτει από τον προσδιορισμό του πλαισίου της δικαιοδοσίας που καλύπτει κάθε στάδιο της αγωγής (at any stage of the action), που περιλαμβάνει και το στάδιο της έφεσης, μετά την άσκησή της. Το ίδιο υποστηρίζεται και από την αγγλική πρακτική, όπως αποσαφηνίζεται από τη νομολογία, σε σχέση με την ερμηνεία των αντίστοιχων διατάξεων της αγγλικής δικονομίας (βλ. Annual Practice 1960, p.1891, και την απόφαση του Δικαστή Kekewich Brown v. Haig [1905] 2 Ch., σ. 379).»

 

Ακολούθησε η υπόθεση Studland Holdings Limited κ.ά. ν. Ευσταθίου κ.ά. (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1809 στην οποία διευκρινίζεται ότι η αίτηση στηριζόταν μόνο στη Δ.60 θ.1. Παρά ταύτα το Εφετείο προφανώς στηριζόμενο στην Alahmari, ανωτέρω, εξέδωσε το σχετικό διάταγμα για παροχή ασφάλειας για τα έξοδα, αναφέροντας ότι:-

 

«Παρά το γεγονός ότι η Δ.35 θ.2 περιέχει πρόνοια η οποία ρυθμίζει το θέμα της ασφάλειας των εξόδων κατά την έφεση εντούτοις, η νομολογία αποδέχεται ότι οι πρόνοιες της Δ.60.1 τυγχάνουν εφαρμογής και κατά τη διαδικασία της έφεσης με τους εφεσείοντα και εφεσίβλητο να υπέχουν θέση ενάγοντα και εναγομένου αντίστοιχα. Βλ. Serdobov κ.ά. v. Russian Indep. Airlines S.A. (1998) 1 Α.Α.Δ. 1671, Alahmari v. Alia Airline (1990) 1 Α.Α.Δ. 434 και Vincent David Conway v. Νεόφυτου Ηλία, Π.Ε. 11265, ημερ. 21.10.2002

 

Στην TBF (Cyprus) Ltd κ.ά. v. Εμπορικής Μελετών Σχεδιασμού και Επιχειρηματικού Κεφαλαίου Α.Ε. κ.ά. (2003) 1(Α) Α.Α.Δ. 459, η αίτηση στηριζόταν μόνο στη Δ.35 θ.2. Το Εφετείο έλαβε υπόψη τις πρόνοιες της Δ.60 θ.1 και τις αρχές που καθιερώθηκαν από τη νομολογία κατά την ερμηνεία της Δ.60. Όμως ο Αρτέμης, Δ., όπως ήταν τότε, σχολίασε την Alahmari, ανωτέρω, αναφέροντας τα εξής:-

«Στην υπόθεση Alahmari v. Alia Airline (1990) 1 A.A.Δ. 434, αναφέρθηκε πως δεν είχε αμφισβητηθεί ότι οι πρόνοιες της Δ.60 θ.1, οι οποίες δίδουν την εξουσία στο Δικαστήριο να διατάζει την παροχή ασφάλειας για τα έξοδα του εναγομένου, επεκτείνεται και στα έξοδα της έφεσης. Δεν είναι καθαρό γιατί το Δικαστήριο στην υπόθεση εκείνη θεώρησε αναγκαίο να βασίσει τη δικαιοδοσία του στη Δ.60, θ.1. Ίσως γιατί οι αιτητές δεν βασίστηκαν στη Δ.35, θ.2, που περιέχει ρητή πρόνοια σε περιπτώσεις έφεσης. Όποια και αν είναι η περίπτωση, είναι σαφές ότι το Δικαστήριο έχει δικαίωμα να διατάξει την παροχή ασφάλειας για έξοδα στην έφεση κάτω από «ειδικές περιστάσεις».»

 

Στην Genemp Trading Ltd v. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 1314 η αίτηση στηρίχθηκε μόνο στη Δ.35 θ.1.  Παρά ταύτα, επιβεβαιώθηκε η σύμπλεξη της Δ.35 με τα «κριτήρια που έχουν νομολογιακά καθιερωθεί κατά την ενάσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου κάτω από τη Δ.60». Όπως νομολογήθηκε:-

 

«Η καταληκτική πρόταση της Δ.35, θ.2, προνοεί για την κατάθεση ασφάλειας εξόδων που δημιουργούνται λόγω οποιασδήποτε έφεσης ως ήθελε διαταχθεί από το Εφετείο κάτω από ειδικές περιστάσεις. Στο Supreme Court Practice 1970, σελ. 790 και 796, όπου σχολιάζεται το O.59, r.10 των τότε Αγγλικών Θεσμών, αναγράφεται ότι αυτό προήλθε από το προηγούμενο O.59, r.9 (αντίστοιχο με τη Δ.35, θ.2), εξηγείται δε στην παρ. 59/10/14, ότι οι λόγοι για τους οποίους δυνατόν να διαταχθεί ασφάλεια εξόδων κατ' έφεση είναι οι ίδιοι με τους λόγους που ένα πρωτόδικο Δικαστήριο δυνατόν να λάβει υπόψη, περιλαμβανομένων και οποιωνδήποτε ειδικών περιστάσεων που κατά τη γνώμη του Εφετείου καθιστούν την περίπτωση δίκαιη για την παροχή ασφάλειας εξόδων. Η εξουσία επομένως παροχής ασφάλειας εξόδων κατ' έφεση είναι δυνατή, με κριτήρια που έχουν νομολογιακά καθιερωθεί κατά την ενάσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου κάτω από τη Δ.60

 

Με δεδομένο ότι η αίτηση στην παρούσα περίπτωση στηρίζεται τόσο στη Δ.35, όσο και στη Δ.60, δεν χρειάζεται να ασχοληθούμε περαιτέρω με τη διαφορά που εντοπίζεται στη νομολογία, κατά πόσον μια αίτηση που στηρίζεται μόνο στη Δ.60 και όχι στη Δ.35, μπορεί να εγκριθεί στο στάδιο της διαδικασίας της έφεσης για παροχή ασφάλειας για τα έξοδα της έφεσης. Αναφερθήκαμε στη νομολογία για να δείξουμε τις διαφορές που προκύπτουν μεταξύ των δύο, ώστε να μπορέσουμε να αποφασίσουμε το θέμα που έχουμε ενώπιον μας.

 

Το πρώτο που προκύπτει ξεκάθαρα από την πιο πάνω νομολογία, είναι ότι το Ανώτατο Δικαστήριο κατά την εξέταση αίτησης για παροχή ασφάλειας εξόδων δυνάμει της Δ.35, μπορεί να λάβει υπόψη ορισμένα από τα κριτήρια που έχουν καθιερωθεί κάτω από τη Δ.60.

 

Όμως η Δ.35 θ.1 δίνει στο Ανώτατο Δικαστήριο πρόσθετη εξουσία για έκδοση διατάγματος για παροχή ασφάλειας εξόδων «που πρόκειται να προκληθούν από οποιαδήποτε έφεση σύμφωνα με τις ειδικές περιστάσεις». Σύμφωνα με το Annual Practice του 1958, ο αντίστοιχος αγγλικός όρος «special circumstances» που παρουσιάζεται στο O.58 r.9, δεν περιορίζεται μόνο στο κριτήριο της έλλειψης περιουσίας ή οικονομικής ανικανότητας και των άλλων κριτηρίων που τίθενται από τη νομολογία δυνάμει της Δ.60, αλλά εκτείνεται και στις περιπτώσεις που διαπιστωθεί εκ πρώτης όψεως κατά τη διαδικασία της έφεσης ότι η αγωγή είναι ενοχλητική ή ότι υπάρχει κατάχρηση της διαδικασίας, ώστε να είναι δίκαιο να διαταχθεί ασφάλεια. Όπως για παράδειγμα όπου ο Ενάγων του οποίου η αγωγή απορρίφθηκε ως επιπόλαιη ή ενοχλητική, καταχωρεί δεύτερη αγωγή για ουσιαστικά το ίδιο επίδικο θέμα και στη συνέχεια εφεσιβάλλει και τη διαταγή για απόρριψη και της δεύτερης αγωγής ως επιπόλαιης ή ενοχλητικής. Στο πιο πάνω σύγγραμμα δίνεται ως σχετική αυθεντία για τα πιο πάνω, η Weldon v. Maples [1887] 20 QBD 331.

 

Ένας από τους περιορισμούς που θέτει η Δ.60 θ.1, είναι ότι η έκδοση διατάγματος για παροχή ασφάλειας για τα έξοδα περιορίζεται στις περιπτώσεις όπου ο καθ' ου η αίτηση έχει τη συνήθη διαμονή του εκτός Κύπρου και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.  Όμως ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή-Εφεσίβλητο εισηγείται ότι η Δ.35 θ.2 δεν επιβάλλει αντίστοιχο περιορισμό και δεν θέτει καμία τέτοια προϋπόθεση.

 

Συμφωνούμε μερικώς με την εισήγηση. Όπου η αίτηση αποσκοπεί  στην παραχώρηση ασφάλειας μόνο για τα έξοδα της έφεσης και όχι και για τα πρωτόδικα έξοδα, η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν μπορεί να περιοριστεί καθ' οιονδήποτε τρόπο για έγκριση σχετικού αιτήματος εφόσον, παρά τα κριτήρια που θέτει η Δ.60, εισάγεται κατ' έφεση προς εξέταση το στοιχείο των ειδικών περιστάσεων. Και αυτό ισχύει είτε ο Καθ' ου η αίτηση είναι Κύπριος, είτε είναι αλλοδαπός. Εάν το Ανώτατο Δικαστήριο στο στάδιο της έφεσης διαπιστώσει για παράδειγμα ότι υπάρχει κατάχρηση των ενώπιον του διαδικασιών, είναι επιθυμητό να έχει την εξουσία, ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής του καθ' ου η αίτηση, να εκδώσει διάταγμα για παροχή ασφάλειας για τα έξοδα της έφεσης. Η άσκηση της συγκεκριμένης εξουσίας με κανένα τρόπο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παραβιάζει την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων που προστατεύεται από το Άρθρο 18 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως νομολογήθηκε στην Data Delecta and others v. MSL Dynamics Ltd, ανωτέρω και στην Rashid v. Παπόρη, ανωτέρω, εφόσον εφαρμόζεται ομοιόμορφα σε όλους τους διαδίκους, ανεξάρτητα τόπου διαμονής. Αντίθετα, η ύπαρξη μιας τέτοιας εξουσίας δίδει στο Ανώτατο Δικαστήριο τη δυνατότητα να ελέγξει αποτελεσματικά τις ενώπιον του διαδικασίες, κάτι που προβάλλει τα καλώς νοούμενα συμφέροντα της δικαιοσύνης.

 

Στην προκειμένη περίπτωση επιζητείται η έκδοση διατάγματος τόσο για τα πρωτόδικα, όσο και για τα έξοδα έφεσης με επίκληση τόσο του τόπου διαμονής των Εφεσειόντων, όσο και του ότι η έφεση είναι ανυπόστατη, εκδικητική και χωρίς πιθανότητα επιτυχίας.

 

Στο βαθμό που η αίτηση αφορά τα πρωτόδικα έξοδα, αυτή δεν μπορεί να εγκριθεί αφού κατ' εφαρμογή των ρητών διατάξεων της Δ.60 θ.1 και των αρχών που διέπουν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, δεν είναι δυνατό να εκδοθεί διάταγμα για ασφάλεια για τα έξοδα εναντίον μόνιμων κατοίκων Κύπρου ή κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η πληρωμή των ήδη επιδικασθέντων πρωτόδικων εξόδων μπορεί να διασφαλιστεί με τη λήψη μέτρων εκτέλεσης στον ενιαίο ευρωπαϊκό χώρο.

 

Όμως επειδή η αίτηση στηρίζεται και στη Δ.35 που αφορά την παροχή ασφάλειας για τα έξοδα της έφεσης, κρίνουμε, με βάση το υλικό που έχουμε ενώπιον μας, ότι λόγω των «ειδικών περιστάσεων» που βρίσκουμε ότι υπάρχουν, ενδείκνυται η άσκηση της διακριτικής μας ευχέρειας υπέρ των Αιτητών. Οι «ειδικές περιστάσεις» στις οποίες αναφερόμαστε προκύπτουν από το ιστορικό της διαφοράς των διαδίκων όπως εξελίχθηκε ενώπιον των δικαστηρίων, τη διαγραφή της Αγωγής 8998/2007, την καταχώρηση έφεσης, την απόρριψη της στη συνέχεια (βλ. Τριανταφυλλίδης v. Karaoglanian, ανωτέρω), την καταχώρηση της υπό έφεση αγωγής, την απόρριψη της από το πρωτόδικο δικαστήριο για το λόγο ότι παραβιάζει το δεδικασμένο και τέλος την αμφισβήτηση της πιο πάνω πρωτόδικης απόφασης με την καταχώρηση της παρούσας έφεσης. Εκ πρώτης όψεως και χωρίς να αποφασίζουμε οτιδήποτε ως προς την ουσία της διαφοράς, διαπιστώνουμε για σκοπούς της αίτησης και μόνο, ότι τα περιστατικά της υπόθεσης συνιστούν τέτοιες «ειδικές περιστάσεις», ώστε να επιβάλλεται όπως διαταχθεί η παροχή ασφάλειας για τα έξοδα της έφεσης μόνο.

 

Υπό τις περιστάσεις, διατάσσουμε όπως οι Εφεσείοντες καταθέσουν στο Πρωτοκολλητείο μέσα σε 45 μέρες από σήμερα, ποσό €3.000 ή παραδώσουν τραπεζική εγγύηση για το ίδιο ποσό. Μέχρι την κατάθεση των πιο πάνω, η διαδικασία της έφεσης αναστέλλεται. Αν οι Εφεσείοντες παραλείψουν να δώσουν τη διαταχθείσα ασφάλεια μέσα στην προθεσμία που έχει ταχθεί, τότε η έφεση θα θεωρείται ως απορριφθείσα. Ενόψει της μερικής επιτυχίας της αίτησης, το ήμισυ των εξόδων της αίτησης, όπως αυτά θα υπολογιστούν από το Πρωτοκολλητείο και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ του Αιτητή-Εφεσίβλητου και εναντίον των Καθ' ων η αίτηση-Εφεσειόντων.

 

Η αίτηση επιτυγχάνει μερικώς με μειωμένα έξοδα κατά το ήμισυ.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο