ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D32
(2014) 1 ΑΑΔ 173
16 Ιανουαρίου, 2014
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ MUHAMMAD ASHFAQ ΥΠΗΚΟΟΥ ΠΑΚΙΣΤΑΝ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΝΟΓΕΙΑΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΛΑΡΝΑΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ 18ΠΣΤ(8) ΤΟΥ Ν. 3 ΤΟΥ 153(Ι) ΤΟΥ 2011 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ
ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ
ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜ. ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ
KΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΜΗΝΩΝ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΕΛΑΣΗΣ, ΚΑΙ ΠΑΡΑ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ ΚΑΘΟΛΟΥ ΑΥΤΟ ΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΟΥΔΕΝ ΕΠΡΑΞΑΝ ΓΙΑ ΑΠΕΛΑΣΗ ΤΟΥ ΣΤΟ ΠΑΚΙΣΤΑΝ ΚΑΙ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΕΙ ΤΗΝ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΑΝΑ ΔΙΜΗΝΟ ΟΠΩΣ ΠΡΟΝΟΕΙ ΤΟ ΕΔΑΦΙΟ 4 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΝΟΓΕΙΑΣ, ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΑ ΤΟΝ MUHAMMAD ASHFAQ ΥΠΗΚΟΟΥ ΠΑΚΙΣΤΑΝ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ ΤΟΥ Ν.3 ΤΟΥ 153(Ι) ΤΟΥ 2011, ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 212/2013)
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Κράτηση για σκοπούς απέλασης ― Εκδόθηκε προνομιακό ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus διατάττον την άμεση απελευθέρωση του αιτητή ο οποίος κρατείτο για σκοπούς απέλασης ― Ανυπαρξία ένδειξης ότι είχε δοθεί η απαιτούμενη έγκριση από τον Υπουργό για παράταση της κράτησης του ― Υπόμνηση Ανωτάτου περί αναγκαιότητας εξειδίκευσης των λόγων παράτασης της κράτησης ― Μη επαρκής η τυποποιημένη διαδικασία.
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Κράτηση για σκοπούς απέλασης ― Η διαδικασία προνομιακού εντάλματος στοχεύει στην εξέταση της νομιμότητας κράτησης του αιτητή από διοικητική αρχή ο οποίος δεν μπορεί να αποστερείται της ελευθερίας του χωρίς να τηρούνται με σχολαστικότητα τόσο οι ουσιαστικές, όσο και οι τυπικές προϋποθέσεις της Οδηγίας και του ημεδαπού Νόμου.
Απαγορευμένοι μετανάστες ― Κράτηση για σκοπούς απέλασης ― Ευρωπαϊκή Οδηγία 2008/115/ΕΚ και ενσωμάτωση της στο ημεδαπό δίκαιο ― Έλεγχος κράτησης και διαθέσιμα προς τούτο ένδικα μέσα - Επανεξέταση κράτησης σε εύλογα χρονικά διαστήματα ― Εφαρμοστέες αρχές.
Ο αιτητής επιδίωξε με αίτηση που προώθησε, την έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus με την οποία θα διατασσόταν η απελευθέρωση του από την κράτηση στην οποία τελούσε για σκοπούς απέλασης.
Με βάση το ιστορικό της υπόθεσης, ο αιτητής αφίχθη στην Κύπρο ως φοιτητής, αργότερα τέθηκε στον κατάλογο αναζητουμένων προσώπων, αφού εγκατέλειψε τις σπουδές του και στη συνέχεια αιτήθηκε πολιτικού ασύλου, αίτηση η οποία απερρίφθη. Ακολούθως καταχώρησε διοικητική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων που επίσης απερρίφθη.
Προώθησε αργότερα άλλα ένδικα διαβήματα χωρίς αποτέλεσμα και αφού απελάθηκε στη χώρα του, εισήλθε ξανά στο έδαφος της Δημοκρατίας από τα κατεχόμενα και τέλεσε γάμο με Ευρωπαία πολίτιδα από τη Ρουμανία. Αιτήθηκε συνακόλουθα στις 20.10.2009 δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας Ευρωπαίας πολίτιδας.
Ο γάμος κρίθηκε από την αρμόδια υπηρεσία ως εικονικός και αφού ο αιτητής προώθησε σειρά ένδικων μέσων, μαζί με τη σύζυγο του, η Διευθύντρια Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, έκρινε στις 24.9.2012 τη σύζυγο του αιτητή ως αποτελούσα πραγματική ενεστώσα σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη και έδωσε οδηγίες να εκδοθούν τόσο εναντίον της, όσο και εναντίον του αιτητή διατάγματα κράτησης και απέλασης, τα οποία και εκδόθηκαν τελικώς στις 14.6.2013.
Ο αιτητής αντιμετώπισε προηγουμένως στις 19.11.2012 Ποινική Υπόθεση ότι εργαζόταν παράνομα. Στις 9.10.2013, όταν η υπόθεση ήταν ορισμένη στο Δικαστήριο, η αστυνομία τον συνέλαβε εφόσον μόνο τότε κατέστη δυνατή η εκτέλεση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, η δε ποινική δίωξη ανεστάλη.
Με την αίτηση για Habeas Corpus, ο αιτητής προέβαλε ένα και μοναδικό λόγο προς έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης του. Υποστήριξε ότι ο Υπουργός Εσωτερικών δεν επανεξέτασε τα διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερ. 14.6.2012 ανά δίμηνο, ως είναι η υποχρέωση που πηγάζει από το Άρθρο 18ΠΣΤ(4) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105, ως τροποποιήθηκε, μεταξύ άλλων, και με την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ο νομοθέτης προσαρμόζοντας τις γενικότερες κατευθυντήριες γραμμές και αρχές της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ στο υφιστάμενο δικαιϊκό σύστημα, προνόησε τον έλεγχο της ίδιας της κράτησης ως διοικητικής πράξης τόσο με προσφυγή όσο και σε σχέση με τη διάρκεια της, με αίτηση για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus.
2. Προνοήθηκε επίσης η ταχεία δικαστική επανεξέταση της νομιμότητας της κράτησης όταν αυτή βασίζεται σε απόφαση των διοικητικών αρχών (σχετικό είναι το Άρθρο 15(2)(α) της Οδηγίας), ενώ το Άρθρο 15(3) αυτής, προνόησε για την ανά εύλογα χρονικά διαστήματα επανεξέταση της απόφασης κράτησης είτε αυτεπαγγέλτως, είτε μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου προσώπου.
3. Η εξάμηνη περίοδος που προνοείται στο Άρθρο 18ΠΣΤ(7) του Κεφ. 105 ως έχει τροποποιηθεί, δεν είναι η κατ' ελάχιστον περίοδος κράτησης, αλλά αντίθετα η κατά ανώτατο χρονική περίοδος και τελεί υπό την προϋπόθεση ότι είναι αναγκαία για τη διασφάλιση επιτυχούς απομάκρυνσης εφόσον πληρούνται κατά πάντα χρονικό διάστημα οι προϋποθέσεις που θέτει το εδάφιο (1) του άρθρου και που είναι, όχι όμως εξαντλητικά, το να υφίσταται κίνδυνος διαφυγής ή ο αλλοδαπός να αποφεύγει ή να παρεμποδίζει την προετοιμασία της επιστροφής ή τη διαδικασία απομάκρυνσης.
4. Όμως πριν το Δικαστήριο εξετάσει την ουσία της επανεξέτασης, πρέπει πρωτίστως να βεβαιωθεί ότι η απόφαση λήφθηκε πράγματι από τον ίδιο τον Υπουργό Εσωτερικών. Στην παρούσα υπόθεση, η απλή μονογραφή επί του κειμένου του σχετικού τεκμηρίου που κατέθεσε στην ένσταση της η Δημοκρατία, δεν αποκάλυπτε το ελάχιστο αυτό δεδομένο.
5. Οι όποιες ενέργειες του Υπουργού δυνάμει του Άρθρου 18ΠΣΤ(4), εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο ελέγχου της νομιμότητας της διάρκειας της κράτησης. Με σκοπό τη διασφάλιση ότι η κράτηση δεν θα υπερβαίνει τους έξι μήνες, και αυτό μόνο για καλό λόγο, είναι που ο Υπουργός οφείλει να επανεξετάζει ανά δίμηνο έκαστη περίπτωση κράτησης.
6. Στα πλαίσια αυτά, η εξέταση δεν είναι επαρκής εάν είναι τυποποιημένη. Θα πρέπει η τυχόν έγκριση για παράταση ή συνέχιση της κράτησης να αιτιολογείται με αναφορά στα κριτήρια που θέτει το εδάφιο (1) του Άρθρου 18ΠΣΤ.
7. Στην προκειμένη, πέραν από την παντελή έλλειψη ένδειξης ότι δόθηκε έγκριση και μάλιστα από τον Υπουργό, δεν στοιχειοθετείτο και κανένας συγκεκριμένος λόγος γιατί η παράταση της κράτησης ήταν αναγκαία. Η απλή αναφορά ότι ο αιτητής δεν κατέχει διαβατήριο δεν επαρκούσε, εφόσον έπρεπε να εξηγηθεί τι διαβήματα έγιναν, για παράδειγμα, για την εξασφάλιση ταξιδιωτικού εγγράφου ή άλλου τρόπου απομάκρυνσης.
8. Η ύπαρξη διοικητικών μέτρων κράτησης και απέλασης λόγω του ότι ο αιτητής κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του Άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105, δεν εξουδετερώνει την αναγκαιότητα για το συνεχή έλεγχο που θα πρέπει να γίνεται από τις διοικητικές και δικαστικές αρχές ως προς τη νομιμότητα της διάρκειας της κράτησης.
Η αίτηση επιτράπηκε με έξοδα. Διατάχθηκε η άμεση απελευθέρωση του αιτητή από την κράτηση του.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Bochosrishvili (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 806,
Shuying v. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2012) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2725,
Kumah (2013) 1 Α.Α.Δ. 2461,
Mustfa (2012) 1(Β) Α.Α.Δ. 1623.
Αίτηση.
Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον Αιτητή.
Θ. Πιπερή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Αιτητής παρών.
Χρ. Τζώρτζιου (κα) παρούσα για σκοπούς μετάφρασης από τα Ελληνικά στα Αγγλικά και αντίστροφα.
Cur. adv. vult.
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Ο αιτητής είναι Πακιστανός υπήκοος αφιχθείς στην Κύπρο στις 22.2.2003, μετά την εξασφάλιση άδειας εισόδου για παρακολούθηση διετούς κύκλου σπουδών στο Casa College.
Οι σπουδές αυτές τερματίσθηκαν σε κάποιο χρόνο λόγω, ως αναφέρει ο αιτητής, οικονομικών προβλημάτων με αποτέλεσμα να μην παρουσιαστεί στη σχολική χρονιά 2003-2004 και ως εκ τούτου τέθηκε στον κατάλογο των αναζητουμένων προσώπων στις 22.12.2003. Λίγο προηγουμένως ο αιτητής αιτήθηκε πολιτικού ασύλου, αίτηση η οποία απερρίφθη, διοικητική δε προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων επίσης απερρίφθη την 1.11.2004. Εναντίον αυτής της απόφασης υπεβλήθη προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά προηγουμένως είχαν ήδη εκδοθεί διατάγματα κράτησης και απέλασης και στις 2.11.2005 ο αιτητής εντοπίσθηκε και απελάθηκε στη χώρα του. Ταυτόχρονα, καταχωρήθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης στις 18.11.2005.
Ο αιτητής επέστρεψε στη Δημοκρατία εισερχόμενος παρανόμως από την κατεχόμενη περιοχή στις 26.12.2005, διαμένοντας χωρίς άδεια στη Δημοκρατία, ενώ στις 16.10.2009 νυμφεύθηκε Ευρωπαία πολίτιδα από τη Ρουμανία. Αιτήθηκε συνεπώς στις 20.10.2009 δελτίου διαμονής ως μέλος οικογένειας Ευρωπαίας πολίτιδας. Η Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης διενήργησε διάφορους ελέγχους για εντοπισμό του ζεύγους στο χώρο συγκατοίκησης τους και για τους λόγους που αναφέρονται στην ένσταση της Δημοκρατίας και που δεν αφορούν την ουσία της εδώ αίτησης, ο γάμος τους κρίθηκε στις 27.1.2012 από τη Συμβουλευτική Επιτροπή για Εικονικούς Γάμους ως εικονικός. Στη βάση αυτή, η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, απέρριψε την αίτηση του αιτητή για άδεια παραμονής ως συζύγου Ευρωπαίας και η βεβαίωση εγγραφής της ίδιας της συζύγου του ακυρώθηκε. Ιεραρχική προσφυγή που υπεβλήθη από το ζεύγος απερρίφθη από τον Υπουργό Εσωτερικών. Τόσο ο αιτητής, όσο και η φερόμενη σύζυγος του, καταχώρησαν την προσφυγή υπ' αρ. 1047/2012 στο Ανώτατο Δικαστήριο στις 12.7.2012. Η Διευθύντρια επίσης έκρινε στις 24.9.2012 τη σύζυγο του αιτητή ως αποτελούσα πραγματική ενεστώσα σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη και έδωσε οδηγίες να εκδοθούν τόσο εναντίον της, όσο και εναντίον του αιτητή διατάγματα κράτησης και απέλασης, τα οποία και εκδόθηκαν τελικώς στις 14.6.2013.
Ο αιτητής αντιμετώπισε προηγουμένως στις 19.11.2012 την Ποινική Υπόθεση αρ. 31781/2012, ότι εργαζόταν παράνομα. Στις 9.10.2013, όταν η υπόθεση ήταν ορισμένη στο Δικαστήριο, η αστυνομία τον συνέλαβε εφόσον μόνο τότε κατέστη δυνατή η εκτέλεση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, η δε ποινική δίωξη ανεστάλη.
Ο αιτητής και η σύζυγος του καταχώρησαν νέα προσφυγή στις 11.10.2013, την υπ' αρ. 6245/2013, υποβάλλοντας ταυτόχρονα μονομερή αίτηση εναντίον της απόφασης έκδοσης διαταγμάτων κράτησης και απέλασης. Η Διευθύντρια λαμβάνοντας γνώση της αιτήσεως αυτής ανέστειλε στις 23.12.2013 την εκτέλεση των διαταγμάτων απέλασης, με τη διοίκηση να παραμένει όμως δεσμευμένη για τη μη απέλαση του αιτητή παρά το γεγονός ότι στις 18.11.2013, το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφαση του απέρριψε τη μονομερή αίτηση.
Με την υπό κρίση αίτηση για Habeas Corpus, ο αιτητής προβάλλει ένα και μοναδικό στην ουσία λόγο προς έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης του και αυτός έγκειται στο γεγονός ότι ο Υπουργός Εσωτερικών δεν επανεξέτασε τα διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερ. 14.6.2012 ανά δίμηνο, ως είναι η υποχρέωση που πηγάζει από το Άρθρο 18ΠΣΤ(4) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105, ως τροποποιήθηκε, μεταξύ άλλων, και με την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Ο αιτητής με την αγόρευση του συνηγόρου του υποστήριξε ότι ο σκοπός της Ευρωπαϊκής Οδηγίας ήταν όπως διασφαλίζεται ότι πρόσωπο θα κρατείται για σκοπούς απέλασης για το βραχύτερο δυνατό χρονικό διάστημα και μόνο κατά τον χρόνο που η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια. Σε αυτά τα πλαίσια είναι που είναι δυνατός ο έλεγχος, τόσο με προσφυγή, όσο και με προνομιακό ένταλμα Habeas Corpus, της νομιμότητας των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, αλλά και της χρονικής διάρκειας της κράτησης. Με αυτά τα δεδομένα ο Υπουργός Εσωτερικών έχει την υποχρέωση επανεξέτασης κάθε διατάγματος κράτησης ανά δίμηνο αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως του επηρεαζομένου προσώπου. Αυτή η υποχρέωση, κατά τον συνήγορο, δεν εκπληρώθηκε στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Οδηγίας και της ημεδαπής νομοθεσίας εφόσον από τα όλα δεδομένα που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου με την ένσταση της Δημοκρατίας και ιδιαιτέρως το Τεκμήριο 44, δεν διαφαίνεται να έχει γίνει επανεξέταση, ούτε εντοπίζεται συγκεκριμένη απόφαση επανεξέτασης από τον Υπουργό Εσωτερικών σε ό,τι αφορά το πρόσωπο του αιτητή.
Η αντίθετη θέση της Δημοκρατίας είναι ότι η κράτηση του αιτητή είναι καθόλα νόμιμη ως έχουσα έρεισμα τα διατάγματα κράτησης και απέλασης που εκδόθηκαν ως διοικητικό μέτρο εναντίον του αιτητή. Σχετική προδικαστική ένσταση ότι ο αιτητής κωλύεται να αποταθεί για Habeas Corpus διότι κρατείται δυνάμει διοικητικών πράξεων, τη νομιμότητα των οποίων έχει ήδη προσβάλλει με την προσφυγή υπ' αρ. 6245/2013 επεξηγήθηκε κατά το στάδιο των διευκρινίσεων ότι περιορίζεται στο μέτρο που αφορά τη νομιμότητα της κράτησης ως διοικητικής πράξεως. Ως προς τη διάρκεια της κράτησης, η Δημοκρατία μέσα από τη λεπτομερή παράθεση των γεγονότων στην ένσταση της υποστηριζομένων από σωρεία τεκμηρίων, εισηγήθηκε ότι είναι καθ' όλα νόμιμη διότι ο Υπουργός Εσωτερικών επανεξέτασε την κράτηση του αιτητή, η δε απόφαση του για περαιτέρω κράτηση, έστω με τη μονογραφή του, δικαιολογείτο διότι δεν υπήρχαν οποιαδήποτε νέα δεδομένα που να αιτιολογούσαν οποιαδήποτε αλλαγή στην απόφαση του Υπουργού. Η κα Πιπερή αντιπαράβαλε την αυτεπάγγελτη εξέταση ανά δίμηνο με τη λεπτομερέστερη εξέταση που επιβάλλεται μετά τη λήξη του εξαμήνου. Σε ερώτηση του Δικαστηρίου από πού συνάγεται ότι η μονογραφή που φαίνεται στο σχετικό Τεκμήριο 44 ανήκει στον Υπουργό, η συνήγορος εισηγήθηκε ότι η περίπτωση αφορούσε μια τυπική διαδικασία αυτεπάγγελτης επανεξέτασης εφόσον δεν υπήρχαν οποιαδήποτε δεδομένα που διαφοροποιούσαν την όλη κατάσταση.
Η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2008/115/ΕΚ ημερ. 16.12.2008, είχε ως πρωταρχικό σκοπό να προβλέψει για τη διαδικασία δικαστικού ελέγχου για κάθε περίοδο κράτησης είτε αρχική, είτε επί παράτασης. Ο δικαστικός έλεγχος προβλέπεται να είναι ταχύς ώστε η απελευθέρωση του αλλοδαπού που κρατείται για σκοπούς απέλασης στη χώρα του, εφόσον παράνομα διαμένει στη Δημοκρατία, να είναι άμεση όπου διαπιστώνεται ότι η κράτηση είναι παράτυπη ή και παράνομη. Όπως έχει λεχθεί και στην απόφαση αυτού του Δικαστηρίου Bochosrishvili (2012) 1 Α.Α.Δ. 806, που υιοθετήθηκε και στην απόφαση της Ολομέλειας στην Shuying v. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2012) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2725, ο νομοθέτης προσαρμόζοντας τις γενικότερες κατευθυντήριες γραμμές και αρχές της Οδηγίας στο υφιστάμενο δικαιϊκό σύστημα, προνόησε με τον Τροποποιητικό Νόμο αρ. 153(Ι)/2011 τον έλεγχο της ίδιας της κράτησης ως διοικητικής πράξης τόσο με προσφυγή με βάση το Άρθρο 18ΠΣΤ(3)(α), δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, όσο και με το Άρθρο 18ΠΣΤ5(α), σε σχέση με τη διάρκεια της, με αίτηση για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος. Προνοήθηκε επίσης η ταχεία δικαστική επανεξέταση της νομιμότητας της κράτησης όταν αυτή βασίζεται σε απόφαση των διοικητικών αρχών (σχετικό είναι το Άρθρο 15(2)(α) της Οδηγίας), ενώ το Άρθρο 15(3) αυτής, προνόησε για την ανά εύλογα χρονικά διαστήματα επανεξέταση της απόφασης κράτησης είτε αυτεπαγγέλτως, είτε μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου προσώπου.
Στην πιο πάνω απόφαση αναφέρθηκε επίσης ότι υπάρχουν δύο τρόποι ελέγχου της νομιμότητας κράτησης είτε στο ιδιωτικό, είτε στο δημόσιο δίκαιο, αλλά και οι δύο απολήγουν κατά ενιαίο τρόπο, στα πλαίσια εφαρμογής της Οδηγίας, στον έλεγχο της όλης νομιμότητας της κράτησης.
Το Άρθρο 18ΠΣΤ(4) του Νόμου αρ. 153(Ι)/2011, που τροποποίησε το βασικό περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, Κεφ. 105, έχει ως εξής:
«(4) Ο Υπουργός Εσωτερικών επανεξετάζει κάθε διάταγμα κράτησης το οποίο εκδίδει δυνάμει του παρόντος άρθρου -
(α) αυτεπάγγελτα ανά δίμηνο, και
(β) σε οποιοδήποτε εύλογο χρονικό διάστημα, κατ' αίτηση
του επηρεαζόμενου υπηκόου τρίτης χώρας.»
Το πιο πάνω άρθρο αποτελεί μεταφορά του Άρθρου 15, εδάφιο 3, της Οδηγίας, το οποίο έχει ως εξής:
«3. Εν πάση περιπτώσει, η απόφαση κράτησης επανεξετάζεται ανά εύλογα χρονικά διαστήματα είτε κατ' αίτηση του συγκεκριμένου υπηκόου τρίτης χώρας είτε αυτεπαγγέλτως. Σε περίπτωση παραταθείσας διάρκειας κράτησης, η επανεξέταση εποπτεύεται από δικαστική αρχή.»
Το Αγγλικό κείμενο της Οδηγίας είναι διατυπωμένο κατά τρόπο ακόμη σαφέστερο εφόσον η επανεξέταση καθίσταται επιτακτική με τη χρήση της λέξης «shall». Το αντίστοιχο Article 15 paragraph 3, έχει ως εξής:
«3. In every case, detention shall be reviewed at reasonable intervals of time either on application by the third-country national concerned or ex officio. In the case of prolonged detention periods, reviews shall be subject to the supervision of a judicial authority.»
Η διατύπωση του κειμένου της Οδηγίας, αλλά και του ημεδαπού άρθρου στον τροποποιητικό Νόμο, απαντούν τη θέση της κας Πιπερή ότι η επανεξέταση από τον Υπουργό αποτελεί στην ουσία ένα απλό διοικητικό μέτρο που μπορεί να είναι και αυτοματοποιημένο, σε αντίθεση με την εξέταση που γίνεται μετά την πάροδο του εξαμήνου, ιδιαίτερα όταν δεν έχουν μεσολαβήσει οποιαδήποτε νέα δεδομένα που διαφοροποιούν τις συνθήκες κράτησης του αλλοδαπού. Η εξάμηνη περίοδος που προνοείται στο Άρθρο 18ΠΣΤ(7), δεν είναι βέβαια η κατ' ελάχιστον περίοδος κράτησης, αλλά αντίθετα η κατά ανώτατο χρονική περίοδος και τελεί υπό την προϋπόθεση ότι είναι αναγκαία για τη διασφάλιση επιτυχούς απομάκρυνσης εφόσον πληρούνται κατά πάντα χρονικό διάστημα οι προϋποθέσεις που θέτει το εδάφιο (1) του άρθρου και που είναι, όχι όμως εξαντλητικά, το να υφίσταται κίνδυνος διαφυγής ή ο αλλοδαπός να αποφεύγει ή να παρεμποδίζει την προετοιμασία της επιστροφής ή τη διαδικασία απομάκρυνσης.
Όμως πριν το Δικαστήριο εξετάσει την ουσία της επανεξέτασης ώστε να διαπιστώσει κατά πόσο η επανεξέταση αυτή έγινε μετά την παράθεση όλων των στοιχείων ενώπιον του Υπουργού, το Δικαστήριο πρέπει πρωτίστως να βεβαιωθεί ότι η απόφαση λήφθηκε πράγματι από τον ίδιο τον Υπουργό Εσωτερικών. Στην υπό κρίση περίπτωση, η απλή μονογραφή επί του κειμένου του Τεκμηρίου 44 που κατέθεσε στην ένσταση της η Δημοκρατία, δεν αποκαλύπτει το ελάχιστο αυτό δεδομένο. Το Τεκμήριο 44 είναι ένα έγγραφο με το οποίο η Μαρία Επιφανίου, Διοικητικός Λειτουργός Α΄, υπέβαλε Σημείωμα στο ερυθρό 141 (προφανώς του διοικητικού φακέλου), σχετικά με τον υπό τίτλο θέμα που αφορά τους κρατούμενους που υπερβαίνουν τους δύο μήνες κράτησης και η απέλαση τους δεν κατέστη δυνατή. Το Σημείωμα απευθύνεται στον Υπουργό Εσωτερικών μέσω του αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή προς ενημέρωση και έγκριση, αλλά και οδηγίες.
Στο οπίσθιο μέρος του Τεκμηρίου 44, η Μαρία Επιφανίου απευθυνόμενη στον Υπουργό, μέσω αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή, καταγράφει τις πρόνοιες του Άρθρου 18ΠΣΤ, την υποχρέωση του Υπουργού Εσωτερικών να επανεξετάζει ανά δίμηνο κάθε διάταγμα κράτησης και παραθέτει το Τεκμήριο Ι του ερυθρού 140, που είναι κατάλογος της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης ημερ. 3.12.2013 σε σχέση με τους κρατούμενους εκείνους που συμπλήρωσαν τουλάχιστον δύο μήνες κράτησης, αλλά λόγω διαφόρων κωλυμάτων δεν έγινε κατορθωτή η απέλαση τους. Η Διοικητική Λειτουργός εισηγείται προς τον Υπουργό να επανεξετάσει τις περιπτώσεις που αναφέρονται στον κατάλογο με βάση και τις πληροφορίες που περιέχονται στο Σημείωμα και να αποφασίσει κατά πόσο αυτοί θα παραμείνουν υπό κράτηση.
Το μέρος του Σημειώματος, το οποίο, ας σημειωθεί, είναι τυποποιημένο, που σχετίζεται με τον αιτητή, αναφέρει ότι αυτός συνελήφθη στις 9.10.2013 και εξ όσων συνάγεται από τις διάφορες ενδείξεις που τοποθετήθηκαν στο τυποποιημένο κείμενο, ο αιτητής δεν κατέχει διαβατήριο, είναι μάρτυρας (σε ποια υπόθεση δεν αναφέρεται) και υπάρχει αναστολή του διατάγματος απέλασης. Σημειώνεται περαιτέρω στα «Στοιχεία Κρατούμενου» που συνοδεύει το Σημείωμα, μεταξύ άλλων, ότι στις 22.11.2013 εκδόθηκε απορριπτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή του αιτητή αναφορικά με το γάμο του. Το τελευταίο πρέπει να είναι λάθος εφόσον η μόνη απόφαση που εκδόθηκε στην προσφυγή υπ' αρ. 6245/13, αφορά την απόρριψη της μονομερούς αίτησης στις 18.11.2013.
Επί του Παραρτήματος 44 υπάρχει τόσο στο εμπρόσθιο, όσο και στο οπίσθιο μέρος, μια μονογραφή και δίπλα η ημερομηνία «3/12/13». Παραμένει άγνωστο κατά πόσο η μονογραφή είναι ή ανήκει στον Υπουργό Εσωτερικών εφόσον δεν υπάρχουν καθόλου στοιχεία που να το υποδεικνύουν. Ακόμη όμως και αν ήθελε θεωρηθεί ως λογική απόρροια του γεγονότος ότι εφόσον το Σημείωμα της Διοικητικού Λειτουργού έχει αποδέκτη τον Υπουργό, η μονογραφή ανήκει σ' αυτόν, ελλείπει οποιαδήποτε ένδειξη έγκρισης του Σημειώματος, την οποία έγκριση αιτήθηκε βέβαια η Διοικητική Λειτουργός. Η μονογραφή από μόνη της πιστοποιεί ενδεχομένως απλώς ενημέρωση επί του περιεχομένου του Σημειώματος από το πρόσωπο που μονόγραψε. Στην απουσία ρητά καταγεγραμμένης ένδειξης έγκρισης ή συμφωνίας με το περιεχόμενο του Σημειώματος, το Δικαστήριο δεν μπορεί να εξαγάγει συμπέρασμα ότι όντως δόθηκε έγκριση για την παράταση χρόνου κράτησης.
Η παρούσα διαδικασία είναι διαδικασία προνομιακού εντάλματος που στοχεύει στην εξέταση της νομιμότητας κράτησης του αιτητή από διοικητική αρχή ο οποίος δεν μπορεί να αποστερείται της ελευθερίας του χωρίς να τηρούνται με σχολαστικότητα τόσο οι ουσιαστικές, όσο και οι τυπικές προϋποθέσεις της Οδηγίας και του ημεδαπού Νόμου.
Μέσα στα πλαίσια του ελέγχου της νομιμότητας της διάρκειας της κράτησης εντάσσεται και η υποχρέωση του Υπουργού Εσωτερικών να επανεξετάζει ανά δίμηνο την κράτηση. Η εξέταση αυτή ασφαλώς και δεν είναι ένα απλό εσωτερικό διοικητικό μέτρο που δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη κατά την εισήγηση της Δημοκρατίας. Δεν εξετάζεται εδώ διοικητική απόφαση. Οι όποιες ενέργειες του Υπουργού δυνάμει του Άρθρου 18ΠΣΤ(4), εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο ελέγχου της νομιμότητας της διάρκειας της κράτησης. Με σκοπό τη διασφάλιση ότι η κράτηση δεν θα υπερβαίνει τους έξι μήνες, και αυτό μόνο για καλό λόγο, είναι που ο Υπουργός οφείλει να επανεξετάζει ανά δίμηνο έκαστη περίπτωση κράτησης. Στα πλαίσια αυτά, η εξέταση δεν είναι επαρκής εάν είναι τυποποιημένη. Θα πρέπει η τυχόν έγκριση για παράταση ή συνέχιση της κράτησης να αιτιολογείται με αναφορά στα κριτήρια που θέτει το εδάφιο (1) του Άρθρου 18ΠΣΤ και να καταγράφεται ότι η κράτηση παραμένει αναγκαία πάντοτε για σκοπούς της προετοιμασίας επιστροφής ή της διαδικασίας απομάκρυνσης για συγκεκριμένους λόγους οι οποίοι θα πρέπει να εξειδικεύονται. Εδώ πέραν από την παντελή έλλειψη ένδειξης ότι δόθηκε έγκριση και μάλιστα από τον Υπουργό, δεν στοιχειοθετείται και κανένας συγκεκριμένος λόγος γιατί η παράταση της κράτησης είναι αναγκαία. Η απλή αναφορά ότι ο αιτητής δεν κατέχει διαβατήριο δεν επαρκεί, εφόσον έπρεπε να εξηγηθεί τι διαβήματα έγιναν, για παράδειγμα, για την εξασφάλιση ταξιδιωτικού εγγράφου ή άλλου τρόπου απομάκρυνσης.
Η ύπαρξη διοικητικών μέτρων κράτησης και απέλασης λόγω του ότι ο αιτητής κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του Άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105, δεν εξουδετερώνει την αναγκαιότητα για το συνεχή έλεγχο που θα πρέπει να γίνεται από τις διοικητικές και δικαστικές αρχές ως προς τη νομιμότητα της διάρκειας της κράτησης.
Η κα Πιπερή αναφέρθηκε σε δύο αποφάσεις. Η μια είναι η Αναφορικά με την Αίτηση της Rita Kumah για Habeas Corpus (2013) 1 Α.Α.Δ. 2461, αυτού του Δικαστηρίου, και η άλλη η Mustfa v. Δημοκρατίας (2012) 1(Β) Α.Α.Δ. 1623. Στην πρώτη δεν αποτέλεσε κατ' ουσίαν αντικείμενο εξέτασης η ανά δίμηνο υποχρέωση του Υπουργού διότι το ζήτημα δεν είχε εγερθεί εκεί ρητά στην αίτηση, ενώ τα δεδομένα ήσαν εν πάση περιπτώσει πολύ διαφορετικά. Δεν λέχθηκε άλλωστε τίποτε στην απόφαση περί τεκμηρίου συνέχισης της κράτησης εφόσον δεν διαφοροποιούνται τα γεγονότα. Δεν τεκμαίρεται τέτοιο ζήτημα από το εφαρμοζόμενο Άρθρο. Η δεύτερη που όντως αναφέρει ότι δεν είχαν αλλάξει τα ουσιώδη στοιχεία και άρα ο Υπουργός δεν διαφοροποίησε την απόφαση του, μετά από αίτημα των συνηγόρων του αιτητή, εκλαμβάνει ως δεδομένο, και έτσι αναφέρεται στην απόφαση, ότι ο Υπουργός όντως «εξέτασε ξανά το θέμα της κράτησης του αιτητή.». Εδώ δεν υπάρχει αυτό το δεδομένο.
Η αίτηση συνεπώς επιτυγχάνει. Διατάσσεται η άμεση απελευθέρωση του αιτητή από την κράτηση του.
Τα έξοδα της αίτησης επιδικάζονται υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ' ων, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Τα έξοδα της μεταφράστριας να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.
Η αίτηση επιτρέπεται με έξοδα. Διατάσσεται η άμεση απελευθέρωση του αιτητή από την κράτηση του.