ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 1 ΑΑΔ 861
4 Απριλίου, 2013
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ WILKY FONJY FONJUNGO, ΥΠΗΚΟΟ ΤΟΥ ΚΑΜΕΡΟΥΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟ ΜΕ ΕΥΡΩΠΑΙΑ ΠΟΛΙΤΗ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ, ΣΤΗ ΜΕΝΟΓΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ HABEAS CORPUS,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 9 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2004/38/ΕΚ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΤΟΥΣ ΝΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΜΕΝΟΥΝ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ, ΤΙΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2004/38/ΕΚ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 02/07/2009 ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 18ΠΣΤ ΤΟΥ ΚΕΦ. 105, 153(Ι)/2011 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,
3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ, ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
ΚΑΙ
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟΚΡΑΤΗΣΗ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΣΤΗ ΜΕΝΟΓΕΙΑ, ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟΝ WILKY FONJY FONJUNGO, ΥΠΗΚΟΟ ΤΟΥ ΚΑΜΕΡΟΥΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟ ΜΕ ΕΥΡΩΠΑΪΑ ΥΠΗΚΟΟ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2004/38/ΕΚ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008/ΕΚ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 44/2013)
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Διαδικασίες επιστροφής ― Η τυχόν παρανομία στο συνεχές της κράτησης για σκοπούς απέλασης ελέγχεται αποτελεσματικά μόνο στα πλαίσια διαδικασίας για Habeas Corpus ― Εκδόθηκε προνομιακό ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus για απελευθέρωση του αιτητή, ο οποίος κρατείτο για σκοπούς απέλασης ― Απόφανση Ανωτάτου ότι η Δημοκρατία δεν ευαισθητοποιήθηκε αναλόγως για να προβεί στα δέοντα για την απομάκρυνση του αιτητή νομίμως και εγκαίρως.
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Διαδικασίες επιστροφής ― Η μη καταχώρηση προσφυγής, εναντίον των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης δεν έχει σχέση με τον έλεγχο της διάρκειας της κράτησης, διά του προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus.
Ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus, επιδιώκοντας τον έλεγχο της νομιμότητας της περιόδου κράτησης του, εφόσον αυτή είχε ξεπεράσει την περίοδο των έξι μηνών που καθορίζεται από την Οδηγία 2008/115/ΕΚ και συγκεκριμένα το Άρθρο 15, Οδηγία η οποία ενσωματώθηκε στο Κεφ. 105 με τον τροποποιητικό Νόμο αρ. 153(Ι)/2011.
Από πλευράς Δημοκρατίας προβλήθηκε μεταξύ άλλων με την ένσταση, ότι ο αιτητής δεν συνεργαζόταν στην έκδοση των ταξιδιωτικών εγγράφων και εν πάση περιπτώσει δεν συμβίωνε με την Ευρωπαία πολίτη σύζυγο του και γι' αυτό απορρίφθηκε και το αίτημα του για το δελτίο διαμονής δυνάμει του Νόμου αρ. 7(Ι)/2007.
Με την αίτηση υποστηρίχθηκε ότι:
α) Από την ημερομηνία κράτησης του αιτητή ήτοι από τις 2.8.2012 μέχρι την ημερομηνία καταχώρησης της υπό κρίση αίτησης στις 15.3.2013, ουδεμία ενέργεια έγινε από τις Αρχές για απομάκρυνση του και παρανόμως, συνέχιζε να κρατείται.
β) Ενώ ο αιτητής βρισκόταν κατά πάντα ουσιώδη χρόνο υπό κράτηση, εντούτοις χρειάστηκαν 14 ολόκληρες ημέρες για να του επιδοθεί διάταγμα παράτασης της κράτησης του, γεγονός που έδειχνε την κακή πίστη των καθ' ων, αλλά και την ολιγωρία τους στην προώθηση της διαδικασίας απέλασης.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Ήταν φανερό, ότι ουσιαστικά δεν έγιναν οποιεσδήποτε προσπάθειες με σκοπό την απέλαση του αιτητή, ενεργοποιώντας έτσι στην πράξη το σκοπό και στόχο των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.
2. Η όποια ουσιαστική ενέργεια από πλευράς της Δημοκρατίας φαινόταν να έγινε μεταγενέστερα της καταχώρησης της παρούσας αίτησης.
3. Παρατηρείτο πρόσθετα από την ένορκη δήλωση που συνόδευε την ένσταση ότι ο αιτητής, εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον, φαινόταν να ήταν κάτοχος διαβατηρίου, το οποίο ναι μεν είχε λήξει αλλά θα μπορούσε άνετα η Δημοκρατία να αιτηθεί την ανανέωση του εγγράφου αυτού, αντί να λαμβάνονται δακτυλικά αποτυπώματα του αιτητή όπως είχε γίνει.
4. Περαιτέρω, το διάταγμα παράτασης της κράτησης δεν νομιμοποιούσε την κράτηση του αιτητή εν πάση περιπτώσει διότι εάν θεωρείτο ότι ίσχυε από την ημερομηνία επίδοσης του, δεν μπορούσε να έχει αναδρομική ισχύ ώστε να νομιμοποιείται ολόκληρη η περίοδος κράτησης.
5. Δεν θα μπορούσε δε να θεωρηθεί ότι ίσχυε από την ημερομηνία έκδοσης, εφόσον δεν εξωτερικεύθηκε προς τον αιτητή, δηλαδή, δεν του είχε επιδοθεί προηγουμένως. Εν πάση περιπτώσει δεν φαινόταν ούτε να είχε εκδοθεί από τον ίδιο τον Υπουργό Εσωτερικών όπως επιτάσσει ο νόμος, ενώ οι προϋποθέσεις παράτασης είναι αυστηρές και εξαντλούνται στις περιπτώσεις που αφορούν είτε την άρνηση συνεργασίας του υπηκόου τρίτης χώρας ή την καθυστέρηση στη λήψη των αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες.
6. Και αυτές οι προϋποθέσεις ενεργοποιούνται μόνο εφόσον έχουν γίνει εύλογες προσπάθειες για την επιχείρηση απομάκρυνσης, που φανερά δεν έγιναν εδώ.
7. Αναφερόταν ότι ο αιτητής αρνείτο να συνεργαστεί με τις Αρχές για την επιστροφή του στο Καμερούν. Με ποιο όμως τρόπο, και ενώ αυτός παρέμενε υπό κράτηση, ουδόλως εξηγείτο.
8. Η κράτηση του αιτητή με βάση τα πιο πάνω, ήταν παράνομη και διατάχθηκε η απελευθέρωση του.
Η αίτηση επιτράπηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Bochorishvili (2012) 1 Α.Α.Δ. 806,
Mourad (2012) 1 Α.Α.Δ. 2677,
Shuying v. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2012) 1 Α.Α.Δ. 2725,
Soruor v. Δημοκρατίας (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2170,
Haghilo (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2219,
Khlaief (Αρ. 1) (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402,
Marcelino (2012) 1 Α.Α.Δ. 2747.
Αίτηση.
Ειρ. Ανδρέα (κα) για Γ. Μιλτιάδους (κα), για τον Αιτητή.
Μ. Λοΐζου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Αιτητής παρών.
Σ. Πίττα (κα) παρούσα για σκοπούς μετάφρασης από τα Ελληνικά στα Αγγλικά και αντίστροφα.
Ex Tempore
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Ο αιτητής κατάγεται από το Καμερούν και αφίχθηκε στην Κύπρο τον Οκτώβριο του 2007 για να εγγραφεί στη συνέχεια ως αιτητής πολιτικού ασύλου, στις δε 16.1.2009 τέλεσε πολιτικό γάμο με πολίτιδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με καταγωγή τη Ρουμανία. Αναφέρεται ως πρόσθετο στοιχείο από πλευράς του αιτητή ότι τον Μάρτιο του 2012, η σύζυγος του αναγκάστηκε να μεταβεί στη Ρουμανία για να φροντίσει την σοβαρά ασθενή μητέρα της και δεν έχει επιστρέψει έκτοτε διότι δεν υπάρχει άλλο πρόσωπο που δύναται να τη φροντίσει.
Σύμφωνα με την αίτηση, ο αιτητής είχε υποβάλει στο Τμήμα Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης στις 19.5.2009 αίτηση για έκδοση άδειας παραμονής υπό το καθεστώς του συζύγου Ευρωπαίας πολίτιδας που είναι στη Δημοκρατία και ως τέτοιος θα δικαιούτο να παραμείνει στη Δημοκρατία και να κυκλοφορεί ελεύθερα δυνάμει του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία, Νόμου Αρ. 7(Ι)/2007. Η Διευθύντρια του Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης στις 20.3.2012, δηλαδή, τρία σχεδόν έτη μετά απέρριψε το αίτημα δίδοντας οδηγίες όπως ο αιτητής αναχωρήσει από την Κύπρο, αναφέρουσα όμως και το δικαίωμα της καταχώρησης σχετικής προσφυγής από τον αιτητή εναντίον της απορριπτικής απόφασης. Τέτοια προσφυγή πράγματι καταχωρήθηκε και είναι η υπ' αρ. 869/2012, η οποία και εκκρεμεί ενώπιον αδελφού Δικαστή στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Από τα στοιχεία που στη συνέχεια παρουσιάστηκαν στην ένσταση και συγκεκριμένα από το Τεκμήριο 21, φαίνεται ότι είχε επιδιωχθεί με ενδιάμεση αίτηση ημερ. 14.9.2012, η αναστολή των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης σε βάρος του αιτητή, αλλά με απόφαση ημερ. 1.11.2012, ο αδελφός Δικαστής απέρριψε το αίτημα για τους λόγους που φαίνονται στη σχετική απόφαση. Να προστεθεί ότι η προσφυγή φαίνεται να στρέφεται εναντίον της απόφασης της Διευθύντριας να μην παραχωρηθεί στον αιτητή περαιτέρω άδεια παραμονής.
Στις 2.8.2012 ο αιτητής επισκέφθηκε τον Αστυνομικό Σταθμό Ομορφίτας εξ ιδίων του για να διαλευκάνει πρόβλημα το οποίο είχε, κατά τον ίδιο, προκύψει με όχημα το οποίο του ανήκει, αλλά χρησιμοποιούσε, κατ' ισχυρισμόν, παράνομα άλλο πρόσωπο. Με αφορμή αυτή την επίσκεψη και εφόσον τα εκεί αστυνομικά όργανα διερευνώντας τα στοιχεία του διαπίστωσαν ότι ο αιτητής παρέμεινε στη Δημοκρατία παράνομα χωρίς άδεια, προχώρησαν στη σύλληψη του. Την ίδια ημέρα, 2.8.2012, εκδόθηκαν τα διατάγματα κράτησης και απέλασης τα οποία επισυνάπτονται στην ένσταση της Δημοκρατίας ως Παραρτήματα 18 και 19. Το διάταγμα απέλασης εκδόθηκε δυνάμει του Άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105 και το διάταγμα κράτησης εκδόθηκε δυνάμει του ιδίου άρθρου εφόσον ο αιτητής θεωρήθηκε απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του Άρθρου 6(1)(κ)(λ) του Κεφ. 105. Έκτοτε ο αιτητής τελεί υπό κράτηση με σκοπό την απέλαση του από τη Δημοκρατία.
Με την υπό κρίση αίτηση ο αιτητής επιθυμεί να ελέγξει τη νομιμότητα της περιόδου κράτησης του εφόσον αυτή έχει περάσει την περίοδο των έξι μηνών που καθορίζεται από την Οδηγία 2008/115/ΕΚ και συγκεκριμένα το Άρθρο 15, Οδηγία η οποία ενσωματώθηκε στην ημεδαπή νομοθεσία και συγκεκριμένα στο Κεφ. 105 με τον τροποποιητικό Νόμο αρ. 153(Ι)/2011. Εισηγείται λοιπόν ο αιτητής ότι από την ημερομηνία κράτησης του 2.8.2012 μέχρι την ημερομηνία καταχώρησης της υπό κρίση αίτησης στις 15.3.2013, ουδεμία ενέργεια έγινε από τις Αρχές για απομάκρυνση του και παρανόμως, επομένως, συνεχίζει να κρατείται, παρά το γεγονός ότι ο Υπουργός Εσωτερικών αυτεπάγγελτα οφείλει κατά το εδάφιο 4 του Άρθρου 18ΠΣΤ να εξετάζει ανά δίμηνο ή κατόπιν αιτήσεως του επηρεαζομένου, κάθε διάταγμα κράτησης το οποίο εκδόθηκε δυνάμει του Νόμου.
Αναφέρεται επίσης από τον αιτητή ότι επιδόθηκε σ' αυτόν στις 14.2.2013 επιστολή παράτασης του χρόνου κράτησης του για ακόμη έξι μήνες που εκδόθηκε από τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, αλλά φέρει ημερ. 31.1.2012. Αυτή την επιστολή που σηματοδοτεί παράταση του χρόνου κράτησης, και η οποία παρουσιάστηκε κατά την ακρόαση, η Δημοκρατία δεν την επισύναψε στην ένσταση της, αλλά ορθά η κα Λοΐζου κατά την αγόρευση της αποδέχθηκε την ύπαρξη της και δεν ήταν σε θέση να αμφισβητήσει ούτε την ημερομηνία επίδοσης, εφόσον δεν υπήρχαν στοιχεία προς το αντίθετο. Στην αγόρευση της, η κα Ανδρέα τόνισε ακριβώς και το δεδομένο ότι ενώ ο αιτητής βρισκόταν κατά πάντα ουσιώδη χρόνο υπό κράτηση, εντούτοις χρειάστηκαν 14 ολόκληρες ημέρες για να του επιδοθεί αυτό το διάταγμα παράτασης, γεγονός που δείχνει την κακή πίστη των καθ' ων, αλλά και την ολιγωρία τους στην προώθηση της διαδικασίας απέλασης.
Στην ένσταση της η Δημοκρατία αφού αναφέρει δεδομένα και γεγονότα τα οποία σχετίζονται με το όλο καθεστώς του αιτητή στη Δημοκρατία από την άφιξη του περιλαμβανομένης και της αίτησης για πολιτικό άσυλο, του γεγονότος ότι ο φάκελος έκλεισε διότι δεν είχε παρουσιασθεί στην καθορισθείσα συνέντευξη, της διοικητικής προσφυγής που υποβλήθηκε από τον αιτητή μεταγενέστερα και η οποία στη συνέχεια απεσύρθη όταν ο αιτητής αιτήθηκε δελτίο διαμονής ως μέλος οικογένειας Ευρωπαίου πολίτη, συνεχίζει για να αναφέρει ότι έχουν γίνει οι σχετικές ενέργειες και αναμένεται η έκδοση ταξιδιωτικού εγγράφου από τη Δημοκρατία του Καμερούν ώστε να γίνει κατορθωτή η απέλαση του αιτητή στη χώρα του. Προς τούτο επισυνάφθηκε το Παράρτημα 22 στην ένσταση που αποτελεί επιστολή ημερ. 29.3.2013 από τον υπεύθυνο Κλιμακίου Αλλοδαπών Λευκωσίας προς τον Διοικητή Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, όπου αναφέρεται ότι ο αιτητής δεν είναι κάτοχος διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου και του λήφθηκαν δακτυλικά αποτυπώματα και άλλα στοιχεία τα οποία έχουν αποσταλεί στο Καμερούν για την έκδοση ταξιδιωτικού εγγράφου, ώστε να καταστεί δυνατή η απέλαση του.
Εισηγείται επίσης η Δημοκρατία διά της ενστάσεως της ότι ο αιτητής δεν συνεργάζεται στην έκδοση των ταξιδιωτικών εγγράφων και εν πάση περιπτώσει δεν συμβιώνει με τη σύζυγο του και γι' αυτό απορρίφθηκε και το αίτημα για το δελτίο διαμονής δυνάμει του Νόμου αρ. 7(Ι)/2007. Έχει συναφώς εγερθεί και προδικαστική κατ' αρχάς ένσταση ότι η υπόθεση αυτή δεν εμπίπτει στις πρόνοιες του Άρθρου 18ΠΣΤ 5(α) του Κεφ. 105, αφού ο αιτητής ως μέλος οικογένειας Ευρωπαίου πολίτη εξαιρείται από τις πρόνοιες του άρθρου αυτού δυνάμει του εδαφίου (3) του Άρθρου 18 ΟΕ του Νόμου. Υπεδείχθη στην ευπαίδευτο συνήγορο της Δημοκρατίας ότι προβάλλει αντιφατική η θέση αυτή ενόψει της ταυτόχρονης θέσης στην ένσταση, στη βάση, ως αναφέρεται, διαφόρων στοιχείων, ότι δεν διαμένει με τη σύζυγο του και ο γάμος είναι εικονικός, παρόλο που δεν κηρύχθηκε ως τέτοιος. Πολύ ορθά η κα Λοΐζου απέσυρε στη συνέχεια υπό το φως της παρατήρησης αυτής, το προδικαστικό αυτό ζήτημα.
Έχει αναφερθεί και εξηγηθεί από τη νομολογία και συγκεκριμένα από αυτό το Δικαστήριο στην Bochorishvili (2012) 1 Α.Α.Δ. 806, η όλη έννοια, εμβέλεια και στόχος της Οδηγίας 115/2008/ΕΚ. Λέχθηκαν, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα:
«Ο τροποποιητικός Νόμος αρ. 153(Ι)/2011 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεων Νόμου, Κεφ. 105, ενσωμάτωσε σ' αυτόν την Οδηγία 2008/115/ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες σε κράτη-μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών. Μέρος της Οδηγίας στο Κεφάλαιο IV, «Κράτηση ενόψει Απομάκρυνσης», προνοεί διά του Άρθρου 15(5), ότι η κράτηση παρανόμως διαμένοντος αλλοδαπού είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η επιτυχής απομάκρυνση του, αλλά η χρονική περίοδος δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 6 μήνες. Συμφώνως του Άρθρου 15(6), το χρονικό διάστημα δεν παρατείνεται παρά μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες, όταν, παρά όλες τις εύλογες προσπάθειες, η απομάκρυνση δεν καθίσταται δυνατή για τους λόγους που αναφέρονται στις υποπαρ. (α) και (β), που έγκεινται στην άρνηση συνεργασίας του αλλοδαπού και στην καθυστερημένη λήψη των αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες.
Όσον αφορά την ή τις περιόδους κράτησης, η ίδια η Οδηγία προνόησε για έλεγχο της ορθότητας και/ή νομιμότητας της κράτησης αλλοδαπού είτε για την αρχική περίοδο κράτησης μέχρι 6 μήνες ή για την οποιαδήποτε παράταση. Συναφώς το Άρθρο 15(2)(α), καθορίζει ότι όταν η διαταγή κράτησης εκδίδεται από διοικητικές αρχές, τα κράτη μέλη προβλέπουν «... την ταχεία δικαστική επανεξέταση της νομιμότητας της κράτησης ..», ο δε υπήκοος τρίτης χώρας απολύεται αμέσως, αν η κράτηση δεν είναι νόμιμη. Ανεξαρτήτως τούτου, η απόφαση κράτησης δυνάμει του εδαφίου (3) του ίδιου Άρθρου, «.. επανεξετάζεται ανά εύλογα χρονικά διαστήματα είτε κατ' αίτηση του συγκεκριμένου υπηκόου τρίτης χώρας, είτε αυτεπαγγέλτως. Σε περίπτωση παραταθείσας διάρκειας κράτησης, η επανεξέταση εποπτεύεται από δικαστική αρχή.».
Μεταφερόμενη η Οδηγία στην ημεδαπή νομοθεσία με τον τροποποιητικό Νόμο αρ. 153(Ι)/11, ο νομοθέτης προσαρμόζοντας τις γενικότερες κατευθυντήριες αρχές της Οδηγίας στο υφιστάμενο δικαιϊκό σύστημα, προνόησε ρητώς με το Άρθρο 18ΠΣΤ(3)(α), ότι το αρχικό διάταγμα κράτησης υπόκειται σε προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, ενώ με το Άρθρο 18ΠΣΤ 5(α), δίδεται δικαίωμα στον αλλοδαπό να αιτηθεί την έκδοση εντάλματος habeas corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, αναφορικά με τη διάρκεια κράτησης.
Επομένως, ο πρωταρχικός σκοπός της Οδηγίας ήταν να προβλέψει για τη διαδικασία δικαστικού ελέγχου για κάθε περίοδο κράτησης είτε αρχική, είτε επί παράτασης. Περαιτέρω, ο δικαστικός αυτός έλεγχος προβλέπεται να είναι ταχύς ώστε η απελευθέρωση του αλλοδαπού να είναι άμεση όπου διαπιστώνεται ότι η κράτηση είναι παράτυπη ή και παράνομη. Η ρητή επομένως πρόνοια για την καταχώρηση αίτησης habeas corpus προς έλεγχο της διάρκειας κράτησης δεν είναι δυνατόν να αναιρεθεί με τη θέση που εξέφρασε η Δημοκρατία περί αποκλεισμού εξέτασης της υπό κρίση αιτήσεως επειδή η απόφαση για παράταση εκδόθηκε από την Υπουργό Εσωτερικών, ελεγχόμενη μόνο από το αναθεωρητικό Δικαστήριο. Είναι πρόδηλο ότι οι δύο τρόποι ελέγχου της νομιμότητας της κράτησης, στο ιδιωτικό και το δημόσιο δίκαιο, συμπλέκονται σε ένα βαθμό απολήγουν δε, στα πλαίσια του σκοπού εφαρμογής της Οδηγίας, να στοχεύουν, κατά ενιαίο τρόπο, στον έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης. Συνεπώς το Δικαστήριο δεν μπορεί να ακολουθήσει το σκεπτικό της Kahil για habeas corpus - ανωτέρω -. Αντίθετα, επιβάλλεται ο έλεγχος διά της διαδικασίας habeas corpus της νομιμότητας της περιόδου κράτησης του αιτητή.»
Το πιο πάνω σκεπτικό υιοθετήθηκε μεταγενέστερα στην Mourad (2012) 1 Α.Α.Δ. 2677, από τον Κραμβή, Δ., ενώ και οι δύο αυτές αποφάσεις αναφέρθηκαν με επιδοκιμασία στην πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας Shuying v. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2012) 1 Α.Α.Δ. 2725.
Είναι φανερό και επί τούτου δεν διαφώνησε ούτε η ευπαίδευτος συνήγορος της Δημοκρατίας, ότι ουσιαστικά δεν έγιναν οποιεσδήποτε προσπάθειες με σκοπό την απέλαση του αιτητή, ενεργοποιώντας έτσι στην πράξη τον σκοπό και στόχο των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης. Παρατηρούνται συναφώς δύο πράγματα. Πρώτον, ότι η όποια ουσιαστική ενέργεια από πλευράς της Δημοκρατίας φαίνεται να έγινε με το Παράρτημα 22 ημερ. 29.3.2013, μεταγενέστερα δηλαδή της καταχώρησης της παρούσας αίτησης Habeas Corpus που εξετάζεται τώρα. Και αυτό αβίαστα φανερώνει ότι ουδέν έγινε προγενέστερα. Αναφέρεται εκεί ότι έχουν ληφθεί δακτυλικά αποτυπώματα και όλα τα στοιχεία του αιτητή τα οποία έχουν αποσταλεί στο Καμερούν και αναμένεται η έκδοση ταξιδιωτικού εγγράφου για να καταστεί δυνατή η απέλαση του. Όμως, πέραν του πραγματικά απαράδεκτου γεγονότος ότι η ενέργεια λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων έλαβε χώραν μόνο μετά την καταχώρηση της αίτησης Habeas Corpus και μετά την παρέλευση σχεδόν επτά μηνών από την ημερομηνία κράτησης του, παρατηρείται πρόσθετα από την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση ότι ο αιτητής, εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον, φαίνεται να είναι κάτοχος διαβατηρίου, το οποίο ναι μεν έληξε στις 18.6.2012, αλλά θα μπορούσε άνετα η Δημοκρατία να αιτηθεί την ανανέωση του εγγράφου αυτού, αντί να λαμβάνονται δακτυλικά αποτυπώματα από τον αιτητή και να αποστέλλονται στο Καμερούν για να ληφθούν ταξιδιωτικά έγγραφα από τη χώρα αυτή. Η συνήγορος της Δημοκρατίας εισηγήθηκε όσον αφορά το έγγραφο Τεκμ. 1 στην ένσταση, που είναι φωτοαντίγραφο της σχετικής σελίδας του διαβατηρίου όπου φαίνονται τα πλήρη στοιχεία του αιτητή, ότι αυτό και μόνο το φωτοαντίγραφο υπάρχει στο φάκελο του Τμήματος Αλλοδαπών και ο ίδιος δεν παρουσίασε ποτέ διαβατήριο ή άλλο σχετικό έγγραφο. Αυτά όμως δεν είναι ενώπιον του Δικαστηρίου με τον ορθό τρόπο, δηλαδή, δεν απαντώνται στην ένορκη δήλωση που είναι η μαρτυρία που υποστηρίζει την ένσταση. Έπρεπε να τεθούν ως γεγονότα, ώστε και η πλευρά του αιτητή να ήταν ενδεχομένως σε θέση να τα αντικρούσει.
Δεύτερο, το διάταγμα παράτασης της κράτησης δεν νομιμοποιεί την κράτηση του αιτητή εν πάση περιπτώσει διότι εάν θεωρηθεί ότι ισχύει από την ημερομηνία επίδοσης του στις 14.2.2013, δεν μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ ώστε να νομιμοποιείται ολόκληρη η περίοδος κράτησης, (δέστε Soruor v. Δημοκρατίας, (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2170, Haghilo (2011) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2219 και Bochorishvili - ανωτέρω -). Η τυχόν παρανομία στο συνεχές της κράτησης για σκοπούς απέλασης ελέγχεται αποτελεσματικά μόνο στα πλαίσια διαδικασίας για Habeas Corpus, (δέστε Khlaief (Αρ. 1) (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402). Δεν θα μπορούσε δε να θεωρηθεί ότι ισχύει από την ημερομηνία έκδοσης 31.1.2012, εφόσον δεν εξωτερικεύθηκε προς τον αιτητή, δηλαδή, δεν του είχε επιδοθεί προηγουμένως, αλλά και εν πάση περιπτώσει δεν φαίνεται ούτε να έχει εκδοθεί από τον ίδιο τον Υπουργό Εσωτερικών όπως επιτάσσει το Άρθρο 18ΠΣΤ(8) του Νόμου, ενώ οι προϋποθέσεις παράτασης είναι αυστηρές και εξαντλούνται στις υποπαραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (8) του άρθρου και αφορούν είτε την άρνηση συνεργασίας του υπηκόου τρίτης χώρας ή την καθυστέρηση στη λήψη των αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες. Και αυτές οι προϋποθέσεις ενεργοποιούνται μόνο εφόσον έχουν γίνει εύλογες προσπάθειες για την επιχείρηση απομάκρυνσης, που φανερά δεν έγιναν εδώ.
Αναφέρεται στην ένσταση ότι ο αιτητής αρνείται να συνεργαστεί με τις Αρχές για την επιστροφή του στο Καμερούν. Με ποιο όμως τρόπο, και ενώ αυτός παραμένει υπό κράτηση, ουδόλως εξηγείται, (δέστε Marcelino (2012) 1 Α.Α.Δ. 2747). Πέραν του γεγονότος ότι ούτε καν στην ένσταση αναφέρονται οποιαδήποτε δεδομένα, ενώ δεν αναφέρεται ούτε η ίδια η παράταση του χρόνου διά της επιστολής αυτής. Ουδεμία ουσιαστική ενέργεια έγινε για την απομάκρυνση του αιτητή και ούτε έχει αντιληφθεί το Δικαστήριο με ποιο τρόπο ο αιτητής δεν έχει συνεργαστεί με τη Δημοκρατία για την απομάκρυνση του. Δεν θα ήταν άτοπο να σημειωθεί από το Δικαστήριο η θλιβερή πράγματι εικόνα που αναδύεται σε σχέση με την όλη στάση της Δημοκρατίας έναντι του αιτητή, ο οποίος κρατείται μέχρι σήμερα, χωρίς η Δημοκρατία να ευαισθητοποιηθεί αναλόγως και να προβεί στα δέοντα για την απομάκρυνση του νομίμως και εγκαίρως.
Προστίθεται ότι το γεγονός ότι εκκρεμεί άλλη προσφυγή δεν έχει βεβαίως σημασία για την αίτηση Habeas Corpus που όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, το Δικαστήριο, στη βάση των προνοιών της Οδηγίας, όπως ενσωματώθηκε στο ημεδαπό δίκαιο, έχει σκοπό να ελέγχει συνεχώς τη νομιμότητα κράτησης και ιδιαίτερα μετά το εξάμηνο που είναι ο πρωταρχικός χρόνος που δίνεται από την Οδηγία για την εύλογη απομάκρυνση αλλοδαπού που παραμένει παράνομα στη Δημοκρατία. Ούτε και η μη καταχώρηση προσφυγής, όπως γίνεται αντιληπτό, εναντίον των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης δεν έχει σχέση με το ζητούμενο στην παρούσα υπόθεση, που είναι ο έλεγχος της διάρκειας της κράτησης του αιτητή, διά του προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus.
Τα όλα δεδομένα τα οποία έχουν αναφερθεί πιο πάνω κατατείνουν στο συμπέρασμα ότι η κράτηση του αιτητή είναι παράνομη και η αίτηση για Habeas Corpus πρέπει να επιτύχει και επιτυγχάνει. Επομένως εκδίδεται το αιτούμενο ένταλμα και διατάσσεται η άμεση απόλυση και απελευθέρωση του αιτητή από την κράτηση του.
Τα έξοδα της αίτησης επιδικάζονται υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ' ων η αίτηση, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Τα έξοδα της μεταφράστριας να καλυφθούν από τη Δημοκρατία.
Η αίτηση επιτρέπεται με έξοδα.