ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 1 ΑΑΔ 485
24 Aπριλίου, 2007
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΤΡΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείουσα - Εναγομένη,
ν.
ΧΡΥΣΤΑΛΛΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ,
Εφεσίβλητης - Ενάγουσας.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 170/2006)
Αστικά αδικήματα ― Δυσφήμιση ― Δημοσιεύματα στον τύπο και προβολή από τηλεοράσεως και ραδιοφώνου γεγονότων και πληροφοριών με τα οποία αποδίδονταν στην ενάγουσα κακόβουλες πράξεις σε σχέση με το άτομο της εναγομένης και τα οποία οδήγησαν στην διατύπωση κατηγοριών για ποινικά αδικήματα και στην προσαγωγή της ενάγουσας ενώπιον του Δικαστηρίου ― Επιδίκαση αποζημιώσεων υπέρ της ενάγουσας £7.000 ― Επικυρώθηκαν κατ' έφεση.
Η εφεσείουσα-εναγόμενη κατήγγειλε ψευδώς την εφεσίβλητη-ενάγουσα ως τη γυναίκα που της προκάλεσε μαζί με δύο άλλα πρόσωπα σοβαρά τραύματα σε διάφορα μέρη του σώματός της, ενώ στο μέτωπο της χάραξε τα γράμματα Χ.Ε. που είναι τα αρχικά του ονόματος της εφεσίβλητης. Η εφεσίβλητη συνελήφθη από την Αστυνομία η οποία και την παρουσίασε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, που συνεδριάζει στο Παραλίμνι, για την έκδοση διατάγματος προσωποκράτησης. Εξετάζονταν εις βάρος της τέσσερις κατηγορίες (α) πράξη που σκοπεύει στην πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, (β) συνωμοσία για διάπραξη κακουργήματος, (γ) είσοδος σε κατοικία με σκοπό διάπραξης κακουργήματος και (δ) κακόβουλη ζημία. Το Δικαστήριο διέταξε την 8ήμερη κράτησή της για να διευκολυνθούν οι έρευνες της Αστυνομίας. Δύο μέρες αργότερα, η εφεσείουσα παρουσιάστηκε αυτοβούλως στην Αστυνομία και αναίρεσε τα όσα κατέθεσε εις βάρος της εφεσίβλητης, λέγοντας πως το έκανε για να εκδικηθεί την εφεσίβλητη η οποία παρενοχλούσε το σύζυγο της. Η εφεσίβλητη ελευθερώθηκε αμέσως από την κράτηση. Η Αστυνομία καταχώρησε κατηγορία εναντίον της εφεσείουσας για το αδίκημα της δημόσιας βλάβης, αυτή παραδέχθηκε και της επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 μηνών.
Η εφεσίβλητη καταχώρησε αγωγή εναντίον της εφεσείουσας στην οποία ζητούσε γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για δυσφήμιση. Τα γεγονότα που οδήγησαν στην πρόσαψη των πιο πάνω κατηγοριών, έγιναν παραδεκτά ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, στη βάση των γεγονότων αυτών δικαίωσε την εφεσίβλητη και τής επιδίκασε £7.000 ως αποζημίωση.
Η εφεσείουσα καταχώρησε έφεση προβάλλοντας τους ακόλουθους λόγους έφεσης:
1 Η αγωγή θα έπρεπε να απορριφθεί γιατί στο κλητήριο ένταλμα και την έκθεση απαιτήσεως δεν παρατίθετο αυτούσιο το ισχυριζόμενο δυσφημιστικό δημοσίευμα, όπως οι θεσμοί και η νομολογία επιβάλλουν.
2 Η εφεσείουσα δεν γνώριζε τη φύση της υπόθεσης που αντιμετώπιζε, ώστε να προβάλει ορθά την υπεράσπισή της με αποτέλεσμα η δίκη να μην ήταν δίκαιη. Ο συνήγορός της ισχυρίσθηκε πως δεν ήταν καθαρό, από το κλητήριο ένταλμα και την έκθεση απαιτήσεως, κατά πόσο η αιτία αγωγής βασιζόταν μόνο σε δυσφήμιση ή και κακόβουλη δίωξη.
3 Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου πως η εφεσείουσα ευθύνεται και για την επαναδημοσίευση της δυσφήμισης από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, δεν ευσταθεί.
Αποφασίστηκε ότι:
1 Εκ των πραγμάτων, η εφεσίβλητη δεν είχε τη δυνατότητα να παραθέσει όλα όσα μεταδόθηκαν από τα ΜΜΕ. Εν πάση περιπτώσει ο δικηγόρος της εφεσείουσας θα μπορούσε να ζητήσει λεπτομέρειες των ισχυρισμών που προβάλλονταν στην έκθεση απαιτήσεως. Όμως αυτό δεν έγινε για τον απλούστατο λόγο ότι τα πραγματικά γεγονότα έγιναν παραδεκτά και καταγράφηκαν στο πρακτικό του Δικαστηρίου.
2 Ο δικηγόρος της εφεσίβλητης επεδίωξε κατά τη διαδικασία να τροποποιήσει την έκθεση απαιτήσεως και να προσθέσει και ως νέα αιτία αγωγής την κακόβουλη δίωξη, βάσει του Άρθρου 32 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου. Ο δικηγόρος της εφεσείουσας έφερε ένσταση στην αίτηση το δε Δικαστήριο την αποδέκτηκε.
3 Για να εξεταζόταν ο λόγος έφεσης υπ' αρ. 3 θα έπρεπε να είχε συναρτηθεί με λόγο έφεσης εναντίον του ύψους του ποσού της αποζημίωσης, που δεν υπάρχει.
Η έφεση απορρίφθηκε με £1.500 έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (Υπόθ. Αρ. 8/02), ημερομ. 31.3.06.
Μεν. Κυπριανού, για την Εφεσείουσα.
Γ. Πιττάτζιης, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Η εφεσείουσα-εναγόμενη, κατά τον ουσιώδη χρόνο 24 ετών, ζούσε με το σύζυγο της στον Πρωταρά. Η εφεσίβλητη-ενάγουσα 23 ετών, ανύπαντρη, μένει στο Παραλίμνι. Ο σύζυγος της εφεσείουσας πριν από το γάμο τους διατηρούσε δεσμό με την εφεσίβλητη, που είχε διαλυθεί. Δημιουργήθηκε όμως, και διατηρήθηκε, ένταση στις σχέσεις των διαδίκων. Στις 5.11.2001 η εφεσείουσα παρουσιάστηκε στον αστυνομικό σταθμό Παραλιμνίου και υπέβαλε προφορικό παράπονο εναντίον της εφεσίβλητης. Την επόμενη μέρα, 6.11.2001, σε γραπτή κατάθεση, που κάλυπτε 14 χειρόγραφες σελίδες, κατηγόρησε την εφεσίβλητη για διάφορα αδικήματα που, κατά τους ισχυρισμούς της, διέπραξε σε βάρος της και τα οποία, μέσα από τα περιγραφόμενα στην κατάθεση περιστατικά, προέκυπταν από τα γεγονότα που εξιστόρησε, και που ακολουθούν:
Στις 5.11.2001 γύρω στις 5.15 το απόγευμα βρισκόταν μόνη στο υπνοδωμάτιο του διαμερίσματος της. Εντελώς ξαφνικά δέχτηκε κτύπημα με σκληρό αντικείμενο στο κεφάλι και έπεσε σχεδόν αναίσθητη στο κρεβάτι. Όταν συνήλθε είδε τρία πρόσωπα, δύο άντρες και μια γυναίκα, με καλυμμένα πρόσωπα να προσπαθούν να την ακινητοποιήσουν. Στη συνέχεια άρχισαν να την κακοποιούν κτυπώντας την σε διάφορα μέρη του σώματος, προσπάθησαν μάλιστα να την παρενοχλήσουν και σεξουαλικά. Η επιτιθέμενη γυναίκα κρατούσε αιχμηρό αντικείμενο με το οποίο την τραυμάτισε σε διάφορα μέρη του σώματος, ενώ στο μέτωπο της χάραξε τα γράμματα Χ.Ε. που είναι τα αρχικά του ονόματος της εφεσίβλητης. Μόλις τέλειωσε η περιπέτεια της παραπονέθηκε σε μια γειτόνισσα η οποία ειδοποίησε το σύζυγο της ο οποίος και την πήρε σε κλινική για περίθαλψη των τραυμάτων της. Η εφεσείουσα κατονόμασε την εφεσίβλητη ως τη γυναίκα μεταξύ των τριών ατόμων που της επιτέθηκαν, εκφράζοντας βεβαιότητα για την ταυτότητα της. Η εφεσίβλητη συνελήφθη από την Αστυνομία, η οποία και την παρουσίασε, στις 6.11.2001, ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, που συνεδριάζει στο Παραλίμνι, για την έκδοση διατάγματος προσωποκράτησης. Εξετάζονταν εις βάρος της τέσσερις κατηγορίες (α) πράξη που σκοπεύει στην πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, (β) συνωμοσία για διάπραξη κακουργήματος, (γ) είσοδος σε κατοικία με σκοπό διάπραξης κακουργήματος και (δ) κακόβουλη ζημία. Το Δικαστήριο διέταξε την 8ήμερη κράτηση της για να διευκολυνθούν οι έρευνες της Αστυνομίας. Όμως, στις 8.11.2001, η εφεσείουσα παρουσιάστηκε αυτοβούλως στην Αστυνομία και αναίρεσε τα όσα κατέθεσε εις βάρος της εφεσίβλητης, λέγοντας πως το έκανε για να εκδικηθεί την εφεσίβλητη η οποία παρενοχλούσε το σύζυγο της. Η εφεσίβλητη ελευθερώθηκε αμέσως από την κράτηση. Πολύ ορθά η αστυνομία καταχώρισε κατηγορία εναντίον της εφεσείουσας για το αδίκημα της δημόσιας βλάβης, το οποίο και παραδέχτηκε. Το Δικαστήριο της επέβαλε ποινή φυλάκισης 2 μηνών.
Η πιο πάνω ψευδής καταγγελία της εφεσείουσας, με το προκλητικό και γαργαλιστικό της περιεχόμενο, ως ήταν φυσικό αποτέλεσε κύριο θέμα των μέσων μαζικής ενημέρωσης τηλεόρασης, ραδιοφώνου και εφημερίδων. Η εφεσίβλητη καταχώρισε αγωγή εναντίον της εφεσείουσας στην οποία ζητούσε γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για προφορική και γραπτή δυσφήμιση. Τα δε γεγονότα, που παραθέσαμε πιο πάνω, έγιναν παραδεκτά ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Με αυτό τον τρόπο οι δικηγόροι, ενεργώντας πολύ ορθά, διευκόλυναν τη δικαστική διαδικασία.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, στη βάση των γεγονότων αυτών, έκρινε πως η εφεσίβλητη απέδειξε την υπόθεση της και της επιδίκασε £7.000 ως αποζημίωση. Στο εφετήριο που καταχώρισε η εφεσείουσα διατυπώνονται τρεις λόγοι. Θα περιοριστούμε στην εξέταση της έφεσης στη βάση αυτών των λόγων, και τον τρόπο παρουσίασης της υπόθεσης ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Η πρώτη εισήγηση του δικηγόρου της εφεσείουσας είναι πως η αγωγή θα έπρεπε να απορριφθεί γιατί στο κλητήριο ένταλμα και την έκθεση απαιτήσεως δεν παρατίθετο αυτούσιο το ισχυριζόμενο δυσφημιστικό δημοσίευμα, όπως οι θεσμοί και η νομολογία επιβάλλουν. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ασχολήθηκε ειδικά με το θέμα, και η κρίση του βασίζεται στη λογική των πραγμάτων, την οποία και υιοθετούμε. Το επίμαχο δημοσίευμα δεν ήταν μια ύβρις αποτελούμενη από μερικές λέξεις, ή ένα γραπτό κείμενο με συγκεκριμένη μορφή ώστε να επαναφερθεί αυτούσιο στην έκθεση απαιτήσεως. Η γραπτή κατάθεση της εφεσείουσας στην Αστυνομία, όπως είπαμε πιο πάνω, καταλάμβανε 15 χειρόγραφες σελίδες άγνωστου περιεχόμενου στην ίδια την εφεσίβλητη, μέχρι που το περιεχόμενο ή μέρος του κατατέθηκε προφανώς στο Δικαστήριο κατά τη διαδικασία έκδοσης εντάλματος προσωποκράτησής της. Η αναμετάδοση από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης των κύριων χαρακτηριστικών της καταγγελίας ήταν το αποτέλεσμα της προμελετημένης πράξης της εφεσείουσας, που στόχευε ακριβώς σ΄αυτό το σκοπό, να κατασυκοφαντήσει δηλαδή και να εξευτελίσει δημοσίως την εφεσίβλητη. Η τελευταία βέβαια, εκ των πραγμάτων, ήταν αδύνατο να παραθέσει στην έκθεση απαιτήσεως όλα όσα μεταδόθηκαν από τα ΜΜΕ. Εν πάση περιπτώσει ο δικηγόρος της εφεσείουσας θα μπορούσε να ζητήσει λεπτομέρειες των ισχυρισμών που προβάλλονταν στην έκθεση απαιτήσεως. Δεν έγινε όμως κάτι τέτοιο για τον απλούστατο λόγο επειδή τα πραγματικά γεγονότα έγιναν παραδεκτά και κατεγράφηκαν στο πρακτικό του Δικαστηρίου. Δεν χρειαζόταν τίποτε άλλο. Ο δεύτερος λόγος έφεσης, με τον οποίο ασχολήθηκε κατά κύριο λόγο ο δικηγόρος της εφεσείουσας, αφορά στην εισήγηση του πως η εφεσείουσα δεν γνώριζε τη φύση της υπόθεσης που αντιμετώπιζε, ώστε να προβάλει ορθά την υπεράσπιση της με αποτέλεσμα η δίκη να μην ήταν δίκαιη. Ισχυρίζεται ο συνήγορος πως δεν ήταν καθαρό, από το κλητήριο ένταλμα και την έκθεση απαιτήσεως, κατά πόσο η αιτία αγωγής βασιζόταν μόνο σε δυσφήμιση ή και κακόβουλη δίωξη. Είναι αβάσιμος και αυτός ο λόγος έφεσης. Σε κανένα στάδιο της διαδικασίας ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν ηγέρθη τέτοιο θέμα. Να αναφερθούμε όμως και στο πιο καταλυτικό σημείο που αποδεικνύει τη λαθεμένη θέση του δικηγόρου της εφεσείουσας, ο οποίος προφανώς λησμόνησε πως ο δικηγόρος της εφεσίβλητης επιδίωξε κατά τη διαδικασία να τροποποιήσει την έκθεση απαιτήσεως, για να προσθέσει και ως νέα αιτία αγωγής την κακόβουλη δίωξη, βάσει του άρθρου 32 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου. Ο ίδιος (ο δικηγόρος της εφεσείουσας) έφερε ένταση στην αίτηση το δε Δικαστήριο την αποδέχτηκε.
Με τον τρίτο λόγο έφεσης προσβάλλεται η κατάληξη του Δικαστηρίου πως η εφεσείουσα ευθύνεται και για την επαναδημοσίευση της δυσφήμισης από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Για να εξεταζόταν ο λόγος αυτός, θα έπρεπε να είχε συναρτηθεί με λόγο έφεσης εναντίον του ύψους του ποσού της αποζημίωσης, που δεν υπάρχει. Έχουμε όμως ήδη αναφέρει πως και επ΄αυτού του σημείου θεωρούμε ως ορθή την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Ενόψει των ανωτέρω η έφεση απορρίπτεται με £1.500 έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με £1.500 έξοδα.