ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2006) 1 ΑΑΔ 1362

19 Δεκεμβρίου, 2006

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΑΡΓΥΡΗ,

Εφεσείων,

v.

ΧΛΟΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΑ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ,

Εφεσίβλητης.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 74/2005)

 

Συμβάσεις ― Ερμηνεία όρων σύμβασης ― Σκοπός είναι η ανεύρεση της πραγματικής πρόθεσης των συμβαλλομένων από το λεκτικό του κειμένου, κοιταγμένο στο σύνολό του.

Ενοικίαση ― Εγγύηση σε σύμβαση ενοικίασης ― Ευθύνη εγγυητή ― Άρθρο 86 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149 ― Δυνατότητα έγερσης αγωγής μόνο εναντίον του εγγυητή ― Άρθρο 95 του Κεφ. 149.

Ο εφεσείων ήταν ο εγγυητής σε σύμβαση ενοικίασης ακινήτου ημερ. 12/7/1988, μεταξύ του ιδιοκτήτη Χρύσανθου Χρυσοστόμου (διαχειρίστρια της περιουσίας του οποίου είναι η εφεσίβλητη) και του ενοικιαστή Θουκή Αργυρίδη. Η εφεσίβλητη αξίωσε με αγωγή της εναντίον του εφεσείοντος εγγυητή ενοίκια και ενδιάμεσα οφέλη της περιόδου: 1/12/90 - 13/8/91, 14/8/91 - 18/1/94 και μετά την 19/1/94. Δηλώθηκε εκ συμφώνου ότι σε περίπτωση επιτυχίας της αξίωσης της εφεσίβλητης, αυτή θα δικαιούτο σε απόφαση υπέρ της και εις βάρος του εφεσείοντος: (α) για ποσό £23.582.- με τόκο 6% ετησίως από 17/3/94 και (β) για ποσό £18.500.- με τόκο 6% ετησίως από 7/4/94 μέχρις εξοφλήσεως. Στη σύμβαση ενοικίασης η οποία κατατέθηκε εκ συμφώνου ως τεκμήριο 1, αναγραφόταν ότι ως διάρκεια ενοικίασης συμφωνείτο η περίοδος των 2 ετών που άρχιζε από 15/7/88 μέχρι και 14/7/90 «με δικαίωμα του ενοικιαστού να ανανεώσει τη παρούσα συμφωνία δια ετέρα περίοδο τριών (3) ετών υπό τους ίδιους όρους και με το ίδιο ενοίκιο πλην του δικαιώματος ανανεώσεως». Στο τέλος της προαναφερόμενης συμφωνίας αναγράφονται τα εξής: «Ο υποφαινόμενος Διονύσης Αργύρη εκ Λεμεσού εγγυώμαι αλληλεγγύως μετά του ενοικιαστού την τακτικήν πληρωμήν των ενοικίων και την υπ' ούτου πιστή τήρηση των όρων της παρούσης συμφωνίας».

Το μόνο θέμα που παρέμεινε επίδικο ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου ήταν το κατά πόσο η εγγύηση του εφεσείοντος ίσχυε ή όχι. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού άκουσε την επιχειρηματολογία των μερών, δεδομένου ότι δεν προσφέρθηκε οποιαδήποτε μαρτυρία από οποιαδήποτε πλευρά, μελέτησε το τεκμήριο 1 και έκρινε ότι η εγγύηση του εφεσείοντος ήταν σε ισχύ και κατ' επέκταση εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης-ενάγουσας και εις βάρος του εφεσείοντος-εναγόμενου για τα προαναφερόμενα δύο ποσά με τόκο.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση υποστηρίζοντας ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμήνευσε λανθασμένα τους όρους της επίδικης εγγύησης που είχε υπογράψει. Εάν την ερμήνευε ορθά θα απέρριπτε την αγωγή της εφεσίβλητης.

Αποφασίστηκε ότι:

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμήνευσε ορθά την επίδικη σύμβαση και κατέληξε στη διαπίστωση ότι από τα όσα σ' αυτή αναγράφονται προκύπτουν τα ακόλουθα στη βάση της πραγματικής πρόθεσης των συμβαλλομένων:

1.  Η μεταξύ τους συμφωνία ενοικίασης είχε δυνητικά καταληκτικό χρονικό όριο τα 5 χρόνια από 15/7/88 και όχι μόνο για την αρχική περίοδο των 2 ετών.

2.  Η επέκταση της συμφωνίας για περαιτέρω περίοδο 3 ετών δεν δημιουργούσε νέα συμφωνία και κατ' επέκταση δεν απάλλασσε τον εγγυητή από τις υποχρεώσεις του, σύμφωνα με το Άρθρο 91 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149.

3.  Η ευθύνη του εγγυητή, όπως προβλέπεται και στο Άρθρο 86 του Κεφ. 149 συνυπάρχει με την ευθύνη του πρωτοφειλέτη εκτός αν υπάρχει αντίθετη πρόνοια. Ο εγγυητής δεν απαλλάσσεται της ευθύνης επειδή στο λεκτικό της εγγύησης δεν περιλαμβάνετο και το επίρρημα «κεχωρισμένως» μαζί με το επίρρημα «αλληλεγγύως».

4.  Υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης και στην απουσία οποιουδήποτε όρου περί του αντιθέτου, δεν υπάρχει εμπόδιο στην έγερση αγωγής εναντίον του εγγυητή χωρίς να είναι συνεναγόμενος και ο ενοικιαστής (Άρθρο 95 του Κεφ. 149).

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εις βάρος του εφεσείοντος.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπ.�Αρ. 3632/98), ημερ. 7/1/05.

Μ. Κωμοδρόμου για Ν. Αναστασιάδη, για τον Εφεσείοντα.

Καμιά εμφάνιση, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάτος, Δ..

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου συμφωνήθηκε ότι είχε καταρτισθεί σύμβαση ενοικίασης ακινήτου μεταξύ Χρύσανθου Χρυσοστόμου (διαχειρίστρια της περιουσίας του οποίου είναι η εφεσίβλητη), ως ιδιοκτήτη, και Θουκή Αργυρίδη, ως ενοικιαστή. Η σύμβαση αυτή κατατέθηκε εκ συμφώνου ως τεκμήριο 1. Στην προαναφερόμενη σύμβαση ημερ. 12.7.1988 ο εφεσείων ήταν ο εγγυητής. Δηλώθηκε εκ συμφώνου ότι σε περίπτωση που η αξίωση της εφεσίβλητης πετύχαινε, αυτή θα δικαιούτο σε απόφαση υπέρ της και εις βάρος του εφεσείοντα: (α) για ποσό £23.582.- με τόκο 6% ετησίως από 17.3.94 και (β) για ποσό £18.500.- με τόκο 6% ετησίως από 7.4.94 μέχρις εξοφλήσεως. Ας σημειωθεί ότι η αξίωση αφορούσε σε ενοίκια και ενδιάμεσα οφέλη της περιόδου: 1.12.90-13.8.91, 14.8.91-18.1.94 και μετά την 19.1.94.

Το μόνο θέμα που παρέμεινε επίδικο ενώπιον του πρωτοδίκου δικαστηρίου ήταν το κατά πόσο η εγγύηση του εφεσείοντα ίσχυε ή όχι. Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, αφού άκουσε την επιχειρηματολογία των μερών, δεδομένου ότι δεν προσφέρθηκε οποιαδήποτε μαρτυρία από οποιαδήποτε πλευρά, μελέτησε το τεκμήριο 1 και έκρινε ότι η εγγύηση του εφεσείοντα ήταν σε ισχύ και κατ' επέκταση εξέδωσε απόφαση υπέρ της εφεσίβλητης-ενάγουσας και εις βάρος του εφεσείοντα-εναγόμενου για τα προαναφερόμενα δύο ποσά με τόκο.

Η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται ενώπιόν μας για το ότι το δικαστήριο λανθασμένα ερμήνευσε τους όρους της επίδικης εγγύησης που είχε υπογράψει ο εφεσείων. Είναι η θέση του εφεσείοντα ότι εάν το πρωτόδικο δικαστήριο ερμήνευε ορθά τους όρους της επίδικης εγγύησης θα απέρριπτε την αγωγή της εφεσίβλητης.

Στην προαναφερόμενη συμφωνία-τεκμήριο 1 αναγραφόταν ότι ως διάρκεια ενοικίασης συμφωνείτο η περίοδος των 2 ετών που άρχιζε από 15.7.88 μέχρι και 14.7.90 «με δικαίωμα του ενοικιαστού να ανανεώση τη παρούσα συμφωνία δια ετέρα περίοδο τριών (3) ετών υπό τους ίδιους όρους και με το ίδιο ενοίκιο πλην του δικαιώματος ανανεώσεως». Στο τέλος της προαναφερόμενης συμφωνίας αναγράφονται τα εξής: «Ο υποφαινόμενος Διονύσης Αργύρη εκ Λεμεσού εγγυώμαι αλληλεγγύως μετά του ενοικιαστού την τακτικήν πληρωμήν των ενοικίων και την υπ' ούτου πιστή τήρηση των όρων της παρούσης συμφωνίας».

Τα σημεία που χρήζουν εξέτασης είναι ουσιαστικά τα εξής:

(α) Κατά πόσο η εγγύηση του εφεσείοντα κάλυπτε μόνον την περίοδο από 15.7.88 μέχρι 14.7.90 ή αν κάλυπτε και μεταγενέστερη χρονική περίοδο 3 ετών.

(β) Αν η τυχόν ανανέωση της διάρκειας της συμφωνίας για περαιτέρω περίοδο 3 ετών, όπως προνοείται στον όρο 2 της προαναφερόμενης συμφωνίας είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία νέας συμφωνίας στην οποία ο εφεσείων δεν συναίνεσε και η οποία συνεπώς δεν τον δέσμευε.

(γ) Αν το γεγονός ότι ο εφεσείων δεν ειδοποιήθηκε για την άσκηση, από τον ενοικιαστή, του δικαιώματος ανανέωσης που του παρείχε ο όρος 2, τον απάλλασσε από τις υποχρεώσεις του εγγυητή του ενοικιαστή.

(δ) Αν το ότι ο εφεσείων εγγυήθηκε «αλληλεγγύως» αλλά όχι και «κεχωρισμένως», μετά του ενοικιαστού, τις υποχρεώσεις του ενοικιαστού, απάλλασσε τον εγγυητή έναντι του ιδιοκτήτη δεδομένου ότι η αγωγή του ιδιοκτήτη δεν στρεφόταν εναντίον του ενοικιαστή και του εγγυητή αλλά μόνον εναντίον του εγγυητή.

Μελετήσαμε με προσοχή τα ενώπιόν μας στοιχεία και ιδιαίτερα το λεκτικό της προαναφερόμενης συμφωνίας. Όπως είναι θεμελιωμένο το δικαστήριο έχει καθήκον, ερμηνεύοντας μια συμφωνία, να  ανεύρει την πρόθεση των συμβληθέντων και να  ερμηνεύσει τα αναγραφόμενα στη συμφωνία κατά τρόπο που να συνάδει, να εφαρμόζει και να υλοποιεί, την πρόθεση των συμβληθέντων.

Συμφωνούμε με τον ευπαίδευτο πρωτόδικο Δικαστή ότι η πρόθεση των συμβληθέντων, όπως συνάγεται από το λεκτικό της συμφωνίας τους, ήταν, η μεταξύ τους συμφωνία ενοικίασης να έχει δυνητικά καταληκτικό χρονικό όριο τα 5 χρόνια. Αυτό συνάγεται ιδιαίτερα από την πρόνοια ότι ο ενοικιαστής είχε δικαίωμα ανανέωσης της συμφωνίας για περαιτέρω περίοδο 3 ετών υπό τους ίδιους όρους και με το ίδιο ενοίκιο πλην του δικαιώματος ανανέωσης. Ο εφεσείων-εγγυητής γνώριζε για το δικαίωμα μονομερούς ανανεώσεως της συμφωνίας από τον ενοικιαστή και επομένως θα πρέπει να είχε την πρόθεση να εγγυηθεί τον ενοικιαστή και για ολόκληρη την περίοδο των 5 ετών από 15.7.88 και όχι μόνον για την αρχική περίοδο των 2 ετών. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήξαμε αφού λάβαμε υπόψη και την πρόνοια ότι το δικαίωμα μονομερούς επέκτασης της περιόδου ενοικίασης που είχε ο ενοικιαστής ήταν ένας από τους όρους της σύμβασης που ο εφεσείων εγγυήθηκε πιστή τήρησή τους.

Συμφωνούμε επίσης με τον ευπαίδευτο πρωτόδικο Δικαστή και ως προς το συμπέρασμα του ότι η επέκταση της συμφωνίας για περαιτέρω περίοδο 3 ετών, σύμφωνα με τον όρο 2 της συμφωνίας, δεν είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία νέας συμφωνίας και κατ΄ επέκταση δεν απάλλασσε τον εγγυητή από τις υποχρεώσεις του, σύμφωνα με το άρθρο 91 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149.

Αναφορικά με τα επιχειρήματα του εφεσείοντα ότι η εφεσίβλητη δεν απέδειξε ότι ο ενοικιαστής όντως άσκησε το μονομερές δικαίωμα ανανέωσης που είχε και ότι εν πάση περιπτώσει ο εφεσείων δεν ειδοποιήθηκε για τυχόν τέτοια ανανέωση, παρατηρούμε πως αυτά τα θέματα δεν εγείρονται στο δικόγραφο του εφεσείοντα, όπως θα έπρεπε, και επομένως δεν είναι θέματα που θα μας απασχολήσουν. Εν πάση όμως περιπτώσει επισημαίνουμε ότι η αξίωση της εφεσίβλητης ήταν για ενοίκια περιόδου μεταγενέστερης της 14.7.90 (που έληγε η πρώτη διετία) και στη σύμβαση μεταξύ των διαδίκων δεν υπήρχε οποιοσδήποτε όρος για παροχή ειδοποίησης στον εφεσείοντα-εγγυητή σε περίπτωση επέκτασης της περιόδου ενοικίασης πέραν της πρώτης διετίας.

Το τελευταίο θέμα που απασχόλησε το πρωτόδικο δικαστήριο ήταν εκείνο του κατά πόσο η αποφυγή αναφοράς και στο επίρρημα «κεχωρισμένως» μαζί με το επίρρημα «αλληλεγγύως» απάλλασσε τον εφεσείοντα από την ευθύνη του εγγυητή, νοουμένου ότι η αγωγή στρέφεται μόνον εναντίον του εγγυητή και όχι και του ενοικιαστή. Συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο ότι, όπως προβλέπεται και στο άρθρο 86 του Κεφ. 149, η ευθύνη του εγγυητή συνυπάρχει με την ευθύνη του πρωτοφειλέτη εκτός εάν υπάρχει αντίθετη πρόνοια. Επομένως η ευθύνη που έχει ο εφεσείων στην προκείμενη περίπτωση συνυπάρχει με εκείνη του ενοικιαστή και δεν ήταν απαραίτητο στο λεκτικό της εγγύησης να περιλαμβάνεται και το επίρρημα «κεχωρισμένως» δίπλα από το επίρρημα «αλληλεγγύως».

Ακόμα κρίνουμε πως, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης αυτής και στην απουσία οποιουδήποτε όρου περί του αντιθέτου, δεν υπάρχει οποιοδήποτε εμπόδιο στο να εγερθεί αγωγή εναντίον του εγγυητή χωρίς να είναι συνεναγόμενος και ο ενοικιαστής, όπως έγινε στην προκείμενη περίπτωση (Δέστε: Άρθρο 95 του Κεφ. 149).

Για τους προαναφερόμενους λόγους θεωρούμε την έφεση ως αβάσιμη και την απορρίπτουμε, με έξοδα  εις βάρος του εφεσείοντα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος του εφεσείοντος.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο