ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 310
10 Mαρτίου, 1999
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ, ΑΝΗΛΙΚΟΣ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ ΚΗΔΕΜΟΝΟΣ ΤΟΥ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ,
Eφεσείων,
v.
ΜΙΧΑΛΑΚΗ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ,
Eφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 9609)
Απόδειξη — Πολιτική δίκη — Παραδοχή αμέλειας σε ποινική υπόθεση — Αποτελεί μαρτυρία σε πολιτική δίκη, στην οποία εγείρεται θέμα ευθύνης για την οδική σύγκρουση — Η μαρτυρία αυτή σχετίζεται άμεσα με την αξιοπιστία της υπόλοιπης μαρτυρίας και πρέπει να συνεκτιμηθεί με αυτή.
Ο εφεσίβλητος απαλλάγηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, από κάθε ευθύνη για την πρόκληση τροχαίου ατυχήματος στο οποίο τραυματίστηκε ο εφεσείων, ηλικίας 6 χρόνων κατά τον χρόνο του ατυχήματος. Η εκδοχή του εφεσίβλητου, ότι ο εφεσείων βγήκε στο δρόμο τρέχοντας αντί περπατώντας - όπως ο εφεσείων ισχυριζόταν - με αποτέλεσμα να συγκρουσθεί με το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου και να τραυματισθεί, έγινε αποδεκτή, αφού αξιολογήθηκε με την πραγματική και την υπόλοιπη μαρτυρία.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση υποστηρίζοντας ότι το πρωτόδικο Δικαστήρο εσφαλμένα εκτίμησε την παραδοχή του εφεσίβλητου στο ποινικό Δικαστήριο κατά τρόπο αόριστο και χωρίς επαρκή αιτιολογία με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος της ορθότητας της εκτίμησής του αυτής.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Σύμφωνα με τη νομολογία η παραδοχή ενοχής στην ποινική δίκη αποτιμάται σε συνάρτηση με τα γεγονότα που την περιβάλλουν για να αξιολογηθεί η αποδεικτική της αξία στην πολιτική υπόθεση.
2. Στην προκείμενη περίπτωση ο εφεσίβλητος, τόσο στην ποινική όσο και στην πολιτική υπόθεση, επέμενε παρά την παραδοχή του, ότι ο εφεσείων βγήκε στο δρόμο τρέχοντας. Υπό τις περιστάσεις και ελλείψει των πραγματικών γεγονότων που στοιχειοθετούσαν την κατηγορία που παραδέχθηκε ο εφεσίβλητος στην ποινική υπόθεση, ορθά και με επαρκή αιτιολογία το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν απέδωσε οποιαδήποτε σημασία στην απλή παραδοχή του για αμελή οδήγηση.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Χ"Ιωάννου v. Μπουκάριος (1995) 1 Α.Α.Δ. 131.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Mιχαηλίδης, A.E.Δ.) που δόθηκε στις 30 Nοεμβρίου, 1995 (Aγωγή Aρ. 2163/85) με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή του για αποζημιώσεις λόγω τραυματισμού του σε τροχαίο δυστύχημα γιατί απάλλαξε τον εναγόμενο-εφεσίβλητο από κάθε ευθύνη.
Π. Αγγελίδης, για τον Eφεσείοντα.
Α. Π. Ερωτοκρίτου, για τον Eφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γαβριηλίδης.
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 16/4/1984, το απόγευμα, ο εφεσίβλητος οδηγούσε το υπ' αριθμό GW 465 αυτοκίνητο στην Κάτω Λακατάμια κατά μήκος της οδού Φιλοκύπρου. Ο δρόμος απέναντι του ήταν καθαρός. Την ίδια ώρα, ο εφεσείων, που ήταν τότε μικρό παιδί ηλικίας μόλις 6 ετών, έπαιζε μπάλα μαζί με άλλα παιδιά μέσα στην αυλή του σπιτιού του. Σε κάποια στιγμή η μπάλα ξέφυγε από την αυλή και κύλισε στο δρόμο. Τότε ένα από τα παιδιά, που δεν ήταν άλλο από τον εφεσείοντα, κατευθύνθηκε προς την μπάλα με σκοπό να την επαναφέρει στην αυλή για συνέχιση του παιχνιδιού. Στην προσπάθεια του βγήκε από το ανοικτό κάγκελο του γκαράζ του σπιτιού του στο δρόμο, οπότε, παρά την κίνηση του εφεσίβλητου να αποφύγει τη σύγκρουση, χτύπησε στο μπροστινό μέρος του αυτοκινήτου του εφεσίβλητου και τραυματίστηκε σοβαρά.
Το βασικό ερώτημα που απασχόλησε το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν κατά πόσο ο εφεσείων βγήκε στο δρόμο περπατώντας ή τρέχοντας. Η εκδοχή του εφεσείοντα ήταν ότι βγήκε περπατώντας ενώ, αντίθετα, του εφεσίβλητου ότι βγήκε τρέχοντας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε την πραγματική μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του σε συνδυασμό με την υπόλοιπη μαρτυρία, αποδέχθηκε και πίστεψε την εκδοχή του εφεσίβλητου ότι, δηλαδή, ο εφεσείων βγήκε στο δρόμο απότομα και, παρά την προσπάθεια του να τον αποφύγει με το πάτημα των φρένων του, δεν κατόρθωσε να αποτρέψει τη σύγκρουση με αποτέλεσμα να κτυπήσει και τραυματίσει τον εφεσείοντα. Ακολούθως απάλλαξε τον εφεσίβλητο από κάθε ευθύνη για το δυστύχημα.
Σε σχέση με το δυστύχημα ο εφεσίβλητος κατηγορήθηκε ποινικά για αμελή οδήγηση και παραδέχθηκε ενοχή.
Ο λόγος έφεσης που προβλήθηκε και υποστηρίχθηκε ενώπιον μας από το δικηγόρο του εφεσείοντα είναι ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα εκτίμησε την παροδοχή του εφεσίβλητου στο ποινικό Δικαστήριο κατά τρόπο αόριστο και χωρίς επαρκή αιτιολογία με απότελεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος της ορθότητας της εκτίμησης του αυτής.
Κρίνουμε ότι ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί. Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν κατατέθηκε ο φάκελος της ποινικής υπόθεσης επειδή δεν ανευρέθηκε. Η μοναδική μαρτυρία που δόθηκε σε σχέση με την ποινική υπόθεση ήταν εκείνη του εφεσίβλητου, κατά την αντεξέταση του από το δικηγόρο του εφεσείοντα, και είχε επί λέξει ως εξής:-
"Ε. Γι' αυτή την υπόθεση, με δική σου παραδοχή καταδικάστηκες για αμελή οδήγηση;
Α. Όταν ήρθα στο Δικαστήριο, με ρώτησε ο Δικαστής αν έκανα δυστύχημα και του είπα: "ναι". Αυτό παραδέκτηκα. Δεν είχα έρθει με δικηγόρο. Κατηγορήθηκα για αμελή οδήγηση και παραδέκτηκα αλλά ανέφερα στο Δικαστήριο ότι το παιδί βγήκε τρέχοντας."
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, όπως διευκρινίζει στην απόφαση του, συνεκτίμησε το γεγονός της παραδοχής στην ποινική υπόθεση με το γεγονός ότι ο εφεσίβλητος ανέφερε ότι στην ποινική δίκη, όπως και ενώπιον του, επέμενε ότι το παιδί βγήκε στο δρόμο τρέχοντας. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονισθεί ότι δεν τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου τα γεγονότα που συνιστούσαν το πραγματικό υπόβαθρο της κατηγορίας και στοιχειοθετούσαν το ποινικό αδίκημα της αμελούς οδήγησης που παραδέχθηκε ο εφεσίβλητος. Η μοναδική μαρτυρία πάνω στο ζήτημα, μαρτυρία που εξάχθηκε αποκλειστικά από την αντεξέταση του εφεσίβλητου, συνίστατο απλώς στο γεγονός ότι, στην ποινική υπόθεση, ο εφεσίβλητος παραδέχθηκε ενοχή για αμελή οδήγηση. Δεν δόθηκε οποιαδήποτε μαρτυρία ότι τα γεγονότα που παραδέχθηκε ήταν τέτοια που συνιστούσαν το αστικό αδίκημα της αμέλειας για τους σκοπούς της πολιτικής υπόθεσης.
Σύμφωνα με τη νομολογία η παραδοχή ενοχής στην ποινική υπόθεση αποτιμάται σε συνάρτηση με τα γεγονότα που την περιβάλλουν για να αξιολογηθεί η αποδεικτική της αξία στην πολιτική υπόθεση. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστή Αρτεμίδη στην Χ"Ιωάννου ν. Μπουκάριος (1995) 1 Α.Α.Δ. 131 στη σελίδα 135:-
"Το άλλο ζήτημα που μας απασχόλησε, είναι η εισήγηση του δικηγόρου της εφεσίβλητης πως ο εφεσείων παραδέκτηκε ενοχή, για αμελή οδήγηση σε ποινική κατηγορία που του προσάφθηκε σχετιζόμενη με το επίδικο δυστύχημα. Η παραδοχή αυτή, προτείνει ο συνήγορος, αποδεικνύει στοιχείο αμέλειας που θάπρεπε να αξιολογηθεί ορθά από το δικαστήριο. Όπως έχει υποδειχθεί στην απόφαση του Εφετείου, στην Πουρίκκος ν. Βασιλείου, (1993) 1 Α.Α.Δ. 256, η παραδοχή ενοχής σε ποινική υπόθεση αποτιμάται σε συνάρτηση προς τα γεγονότα που θεωρήθηκαν ότι στοιχειοθετούν το αδίκημα, για να αξιολογηθεί η αποδεικτική σημασία της στην αστική δίκη. Από το φάκελο της ποινικής υπόθεσης διαπιστώνεται πως ο εφεσείων δεν παραδέκτηκε γεγονότα που να αποτελούν στοιχεία αμέλειας στην εκδικασθείσα αστική αγωγή."
Στην προκείμενη περίπτωση ο εφεσίβλητος, τόσο στην ποινική όσο και στην πολιτική υπόθεση, επέμενε, παρά την παραδοχή του, ότι ο εφεσείων βγήκε στο δρόμο τρέχοντας. Υπό τις περιστάσεις, και ελλείψει των πραγματικών γεγονότων που στοιχειοθετούσαν την κατηγορία που παραδέχθηκε ο εφεσίβλητος στην ποινική υπόθεση, ορθά και με επαρκή αιτιολογία το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν απέδωσε οποιαδήποτε σημασία στην απλή παραδοχή του για αμελή οδήγηση.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.