ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1995) 1 ΑΑΔ 150

27 Φεβρουαρίου, 1995

[ΚΟΥΡΡΗΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗΣ,

Εφεσείων,

ν.

ΣΤΑΜΑΤΙΑΣ ΚΟΥΜΑΣΗ

Εφεσίβλητης,

ν.

ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΟΥΜΑΣΗ,

Τριτοδιάδικου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 8360).

Αυτοκινητικό ατύχημα — Είσοδος σε κύριο δρόμο από πάροδο — Παραγνώριση σήματος AΛΤ — Καθήκον οδηγού σε κύριο δρόμο — Ορατότητα από τον κύριο δρόμο στην πάροδο.

Μαρτυρία — Αυτοκινητικό ατύχημα — Προσαγωγή κατάθεσης που δόθηκε στην αστυνομία ως τεκμηρίου σε πολιτική δίκη για αποζημιώσεις — Παραδοχή διάδικου εναντίον του συμφέροντός του.

Τροποποίηση Δικογράφων — Τροποποίηση έκθεσης απαιτήσεως — Απαίτηση για αποζημιώσεις λόγω πλήρους καταστροφής αυτοκινήτου σε ατύχημα — Επιδίκαση αποζημιώσεων για επιδιόρθωση — Τροποποίηση με διάταγμα του Εφετείου.

Για ζημιές που έπαθε σε αυτοκινητικό ατύχημα που επεσυνέβη όταν ο εφεσείων-εναγόμενος εισήλθε από πάροδο σε κύριο δρόμο χωρίς να σταματήσει σε ΑΛΤ, το πρωτόδικο Δικαστήριο επεδίκασε £5.900 στην εφεσίβλητη-ενάγουσα ως αποζημιώσεις αφού ηύρε ότι ο τριτοδιάδικος σύζυγός της, οδηγός του αυτοκινήτου στο οποίο ήταν επιβάτιδα δεν είχε καμιά ευθύνη.

Στο ποσό συμπεριλαμβάνετο και κονδύλι £1.500 για επιδιόρθωση του αυτοκινήτου ενώ η έκθεση απαιτήσεως περιείχε αξίωση για ολική καταστροφή του.

Το ατύχημα επεσυνέβη, όταν ο τριτοδιάδικος οδηγούσε το αυτοκίνητο της συζύγου του εφεσίβλητης - ενάγουσας κατά μήκος της Λεωφόρου Στρατηγού Τιμάγια στη Λάρνακα και ο εφεσείων - εναγόμενος βγήκε από την οδό Ραφαήλ Σάντη και μπήκε στη Λεωφόρο παραλείποντας να σταματήσει στο ΑΛΤ.

Κατά την ακρόαση της υπόθεσης το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέκτηκε να κατατεθεί η κατάθεση του τριτοδιάδικου στην αστυνομία για το ατύχημα, σαν τεκμήριο.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ηύρε ότι ο εφεσείων - εναγόμενος εισήλθε στον κύριο δρόμο χωρίς να σταματήσει στο ΑΛΤ και εφάρμοσε τα φρένα του πολύ αργά, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει σύγκρουση.

Ο συνήγορος του εφεσείοντα-εναγόμενου, ισχυρίστηκε ότι ο τριτοδιάδικος είχε συντρέχουσα αμέλεια επειδή αφ' ενός δεν είδε το αυτοκίνητο του εφεσείοντα κατά μήκος της οδού Ραφαήλ Σάντη και αφ' ετέρου επειδή η ταχύτητα του ήταν υπερβολική υπό τις περιστάσεις.

Αποφασίστηκε, ότι:

(1) Ο τριτοδιάδικος δεν είχε καμιά αμέλεια για το ατύχημα· ο οδηγός οχήματος που οδηγεί κατά μήκος κυρίου δρόμου δε χρειάζεται, εκτός αν υπάρχουν τέτοιες συνθήκες που να προδιαθέτουν για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, να προβλέψει ότι άλλος οδηγός θα μπει από πάροδο στον κύριο δρόμο χωρίς πρώτα να σταματήσει και βεβαιωθεί ότι είναι ασφαλές να το πράξει.

(2) Υπήρχαν σπίτια και από τις δύο πλευρές της παρόδου που εμπόδιζαν την ορατότητα του τριτοδιάδικου από τον κύριο δρόμο· κανένας οδηγός δεν έχει καθήκον να μειώνει την ταχύτητα ή να χρησιμοποιεί τα φρένα κάθε φορά που πλησιάζει σε πάροδο.

(3) Εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την κατάθεση του τριτοδιάδικου στην Αστυνομία σαν μαρτυρία αναφορικά με τα γεγονότα και συνθήκες του ατυχήματος, αντικρύζοντάς την σαν να έγινε δυνάμει του άρθρου 4 του περί Αποδείξεως Νόμου Κεφ. 9, ενώ ζητήθηκε να κατατεθεί ως προηγούμενη δήλωση διαδίκου που περιείχε παραδοχές εναντίον του συμφέροντός του, δηλαδή με βάση την εξαίρεση του Κοινοδικαίου στον κανόνα της εξ' ακοής μαρτυρίας, η άρνηση όμως του Δικαστηρίου δεν επηρέασε ουσιαστικά ή καθόλου την υπόθεση του εφεσείοντα-εναγόμενου, επειδή τα ίδια γεγονότα επαναλήφθηκαν κατά την προφορική μαρτυρία του τριτοδιάδικου.

(4) Όπως η έκθεση απαιτήσεως τροποποιηθεί ώστε να περιλάβει αξίωση αποζημιώσεων για επιδιορθώσεις του αυτοκινήτου, επειδή το πρωτόδικο Δικαστήριο ανάλυσε εμπεριστατωμένα την ενώπιον του μαρτυρία σχετικά με τις αποζημιώσεις που έπρεπε να επιδικάσει και έδωσε επαρκείς λόγους για αυτήν που αποδέκτηκε.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Varnakides v. Papamichael and Another (1970) 1 C.L.R. 367,

Halid Kemal v. Kasti (1962) C.L.R. 317.

Έφεση.

Έφεση από τον εναγόμενο κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Νικολαΐδης, Π.Ε.Δ.) που δόθηκε στις 30.1.91 (Αρ. Αγωγής 2670/87) με την οποία επιδίκασε στην εφεσίβλητη το ποσό των £5.900 ως αποζημιώσεις για ζημιές που υπέστη το αυτοκίνητο της εφεσίβλητης-ενάγουσας σε τροχαίο ατύχημα, το οποίο οφειλόταν στην αποκλειστική αμέλεια του εφεσείοντα.

Γ. Πιττάτζης, για τον Εφεσείοντα.

Ν. Οικονόμου, για την Εφεσίβλητη.

Ν. Οικονόμου για Τ. Οικονόμου, για τον Τριτοδιάδικο.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κούρρης.

ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ.: Η έφεση στρέφεται εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, με την οποία επιδίκασε στην εφεσίβλητη το ποσό των £5.900 ως αποζημιώσεις για ζημιές που υπέστη το αυτοκίνητο της εφεσίβλητης-ενάγουσας σε τροχαίο ατύχημα, το οποίο οφειλόταν, σύμφωνα με την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, στην αποκλειστική αμέλεια του εφεσείοντα.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι δεν αποδείχτηκε ευθύνη από μέρους του τριτοδιάδικου και συνεπώς ο τριτοδιάδικος δεν υποχρεούται σε οποιαδήποτε συνεισφορά.

Ο συνήγορος του εφεσείοντα ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν ο αποκλειστικός υπαίτιος του επίδικου τροχαίου ατυχήματος. Ισχυρίζεται ότι ο τριτοδιάδικος υπέχει ευθύνη για συντρέχουσα αμέλεια.

Τα γεγονότα σε συντομία είναι τα εξής:

Στις 20/3/87 στη διασταύρωση της Λεωφόρου Στρατηγού Τιμάγια, ο τριτοδιάδικος που είναι σύζυγος της εφεσίβλητης, οδηγούσε το όχημα της υπ' αριθμό εγγραφής SD646 κατά μήκος της Λεωφόρου Στρατηγού Τιμάγια. Την ίδια στιγμή ο εφεσείοντας οδηγούσε το όχημά του υπ' αριθμό εγγραφής SD683 κατά μήκος της Οδού Ραφαήλ Σάντη και παρέλειψε να σταματήσει στο σημείο "ΑΛΤ" που βρίσκεται στη συμβολή της Οδού Ραφαήλ Σάντη με τη Λεωφόρο Στρατηγού Τιμάγια. Μπήκε στην πορεία του αυτοκινήτου της εφεσίβλητης και συγκρούστηκε βίαια με αυτό. Το σημείο σύγκρουσης είναι μέσα στη Λεωφόρο Στρατηγού Τιμάγια και απέχει 5 περίπου πόδια από τη νοητή γραμμή που ενώνει τους δύο δρόμους. Το αυτοκίνητο του εφεσείοντα άφησε ίχνη τροχοπέδησης μήκους 55 ποδιών.

Η εκδοχή του εφεσείοντα είναι ότι η πινακίδα με το σήμα του "ΣΤΟΠ" κατά μήκος της Οδού Ραφαήλ Σάντη, ήταν καλυμμένη πίσω από βουνό χωμάτων και κλαδιά και δε φαινόταν. Όταν αντιλήφθηκε φώτα στο δρόμο και ξαφνικά κατάλαβε ότι πρέπει να πλησιάζει στη Λεωφόρο Στρατηγού Τιμάγια, χρησιμοποίησε τα φρένα του, αλλά δεν μπόρεσε να αποφύγει τη σύγκρουση με το όχημα που οδηγούσε ο τριτοδιάδικος κατά μήκος του κύριου δρόμου. Ο εφεσείοντας ισχυρίστηκε ότι η ταχύτητα του τριτοδιάδικου ήταν μεγάλη, ενώ η δική του είχε μηδενιστεί όταν το αυτοκίνητο του έμπαινε στη Λεωφόρο Στρατηγού Τιμάγια.

Η εκδοχή του τριτοδιάδικου είναι ότι ενώ οδηγούσε κατά μήκος της Λεωφόρου Στρατηγού Τιμάγια κτυπήθηκε ξαφνικά από το αυτοκίνητο του εφεσείοντα το οποίο δεν είχε την ευκαιρία προηγουμένως να αποφύγει ή και να δει.  Είπε επίσης, ότι δεν μπορούσε να δει μέσα στην πάροδο και ότι είδε το αυτοκίνητο του εφεσείοντα μόλις δευτερόλεπτα πριν γίνει η σύγκρουση.

Ο πρωτόδικος Δικαστής αποδέχτηκε τη μαρτυρία του τριτοδιάδικου αναφορικά με τον τρόπο που έγινε το ατύχημα απορρίπτοντας ως εντελώς αβάσιμη και αναληθή την εκδοχή του εφεσείοντα και βρήκε τα γεγονότα ως εξής:

"Εν όψει των πιο πάνω καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα όσον αφορά τον καταμερισμό της ευθύνης για το δυστύχημα. Το δυστύχημα έγινε όταν ο Γεώργιος Κουμάσης (τριτοδιάδικος) οδηγούσε το αυτοκίνητο του στη Λεωφόρο Στρατηγού Τιμάγια. Ο εναγόμενος παράλειψε να σταματήσει στο σημείο άλτ που υπήρχε στην οδό Ραφαήλ Σάντη και πριν από τη συμβολή της με τη Λεωφόρο. Ο εναγόμενος (εφεσείοντας) αντιλήφθηκε την τελευταία στιγμή από τα φώτα των αυτοκινήτων ότι πλησίασε στη Λεωφόρο και στην προσπάθεια του να σταματήσει, εφάρμοσε τα φρένα του αυτοκινήτου του, προσπάθεια όμως που αποδείχθηκε ανεπιτυχής αφού το αυτοκίνητο του εναγομένου εισήλθε στη Λεωφόρο Στρατηγού Τιμάγια και ιδιαίτερα στην πορεία του αυτοκινήτου της ενάγουσας (εφεσίβλητης) με αποτέλεσμα να επακολουθήσει σφοδρή σύγκρουση η οποία είχε σαν αποτέλεσμα τα δύο αυτοκίνητα να καταλήξουν σε παρακείμενο ανοικτό χώρο σε απόσταση 145 από το σημείο σύγκρουσης.".

Όπως αναφέραμε πιο πάνω, ο συνήγορος του εφεσείοντα δεν ισχυρίστηκε ότι ο εφεσείοντας δεν υπέχει ευθύνη για την εν λόγω σύγκρουση. Ισχυρίζεται όμως ότι ο τριτοδιάδικος ευθύνεται για συντρέχουσα αμέλεια. Η εισήγηση του στηρίζεται στο γεγονός ότι ο τριτοδιάδικος δεν είδε το όχημα του εφεσείοντα κατά μήκος της Οδού Ραφαήλ Σάντη και ότι η ταχύτητα του τριτοδιάδικου ήταν υπερβολική υπό τις περιστάσεις.

Ο λόγος αυτός της έφεσης δεν ευσταθεί καθότι έχει επανειλημμένα λεχθεί ότι ο οδηγός οχήματος που οδηγεί κατά μήκος κυρίου δρόμου, δεν χρειάζεται, εκτός αν υπάρχουν συνθήκες τέτοιες που να προδιαθέτουν για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, να προβλέψει ότι άλλος οδηγός θα μπει από πάροδο στον κύριο δρόμο, χωρίς πρώτα να σταματήσει και να βεβαιωθεί ότι είναι ασφαλές να το πράξει (Βλέπε, μεταξύ άλλων, Varnavas G. Varnakides v. Christos Papamichael and Another (1970) 1 C.L.R. 367).

Στην παρούσα περίπτωση υπήρχαν σπίτια και από τις δύο πλευρές της παρόδου και ένας που οδηγούσε κατά μήκος της Λεωφόρου Τιμάγια δεν μπορούσε να δει κατά μήκος της Οδού Ραφαήλ Σάντη. Περιπλέον, κανένας οδηγός δεν έχει καθήκον να μειώνει την ταχύτητά του και να εφαρμόζει τα φρένα του κάθε φορά που πλησιάζει σε πάροδο. Συνεπώς, ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το τροχαίο ατύχημα οφειλόταν στην αποκλειστική αμέλεια του εφεσείοντα.

Άλλος λόγος έφεσης είναι ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν δέχτηκε να παρουσιαστεί ως Τεκμήριο η κατάθεση του τριτοδιάδικου στην Αστυνομία για σκοπούς παραδοχής γεγονότων ή και αμέλειας του για το εν λόγω ατύχημα.

Ο συνήγορος του εφεσείοντα εισηγήθηκε ότι ο τριτοδιάδικος έδωσε κατάθεση στην Αστυνομία αναφορικά με τα γεγονότα και συνθήκες του ατυχήματος, κατάθεση που περιείχε στοιχεία ως προς την παράλειψη του τριτοδιάδικου να αντιληφθεί το όχημα του εφεσείοντα έγκαιρα, να εφαρμόσει έγκαιρα τα φρένα του οχήματος που οδηγούσε, ως προς την ορατότητα από την πλευρά τη δική του ή και συναφή γεγονότα σχετικά με την ευθύνη του τριτοδιάδικου, ευθύνη για την οποία προσεπικλήθη ως διάδικος.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αντιμετώπισε την αίτηση του κ. Πιττάτζη για να κατατεθεί ως μαρτυρία ή κατάθεση του τριτοδιάδικου που δόθηκε στην Αστυνομία ως να εγένετο δυνάμει του άρθρου 4, του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9 και απέρριψε την αίτηση αυτή γιατί δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις του άρθρου αυτού. Είναι όμως καθαρό από το πρακτικό της διαδικασίας ότι ο κ. Πιττάτζης είχε ζητήσει να δοθεί αυτή η κατάθεση όχι δυνάμει του άρθρου 4, αλλά ως προηγούμενη δήλωση του διάδικου που περιείχε παραδοχές εναντίον του συμφέροντός του, δηλαδή με βάση την εξαίρεση του Κοινοδικαίου στο γενικό κανόνα της εξ' ακοής μαρτυρίας.

Όπως ανέπτυξε ενώπιόν μας ο κ. Πιττάτζης οι παραδοχές αυτές αφορούν δήλωση του τριτοδιάδικου ότι ουδέποτε είδε τον εναγόμενο να εξέρχεται από την πάροδο όπως επίσης και την ταχύτητά του. Είναι όμως φανερό από τη μαρτυρία που δόθηκε στη δίκη προφορικά από τον εφεσείοντα (εναγόμενο), ότι παραδέχθηκε και κατά τη διάρκεια της προφορικής αυτής μαρτυρίας τα γεγονότα αυτά ώστε η άρνηση του Δικαστηρίου να δεχτεί ως μαρτυρία την κατάθεση δεν επηρέασε ουσιαστικά ή καθόλου την υπόθεση του εφεσείοντα (εναγόμενου). Ως εκ τούτου παρόλο ότι είμαστε της γνώμης ότι η ενδιάμεση απόφαση ήταν λανθασμένη, εντούτοις βρίσκουμε ενόψει των πιο πάνω παρατηρήσεων μας ότι δεν επηρέασε την έκβαση της δίκης το γεγονός αυτό και δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο για αποδοχή της έφεσης.

Άλλος λόγος έφεσης είναι ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα επιδίκασε στην εφεσίβλητη αποζημιώσεις για επιδιορθώσεις του οχήματός της, καθότι τούτο δεν αποτελούσε επίδικο θέμα.

Ο συνήγορος του εφεσείοντα εισηγήθηκε ότι η μοναδική απαίτηση της εφεσίβλητης στην Έκθεση Απαιτήσεως ήταν για αποζημιώσεις για πλήρη καταστροφή του οχήματός της και η μαρτυρία που παρουσίασε αποσκοπούσε σε τούτο και μόνο το θέμα να αποδείξει πλήρη καταστροφή του οχήματός της, η δε υπεράσπιση του εφεσείοντα αφορούσε αυτό βασικά το θέμα. Ενώ η εφεσίβλητη δεν αξίωσε αποζημιώσεις για επιδιορθώσεις, το Δικαστήριο επιδίκασε σ' αυτήν αποζημιώσεις για επιδιορθώσεις, οι οποίες δεν αποτελούσαν επίδικο θέμα. Εν πάση περιπτώσει, εισηγήθηκε ότι οι αποζημιώσεις που επιδίκασε το πρωτόδικο Δικαστήριο προς όφελος της εφεσίβλητης ήταν υπερβολικές και δεν στηρίζονταν στη μαρτυρία που δόθηκε. Επίσης, ο συνήγορος του εφεσείοντα ισχυρίστηκε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα επιδίκασε £1.500 προς όφελος της εφεσίβλητης για επιδιορθώσεις που ενδεχόμενα θα πλήρωνε αν δεν επιδιόρθωνε το όχημα κάποιος Φραγκούλλης ο οποίος ισχυρίστηκε ότι ωφελήθηκε περίπου £1.500 από εκπτώσεις.

Ο πρωτόδικος Δικαστής ανέλυσε εμπεριστατωμένα τη μαρτυρία ενώπιον του σχετικά με τις αποζημιώσεις που έπρεπε να επιδικάσει στην υπό κρίση έφεση και έδωσε επαρκείς λόγους για τη μαρτυρία την οποία αποδέχτηκε και συμφωνούμε με την απόφαση αυτή. Δεν υπάρχει τρωτό σημείο στο οποίο μπορούμε να επέμβουμε.

Συμφωνούμε όμως με το συνήγορο του εφεσείοντα ότι η μοναδική απαίτηση της εφεσίβλητης στην Έκθεση Απαιτήσεως ήταν για αποζημιώσεις για πλήρη καταστροφή του οχήματός της και η μαρτυρία που παρουσίασε αποσκοπούσε σε τούτο και μόνο το θέμα. Δεν αξίωσε αποζημιώσεις για επιδιορθώσεις.

Σε αυτό το στάδιο μπορούμε να διατάξουμε την τροποποίηση της Εκθέσεως Απαιτήσεως και διατάσσουμε όπως τροποποιημένη Έκθεση Απαιτήσεως καταχωρηθεί στο Δικαστήριο, μαζί με το διάταγμα του Εφετείου. Μέχρις ότου η τροποποιημένη Έκθεση Απαιτήσεως και το διάταγμα καταχωρηθούν, η εκτέλεση της απόφασης αναστέλλεται (Βλέπε Halil Kemal v. Georghios M. Kasti (1962) C.L.R. 317, στη σελίδα 323).

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος του εφεσείοντα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο