19.-(1) Η Επιτροπή Ειδικών συνέρχεται, ανάλογα με τις ανάγκες, και στις περιπτώσεις επειγόντων περιστατικών συνέρχεται άμεσα.
(2) H Επιτροπή Ειδικών, προτού εξετάσει την περίπτωση και εκδώσει γνωμοδότηση με βάση τα στη διάθεσή της στοιχεία, δύναται να ζητήσει από τον ασθενή να παρουσιαστεί σε αυτήν για εξέταση, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η παρουσία του ασθενή είναι πρακτικά αδύνατη, ή να υποβληθεί σε οποιαδήποτε ειδική ιατρική ή άλλη εξέταση, η οποία θεωρείται αναγκαία για την έκδοση γνωμοδότησης.
(3) Η Επιτροπή Ειδικών προεδρεύεται από τον ιεραρχικά ανώτερο ιατρικό λειτουργό του δημόσιου τομέα που μετέχει σε αυτήν, και σε περίπτωση που τα μέλη της κατέχουν την ίδια θέση, από το αρχαιότερο μέλος.
(4) Οι αποφάσεις της Επιτροπής Ειδικών λαμβάνονται είτε ομόφωνα είτε κατά πλειοψηφία και αιτιολογούνται. Σε περίπτωση που η απόφαση δεν είναι ομόφωνη, το μέλος που διαφωνεί δύναται να εκθέσει γραπτώς τους λόγους της διαφωνίας του.
(5) Σε περίπτωση που, μέλος της Επιτροπής Ειδικών αδυνατεί να παραστεί σε συνεδρία, αυτή συνεδριάζει εφόσον παρίστανται τουλάχιστον δύο (2) μέλη. Σε τέτοια περίπτωση, η απόφαση πρέπει να είναι ομόφωνη. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατό να ληφθεί απόφαση, συγκαλείται νέα συνεδρία σε διάστημα δύο (2) εργάσιμων ημερών. Αν και σε αυτή τη συνεδρία δε ληφθεί απόφαση, για το θέμα αποφασίζει ο Γενικός Διευθυντής, με βάση την έκθεση που υποβάλλει η Επιτροπή Ειδικών και την έκθεση/αίτηση του ειδικού για την περίπτωση θεράποντα ιατρού.