18.—(1) Ο Υπουργός μπορεί να ορίζει εξουσιοδοτημένους λειτουργούς για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
(2) Κάθε εξουσιοδοτημένος λειτουργός μπορεί σε εύλογο χρόνο-
(α) Να εισέλθει σε οποιαδήποτε μονάδα βιολογικής παραγωγής ή επιχείρηση, στην οποία παράγεται, παρασκευάζεται, συντηρείται, συσκευάζεται, αποθηκεύεται ή πωλείται οποιοδήποτε προϊόν βιολογικής παραγωγής και να εξετάσει τα προϊόντα, να λάβει δείγματα προς εξέταση με την καταβολή εύλογου τιμήματος, και να εξετάσει οτιδήποτε έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι χρησιμοποιείται ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά την εν λόγω παραγωγή, παρασκευή, συντήρηση, συσκευασία, αποθήκευση ή πώληση,
(β) να εξετάσει οποιαδήποτε βιβλία ή έγγραφα τα οποία βρίσκονται σε οποιαδήποτε μονάδα βιολογικής παραγωγής ή επιχείρηση, που αναφέρονται στην παράγραφο (α) και για τα οποία έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι περιέχουν πληροφορίες ή καταχωρήσεις σε σχέση με οποιαδήποτε προϊόντα στα οποία εφαρμόζεται ο παρών Νόμος ή οι Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει αυτού και να πάρει αντίγραφα ή αποσπάσματά τους,
(γ) να κατακρατεί ή να δεσμεύει για όσο χρόνο είναι αναγκαίο οποιοδήποτε αντικείμενο ή προϊόν αναφορικά με το οποίο ή σε σχέση με το οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι έχει παραβιασθεί οποιαδήποτε πρόνοια του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού και να διατάξει να παραμείνει ή να μεταφερθεί το εν λόγω προϊόν σε οποιοδήποτε μέρος θα υποδείξει.
(3) Ο επιχειρηματίας ή υπεύθυνος οποιασδήποτε επιχείρησης ή μονάδας βιολογικής παραγωγής, στην οποία εισέρχεται ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονται σύμφωνα με το εδάφιο (2), υποχρεούται να παρέχει στον εξουσιοδοτημένο λειτουργό οποιαδήποτε πληροφορία ή διευκόλυνση την οποία εύλογα απαιτεί.
(4) Οποιοσδήποτε δεν ικανοποιείται από την απόφαση του εξουσιοδοτημένου λειτουργού για κατακράτηση ή δέσμευση προϊόντος ή αντικειμένου δυνάμει της παραγράφου (γ) του εδαφίου (2) μπορεί να προσφύγει εγγράφως στον Υπουργό, ο οποίος εξετάζει την προσφυγή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, και εν πάση περιπτώσει όχι αργότερα από τριάντα ημέρες, αποφασίζει και κοινοποιεί εγγράφως την απόφασή του στον προσφεύγοντα.
(5) Πρόσωπο που εσκεμμένα παρεμποδίζει ή παρακωλύει εξουσιοδοτημένο λειτουργό κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του με βάσει τον παρόντα Νόμο, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή προστίμου που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες σε περίπτωση πρώτου αδικήματος ή σε περίπτωση δεύτερου ή μεταγενέστερου αδικήματος σε ποινή προστίμου που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες ή σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή και στις δύο ποινές μαζί.