14.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου “μη ενδεδειγμένη μετατροπή” σημαίνει προσθήκη ή μετατροπή ή επιδιόρθωση η οποία έχει γίνει σε αντικείμενο που φέρει εγκεκριμένη σφραγίδα και
(α) Η οποία αντιβαίνει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ή
(β) στην περίπτωση αντικειμένου, που φέρει σφραγίδα που τέθηκε με βάση τις πρόνοιες διεθνούς σύμβασης από επίσημη αρχή σήμανσης αντικειμένων άλλης χώρας και που θα χρειαζόταν την έγκριση του Εργαστηρίου σε περίπτωση που τέτοια προσθήκη, μετατροπή ή επιδιόρθωση γινόταν στη Δημοκρατία.
(2) Η παράγραφος (β) του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζεται εάν, μετά την προσθήκη, μετατροπή ή επιδιόρθωση το αντικείμενο έχει υποβληθεί στο Εργαστήριο για έλεγχο και επανασήμανση με οποιεσδήποτε επιπρόσθετες σφραγίδες που κρίνονται απαραίτητες με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (5) μέχρι (7) οποιοσδήποτε προσθέτει, μετατρέπει ή επιδιορθώνει αντικείμενο που φέρει εγκεκριμένη σφραγίδα, εκτός εάν έχει εξασφαλίσει τη γραπτή έγκριση του Εργαστηρίου, είναι ένοχος αδικήματος.
(4) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (5), οποιοσδήποτε διαγράφει, αφαιρεί, παραποιεί ή άλλως πως τροποποιεί σφραγίδα που έχει τεθεί σε αντικείμενο, εκτός εάν έχει εξασφαλίσει τη γραπτή έγκριση του Εργαστηρίου, είναι ένοχος αδικήματος.
Για τους σκοπούς του εδαφίου αυτού “σφραγίδα” σημαίνει-
(α) Την εγκεκριμένη σφραγίδα,
(β) τη σφραγίδα μετάλλου,
(γ) τη σφραγίδα κατασκευαστή, ή
(δ) οποιαδήποτε άλλη σφραγίδα που προβλέπεται από τον παρόντα Νόμο.
(5) Η παραμόρφωση αντικειμένου σε βαθμό που καθιστά το αντικείμενο κατάλληλο μόνο για επανακατασκευή, δεν αποτελεί αδίκημα με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (3) ή (4).
(6) Η προσθήκη σε αντικείμενο σε περίπτωση που-
(α) Ο χαρακτήρας του αντικειμένου και ο σκοπός για τον οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί παραμένει αναλλοίωτος,
(β) η προσθήκη είναι από το ίδιο πολύτιμο μέταλλο όπως αυτό του αντικειμένου,
(γ) ο βαθμός καθαρότητας του πολύτιμου μετάλλου που προστέθηκε δεν είναι χαμηλότερος από τον πρότυπο βαθμό καθαρότητας στον οποίο το αντικείμενο έχει καταταχθεί, και
(δ) η ποσότητα του μετάλλου που προστέθηκε δεν υπερβαίνει-
(i) Το ένα γραμμάριο χρυσού ή πέντε γραμμάρια ασημιού ανάλογα με την περίπτωση, και
(ii) το πενήντα τοις εκατό του βάρους που είχε το αντικείμενο πριν γίνει η προσθήκη,
δεν αποτελεί αδίκημα με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (3).
(7) Η επικάλυψη ολόκληρου ή μέρους-
(α) Αντικειμένου από χρυσό, εάν η επικάλυψη είναι από χρυσό με βαθμό καθαρότητας όχι χαμηλότερο από τον πρότυπο βαθμό καθαρότητας στον οποίο το αντικείμενο έχει καταταχθεί, ή
(β) αντικειμένου από ασήμι, εάν η επικάλυψη είναι από ασήμι με βαθμό καθαρότητας όχι χαμηλότερο από τον πρότυπο βαθμό καθαρότητας στον οποίο το αντικείμενο έχει καταταχθεί, ή
(γ) αντικειμένου από ασήμι, εάν η επικάλυψη είναι από χρυσό με βαθμό καθαρότητας όχι χαμηλότερο από τον ελάχιστο αποδεκτό βαθμό καθαρότητας, ή
(δ) αντικειμένου από χρυσό ή ασήμι εάν η επικάλυψη είναι από ρόδιο,
νοουμένου ότι το πάχος της επικάλυψης δεν υπερβαίνει τα δύο μικρότερα σε οποιοδήποτε σημείο, δεν αποτελεί αδίκημα με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (3) ή (4).
(8) Σε περίπτωση που δίδεται έγκριση με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (3) ή (4), το Εργαστήριο δύναται να θέσει ως όρο όπως το αντικείμενο για το οποίο έγινε η αίτηση ή οποιαδήποτε προσθήκη που έγινε σ’ αυτό, υποβληθεί εκ νέου για έλεγχο και σήμανση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου.
(9) Εάν-
(α) Αίτηση για έγκριση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) ή (4) απορριφθεί από το Εργαστήριο, και
(β) ο αιτητής παραπέμψει το θέμα γραπτώς στο Συμβούλιο,
το Συμβούλιο εξετάζει την περίπτωση, και εάν είναι της γνώμης ότι το Εργαστήριο αδικαιολόγητα απέρριψε την αίτηση, δίδει οδηγίες όπως την εγκρίνει.