ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 4 ΑΑΔ 724
15 Σεπτεμβρίου, 2004
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 1051/2002)
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΑΒΒΟΥΛΙΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1052/2002)
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Αιτητής.
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1053/2002)
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1054/2002)
ΛΟΪΖΟΣ ΦΕΣΣΑΣ,
Αιτητής.
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1055/2002)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1056/2002)
ΚΥΠΡΟΣ ΣΠΥΡΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1057/2002)
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΛΕΥΚΑΡΙΤΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1058/2002)
ΠΑΥΛΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1059/2002)
ΣΠΥΡΟΣ ΠΑΤΤΑΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1060/2002)
ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΛΕΩΝΙΔΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1061/2002)
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1062/2002)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1063/2002)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Αιτητής.
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ΄ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1064/2002)
ΑΓΓΕΛΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Συνεκδικαζόμενες Προσφυγές 1051/2002, 1052/2002, 1053/2002, 1054/2002, 1055/2002, 1056/2002, 1057/2002, 1058/2002, 1059/2002, 1060/2002, 1061/2002, 1062/2002, 1063/2002, 1064/2002)
Στρατός της Δημοκρατίας ― Αξιωματικοί ― Κρίση αξιωματικού ως ευδοκίμως τερματίσαντος την σταδιοδρομία του και υποχρεωτική αφυπηρέτησή του ως επίπτωση αυτής της κρίσης ― Καν. 14 και 15 των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990 (Κ.Δ.Π. 90/90 όπως τροποποιήθηκαν με την Κ.Δ.Π. 313/02) ― Κατά πόσο οι σχετικές πρόνοιες υπερβαίνουν την εξουσιοδότηση του περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμου του 1990 (Ν. 33/90) ― Ερμηνεία σε συνδυασμό και με τον περί Συντάξεων Νόμο του 1997 (Ν.97(Ι)/97) ― Κρίθηκε ότι δεν συντρέχει υπέρβαση εξουσιοδότησης αλλά έπασχε πολλαπλώς ο τρόπος εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις και συνέπειες.
[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.
Προσφυγή.
Α. Σ. Αγγελίδης, Π. Παπαγεωργίου και Δ. Ιουλιανού, για όλους τους Αιτητές.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
�Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεως, με απόφασή του ημερομηνίας 26.8.02, έκρινε αριθμό αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας ως ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους.
Ο σχετικός πίνακας κυρώθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο με την απόφασή του αρ. 56.364 της 28.8.02 και, συνεπώς, αυτοί αφυπηρέτησαν αφού προάχθηκαν στον επόμενο βαθμό.
Τέσσερις Ταξίαρχοι και δέκα Συνταγματάρχες, με ξεχωριστές προσφυγές, προσβάλλουν το κύρος της απόφασης. Ανέπτυξαν κοινά επιχειρήματα σε σχέση με το νομοθετικό και κανονιστικό έρεισμα της κρίσης για τον καθένα και οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν.
Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις λήφθηκαν κατ' επίκληση των προσωρινών διατάξεων που εισάχθηκαν με την ΚΔΠ 313/02 στους περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμούς του 1990 (ΚΔΠ 90/90). Υπό όρους, στους οποίους θα επανέλθω, αυτοί προβλέπουν πότε αξιωματικός κρίνεται ως ευδοκίμως τερματίσας τη σταδιοδρομία του (Κανονισμός 14 της ΚΔΠ 313/02) και την υποχρεωτική αφυπηρέτηση, ως επίπτωση αυτής της κρίσης (Κανονισμός 15 της ΚΔΠ 313/02). Κατά το πρώτο από τα επιχειρήματα των αιτητών αυτοί είναι ultra vires του περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμου του 1990 (Ν. 33/90 όπως τροποποιήθηκε) δυνάμει του οποίου εκδόθηκαν.
Αυτά τα επιχειρήματα αναπτύχθηκαν συμμείκτως με την κατ' αρχάς άποψη των αιτητών πως και ο Νόμος 33/90 είναι αντισυνταγματικός. Οι ισχυρισμοί για αντισυνταγματικότητα του Νόμου εν τέλει αποσύρθηκαν και ό,τι εμφανίζεται ως ο συλλογισμός σε σχέση με το εναπομείναν θέμα, εξαντλείται στην εισήγηση πως δεν προβλέπει ο Ν. 33/90 το θεσμό του ευδόκιμου τερματισμού της σταδιοδρομίας και συνακολούθως την πρόωρη υποχρεωτική αφυπηρέτηση. Σ' αυτό το πλαίσιο οι αιτητές συζήτησαν και τον περί Συντάξεων Νόμο του 1997 [Ν. 97(Ι)/97], στο Άρθρο 9(στ) του οποίου αναφέρεται η περίπτωση "τερματισμού των υπηρεσιών του υπαλλήλου για εξειδικευμένους λόγους δημοσίου συμφέροντος σύμφωνα με τον οικείο νόμο". Με την εισήγηση πως αυτός ο Νόμος, ως νεότερος και ειδικότερος, υπερισχύει του Ν. 33/90.
Οι καθ' ων η αίτηση, αφού επισημαίνουν τον "αφηρημένο" τρόπο με τον οποίο διατυπώθηκε ο ισχυρισμός και την ανυπαρξία εξήγησης σε σχέση με την επίκληση του περί Συντάξεων Νόμου, παραπέμπουν σε πρόνοια του Ν. 33/90 κατ' ευθείαν εξουσιοδοτική της θέσπισης Κανονισμού ως ο συζητούμενος. Με την απαντητική τους αγόρευση οι αιτητές επανέρχονται στα ίδια με την προσθήκη πως, ενόψει του Νόμου περί Συντάξεων, ο Ν. 33/90 και οι δυνάμει του Κανονισμοί θα μπορούσαν να ρυθμίσουν μόνο το θέμα της ηλικίας της υποχρεωτική αφυπηρέτησης. Κατά τα λοιπά θα πρέπει να υποχωρήσουν μπροστά στις διατάξεις του νεότερου και ειδικότερου νόμου.
Κρίνω ως εντελώς ατεκμηρίωτο τον ισχυρισμό πως οι Κανονισμοί είναι ultra vires. Το Άρθρο 12(3) του περί Συντάξεων Νόμου που προβλέπει πως "η ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης για τα μέλη του Στρατού καθορίζεται από τον περί του Στρατού της Δημοκρατίας Νόμου και τους δυνάμει αυτού εκδιδομένους Κανονισμούς", δεν αφαιρεί ή επηρεάζει άλλες πρόνοιές του. Εισάγεται απλώς ως εξαίρεση της βασικής ρύθμισης, υπό τον ομώνυμο παράτιτλο, πως η ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης όλων των υπαλλήλων είναι η ηλικία των 60 ετών. Ούτε μπορεί να συσχετισθεί προς το θέμα ή πάντως να επηρεάσει άλλες διατάξεις η πρόνοια του Άρθρου 9(στ) του ίδιου Νόμου που ρυθμίζει, όπως δηλώνει και ο παράτιτλός της, "περιπτώσεις χορήγησης συνταξιοδοτικών ωφελημάτων". Το επιχείρημα θα μπορούσε να επιτύχει μόνο αν στοιχειοθετείτο η κατ' ισχυρισμόν έλλειψη εξουσιοδότησης από τον περί του Στρατού της Δημοκρατίας Νόμο, κατ' επίκληση του οποίου εκδόθηκαν οι Κανονισμοί και δεν υπάρχει τέτοια στοιχειοθέτηση. Ο περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμος, αφού με το Άρθρο 18(1) ορίζει πως οι διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου εφαρμόζονται "εκτός όπου γίνεται διαφορετική πρόνοια με Κανονισμούς που εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο", με το Άρθρο 27(1) παρέχει εξουσιοδότηση για έκδοση Κανονισμών "για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου" και, με το Άρθρο 27(2)(δ), για την έκδοση κανονισμών ειδικότερα για "αφυπηρετήσεις". Ακριβώς δυνάμει του καθορίστηκαν με τον Κανονισμό 49 οι ηλικίες υποχρεωτικής αφυπηρέτησης και δεν τεκμηριώνεται πως με τις συζητούμενες πρόνοιες, που σαφώς εμπίπτουν στον όρο "αφυπηρετήσεις", έχουμε υπέρβαση της εξουσιοδότησης.
Είναι, όμως, εκδήλως θα έλεγα, βάσιμα τα παράπονα των αιτητών σε σχέση με την εφαρμογή των Κανονισμών και τη διαβάθμισή τους. Ο Κανονισμός 14(3) προβλέπει πως η διαβάθμιση των κρίσεων για Συνταγματάρχες, Ταξίαρχους και Υποστράτηγους είναι "προακτέος κατ΄εκλογήν", "διατηρητέος", "ευδοκίμως τερματίσας τη σταδιοδρομία του" και "αποστρατευτέος". Και ο Κανονισμός 14(4)(γ) πως αξιωματικός κρίνεται:
"Ευδοκίμως τερματίσας τη σταδιοδρομία του εφόσον δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να κριθεί ως προακτέος κατ' εκλογήν ή ως διατηρητέος και η περαιτέρω παραμονή του στο Στρατό παρακωλύει την ομαλή ανέλιξη νεότερων Αξιωματικών της ίδιας Επετηρίδας".
Αποτελεί, επομένως, προϋπόθεση γι' αυτή τη διαβάθμιση, η κρίση πως ο αξιωματικός δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να κριθεί ως προακτέος κατ' εκλογήν ή ως διατηρητέος. Κρίση βεβαίως ατομική, όχι συγκριτική, όπως κατά την ανάπτυξη άλλου επιχειρήματος αναγνωρίζουν και οι καθ' ων η αίτηση. Χωρίς τέτοια κρίση δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσει η διαβάθμιση αυτή.
Εν τούτοις, με τον Κανονισμό 18(1) ορίζεται πως:
"...από τους αξιωματικούς που κρίνονται κάθε έτος, ποσοστό τουλάχιστο 30% κατά βαθμό από τους Ταξίαρχους και Υποστράτηγους κρίνονται ως ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους ή ως αποστρατευτέοι, ενώ από τους Συνταγματάρχες το ποσοστό αυτό θα κυμαίνεται από 30% μέχρι 40%."
Τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Είναι δυνατό να επιβάλλει εκ των προτέρων ατομική κρίση πως ένας αξιωματικός δεν είναι προακτέος κατ' εκλογήν ή διατηρητέος ώστε να καλύπτονται τα τιθέμενα ποσοστά; Κρίση που, όπως θα δούμε, εξαρτάται από συγκεκριμένα κριτήρια και προϋποθέτει ατομική εξέταση των δεδομένων για τον κάθε αξιωματικό; Θα ήταν αντιφατική αυτή η θεώρηση του πράγματος και η απάντηση πρέπει να είναι αρνητική. Δεν είναι δυνατόν να προβλέπεται εκ των προτέρων πως υποχρεωτικά ορισμένος αριθμός αξιωματικών πρέπει να κριθεί ως μη πληρούντες τις προϋποθέσεις για να διαβαθμιστούν ως προακτέοι κατ΄εκλογήν ή ως διατηρητέοι. Αυτός ο Κανονισμός, ο 18(1) δηλαδή, μπορεί να αποκτήσει νόημα μόνο εφόσον θεωρηθεί ότι συναρτάται προς την πρόσθετη προϋπόθεση που θέτει. Για να διαβαθμιστεί κάποιος ως ευδοκίμως τερματίσας τη σταδιοδρομία του απαιτείται και να κριθεί πως "η περαιτέρω παραμονή του στον στρατό παρακωλύει την ομαλή ανέλιξη νεότερων Αξιωματικών της ίδιας Επετηρίδας". Oπότε, προφανώς κατά διακριτική εξουσία πλέον, ανάλογα με τα δεδομένα όπως κατ' ανάγκην πρέπει να διαπιστώνονται, εφαρμόζεται η διαβάθμιση με γνώμονα τα ποσοστά που καθορίζονται.
Στο σύστημα των προσωρινών διατάξεων των Κανονισμών 14 και 15, η αφυπηρέτηση, ως συνέπεια καθαρά ατομικής κρίσης, επέρχεται με τη διαβάθμιση αξιωματικού ως "αποστρατευτέου" που προϋποθέτει διαπίστωση πως "δεν θεωρείται κατάλληλος για την περαιτέρω άσκηση των καθηκόντων του βαθμού του, λόγω έλλειψης ουσιαστικών προσόντων".
Το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεως καθόρισε τα ποσοστά πριν την ατομική κρίση των αξιωματικών. Όπως το έθεσε, με παραπομπή στους Κανονισμούς και γενικά στις ανάγκες της υπηρεσίας στους ανωτάτους βαθμούς, "από τους υπό κρίση Ταξίαρχους ποσοστό 50% δηλαδή τέσσερις, θα πρέπει να αφυπηρετήσει από τις τάξεις του Στρατού, ενώ από τους υπό κρίση Συνταγματάρχες το ποσοστό αυτό θα πρέπει να κυμαίνεται στο 40%, δηλαδή 21".
Τέτοιος εκ των προτέρων καθορισμός θα μπορούσε να δημιουργήσει σοβαρά ερωτηματικά σε σχέση με το αδιάβλητο των εκτιμήσεων αναφορικά με το αν αξιωματικός ήταν προακτέος κατ΄εκλογήν ή διατηρητέος. Τουλάχιστον στην έκταση που αυτές οι διαβαθμίσεις δεν συναρτώνται προς αντικειμενικώς διαπιστώσιμα δεδομένα. Περαιτέρω, δημιουργεί ερωτηματικά αναφορικά με τη γενική αναφορά στις ανάγκες της υπηρεσίας, όταν το κριτήριο κατά τον Κανονισμό είναι η παρακώλυση της ομαλής ανέλιξης νεότερων αξιωματικών της ίδιας επετηρίδας.
Όμως, το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεως, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της 26.8.02, δεν προέβη καν σε τέτοια ατομική κρίση στην περίπτωση των προσβαλλόμενων αποφάσεων. Δεν υπάρχει τίποτε που να δείχνει πως οι αιτητές κρίθηκε πως δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις για να διαβαθμιστούν ως προακτέοι κατ' εκλογήν ή ως διατηρητέοι. Ενώ, στην περίπτωση άλλων, υπήρχε ρητή κρίση πως ήταν προακτέοι κατ' εκλογήν (6 Συνταγματάρχες) ή διατηρητέοι (4 Ταξίαρχοι και 27 Συνταγματάρχες) και εκεί έληξε το θέμα. Δεν εξετάστηκε οτιδήποτε άλλο και δεν κρίθηκαν ως ευδοκίμως αφυπηρετήσαντες, μάλιστα κατά πλειοψηφία στις πλείστες των περιπτώσεων. Υπό τέτοιο πρίσμα, η μετέπειτα κρίση στην περίπτωση των αιτητών πως η περαιτέρω παραμονή τους στο Στρατό παρακωλύει την ομαλή ανέλιξη νεότερων αξιωματικών της ίδιας επετηρίδας, απολήγει μετέωρη. Αλλά και αν θεωρούσαμε ότι εξυπακούεται τέτοια ατομική κρίση για τον καθένα, θα προέκυπταν άλλα σοβαρά ζητήματα ως προς το υπόβαθρό της. Ο Κανονισμός 14(4) προβλέπει τα πιο κάτω αναφορικά με το πότε Συνταγματάρχης, Ταξίαρχος ή Υποστράτηγος διαβαθμίζεται ως προακτέος κατ' εκλογήν:
"Προακτέος κατ' εκλογήν εφόσον -
(ι) Στις εκθέσεις ικανότητας που έχει στον κατεχόμενο βαθμό η βαθμολογία του στα ουσιαστικά προσόντα που αναφέρονται στον Κανονισμό 33 των βασικών κανονισμών είναι εξαίρετος ή τουλάχιστο πολύ καλός,
(ιι) με βάση τη συνεκτίμηση των στοιχείων που περιέχονται στον ατομικό του φάκελο, συγκεντρώνει όλα τα προσόντα για ανέλιξη σε ανώτατο βαθμό, και
(ιιι) έχει τα παρακάτω προσόντα:
(αα) ευρεία και ποικίλη διοικητική και επιτελική πείρα και ικανότητα που εγγυάται ότι θα ανταποκριθεί απόλυτα στα καθήκοντα οποιασδήποτε διοικητικής ή επιτελικής θέσης, που προβλέπεται για το βαθμό του,
(ββ) γενικότερη στρατιωτική μόρφωση, που να συνάγεται από την όλη σταδιοδρομία του ως Αξιωματικού. Η αποφοίτησή του από Ανώτατη Στρατιωτική Σχολή, Σχολή Πολέμου και Σχολή Εθνικής Άμυνας, καθώς και η βαθμολογία ή η σειρά αποφοίτησής του από τις Σχολές αυτές αποτελούν επιπλέον προσόντα τα οποία εκτιμώνται ανάλογα από το αρμόδιο Συμβούλιο Κρίσεων,
(γγ) πανεπιστημιακή μόρφωση και γνώση ξένων γλωσσών είναι ενισχυτικά προσόντα, και
(δδ) πολύ καλή πολεμική δράση προκειμένου περί Αξιωματικών Όπλων του Στρατού Ξηράς, Μάχιμους και Μηχανικούς του Ναυτικού και Ιπτάμενους της Αεροπορίας και ως ενισχυτικό προσόν προκειμένου περί Αξιωματικών των λοιπών κατηγοριών, εφόσον κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους ως Αξιωματικοί η χώρα διετέλεσε σε κατάσταση πολέμου."
�
Στα πρακτικά του Ανώτατου Συμβουλίου Κρίσεως καταγράφεται η πραγματικότητα πως όλοι οι αιτητές είχαν εξαίρετη ή πολύ καλή βαθμολογία στα ουσιαστικά προσόντα. Επομένως, υπήρχε για όλους η πρώτη προϋπόθεση για τη διαβάθμιση "προακτέος κατ΄εκλογήν". Για τη δεύτερη προϋπόθεση, της συγκέντρωσης όλων των προσόντων, δεν αναγράφεται οτιδήποτε. Ούτε για την ευρεία και ποικίλη διοικητική και επιτελική πείρα ή τη γενικότερη στρατιωτική τους μόρφωση. Ό,τι υπάρχει είναι αποσπασματική αναφορά σε επί μέρους στοιχεία ως εξής: Για ορισμένους ότι δεν είναι απόφοιτοι Ανώτατης Στρατιωτικής Σχολής ή για άλλους ότι δεν φοίτησαν σε σχολή πολέμου ή σε σχολή εθνικής άμυνας. Για ορισμένους ότι δεν έχουν πανεπιστημιακή μόρφωση ή ότι δεν γνωρίζουν ξένες γλώσσες. Για ορισμένους ότι είχαν πειθαρχικό παράπτωμα. Σε κάθε δε περίπτωση αναφερόταν ως στοιχείο τα χρόνια παραμονής τους στο βαθμό άλλοτε δυο, άλλοτε τέσσερα και άλλοτε πέντε.
Aυτά όμως δεν είναι κρίση, πολύ λιγότερο αιτιολογημένη όπως θα έπρεπε να ήταν, σε σχέση με τα κριτήρια για διαβάθμιση αξιωματικού, όπως αυτά καθορίζονται στους Κανονισμούς. Η αποφοίτηση δε από Ανώτατη Στρατιωτική Σχολή και τις άλλες δεν είναι καν απαραίτητο προσόν, αλλά «επιπλέον προσόντα τα οποία εκτιμώνται ανάλογα». Όπως και η πανεπιστημιακή μόρφωση και η γνώση ξένων γλωσσών που καθορίζονται ως ενισχυτικά προσόντα». Και αυτά, πέρα από την αντίφαση να έχουν κριθεί ως προακτέοι κατ΄εκλογήν, (για παράδειγμα ο Π. Παπαγεωργίου) αξιωματικοί που δεν ήταν απόφοιτοι Ανώτατης Στρατιωτικής Σχολής, όπως προκύπτει από το πρακτικό. Και, περαιτέρω, το ότι εμφανίζονται τα χρόνια παραμονής στο βαθμό ως αφ' εαυτού κριτήριο, όταν σε πληθώρα περιπτώσεων αξιωματικοί δεν κρίθηκαν ως πληρούντες τα προσόντα για να διαβαθμιστούν ως προακτέοι κατ΄εκλογήν επειδή δεν είχαν τα απαιτούμενα χρόνια στο βαθμό, δυο στην περίπτωση του Ταξίαρχου και τρία στην περίπτωση του Συνταγματάρχη.
Ας δούμε όμως και την περίπτωση της διαβάθμισης "διατηρητέος" στην οποία επίσης πρέπει να θεωρηθεί ότι ο αξιωματικός δεν εντάσσεται για να κριθεί ως ευδοκίμως τερματίσας τη σταδιοδρομία του. Κατά τον Κανονισμό 14(4)(β),
"Αξιωματικός βαθμού Συνταγματάρχη, Ταξίαρχου και Υποστράτηγου κρίνεται -
..................
(β) Διατηρητέος εφόσον στις εκθέσεις ικανότητας που έχει στον κατεχόμεο βαθμό, η βαθμολογία του στα ουσιαστικά προσόντα που αναφέρονται στον Κανονισμό 33 των βασικών κανονισμών είναι τουλάχιστο πολύ καλός και ο οποίος, παρόλο ότι δεν πληροί όλα τα προσόντα της υποπαραγράφου (α) της παραγράφου (4) του παρόντος Κανονισμού, με βάση τη συνεκτίμηση των προσόντων του καθόλη τη σταδιοδρομία του, θεωρείται κατάλληλος για την ενάσκηση των καθηκόντων του βαθμού του."
Τη βαθμολογία την απαιτούμενη την είχαν όλοι οι αιτητές και, πλέον, γι΄αυτή την περίπτωση δεν χρειαζόταν καν να έχουν όλα τα προσόντα που απαιτούνται για τη διαβάθμιση «προακτέος κατ΄εκλογήν». Εκείνο που χρειαζόταν είναι κρίση αν θεωρούνταν κατάλληλοι για την ενάσκηση των καθηκόντων του βαθμού τους, με βάση τη συνεκτίμηση των προσόντων τους καθόλη τη σταδιοδρομία τους. Δεν υπάρχει τίποτε στο πρακτικό του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεως που να είναι δυνατό να αντιστοιχηθεί προς κρίση προς τέτοια κατεύθυνση και, βεβαίως, η γενική αναφορά στην περίπτωση ορισμένων σε απροσδιόριστο από κάθε άποψη πειθαρχικό παράπτωμα, δεν μπορεί να πληρώσει το κενό. Ούτε ως προς την κρίση αυτή καθ΄εαυτή αλλά ούτε και ως προς την αιτιολογία της, τουλάχιστον εφόσον αυτή θα ήταν δυσμενής, για να παρέχεται και δυνατότητα δικαστικού ελέγχου.
Έχει εγερθεί από τους αιτητές και πρόσθετο θέμα. Αφορά στους συσχετισμούς που θα έπρεπε να γίνουν εφόσον υπήρχαν οι προϋποθέσεις για τη διαβάθμισή τους ως "ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους". Θα υπήρχε και επί του προκειμένου κενό. Αυτή η διαβάθμιση, όπως ήδη προσπάθησα να εξηγήσω, τελεί και υπό την επιπρόσθετη απαίτηση να παρακωλύει η περαιτέρω παραμονή στο Στρατό την ομαλή ανέλιξη νεότερων αξιωματικών της ίδιας επετηρίδας. Εν τούτοις, δεν υπάρχει τίποτε, είτε στα πρακτικά είτε από άλλη πηγή που να στοιχειοθετεί αυτή την παρακώλυση και θα βρισκόμαστε μπροστά σε πλήρη αδυναμία άσκησης δικαστικού ελέγχου.
Οι αιτητές παραθέτουν σειρά στοιχείων ως αποκαλυπτικών και άλλων αντιφάσεων αφού δεδομένα τουλάχιστον της φύσης που επισημάνθηκαν για τους ίδιους υπήρχαν και στην περίπτωση άλλων αξιωματικών που διαβαθμίστηκαν ως προακτέοι κατ' εκλογήν ή ως διατηρητέοι. Όπως και άλλα, που θα μπορούσαν να μετρήσουν εναντίον των ευνοϊκών διαβαθμίσεων για τους άλλους. Δεν δικαιολογείται όμως να επεκταθώ αφού εδώ έχουμε απόφαση, στην κάθε μια από την περίπτωση των αιτητών, που πάσχει στη ρίζα της ως παραβαίνουσα τους Κανονισμούς και ως εντελώς αναιτιολόγητη.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν, με έξοδα. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις ακυρώνονται στο σύνολό τους.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.