ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2004) 4 ΑΑΔ 549

17 Ιουνίου, 2004

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ,

Αιτητής,

ν.

1.  ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΩΝ                                ΚΥΠΡΟΥ,

2.  ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 789/2002)

 

Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου ― Καν. 13(1) των περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Κανονισμών του 1995 (Κ.Δ.Π. 214/95, όπως τροποποιήθηκε) ― Επιβολή διοικητικού προστίμου για παράβαση της διάταξης κρίθηκε νόμιμη στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Η απαγόρευση της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας ― Η βάσει αυτής κρίση ως απαραδέκτων λόγων ακυρώσεως που αφορούσαν αντισυνταγματικότητα στην κριθείσα περίπτωση.

Ο αιτητής επεδίωξε την ακύρωση της σε βάρος του επιβολής διοικητικού προστίμου ύψους Λ.Κ. 2000.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.  Η επίδικη περίπτωση αφορούσε, παράβαση του Καν. 13(1) της Κ.Δ.Π. 214/95, πρόδηλη μάλιστα. Η έγκριση που δόθηκε ίσχυε εντός του τεθέντος όρου, όχι εκτός.  Ήταν αλληλένδετη με αυτόν.  Χωρίς τήρηση του όρου δεν υπήρχε έγκριση.  Επομένως  ο αιτητής, παραβαίνοντας τον όρο, ενήργησε χωρίς την έγκριση που  απαιτούσε ο εν λόγω Κανονισμός.

2.      Περαιτέρω, ήταν η θέση του αιτητή ότι ο Καν. 13(1), όπως και η βάσει αυτού εκδοθείσα απόφαση για έγκριση υπό όρο,  αντίκεινται στα Άρθρα 23, 25, 26 και 28 του Συντάγματος και ότι εν πάση περιπτώσει ο εν λόγω κανονισμός εκδόθηκε χωρίς νομοθετική εξουσιοδότηση.  Όμως, καθώς υπέδειξαν οι καθ' ων η αίτηση, τέτοια ζητήματα θα μπορούσαν να είχαν τεθεί μόνο σε διαδικασία που να αφορούσε την απόφαση ημερ. 4 Μαΐου 1999 με την οποία παραχωρήθηκε η έγκριση με όρο.  Η νομιμότητα εκείνης της απόφασης  πρέπει σε αυτή τη διαδικασία να θεωρείται δεδομένη.  Ούτε θα μπορούσε ο αιτητής να έθετε τα εν λόγω ζητήματα μετά που ενήργησε κατ' επίκληση της απόφασης, αφού με τον όρο ως αδιάσπαστο μέρος της έγκρισης δεν θα του επιτρεπόταν  ταυτοχρόνως να επιδοκιμάζει και να αποδοκιμάζει.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Νεοφύτου ν. 1. Συμβουλίου Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου κ.ά., Υπόθ. Αρ. 790/2002, ημερ. 26.9.2003,

Κυπριακή Δημοκρατία ν. China Wanbao Engineering Corporation (2000) 3 Α.Α.Δ. 406.

Προσφυγή.

Μ. Ιωαννίδης, για τον Αιτητή.

Α. Κουντουρή, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Ορίζεται στον Καν. 13(1) των περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Κανονισμών του 1995, (Κ.Δ.Π. 214/95 όπως τροποποιήθηκε) ότι:

«Δεν επιτρέπεται σε χρηματιστές και χρηματιστηριακούς εκπροσώπους να ασκούν εργασίες άλλες από αυτές που προσιδιάζουν στο επάγγελμα  του χρηματιστή, ούτε να είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου δημόσιας ή ιδιωτικής εταιρείας, χωρίς την προηγούμενη γραπτή έγκριση του Συμβουλίου.»

Ο αιτητής υπέβαλε σχετικό αίτημα με επιστολή ημερ. 14 Απριλίου 1999 την  οποία απέστειλε και εκ μέρους δύο άλλων προσώπων:

«ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΤΙΤΛΩΝ ΤΗΣ SHARELINK FINANCIAL SERVICES LTD ΣΤΟ ΧΑΚ

Η εταιρεία μας Sharelink Financial Services Ltd προχώρησε ήδη στην μετατροπή της σε Δημόσια εταιρεία και πρόθεση μας είναι ότι εντός της εβδομάδας θα καταθέσουμε στο ΧΑΚ το Ενημερωτικό Δελτίο για Εισαγωγή των τίτλων της εταιρείας στο ΧΑΚ.

Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της πιο πάνω εταιρείας θα είναι οι κ.κ. Χριστόδουλος Έλληνας, Φίλιππος Λάρκος και Νεόφυτος Νεοφύτου.  Και οι τρεις πιο πάνω είναι Χρηματιστηριακοί Εκπρόσωποι (οι δύο πρώτοι της Share Link Securities και ο τρίτος της AAA United Stockbrokers) των θυγατρικών Χρηματιστηριακών μας εταιρειών.  Ζητούμε άδεια από το Συμβούλιο του ΧΑΚ όπως επιτραπεί στους τρεις πιο πάνω κύριους μετόχους της Sharelink Financial Services να διατηρήσουν την άδεια τους ως Χρηματιστηριακοί Εκπρόσωποι διότι σε αντίθετη περίπτωση που θα πρέπει να παραιτηθούν από Χρηματιστηριακοί Εκπρόσωποι τότε η εταιρεία θα βασίζεται σε υπαλλήλους χρηματιστηριακούς εκπροσώπους.

Αναμένοντας τη θετική ανταπόκριση σας.»

Το αίτημα εγκρίθηκε υπό όρο. Ακολούθησε κοινοποίηση με επιστολή ημερ. 4 Μαΐου 1999:

«Αναφορικά με την επιστολή σας ημερομηνίας 14 Απριλίου 1999 θα θέλαμε να σας πληροφορήσουμε ότι το Συμβούλιο του Χρηματιστηρίου αποφάσισε όπως εγκρίνει το αίτημα σας, σύμφωνα με τον Κανονισμό 13, ούτε ώστε οι χρηματιστηριακοί εκπρόσωποι της Share Link Securities Ltd κ.κ. Χριστόδουλος Έλληνας και Φίλιππος Λάρκος καθώς και ο χρηματιστηριακός εκπρόσωπος της AAA United Stockbrokers Ltd κ. Νεόφυτος Νεοφύτου να είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Share Link Financial Services Ltd.

Η έγκριση αυτή δίνεται υπό τον όρο ότι δεν θα επιτρέπεται στα Μέλη Share Link Securities Ltd και AAA United Stockbrokers Ltd ως επίσης και στους χρηματιστηριακούς εκπροσώπους τους κ.κ. Έλληνα, Λάρκο και Νεοφύτου να καταρτίζουν συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό σε τίτλους της εταιρείας ShareLink Financial Services Ltd.

Είμαστε στη διάθεση σας για οποιεσδήποτε διευκρινίσεις.»

Στις 26 Απριλίου 2001 ο αιτητής προέβη στην πώληση 3.000.000 μετοχών της εταιρείας Sharelink Financial Services Ltd. Παρέβη έτσι τον τεθέντα όρο. Το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου, με επιστολή ημερ. 28 Σεπτεμβρίου 2001, του υπέδειξε αυτή την παράβαση και  ζήτησε τα σχόλια του.  Ο αιτητής απάντησε με επιστολή, ημερ. 4 Οκτωβρίου 2001, με την οποία έλεγε ότι δεν είχε αντιληφθεί «πλήρως» τον εν λόγω όρο και ότι έχοντας πια αντιληφθεί την ουσία του όρου πίστευε ότι επρόκειτο για όρο «παντελώς άδικο».  Ζήτησε όπως το θέμα διευκρινιστεί και απολογήθηκε «για την παράλειψη στην εφαρμογή του ........ όρου».  Παραθέτω το πλήρες κείμενο της απάντησής του:

«                                Επιστολή σας ημερομηνίας 29/09/2001

Έχω λάβει την πιο πάνω επιστολή σας αναφορικά με την πώληση μετοχών μου της εταιρείας Sharelink Financial Services Ltd και σας ενημερώνω ότι δεν είχα αντιληφθεί πλήρως τον όρο που είχε διατυπωθεί στην επιστολή σας ημερομηνίας 04/05/1999.  Πραγματικά απολογούμαι για την παράβλεψη αυτή.

Έχοντας τώρα αντιληφθεί την ουσία του όρου πιστεύω ότι είναι παντελώς άδικος διότι τέτοιος όρος σημαίνει ότι δεν έχω καθόλου δικαίωμα πώλησης οποιωνδήποτε μετοχών μου της εταιρείας Sharelink Financial Services Ltd. Καλόν θα ήταν να διευκρινιστεί αυτό το θέμα ούτως ώστε να αποφασίσω κατά πόσο θα διατηρήσω την ιδιότητα του Χρηματιστηριακού Εκπροσώπου της εταιρείας.

Είμαι πάντοτε στη διάθεση σας για οποιεσδήποτε διευκρινίσεις και απολογούμαι πράγματι για την παράλειψη στην εφαρμογή του πιο πάνω όρου.»

Το συμβούλιο κινήθηκε αρχικά με πειθαρχική διαδικασία, η οποία προβλέπεται στο Άρθρο 45 του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου του 1993, (Ν. 14(Ι)/93 όπως τροποποιήθηκε).  Έπειτα όμως, σε συνεδρία ημερ. 23 Μαΐου 2002, αποφάσισε να σταματήσει την πειθαρχική διαδικασία  και προχώρησε σε εξέταση της περίπτωσης με βάση το Άρθρο 10(3) του Νόμου.  Πιο άμεσα ενδιαφέρει η παράγραφος (α) του εδαφίου (3).  Προνοείται ότι:

«Το Συμβούλιο υποχρεούται να εξετάζει, είτε αυτεπαγγέλτως είτε μετά από σχετική καταγγελία της Επιτροπής, και να αποφασίζει με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, για περιπτώσεις παράλειψης συμμόρφωσης από Μέλη του Χρηματιστηρίου, από εισηγμένους εκδότες και από οποιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, προς οποιαδήποτε υποχρέωσή του που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο ή τους Χρηματιστηριακούς Κανονισμούς ή τους Κανόνες που διέπουν τη διαπραγμάτευση, την κατάρτιση και την ανακοίνωση προς το Χρηματιστήριο των συναλλαγών ή οποιασδήποτε απόφασης του Συμβουλίου η οποία έχει δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και στις περιπτώσεις διαπιστούμενων παραβάσεων το Συμβούλιο έχει εξουσία να επιβάλλει, με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, διοικητικό πρόστιμο μέχρι δύο χιλιάδες λίρες ή μέχρι πεντακόσιες λίρες για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης:

Νοείται ότι η πιο πάνω εξουσία του Συμβουλίου για επιβολή προστίμου δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις όπου η εξουσία αυτή παραχωρείται ρητά από τους Κανονισμούς στην Επιτροπή ή το Διευθυντή.»

Το συμβούλιο αποφάσισε να επιβάλει στον αιτητή, βάσει του παραπάνω άρθρου, διοικητικό πρόστιμο ύψους £2.000 - που είναι το ανώτατο προβλεπόμενο όριο - «για παράβαση της έγκρισης που ..... δόθηκε σύμφωνα με τον Κανονισμό 13(1).»  Εν συνεχεία ζητήθηκε η σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και δόθηκε με επιστολή ημερ. 12 Ιουνίου 2002. 

Ο αιτητής προώθησε, στο τελικό στάδιο, δύο ζητήματα.  Είναι η θέση του ότι η καταλογισθείσα παράβαση, ως παράβαση βάσει του Άρθρου 10(3) δεν μπορούσε να είχε νομικό έρεισμα άλλο από την απόφαση με την οποία το συμβούλιο είχε δώσει την υπό όρο έγκριση βάσει του Καν. 13(1), αφού σε εκείνη την απόφαση ήταν που αναφέρθηκε το συμβούλιο για την κατάληξη του.  Επρόκειτο όμως για απόφαση που δεν είχε δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και επομένως δεν ενέπιπτε στο Άρθρο 10(3)(α).  Οι καθ' ων η αίτηση αντέτειναν ότι η σημειωθείσα παράβαση ήταν παράβαση όχι απόφασης εντός της έννοιας του Άρθρου 10(3)(α) αλλά του Καν. 13(1) δεδομένου ότι η μη συμμόρφωση με τον τεθέντα όρο σήμαινε πράξη έξω από τα όρια της έγκρισης και επομένως η πράξη, χωρίς πια να καλύπτεται από την  έγκριση, συνιστούσε παράβαση του Κανονισμού.  Ο αιτητής απάντησε, σε σχέση με αυτή τη θεώρηση του ζητήματος, ότι η δοθείσα έγκριση ήταν διακριτή και ανεξάρτητη από τον τεθέντα περιοριστικό όρο.  Γι' αυτό, καθώς προέβαλε, η υπό αναφορά πράξη έγινε με έγκριση, εντός του Καν. 13(1), παρόλον που δεν τηρήθηκε ο όρος.

Θεωρώ ορθή τη θέση των καθ' ων.  Η περίπτωση αφορούσε, κατά την άποψη μου, παράβαση του Καν. 13(1), πρόδηλη μάλιστα.  Η έγκριση που δόθηκε ίσχυε εντός του τεθέντος όρου, όχι εκτός.  Ήταν αλληλένδετη με αυτόν.  Χωρίς τήρηση του όρου δεν υπήρχε έγκριση.  Επομένως  ο αιτητής, παραβαίνοντας τον όρο, ενήργησε χωρίς την έγκριση που απαιτούσε ο εν λόγω Κανονισμός.  Όπως το ίδιο εξ άλλου κατέληξε ενωρίτερα και ο Καλλής, Δ., στη Νεόφυτος Νεοφύτου ν. 1. Συμβουλίου Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου, 2. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, υπόθ. αρ. 790/2002, ημερ. 26 Σεπτεμβρίου 2003, η οποία αφορούσε σε ακριβώς την ίδια υπό όρο έγκριση που είχε ταυτόχρονα δοθεί και στον κ. Ν. Νεοφύτου. 

Έπειτα, είναι η θέση του αιτητή ότι ο Καν. 13(1), όπως και η βάσει αυτού εκδοθείσα απόφαση για έγκριση υπό όρο, αντίκεινται στα Άρθρα 23, 25, 26 και 28 του Συντάγματος και ότι εν πάση περιπτώσει ο εν λόγω κανονισμός εκδόθηκε χωρίς νομοθετική εξουσιοδότηση.  Όμως, καθώς υπέδειξαν οι καθ' ων η αίτηση, τέτοια ζητήματα θα μπορούσαν να είχαν τεθεί μόνο σε διαδικασία που να αφορούσε την απόφαση ημερ. 4 Μαΐου 1999 με την οποία παραχωρήθηκε η έγκριση με όρο.  Η νομιμότητα εκείνης της απόφασης  πρέπει σε αυτή τη διαδικασία να θεωρείται δεδομένη. Ούτε θα μπορούσε ο αιτητής να έθετε τα εν λόγω ζητήματα μετά που ενήργησε κατ' επίκληση της απόφασης, αφού με τον όρο ως αδιάσπαστο μέρος της έγκρισης δεν θα του επιτρεπόταν  ταυτοχρόνως να επιδοκιμάζει και να αποδοκιμάζει: βλ. ενδεικτικά την Κυπριακή Δημοκρατία ν. China Wanbao Engineering Corporation (2000) 3 Α.Α.Δ. 406.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο