ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 972/2002)

16 Σεπτεμβρίου 2004

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

KARIYANASAN S.S. PRIYANKA,

Αιτήτρια,

- ν. -

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1. ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ/Η ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

  1. ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

Γ. Ερωτοκρίτου, για την Αιτήτρια.

Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η Αίτηση.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια, που είναι από στη Σρι Λάνκα, αφίχθη στην Κύπρο στις 3 Μαΐου 1996 ως αποτέλεσμα αίτησης, ημερ. 28 Μαρτίου 1996, την οποία υπέβαλε ηλικιωμένος από τη Λάρνακα, ο οποίος χρειαζόταν οικιακή βοηθό. Κατά την είσοδο της στην Κύπρο, χορηγήθηκε στην αιτήτρια προσωρινή άδεια παραμονής τριών μηνών. Λίγο μετά, στις 18 Ιουνίου 1996, η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για άδεια τριετούς παραμονής. Παράλληλα ζήτησε να της επιτραπεί να αλλάξει εργοδότη. Στις 18 Οκτωβρίου 1996 της χορηγήθηκε προσωρινή άδεια παραμονής μέχρι 8 Ιανουαρίου 1999 για να εργαστεί ως οικιακή βοηθός σε άλλο σπίτι στη Λάρνακα.

Όταν έληξε η άδεια της, η αιτήτρια παρέμεινε στην Κύπρο παράνομα. Στις 11 Οκτωβρίου 1999 υπέβαλε αίτηση για νέα άδεια παραμονής για να συνεχίσει με άλλη εργοδότρια που είχε σοβαρά προβλήματα υγείας, πάλι στη Λάρνακα. Καθώς φαίνεται, η αλλαγή εργοδοσίας είχε ήδη συντελεστεί από τον Αύγουστο ή Σεπτέμβριο του 1999. Η αίτηση απορρίφθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2000 λόγω της σημειωθείσας παρανομίας και ζητήθηκε από την αιτήτρια να εγκαταλείψει την Κύπρο. Η νέα εργοδότρια απηύθυνε τότε έκκληση στον Υπουργό Εσωτερικών προς τον οποίο απέστειλε πρόσθετο ιατρικό πιστοποιητικό, το οποίο περιέγραφε πιο έντονα από ό,τι προηγουμένως, την κατάσταση της υγείας της. Ως αποτέλεσμα έγινε δεκτή νέα παρόμοια αίτηση, ημερ. 28 Μαρτίου 2000, και δόθηκε στην αιτήτρια άδεια παραμονής μέχρι 28 Μαρτίου 2001.

Στις 24 Ιανουαρίου 2001, προτού λήξει η άδεια της, η αιτήτρια τέλεσε πολιτικό γάμο με ελληνοκύπριο από τη Λάρνακα. Λίγο αργότερα στάληκε στις Αρχές επιστολή από τη Σρι Λάνκα, ημερ. 16 Μαρτίου 2001. Κατάγελλε πως η αιτήτρια διατηρούσε ερωτικό δεσμό με τον ομοεθνή της B.J. ο οποίος διέμενε στην Κύπρο, ότι οι δυό τους είχαν καταστρώσει σχέδιο για μόνιμη διαμονή στην Κύπρο και ότι ο γάμος της αιτήτριας με τον ελληνοκύπριο ήταν εικονικός, ενταγμένος σ΄ αυτό το πλαίσιο. Η καταγγελία διερευνήθηκε από τον υπεύθυνο της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Λάρνακας. Διαπίστωσε ότι αποστολέας της επιστολής ήταν κάποια Σρι Λανκέζα οικιακή βοηθός η οποία είχε φύγει πρόσφατα από την Κύπρο. Κατέληξε δε ότι αυτή είχε προηγουμένως ερωτικό δεσμό με τον B.J. και ενεργούσε εκδικητικά με τη λανθασμένη εντύπωση ότι ο B.J. είχε ερωμένη την αιτήτρια ενώ η αιτήτρια συζούσε αρμονικά με τον σύζυγο της. Η προϊσταμένη Aρχή ειδοποιήθηκε σχετικά, με επιστολή ημερ. 7 Ιουνίου 2001. Στο μεταξύ, στις 4 Μαΐου 2001, ο Β.J. τέλεσε γάμο με Ελληνοκυπρία.

Στις 8 Μαρτίου 2001 η αιτήτρια αποτάθηκε για άδεια παραμονής στην Κύπρο για ένα ακόμα χρόνο. Αυτή τη φορά όχι για να εργαστεί αλλά για να βρίσκεται, ως επισκέπτρια, κοντά στο σύζυγο της. Μέχρι που να ληφθεί απόφαση, η αιτήτρια στις 14 Ιουνίου 2001 αποτάθηκε να της δοθεί και άδεια εργασίας σε εστιατόριο στη Λάρνακα. Στις 7 Αυγούστου 2001 της χορηγήθηκε σχετική άδεια μέχρι 28 Φεβρουαρίου 2002.

Η αιτήτρια παρέμεινε όμως στην Κύπρο και μετά που έληξε η άδεια της. Αυτό συνέβαινε για δεύτερη φορά. Στις 8 Μαρτίου 2002, γύρω στις 7.30 π.μ., σε έλεγχο τον οποίο διενήργησαν άνδρες της Υπηρεσίας, διαπιστώθηκε ότι η αιτήτρια διέμενε σε οικία στην Αραδίππου μαζί με τον κ. B.J.. Οι περιστάσεις του εν λόγω ελέγχου περιγράφονται σε γραπτή κατάθεση του α/φ Γ. Κωνσταντίνου ως εξής:

«Κτυπήσαμε την πόρτα της πιο πάνω οικίας λέγοντας ότι είμαστε από την Υπηρεσία αλλοδαπών. Μετά παρέλευση πέντε λεπτών περίπου άνοιξε την πόρτα η KARIYAWASAN SEMBYKUTTILAGE SUSIKA PRIYANKA αρ. διαβατ. ΣΡΙ ΛΑΝΚΑΣ Μ 1177949 ημ. γεν. 15/09/69. Την ίδια στιγμή φώναξε μια γυναίκα η οικία της οποίας βρίσκεται ακριβώς πίσω από την πιο πάνω οικία ότι έπεσε ένας αλλοδαπός γυμνός μέσα στην αυλή της πηδώντας από το περιτοίχισμα της οικίας αρ. 9 της οδού Γεώργιου Ττοουλή από ύψος 2.5 με 3 μέτρα και στη συνέχεια τράπηκε σε φυγή. Ακολούθως έκαμα έρευνα και τον βρήκα κρυμένο στην αυλή πίσω από το σωματείο ΕΡΜΗΣ, ξυπόλητο και να φορεί ένα κοντό παντελονάκι και να κρατά ένα σεντόνι. Από ερωτήσεις που έκανα σε γείτονες που ανέφεραν ότι τους πιο πάνω αλλοδαπούς τους έβλεπαν τον τελευταίο μήνα να μένουν μαζί στην πιο πάνω οικία. Τα στοιχεία του δεύτερου αλλοδαπού είναι ο DALUWATHUMULLA GAMAGE Badula Yayasuriya ημ. γεν. 02/07/58 κάτοχος διαβατηρίου Σριλάνκας υπ. αρ. Μ 1150944.»

 

Ο σύζυγος της αιτήτριας, ο οποίος ερωτήθηκε για τις σχέσεις τους, ανέφερε σε γραπτή κατάθεση του ότι με την αιτήτρια βρίσκονταν σε διάσταση από τα μέσα Ιανουαρίου του 2002 και ότι δεν επιθυμούσε τη συνέχιση της συμβίωσης και του γάμου τους. Το ότι η αιτήτρια συζούσε από κάποιο διάστημα με τον B.J. το βεβαίωσε και η συνιδιοκτήτρια της ενοικιαζόμενης κατοικίας στην Αραδίππου. Εξήγησε, με γραπτή κατάθεση της, ότι αρχικά η αιτήτρια σύστησε τον B.J. ως σύζυγο αλλά μετά, σε φιλοφρονητική ερώτηση γι΄ αυτόν, η αιτήτρια της είπε πως στην πραγματικότητα ήταν αδερφός της. Γραπτή κατάθεση στην Αγγλική γλώσσα, την οποία γνώριζε, έδωσε και ο B.J.. Αποκάλυψε ότι ο γάμος του στις 4 Μαΐου 2001 με Ελληνοκυπρία ήταν εικονικός - περί τούτου είχε ήδη καταθέσει και η ως τότε φερόμενη ως σύζυγος του - και ότι πράγματι διατηρούσε ερωτικό δεσμό με την αιτήτρια. Ανέφερε σχετικά τα ακόλουθα:

«This marriage also is not legal, but the only reason was to stay this girl with me, and to work and take money.»

 

Ο B.J. απελάθηκε στις 15 Μαρτίου 2003.

Στις 20 Μαρτίου 2002 η αιτήτρια κλήθηκε στα γραφεία της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Λάρνακας και ενημερώθηκε για ό,τι της καταλογιζόταν. Η στάση της περιγράφεται σε σχετική έκθεση, ημερ. 21 Μαρτίου 2002:

«Παρ΄ όλον που αρνήθηκε να προβεί σε γραπτή κατάθεση, προφορικά παραδέχθηκε στον Λοχ. 700 ότι ο απελαθείς αλλοδαπός ήταν φίλος της για αρκετά χρόνια και ότι διατηρούσε μαζί του ερωτικές σχέσεις. Ο λόγος δε που επέμενε να μετακομίσει στην Αραδίππου ήταν για να βρίσκεται κοντά του.

Ερωτηθείσα στη συνέχεια για τις μελλοντικές της ενέργειες, όσον αφορά την παραμονή της στη Κύπρο, ανέφερε ότι επιθυμεί να παραμείνει εδώ ώστε να μπορέσει να εξοικονομήσει λεφτά για να πάρει μαζί της στη χώρα της.»

 

Με αυτά τα δεδομένα διατυπώθηκε εισήγηση για την έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης της αιτήτριας. Εκδόθηκαν τέτοια διατάγματα στις 3 Ιουνίου 2002 αλλά η αιτήτρια δεν ενημερώθηκε. Επειδή όμως, καθώς φαίνεται, πιθανολόγησε την έκδοση τους, απευθύνθηκε προς το Υπουργείο Εσωτερικών με επιστολή των δικηγόρων της, ημερ. 4 Ιουλίου 2002, ζητώντας όπως μη απελαθεί. Ισχυριζόταν μεταξύ άλλων ότι:

«8. Ο σύζυγος της άρχισε από τους τελευταίους μήνες να μη θέλει να μείνει στην Αραδίππου, παρόλο που και η ίδια προτιμούσε να αλλάξει σπίτι αλλά δεν είχαν χρήματα και να θέλει να την εγκαταλείψει. Κατά ή περί την 5.3.2002 είχε ατύχημα στην εργασία της, αργά τη νύχτα, ζήτησε από τον άνδρα της να την μεταφέρει στο νοσοκομείον, αλλά είχε ισχυρισθεί ο ίδιος ήτο απασχολημένος. Την μετέφερε συμπατριώτης της τον οποίον εγνώριζε στο νοσοκομείον όπου την περίθαλψαν και της ζήτησαν να έλθει την επομένη το πρωί για περίθαλψη στις 7:30 πμ. Ο συμπατριώτης της παρέμεινε στο σπίτι, λόγω του ότι η ώρα ήτο προχωρημένη και το πρωί θα έπρεπε να τον μεταφέρει στο νοσοκομείον, και κοιμήθηκε σε ξεχωριστό δωμάτιον.

  1. Το πρωινόν ήλθαν στο σπίτι της άνθρωποι του τμήματος αλλοδαπών, και βρήκαν τον συμπατριώτην μου στο σπίτι της, τους εξήγησε ότι έμεινε στο σπίτι της γιατί θα με μετέφερε στο νοσοκομείο, την οδήγησαν την ίδιαν και τον συμπατριώτη της στο τμήμα αλλοδαπών, τους εξήγησε ότι κοιμόταν σε διπλανό δωμάτιο και ότι έμεινε εκεί λόγω του ότι θα την μετέφερε στο νοσοκομείον, αλλά αυτοί δεν ήθελαν να την πιστέψουν.»

 

Δόθηκε αρνητική απάντηση με επιστολή ημερ. 24 Σεπτεμβρίου 2002. Στις 7 Νοεμβρίου 2002 εκδόθηκαν νέα διατάγματα απέλασης και κράτησης με βάση το άρθρο 6(1)(Κ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, όπως τροποποιήθηκε. Καθυστέρησε η εκτέλεση τους ένεκα δυσκολίας των Αρχών να την εντοπίσουν την αιτήτρια η οποία τελικά απελάθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2003, δυνάμει νεότερων διαταγμάτων ημερ. 20 Μαρτίου 2003.

Η υπό εξέταση προσφυγή καταχωρίστηκε στις 14 Οκτωβρίου 2002 και προσβάλλει την απόφαση η οποία γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια με την επιστολή της Λειτουργού Μετανάστευσης, ημερ. 24 Σεπτεμβρίου 2002, στην οποία ήδη αναφέρθηκα. Παραθέτω εδώ το πλήρες κείμενο:

«Madam,

I wish to refer to the matter of your Residence in Cyprus under the Aliens & Immigration Laws 1952-2001 and the Relevant Regulations 1972-2001 and to inform you that the Temporary Resident´s permit granted to you due to your marriage to your Greek Cypriot husband Mr. Petros Petrou, is cancelled as examinations showed that you do not live together.

  1. You are kindly advised to leave for your country within 15 days.»

 

Η μαρτυρία την οποία κατείχε η διοίκηση για τις περιστάσεις υπό τις οποίες η αιτήτρια βρισκόταν στην Κύπρο δικαιολογούσε πλήρως, κατά την κρίση μου, την απόρριψη από τη Λειτουργό Μετανάστευσης της εκδοχής την οποία η αιτήτρια είχε προβάλει και καθιστούσε προδήλως νόμιμη και επιβεβλημένη την απαίτηση για αποχώρηση της αιτήτριας από την Κύπρο. Θεωρώ πως δεν υπάρχει χώρος για περαιτέρω συζήτηση.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

Γ.Κ. Νικολάου,

Δ.

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο