ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπσθεση Αρ. 388/2002)
29 Ιουλίου, 2004
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ROYAL RIS LTD.,
Αιτήτρια,
ν.
ΔΗΜΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ,
Καθ΄ου η Αίτηση.
Α. Σ. Αγγελίδης,
για την Αιτήτρια.Μ. Χ"Χριστοφής, για τον Καθ΄ου η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια Εταιρεία με την παρούσα προσφυγή της ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-
«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ου η αίτηση να απορρίψει μερικώς το αίτημα των αιτητών μετά από επανεξέταση κατόπιν ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου για ανανέωση της άδειας πώλησης οινοπνευματωδών ποτών για την περίοδο 13 Μαρτίου 1999 μέχρι 12 Ιουνίου 2000 για τον εσωτερικό και εξωτερικό χώρο του υποστατικού τους είναι άκυρη, παράνομη και πως ότι παραλήφθηκε θα πρέπει να διαταχθεί να γίνει.»
Η αιτήτρια στις 15.3.1999 υπέβαλε αίτημα στον καθ΄ου η αίτηση (Δήμος Λάρνακας) για ανανέωση της άδειας πώλησης οινοπνευματωδών ποτών για την περίοδο 13 Μαρτίου - 12 Μαρτίου 2000. Επειδή υπήρξε παράλειψη του Δήμου να εξετάσει το αίτημα η αιτήτρια καταχώρησε την προσφυγή αρ. 1004/99. Το Ανώτατο Δικαστήριο έκανε δεκτή την προσφυγή παρά την παραχώρηση της σχετικής άδειας πριν την έκδοση της απόφασης του, με το εξής σκεπτικό:-
«Στην παρούσα υπόθεση η αρμοδιότητα για τη χορήγηση της επίδικης άδειας ανήκει αποκλειστικά στους καθ΄ων η αίτηση (βλ. άρθρο 2 του περί Πωλήσεως Οινοπνευματωδών Ποτών Νόμου, Κεφ. 144, όπως έχει τροποποιηθεί). Οι τελευταίοι αντέταξαν σιωπή στο αίτημα της αιτήτριας. Παραχώρησαν την επίδικη άδεια σχεδόν 15 μήνες μετά την υποβολή του αιτήματος. Ο Νόμος δεν ορίζει πότε τεκμαίρεται η απόρριψη του αιτήματος από την αρμόδια διοικητική αρχή. Επί του προκειμένου είναι ενδεικτική η προθεσμία των 30 ημερών που τάσσεται από το άρθρο 29.1 του Συντάγματος. Στην παρούσα υπόθεση η αιτήτρια υπέβαλε την αίτηση για χορήγηση της επίδικης άδειας στις 15.3.99 και άσκησε την παρούσα προσφυγή την 4.8.99. Η άπρακτη πάροδος της περιόδου μεταξύ 15.3.99 και 4.8.99 συνιστά κατάχρηση εξουσίας. Πρόκειται, επομένως, για παράλειψη εντός της έννοιας του άρθρου 146.1 του Συντάγματος. Οι καθ΄ων η αίτηση όφειλαν είτε να εγκρίνουν το επίδικο αίτημα είτε να το απορρίψουν.»
(Βλέπε: ROYAL RIS LTD. v. Δήμου Λάρνακας, Υπόθεση αρ. 1004/99, ημερ. 26.11.2001)
Ο Δήμος συμμορφούμενος με το ακυρωτικό αποτέλεσμα προέβη στις 21.2.2002 σε επανεξέταση της υπόθεσης. Ο Δήμος αποφάσισε ως εξής:-
«Το Δημοτικό Συμβούλιο αποφασίζει να επανεξετάσει το θέμα μετά από ενδελεχή συζήτηση λαμβάνοντας υπόψη τους ισχυρισμούς που έχουν προβληθεί στην πιο πάνω προσφυγή, τα ευρήματα του Δικαστηρίου και την ακυρωτική της παραλείψεως απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 26.11.2001.
Το Δημοτικό Συμβούλιο παρατηρεί ότι οι αιτητές δεν είχαν προσκομίσει πιστοποιητικό του Επαρχιακού Συμβουλίου ταυτόχρονα με την υποβολή της αίτησης τους για άδεια οινοπνευματωδών ποτών για την περίοδο 1/3/1999 - 13/3/2001. Το πιστοποιητικό προσκομίστηκε μόλις την 12.6.2000.
Το Δημοτικό Συμβούλιο αναφέρεται στις αποφάσεις του ημερομηνίας 27/1/2000 και 14/3/2000 να εκδώσει άδεια οινοπνευματωδών ποτών νοουμένου ότι θα προσκομισθεί πιστοποιητικό του Επαρχιακού Συμβουλίου για τον εσωτερικό υπαίθριο χώρο και στην έκδοση της άδειας την 12/6/2000 μετά που προσκομίσθηκε στον δήμο την 12/6/2000 πιστοποιητικό του Επαρχιακού Συμβουλίου (για τον εσωτερικό υπαίθριο χώρο).
Συνεπώς το Δημοτικό Συμβούλιο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι μέχρι την 12/6/2000 ήταν κατά νόμο αδύνατη η έκδοση άδειας οινοπνευματωδών.
Το Δημοτικό Συμβούλιο επαναβεβαιώνει τις προηγούμενες αποφάσεις του να εκδώσει την άδεια για τον εσωτερικό υπαίθριο χώρο μετά την ημερομηνία προσκόμισης του πιστοποιητικού του Επαρχιακού Συμβουλίου.»
Εναντίον της απόφασης αυτής καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Η αιτήτρια προβάλλει κατά πρώτο, ως λόγο ακύρωσης, ότι ο Δήμος προέβη σε επανεξέταση κατά κατάχρηση/υπέρβαση εξουσίας και/ή για αλλότριο σκοπό. Ισχυρίζεται η αιτήτρια ότι ο Δήμος επανεξέτασε με μοναδικό σκοπό και στόχο να αποκλείσει το δικαίωμα της σε αποζημίωση, σύμφωνα με το άρθρο 146.6 του Συντάγματος. Και τούτο γιατί δεν χωρούσε αποκατάσταση της αιτήτριας και ικανοποίηση του αιτήματος για άδεια ποτού αφού ο σχετικός χρόνος είχε παρέλθει.
Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω θέση της αιτήτριας. Ο Δήμος είχε υποχρέωση με βάση την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου να προβεί σε επανεξέταση πράγμα που έπραξε εντός ευλόγου χρόνου. Η απόφαση του Δήμου, στην πραγματικότητα, επαναβεβαίωσε όλες τις ενέργειες της και ειδικά την απόφαση της ημερ. 12.6.2000 με την οποία παραχώρησε την αιτούμενη από την αιτήτρια άδεια. Εκκρεμούσας της προσφυγής αρ. 1004/99, η οποία αφορούσε παράλειψη εξέτασης της αίτησης της αιτήτριας, ο καθ΄ου η αίτηση Δήμος ικανοποίησε το αίτημα και εξέδωσε την σχετική άδεια. Εναντίον της απόφασης αυτής, της 12/6/2000, η αιτήτρια δεν καταχώρησε καμιά προσφυγή ούτε άλλως πως την προσέβαλε ή την αμφισβήτησε. Έτσι δεν είναι δυνατό να αμφισβητήσει σήμερα την επανεξέταση η οποία επιβεβαίωσε την προηγούμενη απόφαση της η οποία ήταν και η μόνη εκτελεστή, διοικητική πράξη.
Περαιτέρω η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι ο Δήμος, κατά την επανεξέταση, παραβίασε το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο. Προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι η απαίτηση για προσκόμιση πιστοποιητικού από το Επαρχιακό Συμβούλιο είναι στοιχείο μεταγενέστερο του ουσιώδους χρόνου.
Δεν είναι ορθή η θέση αυτή της αιτήτριας. Σύμφωνα με τη νομοθεσία καμιά άδεια δεν μπορεί να εκδοθεί από τον Δήμο εκτός εάν ο αιτητής προσάξει πιστοποιητικό από το Επαρχιακό Συμβούλιο (Βλέπε: άρθρα 4 και 5 του Κεφ. 144). Την απόφαση της 12.6.2000, που παραχωρήθηκε η επίδικη άδεια, η αιτήτρια δεν την προσέβαλε και ειδικά όσον αφορά το θέμα της συμπερίληψης στην άδεια του εξωτερικού πλακόστρωτου, που ασχολείται ο ευπαίδευτος δικηγόρος της αιτήτριας στην αγόρευση του.
Τέλος η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση αντίκειται προς τα άρθρα 25 και 28 του Συντάγματος. Το θέμα αυτό δεν αναπτύσσεται επαρκώς στη γραπτή αγόρευση, ούτε γίνεται προσπάθεια για τεκμηρίωση του με γεγονότα και απόδειξη του. Καθόλου δεν έχω πεισθεί ότι ευσταθούν οι αιτιάσεις αυτές της αιτήτριας.
Τέλος η αιτήτρια μέσα σε δύο γραμμές στην αγόρευση του δικηγόρου της προβάλλει κακή σύνθεση του οργάνου κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης. Εκτός του γεγονότος ότι η θέση αυτή δεν υποστηρίζεται καθόλου από γεγονότα, τέτοιος λόγος ακύρωσης δεν καταγράφεται στους νομικούς λόγους της προσφυγής, γεγονός που, σύμφωνα με τη νομολογία, αποστερεί την αιτήτρια του δικαιώματος να το προβάλει με τη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου της.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με έξοδα.
9;(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ