ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ.151/03

5 Ιουλίου, 2004

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

Δήμητρα Ξάνθου,

Αιτήτρια,

ν.

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας,

Καθ΄ων η Αίτηση.

______________

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.

Ρ. Παπαέτη, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, η οποία κατάγεται από τη Λεμεσό, διορίστηκε το 1995 με σύμβαση στη θέση δασκάλας και τοποθετήθηκε σε δημοτικό σχολείο της Πάφου. Διορίστηκε μόνιμα το 1997 και υπηρετεί μέχρι σήμερα στην Πάφο. Διαμένει στην Πάφο σε ενοικιαζόμενο διαμέρισμα από το 1995 μέχρι σήμερα. Από το Μάϊο του 2000 που παντρεύτηκε, ζει στην Πάφο με το σύζυγό της.

Όταν διορίστηκε δήλωσε ως έδρα της τη Λεμεσό. Με δήλωσή της ημερομηνίας 18.9.2002 σε καθορισμένο έντυπο, το οποίο συμπληρώνεται από τους εκπαιδευτικούς λειτουργούς στα στοιχεία των οποίων επήλθε αλλαγή κατά τη διάρκεια του έτους, δήλωσε ως έδρα της την Πάφο.

Ακολούθησε επιστολή της ημερομηνίας 12.12.2002 με την οποία εξήγησε τους λόγους για τους οποίους ζητούσε αλλαγή της έδρας της από τη Λεμεσό στην Πάφο από 1.9.2003.

Η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας μελέτησε το αίτημά της. Αποφάσισε τα πιο κάτω:

«Για τα τρία πρώτα χρόνια της τοποθέτησης της κας Ξάνθου σε δημοτικά σχολεία της Πάφου (1995 - 1998) ως έδρα της να θεωρηθεί η Λεμεσός, όπως γίνεται και με τους άλλους δασκάλους οι οποίοι συνήθως τοποθετούνται εκτός έδρας κατά τα πρώτα τρία χρόνια του διορισμού τους.

Από το 1998, οπότε η κα Ξάνθου θα μπορούσε να ζητήσει μετάθεση στην έδρα της αλλά δεν το έπραξε και δήλωσε ότι επιθυμούσε να εργάζεται στην Πάφο, να καθοριστεί ως έδρα της η Πάφος για να μη πιστώνεται σε μονάδες μετάθεσης για την απόσταση Λεμεσού - Πάφου.»

Με επιστολή της ημερομηνίας 20.12.2002 ενημέρωσε την αιτήτρια για την απόφασή της να διαφοροποιήσει την έδρα της από τη Λεμεσό στην Πάφο αναδρομικά από 1.9.1998.

Την απόφαση αυτή της Επιτροπής προσβάλλει η αιτήτρια.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν ήταν αρμόδια να προβεί στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά αρμόδιος ήταν ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού.

Το θέμα του καθορισμού της έδρας εκπαιδευτικού λειτουργού ρυθμίζεται από τον Κανονισμό 3 των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Τοποθετήσεις, Μετακινήσεις και Μεταθέσεις) Κανονισμών του 1987 (ΚΔΠ 212/87), ο οποίος καθορίζει:

«3(1) Ο εκπαιδευτικός λειτουργός κατά το χρόνο του διορισμού του δηλώνει την έδρα του. Αλλαγή έδρας γίνεται με γραπτή δήλωση του εκπαιδευτικού λειτουργού που υποβάλλεται το αργότερο μέχρι τέλος Ιανουαρίου και θα ισχύει από το επόμενο σχολικό έτος. Δήλωση που υποβάλλεται μετά την προθεσμία αυτή θα ισχύει από το μεθεπόμενο σχολικό έτος εκτός αν οι ανάγκες της υπηρεσίας επιτρέπουν διαφορετική ρύθμιση. Η δήλωση έδρας καθώς και η δήλωση αλλαγής έδρας πρέπει να συνοδεύεται από επαρκή αποδεικτικά στοιχεία.

(2) Ως έδρα των εκπαιδευτικών λειτουργών για τη μέχρι τώρα υπηρεσία τους, καθορίζεται από την αρμόδια αρχή μετά από έρευνα του προσωπικού φακέλου και άλλων στοιχείων που τηρούνται στο Υπουργείο Παιδείας ή στα Γραφεία της Επιτροπής, ή/και από υπεύθυνη δήλωση του ιδίου του εκπαιδευτικού λειτουργού:

Νοείται ότι για τους σκοπούς της παραγράφου αυτής οι εκτοπισθέντες εκπαιδευτικοί λειτουργοί οι οποίοι υπηρέτησαν κατά την περίοδο από 1.9.1974 μέχρι 31.8.1976 και δεν βρίσκονταν κατά την περίοδο αυτή με άδεια απουσίας ή με εκπαιδευτική άδεια, θεωρούνται ότι υπηρετούσαν εκτός έδρας και πιστώνονται με αριθμό μονάδων που θα αποφασίσει η Επιτροπή.

Για τη διαπίστωση της έδρας ενός εκπαιδευτικού λειτουργού για τους σκοπούς της παραγράφου (2) δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στην σοβαρή και επίμονη πρόθεση και επιθυμία που εκδήλωσε για διορισμό, μετάθεση ή υπηρεσία σε μια πόλη ή κοινότητα, όπως αυτή φαίνεται από τον προσωπικό του φάκελο ή και από άλλα σχετικά έγγραφα και δηλώσεις του.»

Ο ισχυρισμός του βασίζεται στην παράγραφο (2) του εν λόγω Κανονισμού.

Στην παράγραφο (1) αυτού καθορίζεται ότι ο εκπαιδευτικός λειτουργός δηλώνει την έδρα του κατά το χρόνο του διορισμού του και στη συνέχεια δηλώνει ενδεχόμενη αλλαγή της με γραπτή δήλωσή του.

Έχω τη γνώμη, συμφωνώντας με την ερμηνεία που έδωσε η δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση, ότι το γράμμα της παραγράφου (2), η οποία ρυθμίζει το θέμα του καθορισμού της έδρας εκπαιδευτικών λειτουργών «για τη μέχρι τώρα υπηρεσία τους» από την αρμόδια αρχή, δηλαδή τον Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού, εννοεί την υπηρεσία τους μέχρι την ημερομηνία ισχύος των Κανονισμών, την 10.7.1987. Προκύπτει ότι αποτελεί μεταβατική διάταξη για τη ρύθμιση περιπτώσεων πριν τη θέσπιση των Κανονισμών.

Ο Κανονισμός 4 καθορίζει ότι οι εκπαιδευτικοί λειτουργοί με το διορισμό τους τοποθετούνται σύμφωνα με τις ανάγκες της υπηρεσίας και κατά το δυνατόν πλησιέστερα στην έδρα τους.

Η Επιτροπή είναι αρμόδια σύμφωνα με τον Κανονισμό 6(1) να διενεργεί τις μεταθέσεις των εκπαιδευτικών λειτουργών είτε αυτεπάγγελτα, είτε μετά από αίτησή τους. Σύμφωνα με την παράγραφο (2) του Κανονισμού αυτού μπορεί να τους μεταθέτει αυτεπάγγελτα στις περιπτώσεις που καθορίζονται. Μία από τις περιπτώσεις αυτές είναι η μετάθεση στην έδρα τους χωρίς αίτησή τους.

Με το σκεπτικό ότι η έδρα των εκπαιδευτικών λειτουργών είναι ένα από τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη από την Επιτροπή για την τοποθέτησή τους μετά το διορισμό τους και για τη μετάθεσή τους και αφού δε ρυθμίζεται διαφορετικά το θέμα καθορισμού της έδρας, θεωρώ αρμόδια την Επιτροπή, όπως προκύπτει από το πνεύμα των Κανονισμών, να ελέγχει αν είναι επαρκή τα αποδεικτικά στοιχεία που υποβάλλονται με τη δήλωση αλλαγής της έδρας σύμφωνα με τον Κανονισμό 3(1).

Κατά την άποψή μου ο ισχυρισμός για έλλειψη αρμοδιότητας της Επιτροπής πρέπει να απορριφθεί.

Πρόβαλε ακολούθως ο δικηγόρος της αιτήτριας ότι η απόφαση της Επιτροπής είναι αυθαίρετη. Αναφέρθηκε στην αιτιολογία που δόθηκε σ΄αυτή ότι η αιτήτρια «θα μπορούσε να ζητήσει μετάθεση στην έδρα της αλλά δεν το έπραξε.» Πρόβαλε ότι η Επιτροπή είχε εξουσία να μεταθέσει την αιτήτρια το 1998, ένα έτος μετά το διορισμό της, ή μεταγενέστερα και δεν το έπραξε. Υποστήριξε περαιτέρω τη θέση του αναφέροντας ότι είναι αδιανόητο να υφίσταται συνέπεια τώρα η αιτήτρια, δηλαδή τη στέρηση μονάδων που απέκτησε λόγω της υπηρεσίας της εκτός έδρας, γιατί η Επιτροπή δεν τη μετέθεσε από την Πάφο.

Προκύπτει ότι η αιτήτρια δε ζήτησε μετάθεση στην έδρα της. Η Επιτροπή όμως θα μπορούσε να τη μεταθέσει και χωρίς αίτησή της. Δεν αντιλαμβάνομαι γιατί στηρίζει την απόφασή της στο γεγονός ότι η αιτήτρια δε ζήτησε μετάθεση στην έδρα της. Περαιτέρω δεν προκύπτει από τα γεγονότα ενώπιον μου πότε έγινε η δήλωση της αιτήτριας ότι επιθυμούσε να εργάζεται στην Πάφο, αναφορά στην οποία γίνεται στην απόφαση της Επιτροπής.

Κατά συνέπεια, κρίνω ότι η αιτιολογία που έδωσε η Επιτροπή στην απόφασή της δεν μπορεί να τη στηρίξει.

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ της αιτήτριας.

 

 

Π. Αρτέμης, Δ.

 

 

 

/Χ.Π.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο