ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ.922/2003)

16 Ιουνίου, 2004

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής.]

 

Αναφορικά με τα αρθρα 146, 150 και 28 του Συντάγματος

 

ΝΙΚΟΣ ΡΟΥΣΟΣ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ Ης η Αίτηση.

_________________

Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.

Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ Ων η Αίτηση.

_________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με απόφαση ημερομηνίας 16.7.2001 στην προσφυγή του Αιτητή 1079/2000 ακυρώθηκε απόφαση της ΕΔΥ να μην πληρώσει τη θέση Πρώτου Κτηματολογικού Λειτουργού στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας. Η απόφαση αυτή είχε ληφθεί μετά που δύο προηγούμενες αποφάσεις της ΕΔΥ για προαγωγή του Αιτητή στην εν λόγω θέση είχαν ανακληθεί για λόγους που αφορούσαν τη διαδικασία ως προς τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Κατά την επανεξέταση μετά από την ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή 1079/2000 η ΕΔΥ απεφάσισε και πάλι να μην πληρώσει την εν λόγω θέση και να τερματίσει τη διαδικασία πλήρωσης της. Αυτή η απόφαση είναι που προσβάλλεται με την ενώπιον μου προσφυγή.

Το σκεπτικό της απόφασης της ΕΔΥ αφορούσε το προσόν του σχεδίου υπηρεσίας για άριστη γνώση της Ελληνικής γλώσσας. Η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε συστήσει ως καθ΄όλα προσοντούχους τρεις υποψήφιους, μεταξύ των οποίων και ο Αιτητής. Η ΕΔΥ υιοθέτησε τα πορίσματα της νέας Συμβουλευτικής Επιτροπής ως προς την κατοχή των προσόντων από τους εν λόγω υποψηφίους, με εξαίρεση όμως όσον αφορά το προσόν της άριστης γνώσης της Ελληνικής γλώσσας, ως προς το οποίο εξέφρασε την ακόλουθη άποψη:

"Η Επιτροπή μελέτησε με πολλή προσοχή τα στοιχεία που οι ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ Άριστος, ΚΥΡΙΑΚΟΥ Κώστας και ΡΟΥΣΟΣ Νίκος υπέβαλαν για να αποδείξουν την από μέρους τους κατοχή της άριστης γνώσης της Ελληνικής γλώσσας, ως ήταν η απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης, και κατέληξε στα ακόλουθα:

Η Επιτροπή δεν μπορεί να είναι βέβαιη για την πραγματική πατρότητα των εγγράφων που υποβλήθηκαν, με την έννοια ότι κείμενα που δημοσιεύονται, είτε ομιλίες είτε εργασίες που παρουσιάζονται σε σεμινάρια αλλά και διάφορα υπηρεσιακά σημειώματα ή μελέτες που υποβάλλονται στα πλαίσια άσκησης υπηρεσιακών καθηκόντων, όπως είναι τα στοιχεία που οι υποψήφιοι υπέβαλαν, υπόκεινται συνήθως σε διορθώσεις γραμματικής ή συντακτικής φύσεως από άτομα που κατέχουν σε αρκετά υψηλό βαθμό γνώσης την Ελληνική γλώσσα και που δεν είναι οι συντάκτες των κειμένων. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν μπορεί να τα λάβει υπόψη και να αποδώσει στους συντάκτες τους τεκμήριο κατοχής από μέρους τους άριστης γνώσης της Ελληνικής γλώσσας.

Περαιτέρω, η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη ότι το κείμενο ομιλίας που ο Αριστείδου Άριστος υπέβαλε με τίτλο "Το Κτηματολογικό σύστημα της Κύπρου, Φεβρ. 1999", και ότι τα πιο κάτω κείμενα που ο Ρούσος Νίκος υπέβαλε:

συντάχθηκαν μετά τον ουσιώδη χρόνο, που ήταν η 31.12.93, αποφάσισε να μην τα λάβει υπόψη.

Επίσης, η Επιτροπή παρατηρεί ότι τα πιο κάτω κείμενα που ο Ρούσος Νίκος υπέβαλε:

(α) Συνοπτικό σημείωμα για τη διαχείριση Τ/Κ Περιουσιών, με ημερομηνία 30.7.93, και

(β) Υφιστάμενα κριτήρια για την πολιτική για τη διάθεση Τ/Κ Περιουσιών,

έχουν χαρατκηριστεί από τον ίδιο ως πρόχειρα και, ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν τα λαμβάνει επίσης υπόψη.

Τέλος, η επιτροπή επεσήμανε το γεγονός ότι τόσο ο Ζήνωνος Χρίστος όσο και ο Ρούσος Νίκος παρακάθησαν σε γραπτή εξέταση για διαπίστωση της κατοχής από μέρους τους της άριστης γνώσης της Ελληνικής γλώσσας με δική τους βούληση και χωρίς να κληθούν προς τούτο από την Επιτροπή, σε χρόνο μεταγενέστερο του ουσιώδους και όχι μέσα στα πλαίσια της διαδικασίας πλήρωσης της υπό εξέταση θέσης. Ειδικότερα, ο Ζήνωνος Χρίστος παρακάθησε στη συγκεκριμένη εξέταση στις 18.11.99, ενώ ο Ρούσος Νίκος στις 13.4.00, ημερομηνίες που έπονται κατά πολύ της ημερομηνίας λήξης της υποβολής των αιτήσεων για την υπό πλήρωση θέση, που ήταν η 31.12.93."

 

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή εγείρει θέμα δεδικασμένου προκύπτοντος από την ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή 1079/2000. Και στην προσφυγή εκείνη η ΕΔΥ είχε υιοθετήσει το πόρισμα της ίδιας νέας Συμβουλευτικής Επιτροπής ότι οι συστηθέντες υποψήφιοι ήσαν προσοντούχοι, πλην ως προς το εν λόγω προσόν της άριστης γνώσης της Ελληνικής γλώσσας, το οποίο η ΕΔΥ και έκρινε ότι δεν κατείχε οποιοσδήποτε υποψήφιος, περιλαμβανομένου του Αιτητή. Και τούτο διότι θεώρησε ότι τα στοιχεία που είχαν προσκομισθεί δεν αποτελούσαν επαρκή τεκμήρια προς απόδειξη της απαιτούμενης άριστης γνώσης, καθ΄όσον είχαν συνταχθεί είτε κατά την άσκηση των καθηκόντων θέσεων που οι υποψήφιοι κατείχαν πριν από τον ουσιώδη χρόνο είτε κατά τη διάρκεια των σπουδών τους σε αγγλόφωνα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Το σκεπτικό της ακυρωτικής απόφασης είχε τρεις πτυχές.

1. Η ΕΔΥ δεν παρέσχε ειδική αιτιολογία για την απόκλιση της από τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής ότι ο Αιτητής είχε το εν λόγω προσόν.

2. Η ΕΔΥ δεν διεξήγαγε δέουσα έρευνα για να διαπιστώσει κατά πόσο ο Αιτητής είχε το εν λόγω προσόν.

3. Η αιτιολόγηση της ΕΔΥ ήταν παράλογη και αυθαίρετη. Όπως το έθεσε ο Νικολαΐδης, Δ., δίδοντας την απόφαση:

"Περαιτέρω όμως, η αιτιολόγηση της απόφασης της Επιτροπής είναι παράλογη και εντελώς αυθαίρετη. Δεν αντιλαμβάνομαι πως ένα κείμενο, που κατά τα άλλα δυνατόν να αποδεικνύει άριστη γνώση μιας γλώσσας, θεωρείται ότι δεν είναι αρκετό για να αποδείξει τη γνώση αυτή, απλώς και μόνο γιατί συντάχθηκε κατά το χρόνο που ο συντάξας κατείχε θέση που απαιτούσε χαμηλότερο επίπεδο γνώσης, ή κατά το χρόνο φοίτησης σε αγγλόφωνο εκπαιδευτικό ίδρυμα."

 

 

Η εισήγηση του κ. Αγγελίδη ως προς το δεδικασμένο αφορά κυρίως την τρίτη πτυχή της απόφασης. Και με βρίσκει σύμφωνο. Η ακυρωτική απόφαση υποχρέωνε την ΕΔΥ να λάβει υπ΄όψη της και να εξετάσει τα εν λόγω κείμενα τα οποία εκρίθησαν σχετικά για σκοπούς διαπίστωσης της κατοχής του εν λόγω προσόντος. Η δικαιολογία που έδωσε για τη μη αποδοχή τους, ότι δηλαδή δεν μπορούσε να ήταν βέβαιη ως προς την αυθεντικότητα τους ως κείμενα του ίδιου του Αιτητή, όχι μόνο αντιστρατεύετο το δεδικασμένο που επέβαλλε την υποχρέωση να ληφθούν υπ΄όψη (και μάλιστα ας σημειωθεί ότι θέμα αυθεντικότητας δεν είχε τεθεί από την ΕΔΥ κατά την προηγούμενη διαδικασία), αλλά και αποκάλυπτε, αν όχι προσφυγή σε προφάσεις, τουλάχιστον σαφή παράβαση του καθήκοντος της ΕΔΥ να διεξάγει δέουσα έρευνα όπως αυτό υπήρχε εκ των πραγμάτων αλλά και τονίσθηκε στην ακυρωτική απόφαση. Και η ίδια η δικαιολογία της ΕΔΥ όμως έπασχε, εμπεριέχουσα αναφορά σε αβεβαιότητα για την αυθεντικότητα των εν λόγω κειμένων που προέκυπτε από αόριστες υποθέσεις ότι τέτοια κείμενα υπόκεινται συνήθως σε γραμματικές και συντακτικές διορθώσεις από πρόσωπα που δεν είναι οι συντάκτες τους. Από πού εξάγεται τέτοιος αφορισμός παραμένει ανεξήγητο και ενισχύει την εντύπωση προσφυγής σε προφάσεις προς αποφυγή άσκησης καθήκοντος.

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Πριν αφήσω όμως την υπόθεση δεν θα απέφευγα να παρατηρήσω και την παράλειψη της ΕΔΥ να πληροφορήσει τον Αιτητή ως προς την απόφαση της, η οποία είχε ληφθεί στις 15.10.2001, παρά μόνο όταν ο ίδιος ο Αιτητής ζήτησε, σχεδόν δύο χρόνια μετά, να πληροφορηθεί για την πορεία της επανεξέτασης που κατέστη αναγκαία μετά από την ακυρωτική απόφαση. Αυτό δεν τιμά την ΕΔΥ, όπως δεν την τιμά το γεγονός ότι, για λόγους που αφορούν την ίδια και τις δικές της διαδικασίες, η διαδικασία πλήρωσης μιας θέσης από 1.1.1995 (και με ουσιώδη χρόνο την 31.12.1993) δεν έχει ακόμα συμπληρωθεί, ο αιτητής υφίσταται ανάλογες συνέπειες, και ο αντικειμενικός παρατηρητής δικαιούται να αμφιβάλλει την όλη αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα του συστήματος.

Η Δημοκρατία θα καταβάλει £500 έξοδα στον Αιτητή.

 

 

 

Δ. Χατζηχαμπής

Δ.

 

 

 

/ΚΧ"Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο