ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπσθεση Αρ. 693/2002)
29 Ιουνίου, 2004
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Καθ΄ου η Αίτηση.
Α. Ευσταθίου (κα),
για τους Αιτητές.Μ. Φλωρέντζος με Ε. Λεωνίδου (κα), για το Καθ΄ου η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι αιτητές στην παρούσα προσφυγή ζητούν την πιο κάτω θεραπεία:-
«Δήλωση και/ή Διαταγή του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ων η αίτηση ημερομηνίας 20.6.2002 η οποία περιήλθε σε γνώση των αιτητών δι΄ επιστολής των καθ΄ων η αίτηση ημερομηνίας 26.6.2002 και με την οποία οι καθ΄ων η αίτηση απέρριψαν το αίτημα των αιτητών για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση των προνοιών του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας, για αλλαγή χρήσης υπόστεγου χώρου στάθμευσης σε κατάστημα στο Στρόβολο, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»
Κατά παρέκκλιση των προνοιών του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας, η αρμόδια Υπουργική Επιτροπή χορήγησε στους αιτητές, στις 5.4.1995, πολεοδομική άδεια για την ανέγερση στο Τεμάχιο τους αρ. 2553 (Φ/Σχ. ΧΧΧ.13.Ε.1) στο Στρόβολο, τριόροφης οικοδομής που θα περιλάμβανε μικρό κατάστημα/περίπτερο και υπόστεγο χώρο στάθμευσης στο ισόγειο και δύο διαμερίσματα στον πρώτο και δεύτερο όροφο της οικοδομής.
Είκοσι μήνες αργότερα, τις 4.12.1996 οι αιτητές επανήλθαν υποβάλλοντας νέα αίτηση στην Πολεοδομική Αρχή για την έκδοση πολεοδομικής άδειας με σκοπό την αλλαγή χρήσης του υπόστεγου χώρου στάθμευσης σε κατάστημα. Η αίτηση απορρίφθηκε από την Πολεοδομική Αρχή με το αιτιολογικό ότι δεν ήταν σύμφωνη με τις πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας σε σχέση με τη χρήση ως επίσης ότι υπερέβαινε το συντελεστή δόμησης.
Οι αιτητές υπέβαλαν ιεραρχική προσφυγή, η οποία όμως απορρίφθηκε από την αρμόδια Υπουργική Επιτροπή.
Στις 30.3.2001 οι αιτητές επανήλθαν με το ίδιο αίτημα για μετατροπές και αλλαγή της χρήσης του υπόστεγου χώρου στάθμευσης σε κατάστημα. Υπέβαλαν αίτηση για χορήγηση της άδειας κατά παρέκκλιση των προνοιών του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας με βάση τον Κανονισμό 13(1) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Παρεκκλίσεις) Κανονισμών του 1999 (Κ.Δ.Π. 309/99).
Η Πολεοδομική Αρχή ετοίμασε και υπέβαλε στο Υπουργείο Εσωτερικών σχετική έκθεση επί του θέματος, σύμφωνα με τον Κανονισμό 13(8)(α), με την οποία συνιστούσε απόρριψη της αίτησης. Το Υπουργείο Εσωτερικών με επιστολή του ημερ. 24.7.2001 ζήτησε τις απόψεις του Δήμου Στροβόλου και του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως με βάση τον Κανονισμό 15(1) οι οποίοι επίσης συνέστησαν απόρριψη της αίτησης, υιοθετώντας τις απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής, η οποία μεταξύ άλλων, αναφέρει τα εξής:-
«10. Όπως προκύπτει από τα δεδομένα της υπόθεσης αυτής, για την αίτηση απαιτείται παρέκκλιση ώστε:-
(α) Να επιτραπεί η προτεινόμενη εμπορική χρήση
(β) Ο συντελεστής δόμησης της ανάπτυξης να είναι 0,98:1 αντί 0,90:1
11. Σε σχέση με την αίτηση για παρέκκλιση από τις πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας, αναφέρονται τα ακόλουθα:-
(α) Πρόκειται για σοβαρή υπέρβαση του ανώτατου συντελεστή δόμησης ο οποίος γίνεται ακόμα μεγαλύτερος υπολογιζόμενος με βάση την πρόνοια 19.9 του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας, σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση χωροθέτησης ανάπτυξης άλλης από εκείνες που καθορίζονται ως επικρατούσες στην περιοχή θα ισχύει ανώτατος συντελεστής δόμησης σε ποσοστό 70% του καθοριζόμενου για την επικρατούσα χρήση.
(β) Παρόλο που η πρόσβαση προς το τεμάχιο θάπρεπε να γίνεται από το δευτερεύον οδικό δίκτυο, όπως προνοούσαν και σχετικοί όροι των Πολεοδομικών Αδειών που έχουν χορηγηθεί, εντούτοις επί τόπου, διενεργείται απευθείας από το δρόμο πρωταρχικής σημασίας. Έτσι, η προτεινόμενη εντατικοποίηση της εμπορικής δραστηριότητας στο τεμάχιο θα επενεργεί εις βάρος της κυκλοφοριακής ασφάλειας και λειτουργικότητας του δρόμου πρωταρχικής σημασίας.
(γ) Με την προτεινόμενη αλλαγή χρήσης καταργούνται οι 2 χώροι στάθμευσης, στο επίπεδο του ισογείου, που χρησιμοποιούνταν για την εξυπηρέτηση των πελατών του εγκριμένου καταστήματος με αποτέλεσμα να ενθαρρύνεται η παράνομη στάθμευση των οχημάτων των πελατών εκτός του χώρου του τεμαχίου παραβλάπτοντας έτσι τις ανέσεις και τις συνθήκες οδικής ασφάλειας στην περιοχή.
(δ) Τυχόν χορήγηση της αιτούμενης Πολεοδομικής Άδειας κατά παρέκκλιση των προνοιών του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας ενδέχεται να αποτελέσει κακό προηγούμενο για άλλες παρόμοιες περιπτώσεις με συνεπακόλουθα τη δημιουργία δυσμενών επιπτώσεων στην ορθολογιστική εφαρμογή των προνοιών του Τοπικού Σχεδίου και γενικά των Σχεδίων Ανάπτυξης και την καταστρατήγηση των σκοπών και επιδιώξεών σας.
12. Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω η Πολεοδομική Αρχή κρίνει ότι η παρούσα περίπτωση δεν εμπίπτει στα κριτήρια/αρχές που καθορίζει ο Κανονισμός 19(1) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Παρεκκλίσεις) Κανονισμών του 1999 και δεν εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον όπως προνοεί το άρθρο 26(2) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου και κατά συνέπεια δε συστήνει τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας κατά παρέκκλιση των προνοιών του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας.»
Το Συμβούλιο Μελέτης Παρεκκλίσεων, σε συνεδρία του στις 29.4.2002, μελέτησε το σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, σύμφωνα με τον Κανονισμό 15(3) και αποφάσισε ομόφωνα ότι η αίτηση δεν πληροί τις πρόνοιες των σχετικών κανονισμών, δεν θεωρείται έκτακτη και δικαιολογημένη προς το δημόσιο συμφέρον και δεν είναι ειδική περίπτωση.
Το Υπουργικό Συμβούλιο σε συνεδρία του ημερ. 19.6.2002 αποφάσισε, σύμφωνα με τον Κανονισμό 17(1) και με βάση τις εξουσίες που διαθέτει από το άρθρο 26 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, να απορρίψει την αίτηση υιοθετώντας τις εισηγήσεις του Συμβουλίου Μελέτης Παρεκκλίσεων.
Οι αιτητές προβάλλουν ως πρώτο λόγο ακύρωσης την πλάνη περί το νόμο και την εσφαλμένη εφαρμογή του Τοπικού Σχεδίου. Υποβάλλουν οι αιτητές ότι η ανάπτυξη που επιζητείται είναι εκείνη που καθορίζεται στην παράγραφο 7.4.3 του Τοπικού Σχεδίου δηλαδή «η αναβάθμιση των περιοχών κατοικίας σε βιώσιμες φυσικές και κοινωνικές ενότητες και η βέλτιστη δυνατή εξυπηρέτηση του τοπικού πληθυσμού. Επίσης οι αιτητές ισχυρίζονται ότι οι ενστάσεις και η αιτιολογία που έδωσε το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως (βλέπε πιο πάνω) είναι πεπλανημένες όσο πεπλανημένες επίσης ήσαν οι ενστάσεις του Συμβουλίου Παρεκκλίσεων αφού απέρριψε την αίτηση με το αιτιολογικό ότι «δεν πληροί τις πρόνοιες του Κανονισμού 19(1), δεν θεωρείται έκτακτη και δικαιολογημένη προς το δημόσιο συμφέρον, ούτε αποτελεί ειδική περίπτωση.»
Είναι νομολογημένο ότι ισχυρισμοί περί πλάνης πρέπει να αποδεικνύονται από τον αιτητή, που έχει και το βάρος της απόδειξης. Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι οι καθ΄ων η αίτηση στήριξαν την απόφαση τους σε μέρος του Κανονισμού 19 παραγνωρίζοντας άλλα εδάφια του με βάση τα οποία θα μπορούσε να δώσει την αιτούμενη άδεια κατά παρέκκλιση. Οι αιτητές βασίζονται στα εξής εδάφια του με βάση τα οποία θα μπορούσε να δώσει την αιτούμενη άδεια κατά παρέκκλιση. Οι αιτητές βασίζονται στα εξής εδάφια του Κανονισμού 19:-
«(ε) προσαρμογή της προτεινόμενης ανάπτυξης σε χαρακτηριστικά του χώρου όπου προτείνεται να πραγματοποιηθεί, στο βαθμό που αυτά δεν ήταν δυνατό να καθοριστούν με λεπτομέρεια στο ισχύον Σχέδιο Ανάπτυξης,
(στ) ................................................. .................................................. ...............................................
(ζ) πραγματοποίηση ειδικών στόχων, προγραμμάτων και έργων ανάπτυξης και επίλυση ειδικών προβλημάτων σε σχέση με την ανάπτυξη,
(η) ποιοτικός εμπλουτισμός των παρεχόμενων διευκολύνσεων υγείας, παιδείας, πολιτισμού, κοινωνικής υποδομής και αθλητισμού και αναψυχής του κοινού,
(θ) βελτίωση της αισθητικής της ίδιας της ανάπτυξης ή του δομημένου περίγυρου,
(ι) .....................
..................................... .................................................. ........................................(ια) ορθολογική ανάπτυξη τεμαχίου, στο οποίο λόγω μεγέθους, σχήματος, διαστάσεων ή άλλων χαρακτηριστικών είναι εξ αντικειμένου δύσκολη η επίτευξη τέτοιας ανάπτυξης.»
Ισχυρίζονται ότι η ανάπτυξη που επιζητούν εντάσσονται στις πιο πάνω περιπτώσεις, Αδυνατώ να εννοήσω πως το αίτημα των αιτητών εντάσσεται στα πιο πάνω, εξ άλλου στην αγόρευση της ευπαιδεύτου δικηγόρου τους δεν αναφέρουν οποιαδήποτε γεγονότα ή περιστάσεις που να δικαιολογούν τη θέση τους.
Έχω καταλήξει ότι οι αιτητές δεν απέδειξαν τους ισχυρισμούς τους περί πλάνης των καθ΄ων η αίτηση.
Με άλλο λόγο ακύρωσης οι αιτητές ισχυρίζονται ότι οι καθ΄ων η αίτηση παραβίασαν την αρχή της ισότητας που προστατεύει το Άρθρο 28 του Συντάγματος γιατί για παρόμοιες περιπτώσεις έχουν παραχωρήσει άδειες κατά παρέκκλιση σε άλλα τεμάχια. Οι καθ΄ων η αίτηση στις καταγγελίες των αιτητών για το γεγονός αυτό απάντησε ότι σε δύο περιπτώσεις παραχωρήθηκαν τέτοιες άδειες αλλά αφορούσαν περιπτώσεις πριν την εφαρμογή της Πολεοδομικής Νομοθεσίας την 9.2.1990 ή άδειες που εκδόθηκαν μεν μετά την 9.2.1990 αλλά οι αιτήσεις είχαν υποβληθεί πολύ πριν την πιο πάνω ημερομηνία.
Εν πάση περιπτώσει και αν ακόμα είχαν εκδοθεί άδειες κατά παράβαση του νόμου και των Κανονισμών οι αιτητές δεν μπορούν να διεκδικούν ίση μεταχείριση στην παρανομία, όπως προνοεί η πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι παράτυπα και αναρμόδια ο Δήμος Στροβόλου στην έκθεση του εισηγήθηκε απόρριψη της αίτησης, αφού πουθενά στο νόμο δεν προνοείται τέτοια εξουσία στην Τοπική Αρχή.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 13(8)(α)(β):-
«(8)(α) Η Πολεοδομική Αρχή μελετά την αίτηση και ετοιμάζει εμπεριστατωμένη έκθεση, την οποία αποστέλλει στο Συμβούλιο και στις υπηρεσίες και φορείς, σύμφωνα με το Παράρτημα 2 (περιλαμβανομένου στην οικεία τοπική αρχή) των παρόντων Κανονισμών. Η έκθεση της Πολεοδομικής Αρχής περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
(β) Οι υπηρεσίες και φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του παρόντος Κανονισμού αποστέλλουν επίσης σχετικές εκθέσεις στο Συμβούλιο οι οποίες αφορούν κυρίως τα θέματα της αρμοδιότητας τους.»
Με βάση τον πιο πάνω κανονισμό η Τοπική Αρχή όχι μόνο επιτρέπεται αλλά επιβάλλεται όπως υποβάλει έκθεση στο Συμβούλιο. Είναι δε αυτονόητο ότι στην έκθεση αυτή θα περιλαμβάνεται και εισήγηση άλλως αυτή θα ήταν αχρείαστη, ατελής και μη τεκμηριωμένη. Ορθά, κατά συνέπεια, ο Δήμος υπέβαλε την έκθεση του η οποία δεν αφίσταται από την έκθεση της Πολεοδομικής Αρχής.
Τέλος, οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η απόφαση τόσο του Συμβουλίου Μελέτης Παρεκκλίσεων όσο και αυτή του Υπουργικού Συμβουλίου είναι αναιτιολόγητη. Η απόφαση του Συμβουλίου Μελέτης Παρεκκλίσεων έχει ως εξής:-
«Το Συμβούλιο μελέτησε την πιο πάνω αίτηση και απεφάσισε, ομόφωνα να εισηγηθεί όπως το Υπουργικό Συμβούλιο με βάση τις εξουσίες που διαθέτει από το Άρθρο 26 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, απορρίψει την αίτηση, δεδομένου ότι αυτή δεν πληροί τις πρόνοιες του Κανονισμού 19(1)(α)-(ιβ), δεν θεωρείται έκτακτη και δικαιολογημένη προς το δημόσιο συμφέρον και δεν είναι ειδική περίπτωση.»
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 15(3) το Συμβούλιο θα πρέπει να καταλήγει σε αιτιολογημένη εισήγηση προς το Υπουργικό Συμβούλιο. Το εδάφιο 5 του Κανονισμού επιβάλλει ρητά στο Συμβούλιο όπως «σε περίπτωση εισήγησης για χορήγηση παρέκκλισης, αυτή αιτιολογείται με βάση τα κριτήρια και τις αρχές του Κ.19 ....».
Στην παρούσα περίπτωση η εισήγηση ήταν αρνητική. Παρέχεται δε επαρκής αιτιολογία η οποία συμπληρώνεται από το περιεχόμενο του φακέλου και ιδιαίτερα την έκθεση της Πολεοδομικής Αρχής, όπως επιτρέπει η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η δε τελική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου η οποία υιοθετεί την εισήγηση και την αιτιολογία του Συμβουλίου Μελέτης Παρεκκλίσεων ευλόγως θεωρείται ως αιτιολογημένη. Έπεται ότι ο σχετικός λόγος δεν ευσταθεί.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
9;(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ