ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Προσφυγή Αρ.263/2003)
13 Μαΐου, 2004
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στής.]
Αναφορικά με το αρθρο 146 του Συντάγματος
ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ,
Αιτητής,
ν
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄Ης η Αίτηση.
_________________
Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά.
Λ. Ουστά, δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Καθ΄Ης η Αίτηση.
Α. Σολουκίδου, για Ενδιαφερόμενο Μέρος 17 Α. Μαυρή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 45 Στ. Σταύρου.
_________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Σαράντα επτά θέσεις Εξεταστή Τελωνείων (θέσεις πρώτου διορισμού) επληρώθησαν από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ). Σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, εκτός από τα προνοούμενα προσόντα:
"Οι υποψήφιοι θα πρέπει να έχουν επιτύχει στη γραπτή εξέταση σύμφωνα με τις πρόνοιες του σχετικού Νόμου.
(Ο όρος αυτός θεωρείται ότι έχει εκπληρωθεί με την επιτυχία στη γραπτή εξέταση που διεξάχθηκε στις 27.10.2001, δυνάμει των προνοιών των περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμων του 1998 έως 2001)."
Ο Αιτητής, ο οποίος ήδη υπηρετούσε στη Δημόσια Υπηρεσία ως Βοηθός Γραφείου από το 1993, υπέβαλε αίτηση για τις εν λόγω θέσεις θεωρώντας ότι είχε τα προνοούμενα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας, χωρίς όμως να είχε παρακαθίσει και επιτύχει στην εν λόγω γραπτή εξέταση, η διεξαγωγή της οποίας επιβάλλεται και ρυθμίζεται από τον περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμο του 1998 που ρυθμίζει και εν γένει τη διαδικασία πλήρωσης θέσεων. Η ΕΔΥ λοιπόν απέκλεισε τον αιτητή για το λόγο αυτό. Όπως αναφέρεται σε επιστολή της ημερομηνίας 18.9.2002:
"2. Η πλήρωση της θέσης για την οποία έχετε υποβάλει αίτηση διέπεται από τις πρόνοιες των περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμων του 1998 έως 2001. Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 5(3) των εν λόγω Νόμων, αίτηση για τις θέσεις για τις οποίες εφαρμόζονται οι Νόμοι αυτοί και οι οποίες δημοσιεύονται μέσα στο 2002 μπορούν να υποβάλουν μόνο όσοι είχαν επιτύχει στη σχετική γραπτή εξέταση που είχε διεξαχθεί στις 27.10.2001.
3. Ενόψει των πιο πάνω και δεδομένου ότι όπως προκύπτει από τα ενώπιόν μας στοιχεία δεν είχατε παρακαθήσει/επιτύχει στην εν λόγω γραπτή εξέταση, η αίτησή σας δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη."
Με την προσφυγή του ο Αιτητής προσβάλλει το διορισμό των 47 επιλεγέντων κατ΄αποκλεισμό του ιδίου. Η Δημοκρατία εγείρει προδικαστική ένσταση ότι ο Αιτητής, ως μη προσοντούχος εφ΄όσον δεν είχε παρακαθίσει και επιτύχει στην εν λόγω γραπτή εξέταση, δεν έχει έννομο συμφέρον το οποίο να τον νομιμοποιεί στην προσβολή της απόφασης. Επ΄αυτού ο αιτητής απαντά ότι, καθ΄όσον με την προσφυγή προσβάλλει την ίδια τη συνταγματικότητα του εν λόγω άρθρου 5(3) του Ν. 6(Ι)/1998, δεν στερείται εννόμου συμφέροντος.
Εν όψει τούτων, η ύπαρξη του απαιτούμενου εννόμου συμφέροντος στον Αιτητή εξαρτάται από την επιτυχία της εισήγησης του ότι το άρθρο 5(3) είναι αντισυνταγματικό. Η Δημοκρατία λέγει κατ΄αρχή ότι ο Αιτητής δεν έχει επαρκώς εγείρει το θέμα στα νομικά σημεία στα οποία βασίζεται η προσφυγή, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να το προωθήσει στις αγορεύσεις. Είναι γεγονός ότι στην προσφυγή αναφέρεται απλώς ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αντίθετη "προς το Σύνταγμα", χωρίς να εξειδικεύεται και ασφαλώς χωρίς να αναφέρεται το άρθρο 5(3) και το άρθρο του Συντάγματος προς το οποίο κατ΄ισχυρισμό τούτο αντίκειται. Υπάρχει βεβαίως και μια αναφορά στο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά δυσμενή διάκριση κατά του Αιτητή, καθώς και μια αναφορά στα γεγονότα στα οποία στηρίζεται η προσφυγή στο ότι ο Αιτητής είχε δικαίωμα να είναι υποψήφιος καθ΄όσον ο Ν. 6(Ι)/1998 δεν εφαρμόζετο στην περίπτωση του. Δεν θα θεωρούσα τις αναφορές αυτές ως επαρκώς εγείρουσες το θέμα της συνταγματικότητας του άρθρου 5(3) στην προσφυγή, και αν ακόμα ληφθεί υπ΄όψη ότι ο Αιτητής χειρίζεται προσωπικά την υπόθεση του άνευ δικηγόρου, υπό το φως της νομολογίας στην οποία παραπέμπει και η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία.
Και άλλως όμως να είχε το πράγμα, ώστε να μπορούσε να εξετασθεί το θέμα, φρονώ ότι στερείται παντελούς ερείσματος η εισήγηση για αντισυνταγματικότητα του άρθρου 5(3) όπως αυτή παρουσιάζεται από τον Αιτητή στην αγόρευση του. Η εισήγηση του είναι ουσιαστικά ότι, καθ΄όσον η θέση ήταν πρώτου διορισμού, η απαίτηση για επιτυχία στην εν λόγω γραπτή εξέταση συνιστούσε δυσμενή διάκριση εις βάρος του, προφανώς με αναφορά στο Άρθρο 28, διότι ο ίδιος ήδη υπηρετούσε στη Δημόσια Υπηρεσία και έτσι δεν θα έπρεπε να υποβάλλετο στην εν λόγω εξέταση. Ο Αιτητής δεν παραθέτει οποιαδήποτε νομολογία σε στήριξη της εισήγησης του αυτής. Εν πάση
περιπτώσει δε, η εισήγηση δεν έχει βάση στη φύση των πραγμάτων και στη νομική αντίκρισή τους. Δεν βλέπω πως η αρχή της ισότητας μπορεί να παραβιάζεται από πρόνοια νόμου η οποία αποβλέπει στην αξιοκρατική και κατά το δυνατό αντικειμενική ρύθμιση της διαδικασίας προσλήψεων στη δημόσια υπηρεσία αλλά και στην ισότιμη αξιολόγηση των υποψηφίων στη βάση ιδιαιτέρως της επιτυχίας τους στην προνοούμενη γραπτή εξέταση. Αντιθέτως, θα έλεγα ότι μη εφαρμογή του άρθρου 5(3) ως προς ήδη υπηρετούντες δημοσίους υπαλλήλους σε σχέση με διορισμό σε θέση πρώτου διορισμού θα συνιστούσε δυσμενή διάκριση σε βάρος των άλλων υποψηφίων. Η ήδη υπηρεσία του Αιτητή στη Δημόσια Υπηρεσία δεν μπορεί να τον θέσει σε πλεονεκτική θέση όταν επιδιώκει διορισμό σε άλλη θέση πρώτου διορισμού. Τούτο δε συνάδει και με τον ορισμό του όρου "διορισμός" στο άρθρο 26 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου και με τις γενικές αρχές της νομολογίας ως προς την αρχή της ισότητας σε σχέση με θέσεις πρώτου διορισμού. Πόρρω απέχει ο Αιτητής από του να έχει αποσείσει το μεγάλο βάρος που έχει να ανατρέψει το τεκμήριο της συνταγματικότητας και να αποδείξει ότι η εκφρασμένη βούληση του κυρίαρχου νομοθέτη στο άρθρο 5(3) παραβιάζει την αρχή της ισότητας.Καταλήγω λοιπόν ότι ο Αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος και η προσφυγή δεν μπορεί να προωθείται. Ενδέχεται να υπάρχει και άλλος λόγος για τον οποίο η προσφυγή θα έπρεπε να απορριφθεί χωρίς να υπεισέρχεται το Δικαστήριο στην ουσία της. Η ευπαίδευτη συνήγορος για το Ενδιαφερόμενο Μέρος κα Σταύρου εισηγείται ότι ο Αιτητής κωλύεται να προωθεί την προσφυγή καθ΄όσον, έχοντας θέσει υποψηφιότητα για τις εν λόγω θέσεις και προσβάλλοντας το διορισμό των Ενδιαφερομένων Μερών αντί εκείνου, δεν μπορεί να επιδοκιμάζει και συγχρόνως αποδοκιμάζει την προσβαλλόμενη απόφαση. Δεν θα πω όμως περισσότερα αφού δεν είναι αναγκαίο.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Ο Αιτητής θα καταβάλει £400 έξοδα στη Δημοκρατία.
Δ. Χατζηχαμπής
Δ.
/ΚΧ"Π