ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 552/02
29 Απριλίου, 2004
[ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ
Αιτήτρια,
- ν. -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθής η αίτηση
-----------------------
Α.Σ. Αγγελίδης, για την αιτήτρια
Α. Βασιλειάδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για την καθής η αίτηση
Στ. Ερωτοκρίτου, για το ενδιαφερόμενο μέρος
-----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ:
Η αιτήτρια από 1/2/89 κατέχει τη θέση Λέκτορα Επιστήμης Ηλεκτρονικών Υπολογιστών στο Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο (Α.Τ.Ι.). Η αρμόδια αρχή στις 27/6/00 ζήτησε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (η Επιτροπή) την πλήρωση μιας θέσης Ανώτερου Λέκτορα στο Α.Τ.Ι. που είναι θέση προαγωγής. Η αιτήτρια ήταν μια από τους υποψήφιους.Στις 20/11/00 λήφθηκε στα γραφεία της Επιτροπής ανώνυμη επιστολή ημερ. 14/11/00 που αμφισβητούσε τα προσόντα της αιτήτριας. Διαβιβάστηκε λίγες μέρες αργότερα στον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Ο τελευταίος ερεύνησε το θέμα και ενημέρωσε σχετικά την Επιτροπή μ' επιστολή του ημερ. 15/3/01. Μεταξύ άλλων αναφέρει ότι ζητήθηκε από την ίδια την αιτήτρια να υποβάλει αναλυτική κατάσταση των μαθημάτων που παρακολούθησε στο πανεπιστήμιο όπου φοίτησε πράγμα που έκαμε. Ο Διευθυντής εξάγει το συμπέρασμα ότι, με βάση όσα στοιχεία η αιτήτρια έδωσε, οι κύριες σπουδές της ήταν στη λογιστική και οι δευτερεύουσες στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Αναφέρεται επίσης ότι στοιχεία ζητήθηκαν για το Πανεπιστήμιο απ' όπου αποφοίτησε η αιτήτρια από το Fullbright Commission και ότι η απάντηση ήταν πως το Πανεπιστήμιο αυτό δεν ήταν ποτέ αναγνωρισμένο από το Commission on Colleges of the Southern Association of Colleges and Schools.
Ακολούθησε και άλλη αλληλογραφία σχετική με το θέμα, μεταξύ Επιτροπής και της αρμόδιας αρχής, που βρίσκω αχρείαστο ν' αναφέρω και σχολιάσω. Όμως στις 9/4/02 ο δικηγόρος της αιτήτριας απηύθυνε επιστολή προς την Επιτροπή αναφέροντας ότι είχε διαπιστωθεί η ύπαρξη στο φάκελο της αιτήτριας αλληλογραφίας που αμφισβητούσε τα προσόντα της και ζητούσε αποκάλυψη των στοιχείων που υπήρχαν με παράλληλη αναστολή της διαδικασίας προαγωγής μέχρις ότου ακουστεί η αιτήτρια.
Στις 17/4/02 η Επιτροπή εξέτασε το αίτημα που η αιτήτρια έθεσε δια του δικηγόρου της και αποφάσισε ως ακολούθως:
«Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αφού εξέτασε το περιεχόμενο της πιο πάνω επιστολής, έκρινε ότι η ΘΕΟΔΩΡΟΥ Μαρία δεν μπορεί να θεωρηθεί ως υποψήφια για τη θέση Ανώτερου Λέκτορα (Πληροφορικής), Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο, και πρέπει να διαγραφεί από τον κατάλογο των προσοντούχων υποψηφίων για την πλήρωση της εν λόγω θέσης.
Η Επιτροπή κατέληξε στην απόφαση αυτή, επειδή τα προσόντα με τα οποία η Θεοδώρου διορίστηκε στη θέση Λέκτορα (Επιστήμης Ηλεκτρονικών Υπολογιστών), Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο (που είναι η κατώτερη θέση και στην οποία θέση για να προαχθεί θα πρέπει να έχει πενταετή υπηρεσία), δεν προέρχονται από αναγνωρισμένο πανεπιστήμιο, ούτε και το περιεχόμενο των σπουδών της ικανοποιεί τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας, βάσει του οποίου διορίστηκε.»
Η Επιτροπή εξέτασε το θέμα της προαγωγής στην επίδικη θέση στις 18/4/02 και κατέληξε στην απόφαση με την οποία προήγαγε το ε.μ. από 1/6/02. Αυτή την απόφαση προσβάλλει η αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή.
Για να συμπληρωθούν τα γεγονότα θα πρέπει να λεχθεί ότι η Επιτροπή σε συνεδρία της στις 31/1/02 εξέτασε το θέμα των προσόντων της αιτήτριας και αποφάνθηκε ότι αυτή δεν πληρούσε τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας λέκτορα στην οποία είχε πρωτοδιορισθεί και συνεπώς δεν μπορούσε να περιληφθεί στον κατάλογο προαξίμων υποψηφίων για προαγωγή στην επίδικη θέση. Αυτή η απόφαση της Επιτροπής δεν φαίνεται να είχε ποτέ κοινοποιηθεί στην αιτήτρια.
Αιχμή του δόρατος της επιχειρηματολογίας του συνηγόρου της αιτήτριας αποτελεί ο ισχυρισμός ότι η Επιτροπή απόκλεισε την αιτήτρια έχοντας καταλήξει ότι δεν κατείχε τ' απαραίτητα προσόντα χωρίς να έχει κάμει δέουσα έρευνα και κάτω από πλάνη περί τα πράγματα αλλά και χωρίς να έχει ακούσει την αιτήτρια.
Θα συμφωνήσω με τις θέσεις του συνηγόρου της αιτήτριας, ιδιαίτερα μάλιστα με το τελευταίο ζήτημα που έχει θίξει ότι δεν ακούστηκε η αιτήτρια. Και επομένως παραβιάζονται οι αρχές της φυσικής δικαιοσύνης. Η αιτήτρια υπηρετούσε για πολλά χρόνια στην ίδια υπηρεσία στην οποία θα ήταν υποψήφια για προαγωγή με βάση πανεπιστημιακό τίτλο που η Επιτροπή είχε αποδεχθεί. Υπήρξε τώρα αμφισβήτηση του τίτλου της με βάση ανώνυμη επιστολή. Δε φαίνεται ότι η αιτήτρια έλαβε ποτέ γνώση του γεγονότος αυτού ούτε και υπάρχει τέτοιος ισχυρισμός από πλευράς της Επιτροπής. Είναι γεγονός ότι ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εργασίας ζήτησε πληροφορίες για το πτυχίο της αλλ' είναι άγνωστο αν της εξηγήθηκε ότι εξετάζονταν ισχυρισμοί γι' αμφισβήτηση του πτυχίου της. Ποτέ μέχρι και την απόφαση ημερ. 31/1/02 αλλά και αργότερα μετά την επιστολή του δικηγόρου της, όταν λήφθηκε η απόφαση στις 17/4/02, δε δόθηκε στην αιτήτρια η ευκαιρία να υποστηρίζει τη θέση της. Υπάρχει σαφής παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης. Ενδεχομένως η αιτήτρια να είχε να δώσει τις δικές της εξηγήσει και πληροφορίες αλλά δεν της δόθηκε η ευκαιρία να το πράξει.
Επιπλέον όμως η Επιτροπή στηρίχθηκε σε μια έρευνα που ήταν και ελλειπής και παράτυπη. Απευθύνθηκε ουσιαστικά στο Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας και αυτός στο Fullbright Commission και μόνον. Τίποτε δεν υπάρχει ενώπιον του δικαστηρίου που να δείχνει ότι ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εργασίας είναι αρμόδιος κατά νόμο να κάμνει έρευνα για την εγκυρότητα τίτλων σπουδών. Αντίθετα με βάση την κυπριακή νομοθεσία και συγκεκριμένα τον περί Αναγνώρισης Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμο, αρ. 68(1)/96, όπως τροποποιήθηκε, υπάρχει ειδικό Συμβούλιο, το οποίο είναι επιφορτισμένο με την εξέταση τέτοιων θεμάτων. Σχετικά είναι τα άρθρα 4 και 12 του Νόμου. Η Επιτροπή ουσιαστικά απέτυχε να εφαρμόσει τις πρόνοιες του σχετικού Νόμου.
Κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις η απόφαση της Επιτροπής ν' αποκλείσει την αιτήτρια λόγω μη κατοχής των αναγκαίων προσόντων ήταν παράνομη. Παράνομη κατά συνέπεια ήταν και η απόφαση της Επιτροπής για προαγωγή του ε.μ. στην επίδικη θέση. Τόσο ο αποκλεισμός της αιτήτριας όσο και η προαγωγή του ε.μ. ακυρώνονται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η καθής η αίτηση να πληρώσει τα έξοδα όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.
Γ. Αρέστης, Δ.
/ΚΑς