ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 730/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

LANITIS BROS LTD,

Αιτητών,

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας,

Καθ΄ ων η αίτηση

---------------------------

19 Ιανουαρίου 2001

Για τους αιτητές: Κ. Μιχαηλίδης, γι΄ αυτόν Ν. Οικονομίδης.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Γ. Λαζάρου.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Οι αιτητές διεξάγουν επιχείρηση εμφιάλωσης αναψυκτικών, παρασκευής και εγκυτίασης χυμών όπως και διανομής. Για προώθηση των πωλήσεων, προμήθευαν πελάτες-μεταπωλητές, χωρίς αντιπαροχή, με ψυγεία και μηχανές επιτοπίου ανάμειξης (post mix) οι οποίες χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για λιανική διάθεση των προϊόντων των αιτητών. Την 1 Ιουλίου 1996 ο Έφορος αποφάσισε ότι, ενόψει των διατάξεων του άρθρου 6(8) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 (Ν. 246/90 όπως τροποποιήθηκε), επρόκειτο για περίπτωση όπου οι αιτητές παρείχαν στους πελάτες τους υπηρεσίες που φορολογούνται· και επέβαλε σχετική φορολογία για τις περιόδους από 1 Ιουλίου 1992 μέχρι 31 Ιανουαρίου 1995. Προνοείται στο άρθρο 6(8) ότι:

"6(8) Όταν αγαθά ή περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται ή χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της επιχείρησης, με οδηγίες ή παραλείψεις ή ανοχή του προσώπου που ασκεί την επιχείρηση, διατίθενται για ιδιωτικούς σκοπούς ή χρησιμοποιούνται ή προσφέρονται για να χρησιμοποιηθούν από οποιοδήποτε πρόσωπο για σκοπούς άλλους από τους σκοπούς της επιχείρησης, με αντιπαροχή ή χωρίς αντιπαροχή, τότε αυτό αποτελεί παροχή υπηρεσιών."

 

Η απόφαση προσεβλήθη με την προσφυγή αρ. 737/96 και ακυρώθηκε στις 2 Ιουλίου 1998 επειδή ο Έφορος δεν κατηύθυνε την προσοχή του και δεν κατέληξε αναφορικά με το κατά πόσο συνέτρεχε η πρώτη από τις δύο προϋποθέσεις που έθετε η διάταξη, ήτοι, το κατά πόσο τα περιουσιακά στοιχεία για τα οποία γινόταν λόγος αρχικά κατέχονταν ή χρησιμοποιούνταν για τους σκοπούς της επιχείρησης των αιτητών. Το Δικαστήριο αναφέρθηκε, σε σχέση με το ζήτημα, στη Λουκά & Υιών Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 396/96, ημερ. 10 Σεπτεμβρίου 1997 (Κωνσταντινίδη, Δ). Δεν εξετάστηκε στην πρώτη προσφυγή ο,τιδήποτε άλλο.

Ο Έφορος προέβη σε επανεξέταση αφού προηγουμένως πήρε περαιτέρω στοιχεία - ή ακριβέστερα λεπτομέρειες στοιχείων ήδη γνωστών - αναφορικά με τις περιστάσεις απόκτησης των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων και διάθεσής τους για χρήση από τους πελάτες των αιτητών. Λειτουργός που διερεύνησε το θέμα ετοίμασε Σημείωμα ημερ. 4 Μαρτίου 1999 το οποίο εγκρίθηκε στις 16 Μαρτίου 1999. Στο ακόλουθο απόσπασμα εκτίθενται τα βασικά γεγονότα:

"Ο κος Παύλου ανάφερε ότι τα ψυγεία και οι μηχανές post-mix είτε εισάγονται από το εξωτερικό είτε αγοράζονται από την Κυπριακή αγορά. Αμέσως μετά την αγορά ή την εισαγωγής τους τοποθετούνται σε μια από τις τέσσερις αποθήκες που διαθέτει η εταιρεία Λανίτης (κεντρικά Γραφεία Λευκωσίας, Δάλι, Λεμεσός και Πάφος) και καταχωρούνται στο Μητρώο του πάγιου εξοπλισμού της εταιρείας. Όταν ένας πελάτης εγκριθεί για να τοποθετεί ψυγείο ή Post mix στο υποστατικό του, τότε το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο μετακινείται από την αποθήκη και τοποθετείται στο υποστατικό του πελάτη. Η διαδικασία αυτή αποδεικνύει ότι το περιουσιακό στοιχείο κατείχετο σε πρώτο στάδιο από την εταιρεία Λανίτης και αργότερα διατίθεται να χρησιμοποιηθεί από τον πελάτη............................................ ..........

Η θέση των εκπροσώπων της εταιρείας είναι ότι πράγματι τα περιουσιακά στοιχεία κατέχονται από την εταιρεία πριν την παραχώρηση τους στους πελάτες της και αυτή ήταν η τακτική της εταιρείας η οποία εφαρμοζόταν και πριν την έναρξη της Νομοθεσίας για το Φ.Π.Α. δηλαδή την 1.7.92, και η οποία εξακολουθεί να εφαρμόζεται με τον ίδιο τρόπο μέχρι σήμερα."

 

Έπειτα εκτίθεται το συμπέρασμα ότι:

"..... πράγματι τα ψυγεία και οι μηχανές post-mix κατέχονται για τους σκοπούς της επιχείρησης πριν την παραχώρηση τους στους μεταπωλητές - πελάτες της ....."

 

Με απόφαση ημερ. 2 Απριλίου 1999, ο Έφορος και πάλι κατέληξε ότι η περίπτωση ενέπιπτε στο άρθρο 6(8) του Νόμου και προέβη σε βεβαίωση φόρου. Παραθέτω το αιτιολογικό όπως περιέχεται σε σχετική επιστολή που στάληκε στην αιτήτρια:

"Από την εξέταση των βιβλίων και αρχείων που τηρείτε για την περίοδο 1/7/92 μέχρι 31/1/95, καθώς και τις εξηγήσεις που έδωσε ο λογιστής σας έχει διαπιστωθεί ότι παραλείψατε να αποδώσετε φόρο εκροών συνολικού ύψους £21810,56 για τη παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης ψυγείων και μηχανών post mix σε πελάτες σας χωρίς αντιπαροχή. Αυτά τα στοιχεία πάγιου ενεργητικού έχει διαπιστωθεί ότι σε πρώτο στάδιο κατέχονται από την επιχείρηση σας και μετά προσφέρονται για να χρησιμοποιηθούν από τους πελάτες σας, για σκοπούς της δικής τους επιχείρησης. Η προσφορά αυτή αποτελεί, σύμφωνα με το άρθρο 6(8) του Ν. 246/90, παροχή υπηρεσιών που φορολογείται με τον θετικό συντελεστή Φ.Π.Α."

 

Με την παρούσα προσφυγή, η απόφαση του Εφόρου προσβάλλεται με αναφορά σε τέσσερα ζητήματα. Πρώτο, ότι η δικαστική απόφαση στην προηγούμενη προσφυγή δημιούργησε δεδικασμένο που δεν επέτρεπε

στον Έφορο να προβεί σε επανεξέταση. Δεύτερο, ότι ενώ τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία κατέχονταν προσωρινά από τους αιτητές, δεν κατέχονταν για σκοπούς της επιχείρησης τους "αφού αυτά προωρίζοντο εξ υπαρχής δια να παραδοθούν εις τους τρίτους πελάτας των χωρίς αντιπαροχήν" και επομένως δεν επληρούτο η πρώτη προϋπόθεση του άρθρου 6(8). Τρίτο, ότι τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία χρησιμοποιούντο, μετά την παράδοσή τους, για τους σκοπούς της επιχείρησης των αιτητών αφού με αυτά προωθούντο οι πωλήσεις μόνο των δικών τους προϊόντων ενώ "διά να εφαρμόζεται το άρθρο 6(8) του Νόμου θα έπρεπε τα ψυγεία και αι μηχαναί post mix να εχρησιμοποιούντο αποκλειστικά για τους σκοπούς της επιχείρησης των πελατών των αιτητών ...."· επισημαίνεται σχετικά ότι, καθώς αναφέρθηκε στην πρώτη δικαστική απόφαση, "είναι κοινώς αποδεκτό ότι η διευθέτηση αυτή προωθούσε τις αντίστοιχες πωλήσεις τόσο των αιτητών όσο και των πελατών τους". Και, τέταρτο, ότι εν πάση περιπτώσει ο τρόπος υπολογισμού του πληρωτέου φόρου ήταν εσφαλμένος.

Ως προς το πρώτο ζήτημα είναι, κατά την άποψη μου, προφανές πως η προηγούμενη απόφαση δεν δημιούργησε το δεδικασμένο που πρότειναν οι αιτητές. Το Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση ενόψει διαπιστωθείσας πλημμέλειας την οποία ο Έφορος όφειλε να αποφύγει κατά την επανεξέταση στην οποία είχε καθήκον να προβεί. Και δεν χρειάζεται να επεκταθώ.

Ως προς το δεύτερο, μου φαίνεται πως ο Έφορος έσφαλε και κατά την επανεξέταση σε ακριβώς το ζήτημα για το οποίο είχε ακυρωθεί η προηγούμενή του απόφαση. Η κατάληξή του, στο απόσπασμα που παρέθεσα, ότι τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία "σε πρώτο στάδιο κατέχονται από την επιχείρηση" των αιτητών δεν επέλυσε το κρίσιμο σε σχέση με αυτή την πτυχή σημείο που ήταν το κατά πόσο αυτά κατέχονταν για τους σκοπούς της επιχείρησης των αιτητών. Δεν παραγνωρίζω ότι ο λειτουργός ο οποίος ετοίμασε το σχετικό Σημείωμα διατύπωσε συμπέρασμα ότι πράγματι κατέχονταν για τους σκοπούς της επιχείρησης των αιτητών, και ότι το Σημείωμα εγκρίθηκε στο σύνολό του. Εν τέλει όμως, εκείνο που έχει σημασία είναι η ρητή αιτιολογία που δόθηκε από τον Έφορο. Σχετικά με την ερμηνευτική αντίκρυση της υπό συζήτησης υπόθεσης αλλά και γενικότερα του άρθρου 6(8), καθοδήγηση προσφέρει η πρόσφατη απόφαση του Κωνσταντινίδη Δ. στην Κυπριακή Εταιρεία Κονσερβοποιΐας Λτδ ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 608/98 ημερ. 29 Μαρτίου 2000. Το εξής απόσπασμα είναι νομίζω αρκετό:

"Το άρθρο 6(8) προϋποθέτει αλλαγή στο σκοπό των περιουσιακών στοιχείων. Πρέπει αυτά να είναι περιουσιακά στοιχεία που κατέχονται ή χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της επιχείρησης και, ενώ είναι τέτοια, χρησιμοποιούνται ή προσφέρονται για να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς άλλους από τους σκοπούς της επιχείρησης ή διατίθενται για ιδιωτικούς σκοπούς. Είναι την ανάγκη για διαπίστωση τέτοιας αλλαγής που θέλησα να επισημάνω στην υπόθεση Λουκά. Αν τα περιουσιακά στοιχεία αποκτήθηκαν ευθύς εξ αρχής με σκοπό τη χρήση τους από τους λιανοπωλητές και για κανένα άλλο λόγο, δεν είναι νοητό να τίθεται ζήτημα αλλαγής στο σκοπό που είναι η βασική προϋπόθεση για τη λειτουργία του άρθρου 6(8). Παράδειγμα τέτοιας αλλαγής που οδήγησε σε επικύρωση της απόφασης του Εφόρου, παρέχει η απόφαση του Νικήτα Δ., στην Μ & Μ Transport Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 657/97 ημερομηνίας 18.2.00. Χωρίς διαπίστωση τέτοιας φύσης, η περίπτωση θα βρίσκεται έξω από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6(8) ανεξάρτητα από το αν ο σκοπός των περιουσιακών στοιχείων δεν μπορεί να συναρτηθεί προς τους σκοπούς της επιχείρησης. Θα εξηγήσω περαιτέρω αυτές τις σκέψεις. Στην υποθετική περίπτωση που τα ψυγεία αγοράστηκαν με εξ αρχής προορισμό τη χρήση τους από τους λιανοπωλητές, δηλαδή για τοποθέτηση σ΄ αυτά μόνο προϊόντων των αιτητών που θα προσφέρονταν για πώληση στο κοινό, θα έχουμε ένα και αναλλοίωτο σκοπό, από την αρχή ως το τέλος."

 

Παρά την κατάληξή μου στο δεύτερο τεθέν ζήτημα, θεωρώ εν προκειμένω χρήσιμο να προχωρήσω περαιτέρω για να επισημάνω, σε σχέση με το τρίτο, το οποίο αφορά τη δεύτερη βάσει του άρθρου 6(8) προϋπόθεση, ήτοι τη χρησιμοποίηση των περιουσιακών στοιχείων μετά τη διάθεση τους "για σκοπούς άλλους από τους σκοπούς της επιχείρησης", πως και εκεί μου φαίνεται να υπάρχει πρόβλημα. Ο Έφορος κατέληξε ότι τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία "προσφέρονται για να χρησιμοποιηθούν από τους πελάτες .... για σκοπούς της δικής τους επιχείρησης". Η γενικότητα αυτής της διατύπωσης δημιουργεί ασάφεια. Θα μπορούσε να σημαίνει πως η χρησιμοποίηση γινόταν μόνο για σκοπούς της επιχείρησης των πελατών των αιτητών. Αυτό όμως θα προσέκρουε σε ό,τι το Δικαστήριο σημείωσε στην προηγούμενη προσφυγή ως το κοινώς αποδεκτό γεγονός "ότι η διευθέτηση αυτή προωθούσε τις αντίστοιχες πωλήσεις τόσο των αιτητών όσων και των πελατών τους". Αν εξ άλλου ο Έφορος εννοούσε ότι εξυπηρετούνταν οι σκοποί και των δύο πλευρών - αιτητών και πελατών - θα ήταν πολύ εύκολο να το έλεγε. Οπότε θα όφειλε να κατηύθυνε την προσοχή του στο κατά πόσο ενόψει τούτου επληρούτο η δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 6(8). Θα έπρεπε ειδικότερα να εξηγούσε γιατί εν προκειμένω το οικονομικό όφελος που προέκυπτε από τη διευθέτηση για τον πελάτη-μεταπωλητή σήμαινε ότι τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία χρησιμοποιούνταν "για σκοπούς άλλους από τους σκοπούς της επιχείρησης των αιτητών": βλ. αναφορικά με αυτή την πτυχή την απόφαση του Ηλιάδη Δ. στη Λοΐζος Λουκά & Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 493/98, ημερ. 18 Αυγούστου 2000, η οποία αφορούσε παρόμοια περίπτωση.

Ενόψει του αποτελέσματος με αναφορά στο δεύτερο και τρίτο ζήτημα, το τέταρτο δεν είναι εν προκειμένω ανάγκη να με απασχολήσει.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

 

 

 

 

 

Γ.Κ. Νικολάου,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο