ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 4 ΑΑΔ 211
24 Μαρτίου, 2000
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚA ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤAΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,
Kαθ' ου η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 647/1997)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Αναρμοδιότητα ― Περιστάσεις στοιχειοθέτησης της αναρμοδιότητας στην κριθείσα περίπτωση απόφασης του Διευθυντή του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου ― Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού ― Αρμοδιότητα έκδοσης άδειας τουριστικού καταλύματος ― Άρθρα 7.3 και 8.3 του περί Ξενοδοχείων και Τουριστικών Καταλυμάτων Νόμου του 1969 (Ν.40/69).
Ο αιτητής προσέβαλε την απόφαση, που του κοινοποιήθηκε από τον Διευθυντή του Κ.Ο.Τ., με την οποία δεν ανανεώθηκε η άδεια λειτουργίας του ξενώνα "Delphi" του οποίου ήταν κάτοχος.
Το Ανώτατο Δικαστήριο ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Αποδεικνύεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, κάτι που ο ίδιος ο αιτητής ισχυρίζεται και δέχεται ο δικηγόρος του ΚΟΤ, πως το Συμβούλιο αποφάσισε, στις 9.10.97, επικαλούμενο τις εξουσίες που έχει σύμφωνα με το Νόμο, να μην ανανεώσει την άδεια λειτουργίας του ξενώνα του αιτητή. Η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του διευθυντή, ημερ. 17.10.97.
Η προσβαλλόμενη εδώ απόφαση, που κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του διευθυντή ημερ. 10.7.97, δεν ελήφθη από το Συμβούλιο του ΚΟΤ σύμφωνα με τα Άρθρα 7.3 και 8.3 του Ν.40/69 και πολύ ορθά εισηγούνται οι δικηγόροι του αιτητή πως ό,τι περιέχεται στο ουσιαστικό της μέρος αποτελεί ενέργεια αναρμόδιου οργάνου. Δεν είναι ορθό όμως πως τούτο δεν ήταν γνωστό κατά την καταχώριση της προσφυγής. Εγείρεται ως ο δεύτερος, από τους δυο νομικούς λόγους, στο αιτητικό ως εξής: «η προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση ελήφθη από αναρμόδιο όργανο και δεν αποτελεί απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου που καταρτίστηκε με βάση το Άρθρο 5 του Ν.54/69. Η προσφυγή θα επιτύχει γι΄αυτό το λόγο.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Προσφυγή.
Προσφυγή από τον αιτητή, κάτοχο του ξενώνα "Delphi", κατά της απόφασης με την οποία εκαλείτο να τερματίσει την λειτουργία του λόγω μη ικανοποίησης των όρων προς έκδοση άδειας λειτουργίας του.
Χρ. Χριστοφίδης, για τον Αιτητή.
Α. Δικηγορόπουλος, για τον Καθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής είναι ο κάτοχος του ξενώνα «Delphi» στην οδό Κωστάκη Παντελίδη στη Λευκωσία. Ο ξενώνας λειτουργεί για δεκαετίες τώρα, πριν από το 1960. Δημιουργήθηκε πρόβλημα ανανέωσης της άδειας λειτουργίας του από τον καθ' ου η αίτηση, Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού, ΚΟΤ, γιατί δεν τηρούσε τις προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος και οι κανονισμοί. Συγκεκριμένα, στις 21.11.96 ο Γενικός Διευθυντής του ΚΟΤ με επιστολή του προς τον αιτητή τον πληροφορούσε πως το Διοικητικό Συμβούλιο αναθεώρησε την απόφαση του έτσι που να μην ανακληθεί η άδεια λειτουργίας του ξενώνα, έθετε όμως ως όρο μέσα σε 4 μήνες να συμπληρωθούν ορισμένες εργασίες, που απαριθμούνται στην επιστολή. Απαιτούσε επίσης και τη λήψη άλλων μέτρων, που αφορούσαν στον τρόπο λειτουργίας του ξενώνα, που και αυτά απαριθμούνταν σε ξεχωριστή παράγραφο της επιστολής. Αν δεν γίνονταν τα πιο πάνω, δεν θα ανανεωνόταν η άδεια λειτουργίας του ξενώνα.
Ο αιτητής ισχυρίζεται πως συμμορφώθηκε με τις πιο πάνω υποδείξεις. Στις 10.7.97 όμως ο Γενικός Διευθυντής του ΚΟΤ απηύθυνε στον αιτητή την πιο κάτω επιστολή:
«Αναφέρομαι στο θέμα της κατάταξης και άδειας λειτουργίας του ξενώνα DELPHI στη Λευκωσία.
2. Όπως έχει διαπιστωθεί από την αρμόδια Υπηρεσία του Οργανισμού δεν έχετε ακόμα ικανοποιήσει τους όρους που τέθηκαν ώστε να καταστεί δυνατή η ανανέωση της κατάταξης της υπό αναφορά επιχείρησης με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η έκδοση άδειας λειτουργίας. Η τελευταία προθεσμία για ικανοποίηση των όρων έληξε το Μάρτιο 1997 όπως αυτή σας κοινοποιήθηκε με την ταυτάριθμη επιστολή μου με ημερ. 21.11.1996.
3. Ενόψει τούτου καλείσθε να τερματίσετε από την ημερομηνία της παρούσας τη λειτουργία του ξενώνα και οποιεσδήποτε συναφείς δραστηριότητες. Τυχόν συνέχιση της λειτουργίας του εν λόγω ξενώνα θα είναι παράνομη.»
Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση, που κοινοποιήθηκε στον αιτητή με την επιστολή που ενθέτω αμέσως πιο πάνω.
Ένα από τα δύο νομικά σημεία που εγείρουν οι δικηγόροι του αιτητή, είναι πως η απόφαση που περιέχεται στην παραπάνω επιστολή ελήφθη από αναρμόδιο όργανο, δηλαδή τον ίδιο το διευθυντή του ΚΟΤ, χωρίς να υπάρχει προς τούτο προηγούμενη απόφαση του Συμβουλίου, όπως ρητά προβλέπεται στα άρθρα 7.3 και 8.3 του περί Ξενοδοχείων και Τουριστικών Καταλυμάτων Νόμου 1969, Ν.40/69. Με δυο λόγια, εισηγούνται πως το Συμβούλιο του ΚΟΤ δεν αποφάσισε να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας του ξενώνα, όπως παράνομα αναφερόταν στην επιστολή του διευθυντή.
Είναι γεγονός πως κατά τη διάρκεια της ενώπιον μου διαδικασίας οι δικηγόροι του αιτητή ζήτησαν να επιθεωρήσουν το διοικητικό φάκελο, γιατί, όπως ισχυρίστηκαν, δεν τους δόθηκε η ευκαιρία να το κάνουν πριν από την καταχώριση της προσφυγής, μολονότι, το είχαν ζητήσει. Μετά την επιθεώρηση του φακέλου διαπίστωσαν πως πράγματι δεν υπήρχε σχετική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΚΟΤ, που να είχε ληφθεί πριν από την αποστολή της επίμαχης επιστολής του διευθυντή, ημερ. 10.7.97. Απόφαση από το Συμβούλιο, για την μη ανανέωση της άδειας λειτουργίας του ξενώνα του αιτητή, ελήφθη στις 9.10.97 και κοινοποιήθηκε σ' αυτόν με σχετική επιστολή ημερ. 17.10.97, μετά δηλαδή την καταχώριση της προσφυγής, στις 8.8.97.
Ο προηγούμενος δικηγόρος, που χειριζόταν την υπόθεση εκ μέρους του ΚΟΤ, είχε προφανώς διαπιστώσει τα πιο πάνω και, καθώς ανέφερε σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας όπως καταγράφεται στο πρακτικό του Δικαστηρίου, είχε συμβουλεύσει τον ΚΟΤ να δεχθεί ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, που περιέχεται στην επιστολή του διευθυντή ημερ. 10.7.97. Τούτο όμως δεν έγινε.
Ο δικηγόρος, ο οποίος ανέλαβε αργότερα την υπόθεση εκ μέρους του ΚΟΤ, υποστηρίζει στη γραπτή του αγόρευση τη νομιμότητα της απόφασης, όπως αυτή προσβάλλεται στο αιτητικό της προσφυγής. Αναφέρεται όμως και σ' αυτή της 9.10.97, με την οποία το Συμβούλιο του ΚΟΤ αποφάσισε να μη εκδώσει άδεια λειτουργίας για τον ξενώνα του αιτητή, υποστηρίζοντας πως αυτή θα έπρεπε να είχε προσβληθεί.
Το περίεργο των πραγμάτων συνεχίζεται με την αναγνώριση εκ μέρους των δικηγόρων του αιτητή πως το Συμβούλιο του ΚΟΤ αποφάσισε πράγματι στις 9.10.97 να μην ανανεώσει την άδεια λειτουργίας του ξενώνα του. Ισχυρίζονται όμως πως όταν καταχωρίστηκε η προσφυγή, εφόσο δεν είχαν επιθεωρήσει το φάκελο, δεν ήταν σε θέση να επιβεβαιώσουν το γεγονός αυτό. Διατείνονται, στη συνέχεια, πως η απόφαση του Συμβουλίου του ΚΟΤ ημερ. 9.10.97, που κοινοποιήθηκε στον αιτητή, θεωρήθηκε από το ίδιο ως «επιβεβαιωτική» αυτής που προσβάλλουν με την παρούσα προσφυγή, και γι' αυτό και δεν καταχωρίστηκε αίτηση ακυρώσεως της τελευταίας απόφασης.
Θα κρατηθώ από τα πραγματικά γεγονότα, αποφεύγοντας να εμπλακώ στις κατέρωθεν εισηγήσεις, που συνοψίζω πιο πάνω, τα οποία και στη συνέχεια θα υπαχθούν στις απλές νομικές προτάσεις. Αποδεικνύεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, κάτι που ο ίδιος ο αιτητής ισχυρίζεται και δέχεται ο δικηγόρος του ΚΟΤ, πως το Συμβούλιο αποφάσισε, στις 9.10.97, επικαλούμενο τις εξουσίες που έχει σύμφωνα με το Νόμο, να μην ανανεώσει την άδεια λειτουργίας του ξενώνα του αιτητή. Η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του διευθυντή, ημερ. 17.10.97.
Η προσβαλλόμενη εδώ απόφαση, που κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του διευθυντή ημερ. 10.7.97, δεν ελήφθη από το Συμβούλιο του ΚΟΤ και πολύ ορθά εισηγούνται οι δικηγόροι του αιτητή πως ό,τι περιέχεται στο ουσιαστικό της μέρος αποτελεί ενέργεια αναρμόδιου οργάνου. Δεν είναι ορθό όμως πως τούτο δεν ήταν γνωστό κατά την καταχώριση της προσφυγής. Εγείρεται ως ο δεύτερος, από τους δυο νομικούς λόγους, στο αιτητικό ως εξής: «η προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση ελήφθη από αναρμόδιο όργανο και δεν αποτελεί απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου που καταρτίστηκε με βάση το άρθρο 5 του Ν.54/69. Η προσφυγή θα επιτύχει γι' αυτό το λόγο. Η απόφαση που προσβάλλεται σ' αυτήν ακυρώνεται.
Δεν μου πέφτει εδώ λόγος για τη διατύπωση άποψης αναφορικά με τη θέση των δικηγόρων του αιτητή πως η απόφαση του Συμβουλίου, που ελήφθη στις 9.10.97, και κοινοποιήθηκε σ' αυτόν στις 17.10.97, δεν προσβλήθηκε γιατί την θεώρησαν, «επιβεβαιωτική» της απόφασης της 10.7.97.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με £300 έξοδα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.