ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 724/99
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Γεώργιου Παντέλα
Αιτητή
και
Οδοντιατρικού Συμβουλίου Κύπρου
Καθ΄ων η Αίτηση
--------------
22 Νοεμβρίου 2000
Για τον Αιτητή: κ. Κρ. Παπαλοΐζου.
Για τους Καθ΄ων η Αίτηση: κ. Ι. Νικολάου.
Για το Ενδιαφ. Μέρος: κ. Α. Σ. Αγγελίδης.
------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η προσφυγή ζητά δύο θεραπείες:
1. Ακύρωση της άρνησης του Οδοντιατρικού Συμβουλίου Κύπρου, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή κ. Παντέλα με επιστολή ημερομηνίας 4.4.1999, να ανακαλέσει την απόφαση του ημερομηνίας 25.11.1994 με την οποία αναγνώρισε στο Ενδιαφερόμενο Μέρος κ. Σταυρινίδη την ειδικότητα του Γναθοχειρουργού.
2. Ακύρωση της ως άνω απόφασης του Συμβουλίου της 25.11.1994 και της ως άνω απόφασης του της 4.4.1999 να την επιβεβαιώσει.
Ο ίδιος ο κ. Παντέλας είναι ειδικός Γναθοχειρουργός απασχολούμενος ως έκτακτος δημόσιος υπάλληλος στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας. Ο κ. Σταυρινίδης είναι Ανώτερος Οδοντιατρικός Λειτουργός στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας. Η θέση του κ. Παντέλα είναι ότι ο κ. Σταυρινίδης, κατά την υποβολή των δικαιολογητικών του προς απόκτηση της ειδικότητας, δολίως απέκρυψε από το Συμβούλιο ότι δεν ήτο κάτοχος αναγνωρισμένου πτυχίου ιατρικής και ότι, ως εκ του ότι δεν ήτο κάτοχος τέτοιου πτυχίου, δεν έτυχε νόμιμης μεταπτυχιακής εκπαίδευσης στη γενική χειρουργική. Λέγει ακόμα ο κ. Παντέλας ότι ο κ. Σταυρινίδης δεν έκανε μεταπτυχιακή εξάσκηση στη γενική χειρουργική σε πανεπιστημιακό κέντρο ή εκπαιδευτικό νοσοκομείο αναγνωρισμένο από το Συμβούλιο, ούτε είχε τη δέουσα εξάσκηση, ότι δεν προσκόμισε στο Συμβούλιο βεβαιώσεις που να αποδεικνύουν τη μεταπτυχιακή εκπαίδευση του στη γενική χειρουργική, και ότι του αναγνωρίσθηκε η ειδικότητα παρά το ότι ο Γενικός Εισαγγελέας είχε γνωματεύσει ότι δεν είχε τύχει εκπαίδευσης στη Γναθοχειρουργική πάνω σε συστηματική βάση. Ο κ. Παντέλας, με επιστολή του ημερομηνίας 30.11.1998, έθεσε τα πιο πάνω υπ΄όψη του Συμβουλίου και ζήτησε επανεξέταση του θέματος. Παραθέτω αυτούσια την εν λόγω επιστολή:
"Εγώ ο υποφαινόμενος ειδικός γναθοχειρουργός Δρ. Γεώργιος Παντέλας, δια της παρούσης μου αιτώ επανεξέταση του θέματος της παραχώρησης ειδικότητας γναθοχειρουργού στον κ. Παναγιώτη Σταυρινίδη με σκοπό την ακύρωση της.
Θέτω τα κάτωθι νέα στοιχεία ενώπιον σας.
Α) Ο κ. Σταυρινίδης δεν ήταν ποτέ δυνατό να έχει μεταπτυχιακή εκπαίδευση στη γενική χειρουργική όπως προβλέπεται στον Κανονισμό 3 των Περί Οδοντιάτρων (Ειδικά Προσόντα) Κανονισμών του 1988, διότι δεν κατέχει πτυχίο Ιατρικής. Είναι αυτονόητο ότι ελλείψει πτυχίου ιατρικής δεν επιτρέπεται η πρακτική εξάσκηση στη γενική χειρουργική όπως απαιτεί ο Κ.5(β) και συνεπώς δεν συντρέχει βασική προϋπόθεση κτήσης της ειδικότητας της γναθοχειρουργικής.
Β) Ο κ. Σταυρινίδης δεν έκαμε μεταπτυχιακή εξάσκηση στη Γενική Χειρουργική, σε πανεπιστημιακό κέντρο ή εκπαιδευτικό νοσοκομείο ή άλλο εκπαιδευτικό κέντρο το οποίο σε συστηματική βάση ούτε συμμετείχε υποχρεωτικά στις δραστηριότητες οποιουδήποτε τέτοιου ιδρύματος ούτε ανέλαβε ευθύνες ως εκπαιδευόμενος στον κλάδο της ειδικότητας που του παραχωρήθηκε. Προφανώς το Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ίδρυμα που εμπίπτει στις προδιαγραφές του Κ.5.
Γ) Ο κ. Σταυρινίδης δεν διαθέτει βεβαιώσεις από τέτοιο ίδρυμα που να αποδεικνύουν μεταπτυχιακή εκπαίδευση στη γενική χειρουργική."
Ήταν κατόπιν τούτου που το Συμβούλιο, αφού επελήφθη ης επιστολής του κ. Παντέλα, απεφάσισε ως αναφέρεται στην επιστολή του της 4.4.1999, την οποία και παραθέτω αυτούσια:
"Το Οδοντιατρικό Συμβούλιο την τελευταία του συνεδρία ημερ. 17.3.99, μελέτησε την επιστολή σας στην οποία ζητάτε όπως το Συμβούλιο επανεξετάσει την παραχώρηση ειδικότητας Γναθοχειρουργικής στον κ. Παναγιώτη Σταυρινίδη.
Το Συμβούλιο κατόπιν έρευνας και διεξοδικής μελέτης όλων των επισήμων εγγράφων από τον προσωπικό φάκελο του κ. Σταυρινίδη, αποφάσισε ότι δεν υπάρχει λόγος αμφισβήτησης της ειδικότητάς του."
Παραθέτω επίσης το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά της συνεδρίας του Συμβουλίου της 17.3.1999 κατά την οποία συζητήθηκε το αίτημα του κ. Παντέλα:
"Το Συμβούλιο εξέτασε τα προσόντα του κου Σταυρινίδη από τον προσωπικό του φάκελλο που ετέθη ενώπιον του. Όσον αφορά το στοιχείο Α της επιστολής του κου Παντέλα ότι ο κος Σταυρινίδης δεν έχει μεταπτυχιακή εκπαίδευση όπως προβλέπεται στον κανονισμό 3 περί οδοντιάτρων νόμων (ειδικά καθήκοντα) κανονισμό του 1988, ο ανωτέρω νόμος δεν προβλέπει ως προϋπόθεση της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης στη γναθοχειρουργική την κατοχή πτυχίου Ιατρικής. Εκείνο που προβλέπει είναι 3 χρόνια μεταπτυχιακή εκπαίδευση, εκ των οποίων το ένα στη Γενική Χειρουργική και τα άλλα δύο στην Γναθοχειρουργική. Το προσόν αυτό, ο κος Σταυρινίδης το κατέχει. Άρα ο ισχυρισμός Α δεν ευσταθεί.
Όσον αφορά το στοιχείο Β που αναφέρεται σε αναγνωρισμένα εκπαιδευτικά νοσοκομεία ή πανεπιστημιακά κέντρα όπου πρέπει να γίνεται η μεταπτυχιακή εκπαίδευση το Συμβούλιο αφού μελέτησε τον κατάλογο των αναγνωρισμένων από την Ελληνική Δημοκρατία Εκπαιδευτικών Κέντρων της Κύπρου, διαπίστωσε ότι η χειρουργική κλινική του νοσοκομείου Λάρνακας στην οποία ο κ. Σταυρινίδης έκαμε την μεταπτυχιακή του εξάσκηση, συμπεριλαμβάνεται στον εν λόγω κατάλογο από το 1988, επομένως ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί.
Όσον αφορά τον ισχυρισμό του κ. Παντέλα ότι η μετεκπαίδευση του κ. Σταυρινίδη δεν έγινε πάνω σε συστηματική βάση, ούτε συμμετείχε στις δραστηριότητες της χειρουργικής κλινικής της Λάρνακας, όπως προνοεί ο νόμος περί ειδικοτήτων, το Συμβούλιο στηριζόμενο στην βεβαίωση του τότε προϊσταμένου της χειρουργικής κλινικής Λάρνακος διεπίστωσε ότι ο κος Σταυρινίδης τηρεί τις πιο πάνω προϋποθέσεις.
Κατόπιν των πιο πάνω το Οδοντιατρικό Συμβούλιο αποφάσισε ότι δεν υπάρχει λόγος αμφισβήτησης της ειδικότητας του κου Σταυρινίδη."
Ο ευπαίδευτος συνήγορος για το Συμβούλιο εγείρει τρεις προδικαστικές ενστάσεις. Μία από αυτές είναι το εκπρόθεσμο της προσφυγής. Η ένσταση αυτή ευσταθεί βέβαια όσον αφορά εκείνο το μέρος της δεύτερης θεραπείας που ζητείται με την προσφυγή το οποίο αναφέρεται στην ακύρωση της αρχικής απόφασης της 25.11.1994. Η προσφυγή όμως δεν είναι εκπρόθεσμη όσον αφορά τα υπόλοιπα, που αναφέρονται στη νομιμότητα της απόφασης της 17.3.1999 που κοινοποιήθηκε στον κ. Παντέλα με την επιστολή της 4.4.1999.
Άλλη προδικαστική ένσταση είναι ότι η απόφαση της 17.3.1999 δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη παρά μόνο βεβαιωτική της αποφάσεως της 25.11.1994. Η απάντηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για τον κ. Παντέλα στη θέση αυτή είναι ότι η απόφαση της 17.3.1999 δεν είναι βεβαιωτική εκείνης της 25.11.1999 καθ΄όσον ελήφθη κατόπιν νέας έρευνας επί τη βάσει νέων στοιχείων που μόλις τότε ετέθησαν ενώπιον του Συμβουλίου.
Για τις αρχές που διέπουν το θέμα δεν υφίσταται βέβαια διαφωνία ή αμφιβολία. Όπως το έθεσε ο Πικής, Δ. (ως ήτο τότε), δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση
Pieris v. Republic (1983) 3 CLR 1054, μετά από ανασκόπηση της Κυπριακής και Ελληνικής νομολογίας, στις σελίδες 1062-1063:"The foremost consideration is the content of the two acts and their effect in law. If they are essentially similar, that is if they produce identical consequences in law, the second act is properly regarded as confirmatory of the first - See, Conclusions of Greek Council of State 1929-59, pp. 240-241 and Decisions 212/45, 1215/49, 582/50, 978/55, 1812/57. A decision is properly regarded as confirmatory of a previous one, if both are aimed to regulate the same relationship and both derive from the same factual and legal basis. A subsequent act or decision, though identical in effect to a pre-existing one, may qualify as an executory act in either of two situations:-
(a) If it springs from a new inquiry into the facts of the case or,
(b) it derives from subsequent legislation, different in c
An examination of the matter from the legal angle alone, unaffected by a fresh inquiry into the facts, does not give rise to an executory act and this is so where reliance is placed for the issue of the second act on pre-existing statutory provisions not taken into consideration in the first place - see, Decision of the Greek Council of State, Case 574/71.
In sum, an act is confirmatory of a previous one if -
(a) it is issued by the same authority;
(b) it is addressed to the same person or persons and
(c) it produces identical results in law with a previous decision.
(For an analysis of the law, see Kyriacopoulos - Greek Administrative Law, 4th ed., Vol. 6, p.96)."
Εκτεταμένη αναφορά στο θέμα γίνεται και πρόσφατα από τον Καλλή, Δ., δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Ζίττη ν. Δημοκρατίας, ΑΕ 2082, 29.5.1998, στις σελίδες 5-8. Όπως δε αναφέρεται στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας, 1929-1959, σ. 241:
"Νέα έρευνα υπάρχει εάν, προ της εκδόσεως της νεωτέρας πράξεως, λαμβάνη χώραν εξέτασις νεωστί προκυπτόντων, ή προϋπαρχόντων μεν αλλά τέως αγνώστων κυρίων στοιχείων κρίσεως, άτινα νυν λαμβάνονται προσθέτως υπ΄όψιν."
Και στο Στασινόπουλο, Δίκαιον των Διοικητικών Διαφορών, 4η έκδοση, σ. 176:
"Πότε υπάρχει νέα έρευνα, είναι ζήτημα πραγματικόν. Θεωρείται όμως γενικώς νέα έρευνα η λήψις υπ΄όψιν νέων ουσιωδών νομικών ή πραγματικών στοιχείων, κρίνεται δε αυστηρώς το χρησιμοποιηθέν νέον υλικόν, διότι δεν πρέπει ο απωλέσας την προθεσμίαν διά την προσβολήν μιας εκτελεστής πράξεως, να δύναται να καταστρατηγή την προθεσμίαν ταύτην δια της δημιουργίας νέας πράξεως, η οποία εξεδόθη κατ΄επίφασιν μεν κατόπιν νέας ερεύνης, κατ΄ουσίαν όμως επί τη βάσει των αυτών στοιχείων. Ούτω, δεν θεωρείται νέα έρευνα η παραπομπή της υποθέσεως εκ νέου εις
Νέα έρευνα υπάρχει ιδίως εάν, προ της εκδόσεως της νεωτέρας πράξεως, λαμβάνη χώραν εξέτασις στοιχείων κρίσεως νεωστί προκυπτόντων ή προϋπαρχόντων μεν αλλά τέως αγνώστων, άτινα νυν λαμβάνονται προσθέτως διά πρώτην φοράν υπ΄όψιν. Ομοίως, νέαν έρευναν συνιστά η διενέργεια αυτοψίας ή η συλλογή συμπληρωματικών επί της υποθέσεως πληροφοριών."
Στην προκειμένη περίπτωση η απόφαση της 17.3.1999 συνιστούσε αναμφίβολα εμμονή του Συμβουλίου στην απόφαση του της 25.11.1994, το δε ερώτημα είναι κατά πόσον ελήφθη κατόπιν νέας έρευνας όπως αυτή γίνεται αντιληπτή στη νομολογία. Όπως προκύπτει από την επιστολή του κ. Παντέλα προς το Συμβούλιο της 30.11.1998, τρία είναι τα κατ΄ισχυρισμό νέα στοιχεία που έθεσε ενώπιον του Συμβουλίου. Κατά πόσο αυτά συνιστούσαν όντως νέα στοιχεία, δηλαδή νεωστί προκύπτοντα ή προϋπάρχοντα μεν αλλά τέως άγνωστα κύρια στοιχεία κρίσης, τα οποία ελήφθησαν υπ΄όψη από το Συμβούλιο κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, είναι το ζητούμενο. Συναφώς παρατηρώ ότι το ζητούμενο είναι κατά πόσο τα στοιχεία που επικαλέσθηκε ο κ. Παντέλας συνιστούσαν νέα στοιχεία και όχι, αν αυτά είχαν ήδη ληφθεί υπ΄ όψη το 1994, η ορθότητα της τότε εκτίμησης τους από το Συμβούλιο.
Το πρώτο τέτοιο στοιχείο είναι ο ισχυρισμός ότι ο κ. Σταυρινίδης δεν κατείχε πτυχίο ιατρικής και έτσι δεν μπορούσε να είχε μεταπτυχιακή εκπαίδευση στη γναθοχειρουργική. Κατά πρώτο, δεν υπάρχει η παραμικρή μαρτυρία που να καταδεικνύει ότι το Συμβούλιο, κατά τη λήψη της απόφασης της 25.11.1994, ενήργησε με βάση το ότι ο κ. Σταυρινίδης
είχε πτυχίο ιατρικής, ώστε η βάση εκείνη να ανατρέπετο με το δεδομένο ότι δεν είχε πτυχίο ιατρικής και τούτο να συνιστούσε νέο και κρίσιμο στοιχείο. Εξ άλλου, όπως το ίδιο το Συμβούλιο παρατήρησε στη συνεδρία της 17.3.1999, η κατοχή πτυχίου ιατρικής δεν ήταν νομικά απαραίτητη ως προϋπόθεση μεταπτυχιακής εκπαίδευσης στη γναθοχειρουργική, ο δε κ. Σταυρινίδης είχε το απαιτούμενο προσόν της τριετούς μεταπτυχιακής εκπαίδευσης. Καθ΄όλου ως νέο στοιχείο δεν θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί το εν λόγω.Το δεύτερο στοιχείο που ο κ. Παντέλας έθεσε υπ΄όψη του Συμβουλίου ήταν ότι ο κ. Σταυρινίδης δεν είχε κάνει μεταπτυχιακή εκπαίδευση σε προς τούτο εγκεκριμένο ίδρυμα, ούτε αυτή ήταν επί συστηματικής βάσης. Είναι όμως καθαρό από την όλη αλληλογραφία που περιέχεται στο φάκελο του κ. Σταυρινίδη και το σύνολο των ενώπιον του Συμβουλίου στοιχείων, ότι το θέμα αυτό είχε ήδη απασχολήσει το Συμβούλιο πρό της λήψης της απόφασης της 25.11.1994, το οποίο μάλιστα είχε προβεί σε έρευνα επί του θέματος πριν εγκρίνει την αίτηση του κ. Σταυρινίδη, αφού ικανοποιήθηκε από τις βεβαιώσεις που δόθησαν ως προς την αναγνώριση της χειρουργικής κλινικής του Νοσοκομείου Λάρνακας για εκπαίδευση ειδικότητας και το συστηματικό της εκεί μετεκπαίδευσης του κ. Σταυρινίδη. Αυτά αναφέρονται και στα πρακτικά
της συνεδρίας της 17.3.1999. Ούτε αυτό το στοιχείο λοιπόν συνιστούσε νέο στοιχείο.Το τρίτο στοιχείο που επικαλέσθηκε ο κ. Παντέλας ήταν ότι ο κ. Σταυρινίδης δεν διέθετε βεβαιώσεις που να αποδείκνυαν μεταπτυχιακή εκπαίδευση στη γενική χειρουργική. Αυτό ήδη καλύπτεται από τα πιο πάνω, είναι δε κατανοητό το ότι δεν σχολιάσθηκε καν από το Συμβούλιο στη συνεδρία της 17.3.1999.
Καταλήγω λοιπόν ότι δεν υπήρξε νέα έρευνα επί τη βάση "νεωστί προκυπτόντων, ή προϋπαρχόντων μεν αλλά τέως αγνώστων κυρίων στοιχείων κρίσεως άτινα νυν λαμβάνονται προσθέτως υπ΄όψιν", και ότι η προσβαλλόμενη απόφαση της 17.3.1999 δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη αλλά βεβαιωτική εκείνης της 25.11.1994 και μη δυνάμενη ως εκ τούτου να αποτελέσει το αντικείμενο προσφυγής.
Τα υπόλοιπα θέματα δεν θα εξετασθούν.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του Οδοντιατρικού Συμβουλίου και εναντίον του κ. Παντέλα.
Δ. Χατζηχαμπής
Δ.
/ΚΧ"Π