ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ.545/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΑΡΤΕΜΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

Ερμιόνη Ζαχαριάδου,

Αιτήτρια,

και

Κυπριακή Δημοκρατία μέσω

Διευθυντή Κτηματολογικού και

Χωρομετρικού Τμήματος,

Καθ΄ων η αίτηση.

- - - - - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 2.10.00

Για την αιτήτρια: κ. Δ. Βάκης

Για τους καθ΄ων η αίτηση: κ. Α. Μαππουρίδης

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή της η αιτήτρια ζητά την πιο κάτω θεραπεία:

"ΔΗΛΩΣΗ του Δικαστηρίου ότι η απόφαση και/ή πράξη των καθ΄ων η αίτηση που περιέχεται στην επιστολή τους ημερ. 9.2.1999 προς την Αιτήτρια με την οποία αποφάσισαν να επανακαθορίσουν την αγοραία αξία του κτήματος, που μεταβιβάστηκε με την δήλωση Δ.5981/83, στο ποσό των £330.000 και να επιβάλουν και εισπράξουν το ποσό των £10.400 ως πρόσθετο τέλος εγγραφής είναι άκυρη και εστερημένη οποιουδήποτε αποτελέσματος."

Τα γεγονότα της υπόθεσης είναι σε συντομία τα ακόλουθα.

Στις 30.7.93 οι ιδιοκτήτες του ακινήτου με αρ. εγγραφής 1161, τεμάχιο 146, στη Λευκωσία, μεταβίβασαν στην αιτήτρια το κτήμα με δήλωση δωρεάς αρ. Δ.5981/83. Κατά τη μεταβίβαση η αιτήτρια κατέβαλε ως τέλη εγγραφής £15.000, αφού η αξία του κτήματος καθορίστηκε στο ποσό των £200.000 ως αγοραία αξία κατά την ημερομηνία της μεταβίβασης. Σε μεταγενέστερο χρόνο οι καθ΄ων η αίτηση προέβηκαν σε επανεκτίμηση της αξίας του κτήματος, την οποία καθόρισαν σε £330.000 με αποτέλεσμα τα πληρωτέα δικαιώματα να επανακαθορισθούν στο ποσό των £25.400.

Στις 21.9.94 η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση συνοδευόμενη από στοιχεία και παρατηρήσεις καθώς και εκτίμηση από εμπειρογνώμονα. Με επιστολή τους ημερομηνίας 24.1.95 οι καθ΄ων η αίτηση την πληροφόρησαν ότι, αφού μελέτησαν τα σχετικά στοιχεία και γεγονότα, εμμένουν στον καθορισμό της αξίας στο ποσό των £330.000 και την κάλεσαν να καταβάλει τα πρόσθετα τέλη £10.400 σε 30 ημέρες. Η αιτήτρια κατέβαλε το ποσό αυτό υπό διαμαρτυρία και κατεχώρησε την προσφυγή 286/95.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, με απόφαση του ημερομηνίας 18.9.96, ακύρωσε την επίδικη απόφαση. Η απόφαση εφεσιβλήθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση με την Α.Ε. 2359, η οποία τελικά αποσύρθηκε και απορρίφθηκε στις 25.6.98.

Οι καθ΄ων η αίτηση δεν επέστρεψαν τα υπό διαμαρτυρία πληρωθέντα τέλη, αλλά στις 9.2.99 απέστειλαν την επίδικη επιστολή στην αιτήτρια με την οποία την πληροφόρησαν ότι επανεξέτασαν την υπόθεση και ότι αγοραία αξία του μεταβιβασθέντος ακινήτου επανακαθορίστηκε και πάλι στο ποσό των £330.000.

Στη γραπτή του αγόρευση ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας πρόβαλε αριθμό λόγων ακυρότητας, οι οποίοι, πρέπει να παρατηρήσω, στην ουσία δεν απαντώνται με τη γραπτή αγόρευση των καθ΄ων η αίτηση. Ένας από τους λόγους που προβάλλονται είναι ότι η σχετική νομοθεσία προνοεί τακτή προθεσμία εντός της οποία όφειλε ο Διευθυντής του Κτηματολογίου να ενεργήσει, προθεσμία την οποία δεν ετήρησε και ως εκ τούτου η απόφαση του είναι άκυρη. Θα προχωρήσω να εξετάσω πρώτα το λόγο αυτό.

Η σχετική νομοθετική πρόνοια βρίσκεται στις επιφυλάξεις της υπογράφου (iv) του Κεφαλαίου 3(β) του Πίνακα του περί Κτηματολoγικού και Χωρομετρικού Τμήματος (Τέλη και Δικαιώματα) Νόμου, Κεφ.219, που έχουν ως ακολούθως:

"Νοείται ότι οσάκις ο Διευθυντής δεν ικανοποιήται ότι το δηλωθέν τίμημα πωλήσεως αντιπροσωπεύει την αγοραίαν αξίαν του ακινήτου κατά την ημερομηνίαν καθ΄ην συνεφωνήθη η πώλησις ο Διευθυντής δύναται, κατά την κρίσιν του, να επιβάλη και εισπράξη τέλος βάσει της εν τω Κεφαλαίω 17 κλίμακος υπολογιζόμενον επί της αγοραίας αυτού αξίας. Εν τοιαύτη περιπτώσει η εγγραφή επ΄ονόματι του αγοραστού συντελείται χωρίς να αναμένηται η υπό του Διευθυντού εκτίμησις της αγοραίας αξίας του ακινήτου και αφού εισπραχθούν δικαιώματα επί του δηλωθέντος τιμήματος πωλήσεως και επί πλέον εν ωρισμένον ποσόν το οποίον ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει δια την κάλυψιν τυχόν διαφοράς των πληρωτέων τελών άμα τη συμπληρώσει της εκτιμήσεως της αγοραίας αξίας του ακινήτου.

Νοείται περαιτέρω ότι η τοιαύτη εκτίμησις της αγοραίας αξίας θα συντελήται εντός χρονικής περιόδου τριών μηνών από της ημερομηνίας της δηλώσεως μεταβιβάσεως. Η εκτίμησις της αγοραίας αξίας κοινοποιείται προς τον δικαιοδόχον ο οποίος έχει δικαίωμα εφέσεως συμφώνως των άρθρω 80, του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή Εγγραφή και Εκτίμησις) Νόμου:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι εάν τα ήδη επιβεβληθέντα τέλη ή δικαιώματα είναι ολιγώτερα των επιβληθησομένων επί της αγοραίας αξίας του ακινήτου, το υπόλοιπον επιβάλλεται και εισπράττεται ως εν τω άρθρω 5 προνοείται."

(H υπογράμμιση είναι δική μου).

Προκύπτει έτσι σαφώς από τη δεύτερη επιφύλαξη ότι η εκτίμηση πρέπει να συντελείται εντός χρονικής περιόδου τριών μηνών από της ημερομηνίας της δήλωσης μεταβίβασης. Γεννάται κατά συνέπεια το ερώτημα κατά πόσο η πρόνοια αυτή είναι ανατρεπτική η ενδεικτική. Στο σύγγραμμα Στασινόπουλος, "Δίκαιο των Διοικητών Πράξεων", Έκδοση 1951 στη σελ. 172 αναφέρονται τα ακόλουθα:

"Αι προθεσμίαι των διοικητικών νόμων. Ενδεικτικαί και ανατρεπτικαί. Ενίοτε οι διοικητικοί νόμοι τάσσουν προθεσμίαν, εντός της οποίας δέον να επιχειρηθή η διοικητική πράξις. Τούτο συνιστά χρονικόν περιορισμόν της αρμοδιότητος του διοικητικού οργάνου. Γεννάται τότε το ζήτημα, εάν η προθεσμία φέρη χαρακτήρα ενδεικτικόν ή ανατρεπτικόν. Η ανεύρεσις του αληθούς χαρακτήρος της θεσπιζομένης εκάστοτε υπό του νόμου προθεσμίας ανήκει εις την εκτίμησιν του δικαστού. Κρατεί όμως ο κανών, ότι, εν αμφιβολία, η προθεσμία δέον να θεωρήται ως ενδεικτική, ήτοι ως περιέχουσα ουχί απαγόρευσιν του νόμου, όπως η Διοίκησις ενεργήση μετά την πάροδον της προθεσμίας, αλλ΄υπόδειξιν του νόμου προς την Διοίκησιν, όπως επισπεύση την ενέργειαν αυτής, ώστε αύτη να εμπέση εντός της υπό του νόμου τασσομένης προθεσμίας. Υπό την έννοιαν ταύτην, η διοικητική πράξις, η οποία εκδίδεται μετά την πάροδον της τασσομένης υπό του νόμου ενδεικτικής προθεσμίας, δεν είναι, ένεκα του λόγου τούτου, παράνομος."

Επίσης στο Σπηλιωτόπουλο, "Εγχειρίδιον Διοικητικού Δικαίου", Έκδοση 1986, στις παραγράφους 146 και 147 αναφέρονται τα πιο κάτω:

"146. Ωρισμέναι σχετικαί με την αρμοδιότητα διατάξεις θέτουν χρονικούς περιορισμούς, καθορίζουσαι προθεσμίαν εντός της οποίας πρέπει να ασκηθή η αρμοδιότης. Κατά κανόνα η προθεσμία έχει ενδεικτικόν χαρακτήρα (ΣΕ 2093/1969), το δε διοικητικόν όργανον εγκύρως εκδίδει την διοικητικήν πράξιν και μετά την πάροδον της προθεσμίας (ΣΕ 2472/1982). Πάντως, δεν πρέπει να γίνεται υπέρβασις των ενδεικτικών προθεσμιών πέραν ωρισμένων ευλόγων χρονικών ορίων δεδομένου ότι, εν πάση περιπτώσει και όταν αι σχετικαί διατάξεις ουδεμίαν τάσσουν προθεσμίαν, κατά γενικήν αρχήν, το διοικητικόν όργανον πρέπει να ασκήση τας αρμοδιότητάς του εντός ευλόγου χρόνου. Όταν η δια την άσκησιν της αρμοδιότητος τασσομένη προθεσμία ρητώς καθορίζεται ως "ανατρεπτική" ή σαφώς ο τοιούτος χαρακτήρ αυτής προκύπτη εκ των σχετικών διατάξεων ή των γενικών αρχών, μετά την πάροδον της προθεσμίας το διοικητικόν όργανον παύει να έχη αρνμοδιότητα, η δε τυχόν έκδοθείσα υπ΄αυτού διοικητική πράξις πάσχει ακυρότητα λόγω αναρμοδιότητος.

147. Υπέρβασις της ανατρεπτικής προθεσμίας συγχωρείται: α) εις ήν περίπτωσιν ή εμπροθέσμως εκδοθείσα διοικητική πράξις ηκυρώθη και το διοικητικόν όργανον, εις συμμόρφωσιν προς σχετικήν απόφασιν του ΣΕ, εκδίδει νέαν πράξιν του αυτού περιεχομένου, υπό την προϋπόθεσιν όμως ότι η νέα πράξις εκδίδεται εντός της αυτής προθεσμίας, η οποία αρχίζει εκ νέου από της περιελεύσεως εις την αρμοδίαν αρχήν αντιγράφου της ακυρωτικής αποφάσεως (ΣΕ 4210/1977) και β) όταν η υπέρβασις οφείλεται εις ανωτέραν βίαν ή δικαιολογείται εξ ειδικών συγκεκριμένων συνθηκών (ΣΕ 958/1957), ως π.χ. είναι οι λόγοι αντικειμενικής αδυναμίας (ΣΕ 2280/1961)."

Στην υπόθεση Χατζηδάς ν. Κυπριακή Δημοκρατία (1989) 3 (Γ) C.L.R. 1121 αναφέρονται τα ακόλουθα στη σελ. 1125:

". . . πρέπει να τονιστεί ότι οι προθεσμίες που τάσσονται από διοικητικούς νόμους ή κανονισμούς θεωρούνται κατά κανόνα ενδεικτικές, χαρακτήρα τον οποίον διατηρούν εφόσο δεν ορίζεται ρητά ότι είναι ανατρεπτικές. Η αρχή αυτή ακολουθήθηκε και επεξηγήθηκε στην υπόθεση Tiggiridou v. Republic, (1987) 3 C.L.R., 1181."

Eφαρμόζοντας τις πιο πάνω αρχές στην προκείμενη νομοθετική πρόνοια κρίνω ότι αυτή είναι ενδεικτικού χαρακτήρα.

Θα προχωρήσω τώρα να εξετάσω τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και να εφαρμόσω σε αυτά τις πιο πάνω νομικές αρχές.

Στην παρούσα υπόθεση η δήλωση μεταβίβασης έγινε στις 30.7.93 και η προσβαλλόμενη πράξη της εκτίμησης της αγοραίας αξίας του ακινήτου έγινε κατά ή μετά την 25.1.99 και κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 9.2.99. Επισημαίνεται όμως ότι μεταξύ των ημερομηνιών αυτών παρενεβλήθη η καταχώρηση της προσφυγής της αιτήτριας και η ακυρωτική απόφαση που εκδόθηκε στις 18.9.96. Έτσι, είναι προφανές ότι η επίδικη πράξη έγινε μετά από παρέλευση 27 περίπου μηνών από την ακυρωτική απόφαση του Δικαστηρίου. Παρατηρώ επίσης ότι παρήλθαν και πέραν των 7 μηνών για τη λήψη της επίδικης απόφασης από την ημερομηνία της απόρριψης της έφεσης των καθ΄ων η αίτηση εναντίον της ακυρωτικής δικαστικής απόφασης.

Έτσι, κάτω από το φως των νομικών αρχών που έθεσα ανωτέρω και με βάση τα γεγονότα, ιδιαίτερα το ότι η προθεσμία που ετάσσετο ήταν 3 μόνο μήνες, είμαι της γνώμης ότι ο χρόνος που διέρρευσε μεταξύ της ημερομηνίας της ακυρωτικής απόφασης και της λήψης της επίδικης απόφασης ήταν πολύ πέραν του ευλόγου, εν όψει και του ότι όλα τα στοιχεία ήταν ενώπιον των καθ΄ων η αίτηση. Όσον αφορά την καταχώρηση έφεσης, αφού είναι νομική αρχή ότι η έφεση δεν αναστέλλει την πρωτόδικη απόφαση, δεν θα έπρεπε κατά την κρίση μου η προθεσμία να αναστέλλεται με την καταχώρησης της έφεσης. Εν πάση όμως περιπτώσει και οι 7 μήνες που παρήλθαν από την απόρριψη της έφεσης, κάτω από τις συνθήκες, δεν συνιστούσαν εύλογο χρόνο, αφού ήταν χρόνος υπερδιπλάσιος της προθεσμίας που ετάσσετο με το νόμο.

Κατά συνέπεια κρίνω ότι η παρέλευση τόσο μεγάλου χρόνου καθιστά την επίδικη απόφαση παράνομη και άκυρη.

Εν όψει του πιο πάνω ευρήματος μου δεν θα προχωρήσω να εξετάσω τους υπόλοιπους λόγους ακυρότητας, στους οποίους βασίστηκε η αιτήτρια.

 

 

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ της αιτήτριας.

 

 

 

Π. Αρτέμης,

Δ.

 

 

/Χ.Π.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο