ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση Αρ. 528/99
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ.
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Ειρήνη Βογαζιανού
Αιτήτρια
και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
1. Υπουργού Εσωτερικών
2. Λειτουργού Εγγραφής, φ/δι
Υπουργείου Εσωτερικών
Καθ΄ων η Αίτηση
--------------
17 Οκτωβρίου 2000
Για την Αιτήτρια: κ. Α. Χαραλάμπους για Κ. Τσιρίδη και Σια.
Για τους Καθ΄ων η Αίτηση: κ. Α. Χριστοφόρου, δικηγόρος της
Δημοκρατίας Α, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
---------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή της η Αιτήτρια κα Βογαζιανού ζητά ακύρωση απόφασης του Λειτουργού Εγγραφής του Υπουργείου Εσωτερικών ημερομηνίας 4.2.1999 με την οποία απορρίφθηκε αίτημα της ημερομηνίας 20.1.1999 για έκδοση προσφυγικής ταυτότητας.
Η προσφυγή έχει το ιστορικό της. Η κα Βογαζιανού είχε υποβάλει και προηγουμένως στις 10.7.1998 αίτηση για απόκτηση προσφυγικής ταυτότητας το οποίο απερρίφθη με επιστολή ημερομηνίας 27.7.1998. Στην επιστολή εκείνη αναφέρετο ότι παρόμοια αίτηση είχε υποβάλει ο σύζυγος της στις 4.6.1979 η οποία απορρίφθηκε στις 12.9.1979 διότι από τη
διεξαχθείσα έρευνα διαπιστώθηκε ότι η συνήθης διαμονή της οικογένειας μέχρι την τουρκική εισβολή δεν ήταν σε οποιαδήποτε τουρκοκρατούμενη περιοχή, ενώ με την αίτηση της η κα Βογαζιανού δεν παρουσίασε οποιοδήποτε νέο στοιχείο που να δικαιολογούσε επανεξέταση. Στην επίδικη επιστολή του ημερομηνίας 4.2.1999 ο Λειτουργός Εγγραφής κάνει αναφορά στα πιο πάνω καθώς και στα όσα μεσολάβησαν και ακολούθησαν. Συγκεκριμένα, αναφέρεται σε νέα αίτηση του κ. Βογαζιανού ημερομηνίας 1.7.1996, βασιζόμενη στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου υπ΄αριθμό 42465 (19.4.1995), η οποία απερρίφθη στις 9.12.1996 οδηγώντας στην καταχώρηση της προσφυγής 1029/96, σε άλλη αίτηση του ημερομηνίας 5.12.1996, βασιζόμενη στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου υπ΄αριθμό 13503 (19.9.1974), η οποία επίσης απερρίφθη στις 13.3.1997 οδηγώντας στην καταχώρηση της προσφυγής 301/97, καθώς και σε άλλη αίτηση του ημερομηνίας 15.5.1997 με την οποία ζητούσε την επανεξέταση των εν λόγω δύο αιτήσεων του, η οποία επίσης απερρίφθη οδηγώντας στην καταχώριση της προσφυγής 587/97. Μετά από την έκδοση της απόφασης στις προσφυγές 1029/96 και 301/97, η αίτηση του κ. Βογαζιανού επανεξετάσθηκε και απερρίφθη στις 12.1.1999. Ως εκ τούτου, καταλήγει η επιστολή, "στο Γραφείο μας δεν υπάρχουν εκκρεμείς υποθέσεις των πελατών σας" (η επιστολή ήταν σε απάντηση προς τους δικηγόρους της κας Βογαζιανού που είχαν υποβάλει το αίτημα της 20.1.1999).Είναι με βάση αυτό το ιστορικό που ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία εγείρει κατ΄αρχή προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη παρά μόνο βεβαιωτική της προηγούμενης απόφασης της διοίκησης ημερομηνίας 27.7.1998 (την άλλη προδικαστική ένσταση του κ. Χριστοφόρου, ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν είναι εκτελεστή καθ΄όσον είναι μόνο πληροφοριακού χαρακτήρα, δεν την εξετάζω περαιτέρω αφού είναι καθαρό ότι η επιστολή της 4.2.1999 ουσιαστικά συνιστούσε απόρριψη του αιτήματος της κας Βογαζιανού, στην ίδια μάλιστα δε την Ένσταση της Δημοκρατίας αναφέρεται ότι το αίτημα της κας Βογαζιανού απερρίφθη με
την επιστολή 4.2.1999).Η εισήγηση του κ. Χριστοφόρου εδράζεται στη σύνδεση των αιτημάτων της κας Βογαζιανού προς εκείνα του συζύγου της. Η απόφαση της οποίας εισηγείται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι βεβαιωτική είναι εκείνη της 27.7.1998. Η απόφαση της 27.7.1998 όντως συναρτάτο προς την τότε διαπίστωση της διοίκησης της 12.9.1979, επί τη βάσει του αιτήματος του κ. Βογαζιανού της 4.6.1979, ότι το 1974 η οικογένεια δεν είχε τη συνήθη διαμονή της σε τουρκοκρατούμενη περιοχή. Με την έκδοση λοιπόν της ακυρωτικής απόφασης στις προσφυγές 1029/96 και 301/97 αλλά και στην προσφυγή 587/97, η απόφαση της 12.9.1979 έπαυε να διέπει τα πράγματα και η διοίκηση είχε υποχρέωση να επανεξετάσει το αίτημα του κ. Βογαζιανού, όπως και έπραξε. Καθ΄όσον όμως η απόφαση της 27.
7.1998 δεν είχε αυτοτέλεια αλλά συναρτάτο προς την απόφαση της 12.9.1979, και η απόφαση της 27.7.1998 έπαυε να διέπει τα πράγματα. Υπό αυτές τις συνθήκες, η απόφαση της 27.7.1998 δεν μπορούσε πλέον να συνιστά απόφαση της διοίκησης της οποίας η προσβαλλόμενη απόφαση θα μπορούσε να ήταν βεβαιωτική. Και ναι μεν η διοίκηση επανεξέτασε την αίτηση του κ. Βογαζιανού και απεφάνθη εκ νέου επ΄αυτής στις 12.1.1999, αυτό όμως συνιστούσε νέα απόφαση και όχι βεβαίωση της απόφασης της 12.9.1979 ούτε αποκαθιστούσε έτσι αναδρομικά την απόφαση της 12.9.1979 και τη βασισθείσα σε αυτή της 27.7.1998, με αποτέλεσμα να μην παρείχετο δυνατότητα βεβαίωσης της. Η κατάληξη αυτή είναι σύμφωνη και με τη νομολογία η οποία αφορά την υποχρέωση της διοίκησης να ανακαλέσει κάθε πράξη που τελεί σε στενό δεσμό με ακυρωθείσα, στη βάση του ότι η εν λόγω πράξη έχει ως προϋπόθεση την ακυρωθείσα (ίδε: Πανταζή ν. Δημοκρατίας, 270/88, 5.10.1990 και το εκεί παρατιθέμενο με επιδοκιμασία απόσπασμα από το Κοντόγιωργα-Θεοχαροπούλου "Αι Συνέπειαι της Ακυρώσεως Διοικητικής Πράξεως έναντι της Διοικήσεως"). Εν πάση περιπτώσει, η βάση της απόφασης ημερ. 27.7.1998 παύει να ισχύει.Εφ΄όσον λοιπόν η προσβαλλόμενη απόφαση δεν μπορούσε να ήταν βεβαιωτική εκείνης της 27.7.1998, η ουσία της προσφυγής της κας Βογαζιανού μπορεί να εξετασθεί. Είναι καθαρό από την επιστολή του Λειτουργού Εγγραφής ότι δεν εξετάσθηκε η αίτηση της κας Βογαζιανού παρά μόνο ουσιαστικά απορρίφθηκε καθ΄όσον απορρίφθηκε η αίτηση του συζύγου της μετά από την επανεξέταση της. Δεν θεωρώ ότι η απόλυτη
αυτή σύνδεση του αιτήματος της κας Βογαζιανού προς εκείνο του συζύγου της συνιστούσε δέουσα εξέταση του και επαρκή αιτιολογία για την απόρριψη του. Αυτό καθιστά την απόφαση τρωτή. Αλλά και αν είχα να υπεισέλθω στην απόφαση της 12.1.1999 με την οποία επαναπερρίφθη το αίτημα του κ. Βογαζιανού, κάθε άλλο παρά θα διαπίστωνα στερημένη ελκυστικότητας την εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την κα Βογαζιανού ότι η απόφαση εκείνη ήταν πεπλανημένη ως προς την εφαρμογή της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου υπ΄αριθμό 42465 (19.4.1995) και των καθοριζομένων κριτηρίων της σε συνάρτηση με όλα τα ενώπιον της διοίκησης στοιχεία, με ανάλογη συνέπεια ως προς το επαρκές της διεξαχθείσας έρευνας και της παρασχεθείσας αιτιολογίας. Καθοδηγητική είναι και η νομολογία στην οποία αναφέρεται ο κ. Χαραλάμπους (ίδε ιδιαίτερα Φιλιππίδης ν. Δημοκρατίας, 711/96, 27.5.1997).Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Η Δημοκρατία θα καταβάλει τα έξοδα της κας Βογαζιανού.
Δ. Χατζηχαμπής
Δ.
/ΚΧ"Π