ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 358/98
ΕΝΩΠΙΟΝ:
Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.Αναφορικά με τα Άρθρα 28, 35 και 146(5) του Συντάγματος
Μεταξύ -
Κλαίλιας Σουρμελή-Σκοτεινού από τη Λευκωσία
Αιτήτριας
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
FONT>Καθής η αίτηση
-----------------------
Ημερομηνία:
17 Αυγούστου, 2000Για την αιτήτρια: Α.Σ. Αγγελίδης
Για την καθής η αίτηση: Αντ. Βασιλειάδης, Ανώτερος Δικηγόρος της
Δημοκρατίας
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ζητήθηκε αρμόδια από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ. ή Επιτροπή) η πλήρωση της μόνιμης κενής θέσης Εκπαιδευτικού Προγραμματιστή στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού. Είναι θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής. Μετά τη δημοσίευση της υποβλήθηκαν 13 αιτήσεις. Συμβουλευτική Επιτροπή (Σ.Ε.) υπό το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου, αποτελούμενη από ανώτατα στελέχη του Υπουργείου, σε έκθεση της προς την Ε.Δ.Υ, γνωμάτευσε πως μόνο η αιτήτρια διέθετε τα προσόντα του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας. Και τη σύστησε για διορισμό.
Σημασία έχει η παράγρ. 3(1) και (2), που περιέχει πρόβλεψη για τα κύρια προσόντα που απαιτούνται για κατάληψη της θέσης. Είναι και η εστία της διένεξης. Η υποπαράγραφος (1), εκτός από πανεπιστημιακό δίπλωμα, ορίζει ότι είναι απαραίτητο και:
"μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος ή επιτυχής μετεκπαίδευση διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους στον Εκπαιδευτικό Προγραμματισμό."
Σύμφωνα με την υποπαράγραφο 2 απαιτείται πρόσθετα:
"Οκταετής τουλάχιστο πείρα στη διεξαγωγή μελετών ή ερευνών στον εκπαιδευτικό τομέα ή/και στον οικονομικό προγραμματισμό, κατά προτίμηση στο Δημόσιο Τομέα, από την οποία τριετής τουλάχιστον υπηρεσία σε υπεύθυνη θέση."
Η Ε.Δ.Υ. συμφώνησε, αφού ζήτησε και πήρε κάποιες διευκρινίσεις από τη Σ.Ε., πως οι 12 από τους υποψηφίους δεν κατείχαν τα παραπάνω προσόντα. Στην περίπτωση της αιτήτριας κρίθηκε αναγκαία η περαιτέρω διερεύνηση. Συγκεκριμένα προβλημάτισε την Ε.Δ.Υ. η διάρκεια των σπουδών της για την απόκτηση απο το πανεπιστήμιο Μάλτας του μεταπτυχιακού της διπλώματος στον Εκπαιδευτικό Προγραμματισμό και Διοίκηση σε Μικρά Κράτη (Post Graduate Diploma in Educational Planning and Management in Small States). Ερωτηματικά είχε η Επιτροπή και για το προσόν της υποπαραγράφου (2).
Είναι αδιαφιλονίκητο ότι η αιτήτρια παρακολούθησε μαθήματα στο εν λόγω πανεπιστήμιο για περίοδο 30 εβδομάδων από 9/1/95-31/7/95. Εξάλλου αυτό επιμαρτυρούν και τα σχετικά στοιχεία του φακέλου. Το ζήτημα που απασχόλησε την Ε.Δ.Υ. ήταν αν η περίοδος αυτή μπορούσε να θεωρηθεί, για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (1) της παραγράφου 3, φoίτηση ενός πλήρους ακαδημαϊκού έτους. Γιαυτό και αποτάθηκε για διαφώτιση στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, την Fulbright Commission και το Βρεττανικό Συμβούλιο (British Council). Ας σημειωθεί ότι στην αιτήτρια παραχωρήθηκε υποτροφία για τις σπουδές της αυτές στη Μάλτα από τη Γραμματεία της Κοινοπολιτείας (Commonwealth Secretariat).
O πρύτανης του Πανεπιστημίου Κύπρου είχε αμφιβολίες κατά πόσον ο χρόνος σπουδών της αιτήτριας "καλύπτει ένα ολόκληρο ακαδημαϊκό έτος". Και συνέστησε να ληφθεί και η άποψη του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. Οι άλλοι ερωτηθέντες θεώρησαν πως η περίοδος των σπουδών της αιτήτριας δεν μπορούσε να εξισωθεί με το ακαδημαϊκό έτος. Η Fullbright Commission, αναφερόμενη (επιστολή της ημερ. 21/7/97) στα ισχύοντα στις Ηνωμένες Πολιτείες, πληροφόρησε την Ε.Δ.Υ. ότι η κρίσιμη περίοδος σπουδών είναι εννεάμηνη. Την ίδια απάντηση βασικά έδωσε και το British Council (επιστολή του προς την Ε.Δ.Υ. ημερ. 30/7/97). Προσθέτοντας ουσιαστικά ότι το ακαδημαϊκό έτος εξισώνεται με το ημερολογιακό, αφού για τους υπόλοιπους τρεις μήνες ο φοιτητής εργάζεται για να συντάξει πραγματεία (disse
rtation) στο θέμα για το οποίο θα του απονεμηθεί ο τίτλος του Master.Υπήρχε επίσης ενώπιον της Ε.Δ.Υ. και βεβαίωση του Πανεπιστημίου Μάλτας ότι η περίοδος σπουδών 30 εβδομάδων ισοδυναμεί με το ακαδημαϊκό έτος. Σε έγγραφο, μέρος του παραρτήματος 7, ημερ. 30/7/95, αναφέρεται ότι:
"............the course leading to .........is accredited as a full-time Post-Graduate course within an academic programme of 30 weeks which is the normal academic year at the University of Malta, and which has international recognition."
O δικηγόρος της αιτήτριας αναφέρθηκε και στις λεπτομερέστερες εξηγήσεις του Πανεπιστημίου της Μάλτας προς την αυτήν κατεύθυνση, που περιέχονται σε επιστολή ημερ. 10/9/97 (είναι στο φάκελο της).
Η έρευνα της Ε.Δ.Υ. επεκτάθηκε και σε άλλο ζήτημα, της κατοχής του προσόντος της οκταετούς πείρας στο είδος ερευνών/μελετών που καθορίζει η παράγραφος 3(2). Προτού μορφώσει γνώμη, η ΕΔ.Υ. πήρε από τη Σ.Ε. αναλυτικά στοιχεία για την κρίση που είχε εκφράσει στην Έκθεση της σχετικά με το θέμα αυτό
. Επίσης προμηθεύθηκε όλες τις ανακοινώσεις και μελέτες που υπέβαλε η αιτήτρια αναφορικά με τον εκπαιδευτικό τομέα ή τον οικονομικό προγραμματισμό.Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στις 30/12/97. Με βάση τα στοιχεία που συγκέντρωσε και μελέτησε η Ε.Δ.Υ. έκρινε ότι η αιτήτρια δεν κατέχει το προσόν του μεταπτυχιακού διπλώματος σε εκπαιδευτικό προγραμματισμό, λόγω της περιορισμένης χρονικής διάρκειας του. Συγκεκριμένα η απόφαση της καταλήγει ως εξής:
"Η Επιτροπή, ύστερα και από τις διαβουλεύσεις που είχε με τους πιο πάνω σχετικούς οργανισμούς, θεωρεί ότι, με βάση τα διεθνώς παραδεδεγμένα, ακαδημαϊκό έτος σημαίνει φοίτηση σε πανεπιστήμιο διάρκειας τουλάχιστον εννέα μηνών."
Σε σχέση με το άλλο προσόν η Ε.Δ.Υ. είχε υπόψη τη σταδιοδρομία της αιτήτριας. Την καταγράφει άλλωστε στην απόφαση. Επί σειρά ετών υπηρέτησε ως καθηγήτρια μαθηματικών σε σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης (Σεπτέμβριος 1971 μέχρι Αύγουστο 1987). Από το Σεπτέμβριο 1987 μέχρι και το Μάϊο 1992 ως καθηγήτρια Μαθηματικών, Στατιστικής και Έρευνας, στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου και το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Ακολούθως από τον Ιούνιο του 1992 υπηρέτησε ως Βοηθός Διευθύντρια στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου και σε σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης.
Είναι καλύτερα να έχουμε άμεση γνώση της συλλογιστικής της Ε.Δ.Υ που την οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ούτε το προσόν της πείρας κατέχει η αιτήτρια. Με αποτέλεσμα τη ματαίωση της διαδικασίας πλήρωσης της θέσης. Η απόφαση αναφέρει ως προς την πείρα:
"Το άρθρο (2) των απαιτούμενων στο Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντων αναφέρεται σε 8ετή τουλάχιστον πείρα στη διεξαγωγή μελετών ή ερευνών στον εκπαιδευτικό τομέα ή/και στον οικονομικό προγραμματισμό και όχι σε ευκαιριακή ενασχόληση με το αντικείμενο αυτό μέσα στα πλαίσια της ουσιαστικής απασχόλησης του υποψηφίου σε άλλους τομείς. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχουν υποβληθεί, η Σκοτεινού-Σουρμελή είχε ως κύρια απασχόληση της τη διδασκαλία σε σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης ή στην Π.Α.Κ. ή στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο ή είχε καθήκοντα Βοηθού Διευθυντή από το 1992 και εντεύθεν. Η Επιτροπή δέχεται ότι, μέσα στα πλαίσια της διδασκαλίας των μαθηματικών, η Σκοτεινού-Σουρμελή δίδαξε και θέματα στατιστικής ή και θέματα διεξαγωγής έρευνας στους μαθητές ή φοιτητές, δεν μπορεί όμως να αποδεχθεί ότι η υπηρεσία της ως εκπαιδευτικού για τη διδασκαλία των μαθηματικών σε σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης, στην Π.Α.Κ. ή στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο μπορεί να θεωρηθεί ότι ικανοποιεί τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας για 8ετή πείρα στη διεξαγωγή μελετών ή ερευνών στον εκπαιδευτικό τομέα.
Η μόνη περίοδος για την οποία η Σκοτεινού-Σουρμελή μπορεί, κατά την κρίση της Επιτρπής, να διεκδικήσει ότι διαθέτει πείρα σε θέματα μελετών ή ερευνών στον οικονομικό προγραμματισμό είναι εκείνη από τον Ιανουάριο του 1970 έως το Σεπτέμβριο του 1971 που υπηρέτησε στο Τμήμα Στατιστικής και Ερευνών. Οι διάφορες μελέτες που δημοσιεύτηκαν ή ανακοινώσεις που έγιναν από τη Σκοτεινού-Σουρμελή σε συνέδρια σε άλλες περιόδους, αν και αξιόλογες από πλευράς εμπειριών, δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι ικανοποιούν τις σχετικές απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας
Ένα πρώτο επιχείρημα είναι ότι η Ε.Δ.Υ. παραγνώρισε την αναλυτική και τεκμηριωμένη γνώμη της Σ.Ε., που απαρτιζόταν από το Γενικό Διευθυντή και τους Διευθυντές των Τμημάτων του Υπουργείου. Με άλλα λόγια από ειδκούς τεχνοκράτες που γνώριζαν τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας και τις ανάγκες που θα κάλυπτε η θέση. Εντούτοις δεν έγιναν δεκτές οι διαπιστώσεις τους χωρίς η Ε.Δ.Υ. να δώσει ειδική αιτιολογία, όπως επιβάλλεται. Για το σημείο αυτό ο δικηγόρος της αιτήτριας με παρέπεμψε στη σελ. 193 των Πορισμάτων Νομολογίας του Σ.τ.Ε. 1929-1959:
"Οσάκις ο νόμος απαιτεί απλήν γνώμην, το αποφασίζον όργανον οφείλει μεν να προκαλέση και ακούση την γνώμην, δεν οφείλει όμως να συμμορφωθή προς αυτήν, δυνάμενον να αποστή ταύτης. Αλλ' εις την περίπτωσιν ταύτην, υποχρεούται να αιτιολογήση ειδικώς την απόκλισιν του από της γνώμης ταύτης......"
Έχει περαιτέρω λεχθεί ότι δε δόθηκε σημασία στο ότι το πρόγραμμα σπουδών υιοθετήθηκε από την Κοινοπολιτεία, όπως και στις διαβεβαιώσεις του Πανεπιστημίου της Μάλτας. Το σχέδιο υπηρεσίας δεν απαιτεί 9μηνη φοίτηση όπως αυθαίρετα έκρινε η Ε.Δ.Υ. Προβλέπει για μεταπτυχιακό διάρκειας ενός ακαδημαϊκού έτους "άσχετα αν αποκτήθηκε με πραγματική φοίτηση λιγότερης διάρκειας". Η έρευνα ήταν ελλιπής γιατί δε στράφηκε και προς το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. Παρατηρώ πως το Συμβούλιο αυτό εγκαθιδρύθηκε με το νόμο αρ. 68(1)/96. Οι αρμοδιότητες του καθορίζονται στο άρθρ. 4 του νόμου, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρ. 4 του ν. 48(1)/98. Ο συνήγορος παρέπεμψε στο νόμο χωρίς να εξειδικεύσει οποιαδήποτε πρόνοια του.
Προσόν της παρ. 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας.
Ούτε και για το προσόν αυτό αιτιολογήθηκε ειδικά η απόκλιση της Ε.Δ.Υ. από την έκθεση της Σ.Ε. Κατά το συνήγορο, η πρώτη σύγχισε την πείρα με την υπηρεσία σε εξειδικευμένη θέση. Το σχέδιο υπηρεσίας δεν απαιτεί υπηρεσία σε συγκεκριμένη θέση. Η πείρα στους τομείς που ζητά μπορεί να αποκτηθεί ανεξάρτητα. Και τούτο διότι:
"Το γεγονός ότι η αιτήτρια παρουσιάζει μελέτες που έγιναν κατά τις περιόδους που συμποσούνται σε πέραν των 8 ετών διάρκεια αποτελεί ουσιαστικό τεκμήριο και όχι "ευκαιριακό ισχυρισμό" του γεγονότος της απόκτησης πείρας για διεξαγωγή μελετών και ερευνών. Είναι γενικά αποδεκτό στον ακαδημαϊκό κόσμο ότι η "απόδειξη της απόκτησης πείρας στη διεξαγωγή μελετών και ερευνών" φαίνεται από τις ανακοινώσεις και τα δημοσιεύματα και όχι από το να αναφέρεται από την ΕΔΥ ότι η "κύρια απασχόληση της ήταν η διδασκαλία" και κατά συνέπεια δεν αποκτούσε πείρα στη διεξαγωγή μελετών και ερευνών."
Πέραν τούτου, η πείρα προβλέπεται διαζευκτικά σε σχέση με τη διεξαγωγή μελετών/ερευνών. Έχοντας υπόψη τη σταδιοδρομία της αιτήτριας και την εργασία της, αυτή ικανοποιούσε πλήρως κάθε προαπαιτούμενο της παραγραφ. 3(2).
Ο άξονας της αγόρευσης του δικηγόρου της Δημοκρατίας είναι η σκέψη ότι η Επιτροπή κατέληξε σε λογικά εφικτή απόφαση με βάση το υλικό που έφερε στο φως η έρευνα της. Η Ε.Δ.Υ. ανεξάρτητα από τη Σ.Ε., είχε υποχρέωση, επιβαλλόμενη από το νόμο, να ελέγξει και η ίδια τα προσόντα των υποψηφίων. Υποστήριξε την πρόταση με αναφορά στην εξής περικοπή από την απόφαση στις υποθέσεις αρ. 856/96, 1003/96 και 1008/96 Λήδα Κουρσουμπά κ.α. ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ημερ. 18/12/98
:"...Την τελική κρίση, ακόμη και επί θεμάτων που επιλαμβάνεται η Συμβουλευτική έχει η ΕΔΥ, π.χ. να περιλαμβάνει στον προκαταρκτικό κατάλογο των υποψηφίων και άλλους που κρίνει η ίδια ως προσοντούχους (άρθρο 32 εδάφιον 8). Η Επιτροπή ασκεί, ας το πω έτσι, αναθεωρητική λειτουργία, στις εισηγήσεις της Συμβουλευτικής."
Ας διευκρινιστεί εδώ ότι η έκθεση της Σ.Ε. καταγράφει μόνο τα συμπεράσματα της σε σχέση με την κατοχή των προσόντων από την αιτήτρια. Για το μεταπτυχιακό αναφέρει απλώς ότι είναι διάρκειας ενός ακαδημαϊκού έτους. Και προσθέτει ότι "ύστερα από έρευνα" διαπίστωσε πως η αιτήτρια κατέχει και το προσόν της παραγράφου 3(2). Με άλλα λόγια η αρχική έκθεση δεν περιέχει αναλυτικά στοιχεία. Ορισμένα από αυτά, που αφορούσαν κυρίως το 3(2), έφερε σε φως η ενέργεια της Ε.Δ.Υ. να προβεί η ίδια σε έρευνα. Με τη συνδρομή βεβαίως της Σ.Ε.
Η Ε.Δ.Υ., παρά την εισήγηση της Σ.Ε., διατηρούσε την πρωτογενή εξουσία της να ερευνήσει ζήτημα προσόντων. Αυτό συνάδει με την αποφασιστική αρμοδιότητα που έχει στα θέματα διορισμών ή προαγωγών. Η Σ.Ε., έστω και άρτια στελεχωμένη, δε δεσμεύει με τα συμπεράσματα της την Ε.Δ.Υ. Φτάνει η τυχόν διαφορετική κατάληξη της τελευταίας να δικαιολογείται. Στην προκείμενη περίπτωση η ενέργεια της να διερευνήσει τα πορίσματα της έκθεσης, ως προς τα προσόντα της αιτήτριας, επιβαλλόταν, δοθέντος ότι δεν ήταν και τεκμηριωμένη.
Η ερμηνεία και εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας είναι έργο της Ε.Δ.Υ. ως διορίζον όργανο. Αυτό αναγνωρίστηκε και καθιερώθηκε νομολογιακά ως βασική αρχή. Η δική μας επέμβαση δικαιολογείται μόνο για περιορισμένους λόγους. Στην υπόθεση Ρένος Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 276, 391, το θέμα τέθηκε ως εξής:
"Είναι νομολογημένο πως τα μέσα για τη διακρίβωση κατοχής των προσόντων από τους υποψήφιους αποτελούν ευθύνη και ανήκουν στη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας και το Ανώτατο Δικαστήριο, στην άσκηση της αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας, δεν δίδει διαφορετική
Η Ε.Δ.Υ. στράφηκε για διαλεύκανση της χρονικής διάρκειας του ακαδημαϊκού έτους σε αξιόπιστες πηγές. Οι γνώμες που πήρε βάρυναν στη διαμόρφωση της κρίσης της περισσότερο από τις απόψεις του ενδιαφερόμενου πανεπιστημίου. Η Ε.Δ.Υ. ερμήνευσε τον όρο "ακαδημαϊκό έτος" έχοντας υπόψη και τις δύο όψεις του θέματος. Ήταν, υπό το πρίσμα του υλικού που εξασφάλισε, λογικά δυνατή η κατάληξη της. Το γεγονός ότι δε ρωτήθηκε το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. δεν επηρεάζει την επάρκεια της έρευνας. Εξάλλου δεν υποδείχθηκε με βάση ποιά πρόνοια επιβαλλόταν υποχρέωση στην Ε.Δ.Υ. να ζητήσει την άποψη του Συμβουλίου αυτού. Ή με βάση ποιά πρόνοια τούτο θα έδινε αυθεντική ή αυθεντικότερη εξήγηση. Τέλος, δε βλέπω πώς η εμπλοκή της Κοινοπολιτείας επηρεάζει, ούτως ή άλλως, το ζήτημα.
Τα ίδια ισχύουν και μπορεί να ειπωθούν και για το δεύτερο προσόν. Το συμπέρασμα της Ε.Δ.Υ., ενόψει του υλικού που μάζεψε, δε βγαίνει έξω από τα όρια της λογικότητας. Εν πρώτοις δεν είναι, πιστεύω, έγκυρη η διάζευξη που επιχείρησε ο δικηγόρος της αιτήτριας, μεταξύ πείρας και διεξαγωγής ερευνών/μελετών. Η σχετική πρόταση στην παράγραφο 3(2) είναι ενιαία και αδιαχώριστη, όπως και το νόημα της. Οι διαπιστώσεις της Ε.Δ.Υ. στο απόσπασμα της απόφασης της που παρέθεσα ήταν, υπό το πρίσμα των δεδομένων της έρευνας, εφικτές. Η αποσπασματική και μεμονωμένη παρουσίαση μελετών/ερευνών/ανακοινώσεων κατά διαστήματα που δυνατό να ξεπερνούν την οκταετία, όσο αξιόλογες και αν κρίνονται, δεν μπορεί να ταυτιστούν με το προαπαιτούμενο 3(2) του σχεδίου υπηρεσίας.
Η προσφυγή, για τους λόγους που εξέθεσα, απορρίπτεται. Δεν επιδικάζονται έξοδα.
Σ. Νικήτας, Δ.
/Κασ