ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υποθ αρ.764/98, 771/98, 776/98, 837/98
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Χρ.ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΔΑναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΕΤΑΞΥ:
Ν.KARANTOKIS (HOLDINGS) LTD, από τη Λεμεσό
αιτήτρια
- και -
Συμβουλίου Αποχετεύσεως Λεμεσού-Αμαθούντος
καθ΄ου η αίτηση
------------------------
16 Μαϊου, 2000
Για την αιτήτρια: κ.Ι.Νικολάου
Για το καθ΄ου η αίτηση: κα.Ρ.Καλλιγέρου και κα.Στ.Μουσιούττα
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Οι αιτήτριες εταιρείες, και στις 4 προσφυγές που συνεκδικάστηκαν, είναι ιδιοκτήτριες ή κάτοχες ξενοδοχειακών μονάδων ή οργανωμένων διαμερισμάτων που βρίσκονται μέσα στην περιοχή που θα εξυπηρετηθεί από το έργο αποχετεύσεως λυμάτων και ομβρύων υδάτων που θα κατασκευάσει το καθ΄ου η αίτηση Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντος, ΣΑΛΑ. Με τις προσφυγές προσβάλλεται η διοικητική απόφαση του ΣΑΛΑ, όπως αυτή γνωστοποιήθηκε στο Τρίτο Παράρτημα της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας, ημερ. 14.8.98 Κ.Δ.Π.205/98, και με την οποία επιβλήθηκαν στις αιτήτριες, για το έτος 1995, «τέλη» αποχετεύσεων 88 σεντ για κάθε λίρα στην εκτιμημένη αξία της ακίνητης ιδιοκτησίας τους.
(Τη λέξη τέλη τη βάζω σε εισαγωγικά για το λόγο που θα φανεί παρακάτω).
Η επίδικη απόφαση λήφθηκε μετά την ανάκληση παρόμοιας προηγούμενης, για να συμμορφθεί το Συμβούλιο με γνωμάτευση των δικηγόρων του, σύμφωνα με την οποία η πρώτη απόφαση θα ακυρωνόταν με βεβαιότητα σε προσφυγές που εκκρεμούσαν ενώπιον του Δικαστηρίου, γιατί όταν λαμβάνονταν παρευρίσκονταν, εκτός από τα μέλη του Συμβουλίου, και άλλοι υπηρεσιακοί παράγοντες. Η νομική αυτή θέση της δικηγόρου του Συμβουλίου συμβαδίζει με την καθιερωμένη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Ο δικηγόρος των αιτητριών αναπτύσσει εκτεταμένα τους λόγος στους οποίους στηρίζει την εισήγηση του για ακύρωση της επίδικης απόφασης στις μακροσκελείς γραπτές αγορεύσεις του όπου, εκτός από τον ισχυρισμό για παράβαση του Νόμου και των Κανονισμών, επικαλείται ανεπαρκή έρευνα, πλάνη περί τα πράγματα και έλλειψη αιτιολογίας.
΄Εχω διαβάσει με προσοχή τις πιο πάνω γραπτές αγορεύσεις. Στην αντίληψη μου τα ουσιαστικά ζητήματα που εγείρονται σ΄αυτές είναι λυμένα στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην ΑΕ1491 ΚANIKA HOTELS LTD, και άλλων ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας, 17.1.1997. Γίνεται βέβαια προσπάθεια διαφοροποίησης των νομικών αρχών, όπως συζητήθηκαν και αποφασίστηκαν στην πιο πάνω υπόθεση, η προσπάθεια όμως αυτή παίρνει το σχήμα συλλογισμών με φραστικές διατυπώσεις που δεν μεταβάλλουν την καθαρότητα της σκέψης της δικαστικής απόφασης, στην οποία θα γίνεται συνεχής αναφορά εδώ.
Να επισημάνω πρώτα, κάτι που είναι παραδεκτό και από τους δικηγόρους, μια και έχει αποφασιστεί στην υπόθεση ΚΑΝΙΚΑ ΗΟΤΕLS, πως μολονότι ο Νόμος αναφέρεται σε «τέλος» στη νομική αλήθεια πρόκειται για φόρο που επιβάλλεται για τους σκοπούς που προβλέπει. Σχετικό, για την επιβολή του φόρου, είναι το άρθρο 30 του περί Αποχετευτικών Συστημάτων Νόμου του 1971, Ν.1/71, όπως τροποποιήθηκε, και του Καν.32 των ρυθμιστικών Κανονισμών που έγιναν κατ΄εξουσιοδότηση του Νόμου, ΚΔΠ 86/94.
Η μοναδική και καινούργια εισήγηση του δικηγόρου των αιτητριών, που κατά τη γνώμη μου δεν καλύπτεται από την απόφαση στην ΚΑΝΙΚΑ HOTELS, είναι η εξής: Δέχεται πως ο επιβαλλόμενος φόρος, βάσει του άρθρου 30(1)(β) του Ν.1/74, υπολογίζεται στην εκτιμημένη αξία του ακινήτου της ιδιοκτησίας. Στον Καν.2 ορίζεται ως εκτιμημένη αξία αυτή που υπολογίστηκε κατά τη γενική εκτίμηση ακίνητης ιδιοκτησίας, η οποία έγινε στη βάση της αγοραίας αξίας των ακινήτων κατά την 1.1.80, και η οποία διενεργήθηκε δυνάμει του άρθρου 69(1) του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου Κεφ.224 θα διενεργείται δυνάμει των άρθρων 66 και 67 αυτού. Προτείνει όμως ο δικηγόρος των αιτητριών πως, ενόψει των πιο πάνω διατάξεων, εκτιμημένη αξία σημαίνει την τελική αξία των ακινήτων, και όχι αυτήν η οποία είναι καταχωρημένη στα κτηματολογικά μητρώα,
όπως ρητά προβλέπει ο Καν. 32. Με δυο λόγια, εισηγείται πως αυτή, η τελική αξία, καθορίζεται μετά από τις πιθανές ενστάσεις που θα υποβάλουν οι ιδιοκτήτες στην αξία, όπως αυτή εκτιμήθηκε και καταχωρίστηκε στα βιβλία του κτηματολογίου, διαδικασία που προβλέπεται στις σχετικές διατάξεις του Νόμου.Διαφορετική είναι η προσέγγιση της δικηγόρου του ΣΑΛΑ, που λέει πως ο Ν.1/71 και ο Καν. 32 περιέχουν σαφείς διατάξεις. Ο Κανονισμός αναφέρεται σε εκτιμημένη αξία, όπως αυτή είναι καταχωρισμένη στα κτηματολογικά αρχεία. Αν ήθελε ο νομοθέτης να αναφερθεί στην τελική εκτιμημένη αξία θα ανέφερε τούτο ρητά στον κανονισμό. Συμφωνώ με την εισήγηση της δικηγόρου του ΣΑΛΑ η οποία συνάδει, όχι μόνο με το λεκτικό του νομοθετήματος, αλλά και με τη λογική των πραγμάτων. Ο νομοθέτης, στην ευρεία εξουσία που έχει σε φορολογική νομοθεσία, καθόρισε ως βάση υπολογισμού του φόρου την εκτιμημένη αξία του ακινήτου, όπως αυτή είναι καταχωρημένη στα κτηματολογικά βιβλία. Δεν αναφέρεται στο νομοθέτημα «τελική εκτιμημένη αξία». Τη λέξη «τελική» προσθέτει ο δικηγόρος στο νομοθέτημα. Αν ήταν ορθή η εισήγηση του δικηγόρου των αιτητριών τότε θα καθίστατο η φορολόγηση σχεδόν αδύνατη, αν όχι ανέφικτη, και μάλιστα μετά από πολλά χρόνια, αφού αποφασιστούν οι πιθανές ενστάσεις ιδιοκτητών.
Στις υποθέσεις που εξετάζουμε το ΣΑΛΑ επέβαλε τη φορολογία αφού προηγουμένως διαπίστωσε από τα αρχεία του κτηματολογίου την καταχωρημένη εκτιμημένη αξία των ακινήτων. Τα σχετικά έγγραφα της έρευνας είναι ενώπιον μου. Επίσης, δεν προκύπτει παρόμοιο θέμα, από την καταχώριση της αξίας της γης μόνο και όχι του ακινήτου σ΄αυτή που κτίστηκε μετά την εκτίμηση της αξίας της γης, γεγονός που οδήγησε στην ακύρωση της απόφασης στην προσφυγή 68/94 Gold Coast Ltd ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου, ημερ. 22.12.1997 όπου ο δικαστής Πικής, όπως ήταν τότε, έκρινε πως υπήρξε σύμμειξη των δύο στοιχείων της φορολογίας, βάσει των Κ.32 και 33, γιατί, σ΄εκείνη ακριβώς την περίπτωση, η καταχωρημένη στο κτηματολογικό μητρώο αξία αφορούσε μόνο την αξία της γης πάνω στην οποία οικοδομήθηκε το κτίριο ενώ αυτό δεν υπήρχε κατά το χρόνο της εκτίμησης, ώστε να περιληφθεί η αξία του στην αξία του ακινήτου ως σύνολο. Τούτο δεν συμβαίνει στις παρούσες προσφυγές, όπου η εκτιμημένη αξία αφορά και τη γη και τα κτίρια.
Η άλλη βασική εισήγηση του δικηγόρου των αιτητριών είναι πως η ταξινόμηση των ιδιοκτησιών σε 2 κατηγορίες είναι παράνομη. Η δικηγόρος του ΣΑΛΑ εισηγείται πως δεν μπορεί να προβληθεί τέτοιος ισχυρισμός μέσα από την παρούσα διαδικασία, γιατί αυτός στρέφεται άμεσα ή έμμεσα ενάντια σε διοικητική πράξη, της οποίας η έκδοση ανάγεται στο 1990, εφόσο η ταξινόμηση έγινε τότε με ισχύοντες κανονισμούς αυτούς του 1991. Ενώ, οι επίδικες πράξεις αφορούν τα τέλη του 1995, που επιβλήθηκαν με απόφαση του Συμβουλίου, μετά την τροποποίηση της ΚΔΠ 99/91 με
την 86/94. Δε συμφωνώ. Οι αιτητές δικαιούνται με τις προσφυγές τους να προσβάλουν την ατομική διοικητική απόφαση που τους αφορά. Και σ΄αυτή τη διαδικασία εξετάζεται η εγκυρότητα των Κανονισμών, στην έκταση που αφορά η εισήγηση. (Δες: πάλιν την υπόθεση KANIKA HOTELS). Η ουσία όμως του ζητήματος που εγείρει ο δικηγόρος των αιτητριών έχει αποφασιστεί στην υπόθεση KANIKA, από την οποία παραθέτω σχετική περικοπή.«Σύμφωνα με τους αιτητές, η διάκριση η οποία γίνεται προσκρούει στην αρχή της ισότητας η οποία κατοχυρώνεται στο ΄Αρθρο 28(1) του Συντάγματος. Αντίθετη θέση εξέφρασαν οι καθ΄ων η αίτηση. Η ύπαρξη ουσιαστικών διαφορών, μεταξύ των δύο κατηγοριών ακινήτων, ώστε να καθίσταται παραδεκτή η επιβολή διάφορου τέλους, αναγνωρίστηκε στη Philippa Estates Ltd., και άλλων ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντος, Υπ.αρ.85/93 κ.α. - 22.1.1996. (Απόφαση Αρτεμίδη, Δ). Το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαφοροποίηση είναι όχι μόνο νομικά παραδεκτή, αλλά και δίκαιη ενόψει των εγγενών διαφορών μεταξύ των δύο κατηγοριών ιδιοκτησίας, σε σχέση με τη χρήση και ευεργετήματα από το αποχετευτικό σύστημα. Ο αριθμός των ενοίκων κατά τετραγωνικό μέτρο, ξενοδοχείων και τουριστικών καταλυμάτων είναι, σε σύγκριση με άλλα ακίνητα, πολύ μεγαλύτερος ανάλογα μεγαλύτερη είναι και η χρήση των αποχετευτικών εγκαταστάσεων.»
Για τα υπόλοιπα ζητήματα που εγείρονται στην προσφυγή, συνοπτικά λέω πως η διαδικασία που ακολουθήθηκε στη λήψη της επίδικης απόφασης ήταν άμεμπτη, και σ΄αυτήν εφαρμόστηκαν η σχετική νομοθεσία και κανονισμοί. Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.
Χρ. Αρτεμίδης, Δ.
/ΜΑΑ